Είθισται να καταγγέλλεται ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός και οι πολιτικοί του εκφραστές για την γενοκτονία των Ιουδαίων κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Αυτό που δεν καταγγέλλεται ωστόσο είναι η υποκρισία και η ανευθυνότητα των αυτοαποκαλούμενων πολιτισμένων κρατών και των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων της εποχής, και δη εβραϊκών, που κάθε άλλο παρά έσπευσαν να γλυτώσουν τους Ιουδαίους της Ευρώπης από τον προδιαγεγραμμένο αφανισμό τους. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 μόνο ένας ανόητος ή πολιτικά αφελής δεν γνώριζε ποια τύχη επιφύλλασε η νέα γερμανική εθνικιστική κυβέρνηση για τους Ιουδαίους. Τα επαναλαμβανόμενα πογκρόμ σε βάρος τους, οι νόμοι της Νυρεμβέργης, η διαβόητη Νύκτα των Κρυστάλλων κάθε άλλο παρά ένα ελπιδοφόρο μέλλον δεν προμήνυαν για τους στοχοποιημένους οπαδούς του Γιαχβέ. Πάνω από 60.000 Ιουδαίοι της Γερμανίας μετανάστευσαν στην Παλαιστίνη τη δεκαετία του 1930, οι περισσότεροι σύμφωνα με τους όρους της Συμφωνίας Haavar (Μεταφοράς). Αυτή η συμφωνία μεταξύ της Γερμανίας και των ιουδαϊκών αρχών της Παλαιστίνης διευκόλυνε τη μετανάστευση των Ιουδαίων στην πρώην οθωμανική επαρχία. Το κύριο εμπόδιο για τη μετανάστευση Ιουδαίων από τη Γερμανία ήταν η γερμανική νομοθεσία που απαγόρευε την εξαγωγή συναλλάγματος. Βάσει αυτής της συμφωνίας, τα ιουδαϊκά περιουσιακά στοιχεία στη Γερμανία ρευστοποιούνταν με μεθοδικές διαδικασίες και το κεφάλαιο που προέκυπτε μεταφερόταν στην Παλαιστίνη μέσω της εξαγωγής γερμανικών αγαθών. Έως και το 1938 τουλάχιστον 350.000 Ιουδαίοι είχαν εγκαταλείψει το γερμανικό και το αυστριακό έδαφος προσφεύγοντας σε άλλες χώρες.
Η Διάσκεψη του Εβιάν πραγματοποιήθηκε στις 6-16 Ιουλίου του 1938. Εκπρόσωποι 32 χωρών συγκεντρώθηκαν στο ξενοδοχείο Royal στο Εβιάν της Γαλλίας, για να συζητήσουν το πρόβλημα των Ιουδαίων προσφύγων. Η Προσάρτηση (Anschluss) της Αυστρίας στη Γερμανία, στις 12 Μαρτίου 1938, είχε προκαλέσει νέα προσφυγική έξοδο. Η πρωτοβουλία της σύγκλησης ανήκει στον Ρούζβελτ, καθώς η Αμερική, που χορηγούσε 27.000 βίζες τον χρόνο σε Ιουδαίους της Ευρώπης, ήθελε να μοιραστεί με άλλες χώρες την υποδοχή των προσφύγων. Στη Διάσκεψη θα λάβουν μέρος, εκτός από τους αντιπροσώπους των τριάντα δύο χωρών και τριάντα τέσσερις εκπρόσωποι Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, στην πλειονότητά τους ιουδαϊκές. Οι πρόσφυγες ήθελαν απεγνωσμένα να δραπετεύσουν από τον εθνικιστικό διωγμό στη Γερμανία, αλλά δεν μπορούσαν να φύγουν χωρίς να έχουν λάβει άδεια εγκατάστασης σε άλλες χώρες. Η Διάσκεψη του Εβιάν δεν επέφερε σχεδόν καμία αλλαγή στις πολιτικές μετανάστευσης των περισσότερων παρευρισκόμενων κρατών. Οι ισχυρές δυνάμεις – Ηνωμένες Πολιτείες, Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία- αρνήθηκαν τη μετανάστευση χωρίς περιορισμούς, καθιστώντας σαφές ότι δεν σκόπευαν να αναλάβουν καμία επίσημη δράση για την ανακούφιση του προβλήματος των Ιουδαίων προσφύγων.
Η Διάσκεψη απέτυχε. Το μόνο που αποφάσισε ήταν η σύσταση μιας επιτροπής για τους πρόσφυγες. Καμία χώρα δεν συναινούσε να δεχτεί τους Ιουδαίους πρόσφυγες, με διάφορα επιχειρήματα: την οικονομική κρίση, την ανεργία, την πρόκληση ταραχών με τους ντόπιους (η Μεγάλη Βρετανία, επί παραδείγματι, αρνείται να εγκαταστήσει Ιουδαίους στην Παλαιστίνη, η οποία είναι τότε υπό βρετανική Εντολή, επειδή κάτι τέτοιο θα ενοχλούσε τους Αραβες και θα γινόταν αφορμή συγκρούσεων). Οι χώρες που μετέχουν στη διάσκεψη καταδικάζουν τη Γερμανία, αλλά καμία δεν δέχεται να προστατέψει τα θύματά της. Μετά την αποτυχία της Διάσκεψης η εφημερίδα Völkischer Beobachter, όργανο του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος της Γερμανίας, έγραψε πανηγυρικά: «Κανένας δεν τους θέλει». Ελεγε, δυστυχώς, την αλήθεια, κανείς δεν ήθελε τους Ιουδαίους στη χώρα του. Ολοι πρότειναν λύσεις για κάπου αλλού.
Η βρετανική Λευκή Βίβλος του Μαΐου του 1939, μια επίσημη έκθεση πολιτικής που εγκρίθηκε από το βρετανικό κοινοβούλιο, περιείχε μέτρα που έθεταν σημαντικά εμπόδια στην είσοδο των Ιουδαίων στην Παλαιστίνη. Καθώς ο αριθμός των προορισμών όπου οι Εβραίοι θα ήταν ευπρόσδεκτοι συρρικνωνόταν, χιλιάδες Ιουδαίοι της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Πολωνίας μετανάστευσαν στη Σαγκάη, όπου δεν απαιτούνταν άδεια εισόδου. Ο τομέας Διεθνών Οικισμών της Σαγκάης (Shanghai International Settlement), ο οποίος τελούσε ουσιαστικά υπό ιαπωνικό έλεγχο, δέχθηκε 17.000 Ιουδαίους.
Σε ένα περιστατικό που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα τον Μάιο – Ιούνιο του 1939, οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνήθηκαν να δεχτούν πάνω από 900 Ιουδαίους πρόσφυγες οι οποίοι είχαν φτάσει από το Αμβούργο της Γερμανίας με το πλοίο St. Louis. Το St. Louis εμφανίστηκε κοντά στις ακτές της Φλόριντας λίγο μετά αφού οι αρχές της Κούβας ακύρωσαν τις θεωρήσεις διέλευσης των προσφύγων και απαγόρευσαν την είσοδο στους περισσότερους επιβάτες, οι οποίοι ακόμη περίμεναν να λάβουν βίζες για την είσοδό τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αφού δεν του δόθηκε άδεια να αγκυροβολήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, το πλοίο αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ευρώπη.
Το δεύτερο εξάμηνο του 1941, και ενώ ανεπιβεβαίωτες μαρτυρίες για τις μαζικές δολοφονίες Ιουδαίων από τους Γερμανούς εθνικοσοσιαλιστές άρχισαν να καταφθάνουν στη Δύση, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έθεσε ακόμη αυστηρότερους περιορισμούς για τη μετανάστευση επικαλούμενο λόγους εθνικής ασφάλειας. Παρά τους βρετανικούς κανονισμούς, ένας περιορισμένος αριθμός Ιουδαίων κατάφερε να μπει λαθραία στην Παλαιστίνη στη διάρκεια του πολέμου μέσω της «παράνομης» μετανάστευσης (γνωστής ως Aliyah Bet). Η ίδια η Μεγάλη Βρετανία περιόρισε την απορρόφηση μεταναστών την περίοδο 1938-1939, μολονότι η βρετανική κυβέρνηση επέτρεψε την είσοδο περίπου 10.000 εβραιόπουλων στα πλαίσια ενός ειδικού προγράμματος με το όνομα Kindertransport (Η Μεταφορά των Παιδιών). Στη Διάσκεψη των Βερμούδων τον Απρίλιο του 1943, οι Σύμμαχοι δεν έκαναν συγκεκριμένες προτάσεις για τη διάσωση των Ιουδαίων.
Η Ελβετία δέχθηκε περίπου 30.000 Ιουδαίους αλλά αρνήθηκε την είσοδο σε σχεδόν ίσο αριθμό προσφύγων στα σύνορα. Περίπου 100.000 Ιουδαίοι έφτασαν στην Ιβηρική Χερσόνησο. Η Ισπανία δέχθηκε έναν περιορισμένο αριθμό προσφύγων και, στη συνέχεια, τους έστειλε εσπευσμένα στο πορτογαλικό λιμάνι της Λισσαβώνας. Από εκεί, χιλιάδες κατάφεραν να ταξιδέψουν με πλοίο στις Ηνωμένες Πολιτείες στο διάστημα μεταξύ 1940 και 1941, μολονότι χιλιάδες ακόμη στάθηκε αδύνατο να αποκτήσουν άδειες εισόδου για τις ΗΠΑ. Στις αρχές του 1942, μετά τη Διάσκεψη της Βάνζεε, τίθεται σε εφαρμογή το σχέδιο της Τελικής Λύσης για τους Ιουδαίους και τους Τσιγγάνους της Ευρώπης.
Η Διάσκεψη του Εβιάν αποτελεί ντροπή για την πολιτισμένη ανθρωπότητα η οποία παραδόξως στις μέρες μας δημιουργεί νέες στρατιές προσφύγων από τις εμπόλεμες περιοχές της «καυτής» ζώνης του ιμπεριαλισμού και της νεοαποικιοκρατίας. Περίπου 60 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να εκτοπιστούν, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ (εκ των οποίων τα 38 μέσα στην ίδια τη χώρα τους και τα 20 προς άλλες χώρες). Αυτό δεν θα αλλάξει, αν συνεχίσουν να «κατασκευάζουν» εμφύλιους πολέμους, οι σύγχρονοι «αρχιτέκτονες του τρόμου», αντίθετα θα αυξάνεται. Τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πρόσφυγες επιθυμούν να εγκατασταθούν στην Ευρώπη. Το 2015, 3.771 άνθρωποι πνίγηκαν στη Μεσόγειο και τουλάχιστον 4.000 κατά το 2016 στην προσπάθειά τους να περάσουν στη νοητή επικράτεια των ελπίδων τους ενώ 10.000 ασυνόδευτα παιδιά έχουν εξαφανιστεί στην Ευρώπη και αγνοείται η τύχη τους. Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ενωση δαπανά, περίπου 13 δισεκατομμύρια ευρώ για να εμποδίσει τους παράτυπους μετανάστες και τους πρόσφυγες να περάσουν τα σύνορά της. Οι πρόσφυγες ξοδεύουν 15 δισεκατομμύρια στους διακινητές, αψηφώντας τα εμπόδια αυτά. Η συντεταγμένη και οργανωμένη, κοινή από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, υποδοχή και φιλοξενία αυτών των προσφύγων είναι η μόνη πολιτικά και ηθικά ενδεδειγμένη λύση. Αντί λοιπόν να προκρίνεται αυτή η πολιτική λύση στο προσφυγικό ζήτημα από τους Ευρωπαίους εταίρους η Ελλάδα και η Ιταλία μετατρέπονται σε ανοικτά επιδοτούμενα στρατόπεδα προσφύγων και παράτυπων μεταναστών.
Για άλλη μια φορά οι πολιτισμένες χώρες της Δύσης αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Επικαλούμενες τις ανθρωπιστικές αξίες «επιδοτούν» το θάνατο και τον εξανδραποδισμό εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Η αυλαία στο θέατρο του παραλόγου έχει ανοίξει για άλλη μια φορά και οι υποκριτές ηθοποιοί παρουσιάζονται στη σκηνή και υποκλίνονται. Χειροκροτήστε τους!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το όνομα Ιουδαίος (στην εβραϊκή, Γεχούντι, πληθυντικός αριθμός Γεχουντίμ) διαδόθηκε όταν η Βασιλεία του Ισραήλ διαιρέθηκε στο βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ και στο νότιο Βασίλειο του Ιούδα. Ο όρος αναφερόταν αρχικά στο λαό του νοτίου βασιλείου, αν και ο όρος Μπ’νέι Ισραέλ (bn’e’ Israél, Γιοι του Ισραήλ ή Ισραηλίτες) εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται και για τις δύο ομάδες. Όταν οι Ασσύριοι κατέλαβαν το βόρειο βασίλειο αφήνοντας το νότιο βασίλειο ως το μόνο Ιουδαϊκό κράτος, η λέξη Γεχουντίμ σταδιακά επικράτησε να αναφέρεται στο λαό που είχε την Ιουδαϊκή πίστη ως σύνολο, παρά σε εκείνους συγκεκριμένα που προέρχονταν από την Ιουδαία.
Οι ιστορικοί ορισμοί του ποιος είναι Εβραίος ανάγονται στην εποχή της κωδικοποίησης της προφορικής παράδοσης στο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ. Η λέξη Ιουδαίος χρησιμοποιείται με ταυτόσημη έννοια, όπως και σε άλλες γλώσσες, «Jew» στα αγγλικά, «Jude» στα γερμανικά, «Juif» στα γαλλικά.