Ενα θαύμα της μηχανικής, η γέφυρα του Ορεσουντ που συνδέει τη Δανία με τη Σουηδία παρουσιάστηκε το βράδυ της Πέμπτης στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου (Κ.Α.Μ.), από τον πρόεδρο της Κ.Ε.Π.ΠΕ.ΔΗ.Χ. – Κ.Α.Μ. αρχιτέκτονα Γεώργιο Βαρουδάκη.
Η εσπερίδα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της έκθεσης που φιλοξενείται στο ΚΑΜ, με σκίτσα και φωτογραφίες Φινλανδών αρχιτεκτόνων από την Ελλάδα.
Μιλώντας στις “διαδρομές” ο κ. Βαρουδάκης ανέφερε κάποια στοιχεία από την κατασκευή τονίζοντας ότι «το Ορεσουντ είναι ένας πορθμός, μια θάλασσα, η οποία χωρίζει τη Δανία από τη Σουηδία. Ανάμεσα σ’ αυτή τη θάλασσα δημιουργήθηκε το 1999 μια καλωδιωτή γέφυρα μήκους 8χλμ. που ξεκινάει από την Κοπεγχάγη και καταλήγει σε ένα τεχνητό νησί, όπου μετατρέπεται σε μια υποθαλάσσια σήραγγα 4 χλμ, ως την πόλη Μάλμε της Σουηδίας. Το ταξίδι ανάμεσα στις δύο χώρες διαρκεί μόνο 35 λεπτά. Παρότι δύο κράτη με πολύ συγγενή ήθη, έθιμα, γλώσσα και βιωτικό επίπεδο, έχουν δημιουργήσει από το 1999 που ενώθηκαν με την γέφυρα αυτή -η οποία είναι και η μεγαλύτερη στη Ευρώπη- μια νέα οικονομικοκοινωνική κατάσταση, που έχει φέρει και κάποιους καρπούς πάνω στη αρχιτεκτονική και των δύο πόλεων (σ.σ. Κοπεγχάγη και Μάλμε). Ενθεν και ένθεν έχουν κτιστεί κτήρια και υπερσύγχρονες κατασκευές που αποτελούν σήμερα πρότυπα για πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Η γέφυρα παράλληλα αποτελεί σύμβολο δύο χωρών που αποφάσισαν να καταργήσουν τα σύνορά τους, δημιουργώντας μια κοινή περιοχή για τα δύο έθνη». Ο κ. Βαρουδάκης υπογράμμισε ακόμα ότι «το θαύμα αυτό της μηχανικής των αρχιτεκτόνων θέλουμε να δείξουμε στο κοινό, που το ενδιαφέρει η αρχιτεκτονική και όχι μόνο, αλλά παράλληλα να επισημάνουμε και να καταδείξουμε μια περιοχή της Ευρώπης, που είναι άγνωστη σε πολλούς Ελληνες ή δεν την έχουν επισκεφτεί, ενώ πραγματικά αξίζει τον κόπο».
Ο κ. Βαρουδάκης επεσήμανε ότι «τόσο η Κοπεγχάγη όσο και το Μάλμε με τη συγκεκριμένη γέφυρα αναπτύχθηκαν οικονομικά, ενώ μέρος της ευμάρειας των κατοίκων των δύο αυτών κρατών, οφείλεται στη σύνδεση τους με την γέφυρα αυτή». «Μέρος του “ευ ζην’’ λοιπόν για τις πόλεις αυτές, οφείλεται είτε το θέλουμε είτε όχι στην αρχιτεκτονική», κατέληξε ο κ. Βαρουδάκης.