Mία ενδιαφέρουσα μελέτη για την ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα εξεδόθη πρόσφατα (2017) την οποία υπογράφουν οι Αλις Κοροβέση και Ελευθερία Τουλουπάκη από το Ινστιτούτο κτιρίων με μηδενική ενεργειακή κατανάλωση , η Κυριακή Μεταξά του ιδρύματος Χάϊνριχ Μπέλ Ελλάδος και ο Νίκος Χρυσόγελος πρώην Ευρωβουλευτής των οικολόγων. Η ενεργειακή φτώχεια αναγνωρίζεται παγκόσμια σαν ένα σύνθετο κοινωνικο-οικονομικό πρόβλημα με σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών. Ορίζεται σαν η αδυναμία πρόσβασης των νοικοκυριών σε ενεργειακές υπηρεσίες όπως ο ηλεκτρισμός , η θέρμανση και η ψύξη.
Στη χώρα μας το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται έντονα τα τελευταία χρόνια λόγω της επίδρασης δύο σημαντικών παραγόντων.
Α) Της έντονης οικονομικής κρίσης και της μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων σε σημαντική μερίδα του πληθυσμού της χώρας,
Β) Της αύξησης της τιμής της ενέργειας
Αν και δεν υπάρχει σαφής ποσοτικός ορισμός για το πότε ένα νοικοκυριό θεωρείται ενεργειακά φτωχό, μία κατ αρχή θεώρηση δέχεται ότι αυτό συμβαίνει όταν δαπανά για τις ενεργειακές ανάγκες στη κατοικία του άνω του 10 % του καθαρού εισοδήματος του. Όμως έχει προταθεί ότι για το καθορισμό της ενεργειακής φτώχειας θα πρέπει να συνεκτιμηθούν και άλλοι παράγοντες όπως π.χ. το χαμηλό εισόδημα του νοικοκυριού και η ποιότητα κατασκευής του κτιρίου.
Η ενεργειακή φτώχεια έχει δυσμενείς κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις όπως :
1. Άνθρωποι που πλήττονται από την ενεργειακή φτώχεια και δεν μπορούν να εξασφαλίσουν επαρκείς ενεργειακούς πόρους στη κατοικία τους αντιμετωπίζουν προβλήματα δυσφορίας στο κρύο και τη ζέστη , κακού αερισμού που ευνοεί την ανάπτυξη μούχλας καθώς και ανεπαρκούς φωτισμού. Λόγω αυτών των παραγόντων ευάλωτα άτομα αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο ασθενειών και θνησιμότητας.
2. Η ενεργειακή φτώχεια συμβάλλει στην αύξηση του κόστους λειτουργίας των δημόσιων συστημάτων υγείας καθώς ευνοεί τη νοσηρότητα σε ευάλωτα άτομα. Ταυτόχρονα μειώνονται τα φορολογικά έσοδα του κράτους καθώς μειώνεται η χρήση πετρελαίου θέρμανσης και φυσικού αερίου τα οποία επιβαρύνονται με υψηλή φορολογία. Καθώς οι πολίτες προσπαθούν να προμηθευτούν φθηνότερο αφορολόγητο πετρέλαιο θέρμανσης επιτείνεται η λαθρεμπορία του και η παραοικονομία. Τα έσοδα των εταιρειών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας μειώνονται επίσης δεδομένης της αδυναμίας των πολιτών να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη ανακοίνωση της ΔΕΗ ότι οι απλήρωτοι λογαριασμοί της υπερβαίνουν κατά πολύ το 1 δις € οδηγώντας την σε οικονομική ασφυξία. Τα τελευταία χρόνια έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις στη χώρα μας το φαινόμενο της ρευματοκλοπής όπου νοικοκυριά και επιχειρήσεις τροποποιούν τους μετρητές καταγραφής ηλεκτρισμού ( ή επανασυνδέουν τη κομμένη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος ) ούτως ώστε να καταγράφεται μικρότερη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με τη πραγματική. Κατά ειρωνικό τρόπο η ενεργειακή φτώχεια μειώνει τις δαπάνες του κράτους για εισαγωγή καυσίμων (πετρελαίου και φυσικού αερίου) που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και παραγωγή ηλεκτρισμού με αποτέλεσμα να μειώνονται οι δαπάνες για εισαγωγές αγαθών και να βελτιώνεται το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας.
3.Η ενεργειακή φτώχεια έχει θετικές και αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Χαρακτηριστική είναι τα τελευταία χρόνια η ρύπανση της ατμόσφαιρας το χειμώνα στην Αθήνα ( αλλά και σε άλλες πόλεις ) καθώς σε αντικατάσταση του πετρελαίου θέρμανσης οι πολίτες χρησιμοποιούν σε μεγάλη έκταση είτε ξύλο αμφίβολης ποιότητας ή άλλα τελείως ακατάλληλα καύσιμα για τη θέρμανση τους με αποτέλεσμα την έκλυση αιωρούμενων σωματιδίων και άλλων οργανικών ρύπων στην ατμόσφαιρα και τη δημιουργία νέφους. Ταυτόχρονα όμως καθώς μειώνεται η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας , πετρελαίου , φυσικού αερίου και λιγνίτη μειώνεται και η έκλυση ρύπων στην ατμόσφαιρα όπως διοξειδίου του άνθρακα , οξειδίων του Αζώτου , του Θείου κ.α.
Για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας στην Ελλάδα έχουν προταθεί οι εξής παρεμβάσεις.
Α) Αλλαγές στην υπάρχουσα πολιτική
Όπως ο καθορισμός ενός επισήμου ορισμού της ενεργειακής φτώχειας , η δημιουργία κατάλληλων δεικτών παρακολούθησης της , η δημιουργία ενός οδικού χάρτη για την εξάλειψη της , η λειτουργία ενός παρατηρητηρίου ενεργειακής φτώχειας κ.α.
Β) Η καλύτερη ενημέρωση και εκπαίδευση
Η ενημέρωση και εκπαίδευση των πολιτών είναι καθοριστική καθώς η συμπεριφορά των χρηστών ενός κτιρίου μπορεί να συμβάλλει στη σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας. Η εγκατάσταση έξυπνων μετρητών ηλεκτρικής ενέργειας σε κατοικίες μπορεί να συμβάλλει στην εξοικονόμηση ηλεκτρισμού. Η ύπαρξη ενεργειακών συμβούλων σε δήμους θα μπορούσε να συμβάλλει στη αρωγή των δημοτών για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας. Ταυτόχρονα η δημιουργία σε Εθνικό επίπεδο επίσημης ιστοσελίδας για το θέμα αυτό θα μπορούσε να συμβάλλει στη καλύτερη ενημέρωση όλων.
Γ) Αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων
Καθώς η ενεργειακή φτώχεια παρατηρείται συνήθως σε νοικοκυριά που διαβιούν σε κατοικίες χαμηλής ενεργειακής αποδοτικότητας , η βελτίωση της ενεργειακής συμπεριφοράς των κτιρίων θα συμβάλλει στη μείωση του κόστους που δαπανάται για τη κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών. Η βελτίωση της ενεργειακής συμπεριφοράς των κτιρίων απαιτεί επενδύσεις σε συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας που δεδομένης της σημερινής ενεργειακής κρίσης δεν είναι εύκολο να βρεθούν. Σήμερα όμως υπάρχει η δυνατότητα χρηματοδότησης τέτοιων επενδύσεων μέσω του ΕΣΠΑ 2014-2020 (Μέσω του προγράμματος εξοικονομώ το οποίο εκτιμάται ότι μπορεί να χρηματοδοτήσει περίπου 30.000 νοικοκυριά τα προσεχή χρόνια). Μία άλλη δυνατότητα χρηματοδότησης τέτοιων ενεργειακών επενδύσεων , η οποία όμως δεν έχει αξιοποιηθεί στην Ελλάδα όπως σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες , είναι μέσω της χρηματοδότησης των απαραίτητων ενεργειακών επενδύσεων από τρίτους , είτε ιδιωτικούς η κοινωνικούς φορείς.
Δ) Αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας
Παράλληλα με τις επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας σε κατοικίες , η αξιοποίηση των ΑΠΕ μπορεί να παρέχει σταθερή και φθηνή θερμική και ηλεκτρική ενέργειας σε αυτές. Σήμερα η ηλιακή ενέργεια και η βιομάζα χρησιμοποιούνται ευρύτατα στη χώρα μας για παραγωγή θερμότητας αλλά και για παραγωγή ηλεκτρισμού.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες υπάρχουν σήμερα περίπου 54 εκατ. Ευρωπαίοι οι οποίοι ξοδεύουν πάνω από το 10 % του εισοδήματος τους για ενεργειακές δαπάνες και θεωρούνται ενεργειακά φτωχοί. Η ενεργειακή φτώχεια είναι πιο έντονη στις χώρες της Νότιας Ευρώπης ( Ελλάδα , Ιταλία , Πορτογαλία) καθώς και της Ανατολικής Ευρώπης. Για τη χώρα μας εκτιμάται ότι άνω του 20 % του πληθυσμού δεν μπορεί να εξασφαλίσει επαρκή θέρμανση της κατοικίας του και να διατηρήσει τη θερμοκρασία της το χειμώνα στους 21 οC όπως συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Σημαντικό θα πρέπει να είναι επίσης και το ποσοστό που δεν μπορεί να εξασφαλίσει επαρκή ψύξη της το καλοκαίρι. Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε το Ευρωπαϊκό παρατηρητήριο για την ενεργειακή φτώχεια με στόχο τη καλύτερη διερεύνηση του σύνθετου αυτού φαινομένου και τη προώθηση κατάλληλων πολιτικών για την αντιμετώπιση του. Ίσως και στη χώρα μας , ακόμη και στη Κρήτη, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα ανάλογο παρατηρητήριο δεδομένου και του μεγάλου συγκριτικά αριθμού των νοικοκυριών που υποφέρουν από το φαινόμενο αυτό.
1. Η ενεργειακή φτώχεια πλήττει σήμερα περίπου 54 εκ. Ευρωπαίους
2. Είναι περισσότερο διαδεδομένη στις χώρες της Νότιας και τις Ανατολικής Ευρώπης
3. Πάνω από το 20 % των νοικοκυριών της χώρας μας θεωρούνται ενεργειακά φτωχοί σήμερα
4. Το φαινόμενο της ρευματοκλοπής λόγω του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας στην Ελλάδα έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις
5. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πρόσφατα δημιουργήσει ένα παρατηρητήριο ενεργειακής φτώχειας για να μελετήσει το σύνθετο αυτό φαινόμενο.
* Ο Γιάννης Βουρδουμπάς διδάσκει στο ΤΕΙ Κρήτης και είναι επιστημονικός συνεργάτης του ΜΑΙΧ.