■ …και η Ελλάδα του σήμερα
H Ελλάδα πράγματι είναι πιο φτωχή από τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη και παλαιότερα του Μάνου Χατζιδάκη και μετά, καθώς επί πολλά χρόνια δεν υπήρξαν ξανά προσωπικότητες, ο χαμός των οποίων να συγκίνησε τόσες χιλιάδες πολιτών και ας μην συμφωνούσαν όλοι με την πολιτική τους πορεία.
Όμως η απώλεια ενός μεγάλου συνθέτη δεν σημαίνει ότι στην χώρα δεν υπάρχουν ταλέντα, νέοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε πολλούς χώρους και να διακριθούν για την αξία τους.
Αυτό όμως αφορά κυρίως το καλλιτεχνικό και πνευματικό κατεστημένο που δεν αφήνει όλα αυτά τα ταλέντα να φανούν και που αναγκάζονται για πολλούς λόγους να παραμείνουν στην αφάνεια.
Το ότι ο Μίκης εμπνεύστηκε από μία άλλη εποχή, με διαφορετικά δεδομένα στην πολιτική, την τέχνη, την μουσική και την εκπαίδευση, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός. Επίσης οι εποχές ετούτες είναι διαφορετικές σε σύγκριση με εκείνα τα χρόνια όπου στην Ελλάδα δεν υπήρχε παρά ένα σκοταδιστικό και δικτατορικό καθεστώς που φυλάκιζε κατά χιλιάδες τους πολίτες.
Δεν σας κάνει όμως εντύπωση που σήμερα πολλές άλλες χιλιάδες πολιτών δοξολογούν και μνημονεύουν τη χούντα ή καταριούνται τις μελωδίες του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκη;
Θα πει κανείς πως υπάρχουν πάντα και οι ανήκοντες στην αντιπέρα όχθη. Συμφωνώ. Με τη διαφορά όμως ότι είναι πάρα πολλοί αναλογικά. Το κατεστημένο που έλεγα παραπάνω δεν επιτρέπει (από σεχταριστική διάθεση και μόνο;) τα νέα ταλέντα να λάμψουν στην τέχνη, την εκπαίδευση και την επιστήμη. Οι πρώτες κουβέντες των ειδημόνων κριτικών ακούγοντας ή διαβάζοντάς τους είναι «α… αυτό είναι αντιγραφή του τάδε ή της τάδε…» και με αυτό τον τρόπο η απόρριψη γίνεται με συνοπτικές διαδικασίες.
Είναι στην πραγματικότητα φτωχή σε ταλέντα η Ελλάδα ή απλά μετά τον θάνατο κάποιων ποιητών, λογοτεχνών, διανοητών ή συνθετών , πολιτικών όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μίκρυνε η απήχησή της στο εξωτερικό; Μάλλον αυτό συμβαίνει. Πάραυτα υπάρχουν πολλοί Έλληνες που στην κυριολεξία προσφέρουν ακόμη και σήμερα στον υπόλοιπο κόσμο, που διαπρέπουν και διακρίνονται, που τιμούν την χώρα που προέρχονται.
Δεν τυγχάνουν όμως της αντίστοιχης δημοσιότητας στην χώρα μας αναλογικά με το βεληνεκές τους στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα, όπως προανέφερα, τα νέα ταλέντα θάβονται και εξαφανίζονται από το ισχύον κατεστημένο.
Σαφώς και ζούμε διαφορετικές εποχές. Σαφώς και μπορεί ο καθένας να εκφράσει έστω και με δυσκολία δημόσια την προσωπική του άποψη, υπάρχουν κάποιες σχετικές ελευθερίες που προσφέρει η κοινοβουλευτική δημοκρατία – χούντα ασφαλώς δεν υπάρχει. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν φασιστικές πρακτικές από την μεριά του επίσημου κράτους.
Μία από αυτές τις πρακτικές είναι και το θάψιμο ή η αγνόηση των νέων ταλέντων, από τα κατεστημένα από στηλίτευσα.
Με τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη κλείνει μια ολόκληρη εποχή. Η Ελλάδα όμως την επόμενη μέρα ενώ γίνεται πιο φτωχή, εντούτοις έχει απόθεμα σε ξεχωριστές προσωπικότητες.
Αν οι συνθήκες το επιτρέψουν, οι προσωπικότητες αυτές θα λάμψουν. Και μαζί με αυτές θα ζωηρέψει και το ενδιαφέρον των ξένων για την αναφορά τους σε αυτές. Αρκεί, όπως έλεγε και ο έτερος μεγάλος και μέχρι πρόσφατα ξεχασμένος Κορνήλιος Καστοριάδης, η εξουσία να πάψει να έχει στην Ελλάδα την έννοια του ντοβλετιού, απομακρυσμένη δηλαδή από το λαό.
Αυτό όμως προϋποθέτει, σύμφωνα με τον μεγάλο αυτόν Έλληνα διανοητή και ψυχαναλυτή να πάψει κάποτε η «εξαπλωνόμενη έρημος» προερχόμενη από την πνευματική πενία σε όλο τον κόσμο.
Αυτό όμως είναι μια άλλη συζήτηση.
Παρασκευάς Περάκης και Ελένη Φουντουλάκη σχολιάζουν την επικαιρότητα και μπαίνουν… onLine σε ένα ξεχωριστό αφιέρωμα με μικρές ιστορίες για τον Μίκη μέσα από αφηγήσεις ανθρώπων που τον γνώρισαν