Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Η δολοφονία του εμποράκου

Το βασικότερο αίτιο της Ελληνικής κρίσης ήταν και είναι το υψηλό εξωτερικό χρέος της χώρας το οποίο δημιουργήθηκε από τον υψηλό δανεισμό για δαπάνες του δημοσίου και για την κάλυψη των ελλειμματικών προϋπολογισμών του κράτους.

O ετήσιος προϋπολογισμός της χώρας ήταν ελλειμματικός για περισσότερο από τα 20 τελευταία χρόνια, δηλαδή κάθε χρόνο καταναλώναμε περισσότερα απ’ ότι παράγαμε ως χώρα. Στο παρακάτω διάγραμμα 1, καταγράψαμε το ετήσιο έλλειμμα της χώρας από το 1995-2015 ως ποσοστό του ΑΕΠ και έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι μόνο το 2009 ως χώρα δαπανήσαμε 35,9 δις ευρώ παραπάνω από τα έσοδα μας.

Διάγραμμα 1. Έλλειμμα της Ελλάδας %
του ΑΕΠ 1995-2015,(World Bank)

Επίσημα το 2010 κανείς δεν δάνειζε την Ελλάδα καθώς τα συνεχόμενα ελλείμματα της χώρας που είχαν συσσωρευτεί, έκαναν ιδιαίτερα απίθανη την προοπτική να επιστρέψει τα δανεικά. Έτσι εισήλθαμε στα γνωστά μνημόνια συνεργασίας με κύριο και πρωταρχικό στόχο η Ελλάδα να καταφέρει να έχει πλεονασματικό ετήσιο προϋπολογισμό, ώστε με το πλεονάζον χρήμα να μπορεί μόνη της να αποπληρώνει σταδιακά το χρέος της. Για να το καταφέρεις αυτό, τι πιο λογικό από την μείωση των δαπανών σου και την αύξηση των εσόδων σου. Όντως στην αρχή του 2009 βιώσαμε απότομη μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, κατάργηση των δώρων και μείωση συντάξεων με άμεσο αντίκτυπο την  μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Παράλληλα αυξήθηκαν οι άμεσοι φόροι (υψηλότεροι φορολογικοί συντελεστές φυσικών και νομικών προσώπων) αλλά και οι έμμεσοι φόροι σε προϊόντα και υπηρεσίες, επηρεάζοντας ακόμα περισσότερο την ιδιωτική κατανάλωση.

Η συμπίεση του ιδιωτικού τομέα
Ενώ στην Ελλάδα όπως προαναφέραμε το αίτιο της οικονομικής κρίσης είναι  το υπέρογκο δημόσιο χρέος και όχι το ιδιωτικό όπως συνέβη στις ΗΠΑ και Ιρλανδία, ο Ελληνικός ιδιωτικός επιχειρηματικός τομέας φαίνεται, από την αρχή της κρίσης αλλά κυρίως το τελευταίο χρονικό διάστημα να δοκιμάζεται σκληρά, σηκώνοντας στις πλάτες του πολύ μεγαλύτερο βάρος σε σχέση με αυτό που του αναλογεί.
Το καλοκαίρι του 2015 η επιβολή των capital controls δίνει ισχυρό χτύπημα στην κατανάλωση αφού η μείωση του κυκλοφορούντος χρήματος σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα, οδήγησε σε σημαντική μείωση των εσόδων των καταστημάτων και επιχειρήσεων. Η έλλειψη ρευστού στις τράπεζες οδηγεί σε αναγκαστική χρήση πλαστικού χρήματος το οποίο προωθεί όλο και περισσότερο η κυβέρνηση. Μοναδικές κερδισμένες από την χρήση πιστωτικών καρτών και καρτών ανάληψης είναι οι τράπεζες οι οποίες ως έξοδα συναλλαγής επιβάλλουν προμήθεια στους εμπόρους λιανικής σε κάθε αγορά προϊόντος που κυμαίνεται από 0,45% έως και 3,5% αναλόγως με τον τύπο της κάρτας. Με απλές μαθηματικές πράξεις μπορούμε να αντιληφθούμε τα τεράστια ποσά  που εισπράττουν από όλη την επικράτεια οι τράπεζες ημερησίως, ενώ αντιθέτως οι έμποροι λιανικής βλέπουν το ήδη συμπιεσμένο περιθώριο κέρδους τους να μειώνεται ακόμα περισσότερο.
Το 2015 νομοθετείται νέα αύξηση των φορολογικών συντελεστών νομικών προσώπων στο 33%, με ταυτόχρονη αύξηση της προκαταβολή φόρου στο 100%, με ισχύ των μέτρων αυτών από το 2016. Αν προσθέσουμε την εισφορά αλληλεγγύης και το τέλος επιτηδεύματος, η συνολική φορολογία γίνεται θηλιά στον λαιμό όλων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επαγγελματιών.

Η χαριστική βολή στον Έλληνα «εμποράκο»
Σαν να μην έφτανε το ασφυκτικό περιβάλλον που ήδη έχουν προκαλέσει όλοι οι παραπάνω φόροι για τους εμπόρους, ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρηματίες η κυβέρνηση αποφασίζει να τους δώσει την χαριστική βολή. Τους αναγκάζει να πληρώνουν το 26,95% των καθαρών κερδών τους ως ασφαλιστικές εισφορές στο ταμείο τους (ΟΑΕΕ). Η σύνδεση εισφοράς με εισοδήματα λειτουργεί ως δεύτερη φορολογία στο ίδιο εισόδημα και οδηγεί τους επαγγελματίες και εμπόρους σε υπέρμετρη μείωση του εισοδήματος τους περιορίζοντας σημαντικά την ενεργή συμμετοχή τους στην οικονομική ζωή της χώρας. Με τις συνολικές επιβαρύνσεις που ξεπερνούν το 65% των εισοδημάτων ενός εμπόρου, όχι μόνο δεν μπορεί να σκεφτεί να τα  επανεπενδύσει στην δουλειά του, αλλά ούτε καν του φτάνουν για να ζήσει αξιοπρεπώς.
Η επιβολή εισφοράς κύριας σύνταξης με συντελεστή 20% (από τον συνολικό 26,95%) επί του εισοδήματος των επαγγελματιών παραβιάζει την αρχή της ισότητας και της ανταποδοτικότητας καθώς οι μισθωτοί εργαζόμενοι επιβαρύνονται μόλις με το 6,67% του εισοδήματος τους για την αντίστοιχη συνταξιοδοτική εισφορά. Η κυβέρνηση αντί να επιβραβεύσει τους συνεπείς στις ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις εμπόρους προσφέροντας έστω μια μικρή έκπτωση και παράλληλα να προχωρήσει στις αναγκαίες ρυθμίσεις των οφειλετών, χωρίς πρόστιμα και τόκους ώστε να δώσει ώθηση στα έσοδα του ταμείου, επιλέγει  την δραματική αύξηση των ασφαλιστικών  εισφορών.
Η διαρκής οικονομική ύφεση στην χώρα μας με την όλο και αυξανόμενη μείωση της κατανάλωσης διαψεύδουν τις προσδοκίες του εμπορικού κόσμου για μία καλύτερη ζωή. Ο Έλληνας εμποράκος έχει δείξει ότι μπορεί να επιβιώσει από την καθημερινή μάχη με τα πολυκαταστήματα και τις πολυεθνικές, όχι όμως και με το κράτος, καθώς η υπερφορολόγηση, τα χαράτσια και οι νέες υψηλές εισφορές είναι «δολοφονικές» για την ζωή του εμποράκου στην ελληνική αγορά.

* Ο Χάρης Παπαδάκης είναι φυσικός -Υπ. Δρ. Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης Π.Κ.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα