Κύριε διευθυντά,
η Ελλάδα του κ. Τσίπρα στον 9ο χρόνο των μνημονίων, και στο 4ο μνημόνιο, αδυνατεί να βρει τον βηματισμό της, να ενταχθεί στο παγκόσμιο καταμερισμό και να συμμετέχει με αξιώσεις στην επερχόμενη παγκόσμια ανάπτυξη. Όλες οι προβλέψεις των οικονομικών μεγεθών -ανεργία, ανάπτυξη, χρέος κ.λπ.- χρόνια τώρα, αναθεωρούνται συνεχώς επί το δυσμενέστερο.
Το δημόσιο χρέος αυξάνεται συνεχώς, σε δυσθεώρητα – πρωτόγνωρα ύψη. Η ανεργία, η υποαπασχόληση η ετεροαπασχόληση, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας κάθε μορφής, έγιναν καθεστώς. Οι εργατικές αμοιβές μειωθήκαν δραματικά και ο «εργασιακός μεσαίωνας» είναι εδώ. Δίκιο πια, είναι το δίκιο του εργοδότη. Η μετανάστευση, ιδιαίτερα των πτυχιούχων συνεχίζεται με μεγάλους ρυθμούς. Η άδικη υπερφορολόγηση οδηγεί σε έξαρση την παραοικονομία, επιδεινώνοντας τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και δρώντας ως ναρκοπέδιο για τις υγιείς επιχειρήσεις και τον ανταγωνισμό. Η παιδεία υποβαθμίζεται και τα πανεπιστήμια μετατρέπονται σε κέντρα κατάρτισης, ημιμαθών. Οι περιουσίες των Ελλήνων έχασαν μεγάλο μέρος της αξίας τους, ενώ η σωτηρία -για μια ακόμα φορά- των τραπεζών και ο παραλογισμός των δανειστών, απαιτούν μαζικούς πληστειριασμούς σε πολύ χαμηλές αξίες, καμιά προστασία της πρώτης κατοικίας και των μικρών σε άξια ακινήτων. Η «φτωχοποίηση» των Ελλήνων συνεχίζεται ακάθεκτα. Η εκποίηση δημόσιας περιουσίας για «ψίχουλα» συνεχίζεται επίσης, με γοργούς ρυθμούς. Λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ, ΔΕΣΦΑ, λιμάνια κ.λπ. τα νέα ασημικά για εκποίηση. Το παράδειγμα της Fraport με τα επαρχιακά αεροδρόμια δείχνει, πως εννοούν την ανάπτυξη οι δανειστές και οι ντόπιοι υπηρέτες τους. Οι δημόσιες επενδύσεις έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο.
Σε αυτό το περιβάλλον η δεξιά, νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έχει ως μόνο φύλλο συκής τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και τις ακραίες νεοφιλελεύθερες απόψεις του. Η χώρα πρόθυμα πια εκτελεί, γρήγορα, όλες τις εντολές των δανειστών, υπογράφοντας βαρύτατες δεσμεύσεις και για το μακρινό μέλλον ενώ είναι πρόθυμη να προσυπογράψει ό,τι χρειάζεται για να πανηγυρίσει την έξοδο από τα μνημόνια που είναι ουσιαστικά το 5ο μνημόνιο άλλα χωρίς δανεικά, πια.
Στην εξωτερική πολιτική, η Ελλάδα, θυμίζει την Ελλάδα του Πιουρουφόι, στα χρόνια μετά τον εμφύλιο. Ο κ. Τσίπρας εκτελεί πρόθυμα ό,τι απαιτούν οι Αμερικανοί, κύρια, οι Γερμανοί και οι Γάλλοι. Επεκτείνει, τις υπάρχουσες νατοϊκές ή αμερικανικές βάσεις στη Ελλάδα, ιδρύει νέες στην Αλεξανδρούπολη και αλλού. Η χώρα γίνεται ορμητήριο των αμερικανικών και νατοϊκών εφορμήσεων σε Συρία και αλλού. Σε αντάλλαγμα το ΝΑΤΟ δηλώνει περίτρανα για μια ακόμα φορά, ότι οι διαφορές Ελλάδας – Τουρκίας είναι διμερείς και δεν το αφορούν. Ο Αμερικανός πρέσβης, μιλά ανοικτά και προβλέπει θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο άμεσα, ενώ η Αθήνα παρακολουθεί αμήχανα και αδύναμη την τούρκικη επιθετικότητα και αλαζονεία στη Θράκη, το Αιγαίο και στη Κύπρο.
Ο κ. Τσίπρας αδυνατεί να χαράξει εθνική στρατηγική τόσο για την έξοδο από τη κρίση στο εσωτερικό, όσο κα να βρει μια ευσταθή ισορροπία στη γεωπολιτική στρατηγική μας στο εξωτερικό. Εναγκαλίζεται το Ισραήλ, υπακούει στα κελεύσματα των Αμερικανών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, όπως π.χ. σε αγωγούς, “Μακεδονικό” και αλλού, και αδυνατεί να πείσει τους Γερμανούς να αλλάξουν πολιτική απέναντι του. Αποδεικνύεται πια ο «μοιραίος» άνθρωπος τόσο για την Αριστερά από την οποία προέρχεται άλλα κα για τη χώρα πια. Χαμηλών δυνατοτήτων, κακέκτυπο αντίγραφο τα τελευταία χρόνια του Α. Παπανδρέου, χαρίζει χαμογέλα σε όλους ακόμα και στις πιο δύσκολες και ακατάλληλες συγκύριες.
Αποδεικνύεται πια περίτρανα ότι τα μνημόνια και ό,τι άλλο τα συνοδεύει ήταν το λάθος φάρμακο για την αντιμετώπιση των πραγματικών διαρθρωτικών και δομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει η χώρα και η οικονομία της. Ο κ. Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. που τον περιστοιχίζει, ως τυχοδιώκτες, λαϊκιστές και καιροσκόποι που αποδεικνύονται καθημερινά ότι είναι, «πούλησαν» τόσο την υπόθεση της Αριστεράς όσο κα την ελπίδα για αυτή τη χώρα.
Οφείλουμε να καταγγέλλουμε τη δεξιά νεοφιλελεύθερη, ξενόδουλη κυβέρνηση, να αναδεικνύουμε τα προβλήματα που δημιουργεί με τη πολιτική της, και να διατηρούμε αναμμένη τη φλόγα της αριστεράς και των αξίων της, στην καρδιά μας και στη χώρα. Χρέος μας η αντίσταση και η αντιπαράθεση στους δανειστές μας, και στους ντόπιους υπηρέτες τους. Η χώρα δικαιούται να ελπίζει για μια άλλη προοπτική.