Κατά τον ∆εύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο η Ελλάδα έδειξε τον καλύτερο και τον χειρότερό της εαυτό. Τόσο η νίκη κατά της Ιταλίας στην Αλβανία όσο και η Εθνική Αντίσταση κατά τη διάρκεια της Κατοχής υπήρξαν αναµφισβήτητα εκφράσεις µεγαλείου της Ελληνικής ψυχής. Από την άλλη, η συνεργασία µε τους κατακτητές και ο δωσιλογισµός, µε την έκταση και την ένταση που πραγµατοποιήθηκαν, έδειξαν σε ποιο κατάντηµα και υποστάθµη µπορεί να φθάσει ο άνθρωπος.
∆εν ήταν µικρής έκτασης το φαινόµενο αυτό, παρά την περί του αντιθέτου εικόνα που έχουµε οι περισσότεροι. Ίσως φταίει που δεν θέλουµε να ακούµε για τον κακό µας εαυτό. Ίσως φταίει η φτωχή βιβλιογραφία για το θέµα. Πάντως ο ιστορικός Μενέλαος Χαραλαµπίδης, µε το πρόσφατο βιβλίο του «Οι ∆ωσίλογοι», έρχεται να γνωστοποιήσει και να βάλει στη θέση τους πολλά πράγµατα. Από το εξαιρετικό αυτό βιβλίο έχω δανειστεί κάποια στοιχεία και πληροφορίες στο άρθρο µου αυτό.
Οι τρεις διαδοχικές κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους Γεώργιο Τσολάκογλου, Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο και Ιωάννη Ράλλη µε τις δηλώσεις, διαταγές και εγκυκλίους τους, έδωσαν τον τόνο και, κατά κάποιο τρόπο, νοµιµοποίησαν τη συνεργασία µε τον κατακτητή στα µάτια της ελληνικής κοινωνίας. Πλήθος «ευυπόληπτων» πολιτών συγκατατέθηκαν ή επεδίωξαν να τοποθετηθούν σε θέσεις ∆ηµάρχων, Νοµαρχών και άλλες θέσεις του διοικητικού µηχανισµού. Πάρα πολλοί έµποροι, βιοµήχανοι, εφοπλιστές, εργολάβοι κ.ά. είχαν οικονοµική συνεργασία µε τον κατακτητή αναλαµβάνοντας έργα από αυτόν. Πολλοί συνεργάστηκαν µε τον κατακτητή στα πλαίσια της µαύρης αγοράς, που λειτούργησε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής. Όλοι οι παραπάνω «έκαναν λεφτά» στην Κατοχή και είναι αυτοί που αγόρασαν «κοψοχρονιάς» τα χιλιάδες ακίνητα που αναγκάστηκαν να πουλήσουν οι δυστυχισµένοι συµπατριώτες τους, στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν µέσα στις τροµερές εκείνες συνθήκες. Μόνο σε Αθήνα και Πειραιά πουλήθηκαν τότε περίπου 58.000 ακίνητα. Τα ακίνητα αυτά δεν επεστράφησαν στους αρχικούς και πραγµατικούς ιδιοκτήτες τους µετά την Κατοχή.
∆εν ήταν όµως µόνον αυτές οι µορφές συνεργασίας. Η χειρότερη ήταν η ένοπλη συνεργασία (µάχες, µπλόκα, έρευνες κ.ά.), η οποία υπερέβαλε κατά πολύ σε βιαιότητα και έκταση και αυτή την ίδια τη δραστηριότητα των κατακτητών, σε βαθµό που
δηµοσιογράφος της εποχής την περιέγραψε σαν «ελληνική κατοχή». Οι ελληνικές κυβερνήσεις συνεργασίας µε όλο τον ένοπλο µηχανισµό που δηµιούργησαν (Χωροφυλακή, Αστυνοµία Πόλεων, Ευζωνικά Τάγµατα Ασφαλείας, Οµάδες Ασφαλείας κ.ά.), έδειξαν υπερβάλλοντα ζήλο στην καταπολέµηση του ελληνικού αντιστασιακού κινήµατος για λογαριασµό του κατακτητή. Σε πολλές από τις επιχειρήσεις οι Γερµανοί ή οι Ιταλοί απλώς παρίσταντο. Από την ιδέα µέχρι την πραγµατοποίηση της επιχείρησης και την παράδοση των συλληφθέντων στους κατακτητές, όλα ήταν έργα των «δικών µας». Για να έχουµε µια εικόνα: Τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής, οι Γερµανοί εκτέλεσαν περίπου 970 άτοµα στο νοµό Αττικής. Από αυτούς, τουλάχιστον 665 είχαν συλληφθεί και παραδοθεί από τις ελληνικές δυνάµεις ασφαλείας.
Σ’ αυτές τις τραγικά δύσκολες συνθήκες για τον ελληνικό λαό, ό,τι ποταπό και αχρείο στοιχείο είχε η φυλή µας βγήκε στον αφρό. Ελαυνόµενοι από τα ταπεινότερα των ενστίκτων αυτοί, οι δωσίλογοι, οι µε κάθε µορφή συνεργασθέντες µε τον κατακτητή, έκαναν αφάνταστα εγκλήµατα. Μετά την απελευθέρωση όχι µόνον τα εγκλήµατα αυτά έµειναν ατιµώρητα, αλλά είναι αυτοί ακριβώς που πλαισίωσαν την πολιτική και οικονοµική ελίτ, αυτοί που δίκασαν και ξανακυνήγησαν τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και αυτοί που αποτέλεσαν την άρχουσα τάξη των επόµενων δεκαετιών.
Οι Γερµανοί γοητευµένοι από την ιδέα του µεγαλείου της χώρας τους και παρασυρµένοι από έναν εµµονικό και αδίστακτο ηγέτη αιµατοκύλησαν τον κόσµο. Μπορεί όµως να διακρίνει κανείς στην εγκληµατική τους αυτή συµπεριφορά την προσπάθεια τους να υπηρετήσουν την ιδέα και να µεγαλώσουν τη χώρα τους. Τι άραγε µπορείς να διακρίνεις στη δράση των Ελλήνων συνεργατών και δωσιλόγων; Έναν εσµό πλεγµατικών κατσαπλιάδων, οι οποίοι επέπεσαν ως τυµβωρύχοι στο δράµα ενός λαού, του δικού τους λαού, µε µόνη επιδίωξη τον πλουτισµό, την εκδίκηση και την ικανοποίηση των ανώµαλων συµπλεγµάτων της ψυχής τους.
Είναι τουλάχιστον µελαγχολικό, αν όχι απογοητευτικό, να σκεφτεί κανείς ότι ξεκινώντας από το φυτώριο στελεχών της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, αυτοί οι «κάργα Έλληνες», ήρθαν να ανδραγαθήσουν στις συνθήκες της Κατοχής, να ευδοκιµήσουν στην µετεµφυλιακή Ελλάδα και να δικαιωθούν στην αγκαλιά της δικτατορίας της 21ης Απριλίου.
Κάνοντας αυτή τη σκέψη µπορείς να βρεις την εξήγηση σε πολλά από τα συµβαίνοντα σήµερα. Αλλά όχι µόνον αυτό. Ακόµα πιο µελαγχολικές σκέψεις και, κυριολεκτικά, µια ανατριχίλα προκαλεί η αίσθηση ότι υπάρχει ένα κρυφό µαύρο δυναµικό, κρυµµένο κάτω από την ανεκτικότητα της δηµοκρατίας, που περιµένει πανέτοιµο να εφορµήσει εάν, ο µη γένοιτο, οι συνθήκες το επιτρέψουν και να κάνει business as usual.
(*) Ο Μανώλης Κουφάκης είναι ∆ρ. Μηχανικός τ. ∆/ντής ∆Ε∆∆ΗΕ Α.Ε. Όλα τα δηµοσιευµένα κείµενα της στήλης µπορείτε να τα βρείτε στο http://www.haniotika-nea.gr/author/koufakis/