«Παντέρμη Κρήτη! Να ήσουν γυναίκα, θα ‘χες μπει στον παράδεισο· μα ‘σαι νησί κακομοίρα!»
Ν. Καζαντζάκης
Οδησσός του Πόντου, αρχαία Ελληνική αποικία. Σ’ αυτή την ομώνυμη πόλη, στην κόκκινη πάροδο αριθ. 16 στο ανώγειο ενός φτωχικού σπιτακιού το 1814, τρεις εμποράκοι ίδρυσαν τη Φιλική Εταιρεία. Μια μυστική οργάνωση για την Ελευθερία του Έθνους, για το “Ελευθερία ή Θάνατος”.
Δεν διέθεταν χρήματα, ούτε στρατό, ούτε αυτό που λένε οι φρόνιμοι μυαλό, γιατί το εγχείρημά τους ήταν τρελό, απέναντι σε μια παντοδύναμη αυτοκρατορία που απειλούσε τις πύλες της Βιέννης. Όμως αυτό ήταν η αρχή, το σχέδιο, ο σπόρος ο ιερός.
«Μια χαλυβδωμένη ψυχή είναι πιο δυνατή από ένα χαλύβδινο φρούριο». Αυτή η ψυχή η ελληνική ήταν το κεφάλαιο της Εταιρείας και απέδωσε.
Γνωρίζουμε πότε, πώς και από πού ξεκίνησε η επανάσταση και μάλιστα με αποτυχία. Από τη Μολδοβλαχία μεταπήδησε στην Πελοπόννησο και άρχισε να ριζώνει. Θα εστιάσουμε για λίγο την προσοχή μας στην Κρήτη.
Τι έγινε τότε στην Κρήτη;
Οι προϋποθέσεις για την Επανάσταση στην Κρήτη δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές. Ο Παπαρρηγόπουλος αναφέρει: «Από τα μεγάλα νησιά Κρήτη, Ρόδο και Κύπρο που βρίσκονταν πολυάριθμοι Τούρκοι και προφυλάσσονταν σε ισχυρά φρούρια, επαναστάτησε μόνο η Κρήτη. Είναι απορίας άξιο πώς επαναστάτησε και πώς κατόρθωσε να παρατείνει την επανάσταση όταν παραβάλουμε την κατάσταση που επικρατούσε στην Κρήτη με αυτήν της Πελοποννήσου.
Οι Τούρκοι της Πελοποννήσου υπολογίζονταν 12.000 άνδρες, ενώ οι Έλληνες μαζί με τους Μανιάτες 30.400. Στην Πελοπόννησο……………….….…. υπήρε ένας πασάς που απουσίαζε στην Ήπειρο. Στην Κρήτη οι Τούρκοι είχαν ετοιμοπόλεμους 20.000 άνδρες. Οι Κρητικοί με δυσκολία συγκέντρωναν 3.000 οπλισμένους. Στον τράχηλο της Κρήτης κάθονταν τρεις πασάδες, ένας στα Χανιά, ένας στο Ρέθυμνο και ένας στο Ηράκλειο. Η Κρήτη ήταν μόνη και αβοήθητη στο κέντρο της Μεσογείου και πιο κοντά στην Αίγυπτο απ’ όπου όρμησε ο φοβερός στόλος και στρατός του Ιμπραήμ. Δεν είχε προμαχώνα τη Στερ. Ελλάδα, ούτε καταφύγιο τα Επτάνησα απ’ όπου έπαιρνε επικουρίες. Ούτε τους ναυστάθμους των Σπετσών και της Ύδρας θαλάσσιες ασπίδες…» Αυτά και άλλα αναφέρει ο Παπαρρηγόπουλος.
Παρ’ όλ’ αυτά η Κρήτη επαναστάτησε. Η επανάσταση κηρύχθηκε αρχικά στην Παναγία τη Θυμιανή (27 Μαΐου) και η Κρήτη σύσσωμη ξεσηκώθηκε. Πολλοί Κρητικοί ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας, γνώριζαν. Από τις 24 Φεβρουαρίου 1821 ο Στέφανος Χάλης ο νεότερος από τα τρία αδέλφια της ηρωικής οικογένειας με ποιητικό ταλέντο και μορφωμένος, γιατί υπηρετούσε στο αγγλικό Προξενείο, μετέφερε στην Κρήτη την προκήρυξη του Υψηλάντη. Στην αρχή υπήρξαν απειλές γιατί, οι πασάδες πίεζαν τους Επισκόπους, με εγκυκλίους να συμβουλεύουν ακόμη και να καταριώνται αυτούς που θα επαναστατήσουν.
Παρά τις απειλές και τις κατάρες όχι μόνο αγωνιστές αλλά και Επίσκοποι και άλλοι Κληρικοί μπήκαν στον αγώνα. Όπλα δεν υπήρχαν για όλους, αλλά ο έρωτας για ελευθερία τους όπλιζε με ρόπαλα και πέτρες. Τα πρώτα όπλα ήλθαν από τα λάφυρα των νικών. Με τις πρώτες επιτυχίες οι Τούρκοι μαζεύονται για ασφάλεια με τις οικογένειές τους στα Κάστρα των Μεγάλων πόλεων Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο αλλά και σε επαρχιακά φρούρια Κισσάμου, Ρούστικα, κ.ά.
Οι πρώτες νίκες όμως έφεραν και αντίποινα. Άγριες σφαγές αμάχων στα Χανιά και στο Ηράκλειο. Επίσκοποι και κληρικοί, γυμνοί και ξυπόλυτοι σύρθηκαν στις φυλακές και στην αγχόνη. Γυναίκες ατιμάστηκαν και πουλήθηκαν στο παζάρι…
«Για να φανεί στον ουρανό της λευτεριάς γεράκι/ πρέπει το αίμα ποταμός να τρέξει στο σοκάκι», λέει ο λαϊκός στιχουργός.
Αίμα, φωτιά, θάνατος και πάλι αίμα. Όσο μεγαλώνει ο σωρός της στάχτης, τόσο καλύτερα διατηρείται η φωτιά της Επανάστασης. Δυσκολεύονται οι Κρητικοί, δεν έχουν όπλα και μονετσιά (μπαρουτόβολα). Ζητούν μπαρούτι από τη Μάλτα. Δεν έχουν τρόφιμα, η σοδειά μένει αμάζευτη και η γη ακαλλιέργητη. Λευτεριά ζητούν και αντέχουν γιατί πιστεύουν.
Δυσκολεύονται και οι Τούρκοι, ας παίρνουν συνέχεια ενισχύσεις με νέο στρατό και εφόδια. Ο Σουλτάνος απογοητεύεται, γι’ αυτό συνεργάζεται με τον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Θα έλθει στόλος και στρατός στην Κρήτη και μετά στα νησιά και στην Πελοπόννησο για να πνίξει την επανάσταση. Σαν αμοιβή θα δώσει στην Αίγυπτο την Κρήτη και την Κύπρο. Ένα έγγραφο της 1ης Ιανουαρίου 1823 λέει πολλά.
Οι προεστοί της Κισσάμου απευθυνόμενοι στην Καγκελαρία της επανάστασης ζητούν όπλα, μεταξύ άλλων αναφέρουν: «Θα ηξεύρετε άρχοντες και αυθεντάδες μας και κριτές ότι βρισκόμαστε εις μεγάλον τρόμον ημέραν και νύκταν. Κάθε ημέραν μας σκοτώνουν, μας γδύνουν και μας παίρνουν τις γυναίκες μας… Αναμένομεν βοήθειαν πρώτον από τον Θεόν και δεύτερον από την πανευγένειάν σας. Για τα άρματα που ζητούμε άμα πατήσετε εδώ είναι οι παράδες έτοιμοι…» (Αυτά συνέβαιναν σ’ όλη την Κρήτη).
Αμέσως μετά τον εφοδιασμό τους ξεσηκώθηκαν, πολιόρκησαν τους πύργους και σκότωσαν τους Γενίτσαρους.
Φτάνουμε στο 1824. Έρχεται ο Ιμπραήμ με ισχυρό στόλο, πεζικό και ιππικό Ευρωπαϊκά γυμνασμένο. Πρωτοπαλίκαρό του ο αιμοδιψής Χουσεΐν Μπέης. Ενώνονται με μανιακούς Γενίτσαρους και αιμοβόρους Τουρκοκρητικούς. Σκοτώνουν και σφάζουν αδιάκριτα, χαλούν σπίτια, καίνε εκκλησίες, καταστρέφουν καλλιέργειες. Όλοι, μικροί, μεγάλοι καταφεύγουν στα βουνά και στις παραλίες περιμένοντας σωτηρία από τα ελληνικά πλοία. Η Κρήτη είναι αποκλεισμένη. Ιανουάριος 1824, 270 γυναικόπαιδα βρίσκουν φρικτό ομαδικό θάνατο στο Μελιδόνι.
24 Απριλίου 1824 ανήμερα του Πάσχα. Στο μικρό και πανέμορφο Λαφονήσι βρίσκονται 850 γυναικόπαιδα και 40 ένοπλοι. Ο Χουσεΐν με τους ιππείς πέρασαν το αβαθές πέρασμα. Έπεσαν ηρωικά και οι 40 ένοπλοι. Σφάχτηκαν άγρια 600 γυναικόπαιδα. Άλλα προτίμησαν να πνιγούν, για ν’ αποφύγουν το μαχαίρι και την ατίμωση. 150 αγόρια και κορίτσια οδηγήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου. Ένα αγόρια απ’ αυτά έγινε πασάς, θυμόταν τους συγγενείς του στην Κρήτη και του έστελνε καφέ Μόκας και Χουρμάδες.
Ο Χουσεΐν που αιματόβαψε το Λαφονήσι και ολόκληρη την Κρήτη, έβαψε με το δικό του αίμα το νησάκι Κλείσοβα έξω από το Μεσολόγγι, κατά την πολιορκία του ιερού φράχτη – τείχους – Κάστρου. Πώς δένουν τα γεγονότα! Μία είναι η ιστορία και η Μοίρα της Ελλάδας!
Μέχρι την επικράτηση των Τουρκοαιγυπτίων, την εκδίκηση των σφαγών ανέλαβαν οι Γραμπουσιανοί – Καλησπεράκηδες που δρούσαν σαν κομάντος της εποχής.
Επιγραμματικά και δειγματικά, έτσι ξεκίνησε η επανάσταση του 1821 στην Κρήτη, έτσι προχώρησε μέχρι το 1830 που οι αρχηγοί, για να μη δηλώσουν υποταγή, έφυγαν στην Ελλάδα και κατατάχθηκαν στα σώματα των εκεί Καπεταναίων.
Με την Αιγυπτιοκρατία παρουσιάζεται στην Κρήτη μια φαινομενική, επιφανειακή ηρεμία μέχρι το 1840. Η επαναστατική φλόγα δεν έσβησε ποτέ. Γιατί το 1841 έχουμε την Επανάσταση του Χαιρέτη. Νέα επανάσταση το 1858 με συγκέντρωση των επαναστατών στον Αποκόρωνα. Μεγάλη επανάσταση 1866-69 με το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Με τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878, πάλι επανάσταση με κατάληξη τη συνθήκη της Χαλέπας. Άλλη επανάσταση το 1889 και οι πόλεμοι του 1897 με επανάσταση για να έλθει η πολυπόθητη και καταματωμένη Λευτεριά.
Την έφερε το «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ». Ακολούθησε και το ΕΝΩΣΗ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ, για να έλθει και η Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα το 1913.
Συνέχεια του 1821 και η Μάχη της Κρήτης του Μάη του 1941 ενάντια των Ούννων. Σ’ αυτή πήραν μέρος και γέροντες Τουρκομάχοι Κρητικοί.
Η Κρήτη είναι Θεογενήτρα, φορτωμένη ιστορία και δόξα, δεν είναι μόνο νησί, είναι και μάνα ιερή, γεμάτη μυστήριο, που ξέρει να γεννά και να θρηνεί παλικάρια. Πάνω από χίλια χρόνια μάχεται εναντίον Ρωμαίων, Σαρακηνών, Ενετών και Τούρκων. Έμαθε να ματώνεται και ν’ αντέχει σαν Γοργόνα αθάνατη και γνήσια αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο μυθικός Τάλως μπήκε στην ψυχή της, αυτός την κρατά περήφανη, δυνατή απροσκύνητη, και ανυπότακτη, τρελή για Λευτεριά.
Αυτή την ιερή τρέλα οι Κρητικοί τη λένε κουζουλάδα. Για να πει σοφά ο Κολοκοτρώνης:
«Οι Έλληνες είναι τρελοί
Μα έχουν Θεό φρόνιμο».
Το 1821 συνήλθε, ξύπνησε η ελληνική ψυχή, η Ελληνική συνείδηση Σ’ αυτό το πανηγυρικό ξύπνημα δεν ήταν δυνατόν να μην πάρει μέρος και η Κρήτη!
*Ο Μανόλης Κ. Κογχυλάκης απόμαχος δάσκαλος, συγγραφέας, δημοσιογράφος