Στην κυριολεξία αδημονούν κάποιοι να αποδοκιμάσουν και να διασύρουν τον καθένα και αυτό αποκαλείται κοινωνία του δικαιωματικού αυτοεξευτελισμού από την στιγμή που αρκετοί πολίτες καμώνονται για την ιδεολογική τους περηφάνεια την στιγμή ακριβώς που αποτελειώνουν τον άλλον με σχόλια και αναρτήσεις.
Ομιλώ για όλους αυτούς που έχουν λαμβάνειν από τις αήθεις προστριβές και προσβολές αλλά πάνω απ΄όλα για όλους εκείνους που καρπώνονται από την αδυναμία του άλλου να συμμετάσχει στο κάθε σαχλό επικοινωνιακό παιχνίδι. Αυτό ισχύει στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην επικοινωνία μεταξύ αγνώστων, αλλά και στην πολιτική όπου το επίπεδό της έχει πιάσει πάτο από την αναξιοπιστία και την αφερεγγυότητα.
Δεν χρειάζεται να γράφει κανείς όλα αυτά ορμώμενος από τα άδεια κομματικά κιτάπια, ούτε να σχολιάσει τις μπροσούρες που διαφημίζουν ανεφάρμοστες πολιτικές. Πολύ περισσότερο όταν έχει να κάνει κανείς με ανθρώπινη επικοινωνία που δεν στερείται αυθάδειας αλλά περισσότερο επίδειξης σχολιαστικής ευχέρειας που τώρα με τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα έχει αλώσει την στοιχειώδη ατομική ευπρέπεια.
Άνθρωποι που δεν πέρασαν ποτέ από τα πραγματικά θρανία της σκέψης, προδομένες υποσχέσεις που εσωκλείστηκαν σε ένα απλό γράμμα με άγνωστο παραλήπτη, αυτό είναι το όλο εγχείρημα για τη δύναμη της εξουσίας που αποκτιέται από την μια μέρα στην άλλη χωρίς την παραμικρή παρεμπόδιση στους τόπους της φθηνής και υποκριτικής επικοινωνίας
Διαμοιράζεται αυτή σε νέους οραματιστές της που πιστεύουν πως με μία ανάρτηση και ένα σχόλιο συμβάλλουν στην βελτίωση του διαλόγου ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που κάνουν, είναι να απομυθοποιούν την ίδια την έννοια της επικοινωνίας ή να την υποβαθμίζουν.
Για τη μάζα, όλο αυτό δεν είναι παρά ένα θεόσταλτο δώρο μιας και από την θλιβερή τους διαχρονική μετριότητα, μπορούν πια ανεμπόδιστα να στηλιτεύσουν τον καθένα και μάλιστα με πολλούς θεατές που χαζοφέρνουν στα social media.
Όλη η κοινωνία έχει πέσει με τα μούτρα στην εν λόγω επισκεψιμότητα, χωρίς να υπολογίζεται η διαφημιστική αξία της επισκεψιμότητας αυτής. Αποτέλεσμα, να εκλείπει απελπιστικά ο ειλικρινής διάλογος ακόμη και ανάμεσα στους πολιτικάντηδες που νοιώθουν το έδαφος να τρίζει κάτω από τα πόδια τους σαν τους ζητούν μία selfie για μια επί τόπου δημοσίευση στο instagram και τίποτε περισσότερο που θα μπορούσε να τους φέρει έστω σε μία προσχηματικά δύσκολη θέση.
Ο καθένας λοιπόν γίνεται και φωτογράφος και σχολιογράφος και ρεπόρτερ της κάθε στιγμής. Η αναγκαιότητα της ψευδοεξουσίας των λεγόμενων μέσων κοινωνικής δικτύωσης αναδεικνύεται ως ύψιστη σαν πιστέψει κανείς και μόνο ότι με την ανάρτησή του διδάσκει το φιλοθεάμον κοινό. Το γελοιωδέστερο δε του όλου πράγματος είναι ότι με τον καταγγελτικό του λόγο θεωρεί ότι κάνει κάποια γόνιμη παρέμβαση.
Όχι τα κόμματα δεν γέμισαν από link παραπομπές τυχαία, δεν πέρασαν στην εποχή των ανακοινώσεων και απαντήσεων μέσω tweets. Όλο αυτό σχετίζεται με το να βγάλει κανείς τα άπλυτα του άλλου στη φόρα, να τον διαπομπεύσει και να τον στιγματίσει μέσω διαδικτύου όπου υπάρχουν χιλιάδες άσχετοι και άσκεπτοι που μεταδίδουν εν ίδει κουτσομπολιού το κάθε τι που αφορά την ιδιωτική ζωή του άλλου.
Κάποτε το ρεπορτάζ το έκαναν τουλάχιστον κάποιοι με στοιχειώδη συνείδηση του επαγγέλματος της δημοσιογραφίας και της πολιτικής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και τότε δεν υπήρχαν σκοτάδια και γκρίζες στιγμές ή πολλά σκουπίδια της φτηνής κίτρινης πένας.
Σήμερα όμως, προέχει η διαπόμπευση του άλλου με μόνο στοιχείο αυτό που άκουσε από κάποιον άλλο ή διάβασε τα πολλά και συνήθη για την αναξιοπιστία τους ηλεκτρονικά έντυπα που νοιάζονται αποκλειστικά και μόνο για την είδηση της στιγμής. Ο πολλαπλασιασμός και ο διαμοιρασμός της έχει την βασική προτεραιότητα.
Στον σημερινό κόσμο ο καθένας εν κατακλείδι παραμονεύει για το ολίσθημα του άλλου, έστω και αν αυτό εμπίπτει σε μία φωτό ή απλή ανάρτηση. Δεν θέλει δηλαδή και πολύ το κάθε τι να γίνει θέμα, ακόμη και το ποιο ασήμαντο.
Μιλάμε λοιπόν για την ασημαντότητα και την εμβέλειά της που είναι συνυφασμένη με την ταχύτητα της είδησης, ανεξαρτήτως διασταύρωσης και κριτικού ελέγχου.
Μια εποχή που κάποιοι οπλισμένοι με την δύναμη που τους προσδίδει η χρήση των διαδικτυακών μέσων, θεωρούν πως έχουν ρόλο και δη σημαντικό.
Σε σημείο που να καραδοκούν για την αδυναμία του άλλου, για την κάθε ιδιωτική στιγμή που αποτελεί το εφαλτήριο για τον κάθε φτηνό σχολιασμό. Για τέτοια ντροπή μιλάμε.