Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Η επίλυση του γρίφου του δημοσιονομικού ελλείμματος

Το 2009 το κράτος μας  δαπάνησε 70% περισσότερα χρήματα από ότι εισέπραξε, δηλαδή ποσό 36 δις το οποίο ισοδυναμεί με περίπου 18 φορές τα ετησία έσοδα του Εν.Φ.Ι.Α.
Τότε ξεκίνησε η είσοδος της χώρας στην δίνη της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.  Μόλις στο τέλος του 2014 καταφέρνει να καταγράψει το πρώτο σημαντικό της επίτευγμα, πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο οφείλεται στην μεγαλύτερη φορολογική επιδρομή που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Η Ελλάδα μετά από πολλά χρόνια, καταφέρνει επιτέλους να περιορίσει τα έξοδα και τις δαπάνες της σε επίπεδο λίγο μικρότερο από το αντίστοιχο των εσόδων της.

Δημοσιονομικο ελλειμμα
Δημοσιονομικό έλλειμμα ονομάζεται η διαφορά ανάμεσα στα πραγματοποιηθέντα δημόσια έσοδα και στις πραγματοποιηθείσες δημόσιες δαπάνες σε συγκεκριμένο οικονομικό έτος. Παρατηρώντας την πορεία εσόδων και εξόδων, διάγραμμα 1(2), το 2002 πετυχαίνεται η μικρότερη τιμή του ελλείμματος στα 7 δις ευρώ, καθώς εκείνη την χρονιά έπρεπε να επιτευχθεί έλλειμμα κάτω από το 3% του Α.Ε.Π., για να προχωρήσει η είσοδος της Ελλάδας στην Ο.Ν.Ε.. Στην συνέχεια και αφού πραγματοποιήθηκε επιτυχώς η είσοδος της χώρας μας στην ευρωζώνη, αν και υπήρχαν οι προϋποθέσεις να διατηρηθεί το έλλειμμα σε χαμηλά επίπεδα, αυτό δεν έγινε.  Το πρωτογενές έλλειμμα άρχισε σταδιακά να αυξάνεται με κορύφωση το 2010  και το 2011 όπου το κράτος δαπανούσε 17 δις κάθε έτος, παραπάνω από τα έσοδα του, ως αποτέλεσμα αλόγιστης σπατάλης και αύξησης κατά 135%  μέσα σε 8 χρόνια του δημόσιου τομέα(1).
Γενικά ένα υπέρογκο δημόσιο έλλειμμα μπορεί να αντιμετωπιστεί  από την μία μεριά με μείωση των δημόσιων δαπανών και από την άλλη με αύξηση των κρατικών εσόδων μέσω της αύξησης της φορολογίας. Στο πρώτο σκέλος αντιμετώπισης, τα μέτρα που αναγκαστικά εφαρμόστηκαν ήταν μειώσεις σε μισθούς, συντάξεις, παροχές, κατάργηση επιδομάτων και δώρων, όπου με αυτό τον τρόπο το κράτος μείωσε οριζόντια τα έξοδα του. Ταυτόχρονα επιχειρήθηκε μείωση των εξόδων στους υπέρογκα δαπανηρούς προϋπολογισμούς υπουργείων, και άλλων υπηρεσιών του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Όμως ο περιορισμός των δαπανών του κράτους δεν ήταν ικανοποιητικός ώστε να κλείσει η ψαλίδα του υπέρογκου ελλείμματος, συνεπώς ήταν απαραίτητη και η αύξηση των εσόδων του κράτους, με τη συνήθη τακτική της αύξησης των υπαρχόντων φόρων και την θέσπιση νέων.

Φορολογικο συστημα
Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός καλού φορολογικού συστήματος(3) είναι η ευελιξία, η  αναπροσαρμογή στις νέες συνθήκες και  η διαφάνεια. Οι φόροι δεν πρέπει να εμποδίζουν την οικονομική λειτουργία και αν είναι δυνατόν να την προάγουν. Να είναι δίκαιοι, δηλαδή αυτοί που κατέχουν περισσότερα να φέρουν αναλογικά και μεγαλύτερο βάρος των φόρων.
Είναι γεγονός όμως ότι η χώρα μας ποτέ δεν φημιζόταν για το απλό, δίκαιο και φορολογικό της σύστημα. Ουσιαστικά φόρους πλήρωνε μόνο όσους έβλεπε ο «Αγάς» αν περνούσαν από μπροστά του. Το κράτος   δανειζόταν περίπου 20 δις κατά μέσο όρο την περίοδο 2001-2009 τα οποία δεν τα χρησιμοποίησε για την δημιουργία υποδομών,  τη δημιουργία βιομηχανιών και βιοτεχνιών ώστε να παράγεται πλούτος στην χώρα. Αντίθετα τα χρησιμοποίησε για την δημιουργία ενός πελατειακού κράτους που διογκώθηκε κατά 135% για να εξαγοράζει τις ψήφους των πωλητών. Έτσι τα 180 δις περίπου δάνεια της περιόδου 2001-2009 αύξησαν εικονικά το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρα από 180 δις που ήταν το 2001 σε 235 δις το 2009. Μόλις το κράτος απώλεσε την ικανότητα να δανείζεται, το εικονικό ΑΕΠ των 235 δις μειώθηκε και πάλι στα 180 δις στα επίπεδα του 2001. Έτσι ξεκίνησε η υπέρ-φορολόγηση πάσης φύσεως αγαθών, αύξηση ΦΠΑ, τέλη κυκλοφορίας, πετρέλαιο θέρμανσης, κατοικιών, ΕΝΦΙΑ, κλπ, αλλά και υπερφορολόγηση των εισοδημάτων λόγω της παραπάνω μείωσης του ΑΕΠ. Μειώθηκε το αφορολόγητο όριο και αυξήθηκαν σημαντικά οι συντελεστές ακόμα και σε  χαμηλά εισοδήματα των φυσικών αλλά και νομικών προσώπων σε ένα περιβάλλον πολύ μειωμένων πλέον εισοδημάτων εξαιτίας της παραπάνω μείωσης του εικονικού ΑΕΠ. Έτσι ενώ το ΑΕΠ επέστρεψε στα επίπεδα του 2001, σήμερα οι πολίτες πρέπει να πληρώνουν 20 δις περισσότερους φόρους από ότι πλήρωναν το 2001. Οι πολίτες όμως, που σήμερα  μπορούν να  πληρώνουν φόρους είναι 1.200.000 (οι άνεργοι συμπολίτες  μας) λιγότεροι σε σχέση  με το 2001.
Η παραπάνω υπερφορολόγηση των νοικοκυριών αποτυπώνεται με τον καλύτερο τρόπο στο διάγραμμα 2(4), όπου παραθέτουμε τα αποτελέσματα της έρευνας του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για τις χώρες μέλη του από το 2000-2014 και αφορά την φορολογική επιβάρυνση οικογενειών με δύο παιδιά ως ποσοστό του μισθού του εργαζομένου της οικογένειας. Παρατηρούμε από τα στοιχεία της έρευνας και του διαγράμματος, ότι στην Ελλάδα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, πάνω από το 43% του μισθού ενός οικογενειάρχη με δύο παιδιά, δαπανάται μηνιαίως για την πληρωμή φόρων και εισφορών. Δεν είναι τυχαίο ότι ο μέσος εργαζόμενος αισθάνεται πλέον ότι δεν μπορεί να αναπνεύσει από τους πολλούς φόρους αφού μόλις με το υπόλοιπο 57% του μισθού του προσπαθεί να καλύψει τις καθημερινές  ανάγκες του ιδίου και της οικογένειας του.
Το επίπεδο φορολογικής επιβάρυνσης του μέσου Έλληνα εργαζομένου με οικογένεια είναι πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, καθώς για το 2014, βρίσκεται 12 εκατοστιαίες μονάδες υψηλότερα, διάγραμμα 2. Το τσουνάμι φόρων, άμεσων και κυρίως έμμεσων, που πλήττουν καίρια το εισόδημα της οικογένειας μισθωτών είναι αντίκτυπο των υπερβολικών και αλόγιστων εξόδων του κράτους όπου αν και ακόμα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, συνεχίζουν να προσφέρουν χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες στον πολίτη, όπως π.χ. νοσοκομειακή-φαρμακευτική περίθαλψη, πρόνοια, ασφάλιση, παιδεία κ.λπ.
Η αναφερόμενη υπερ-φορολόγηση αγαθών, υπηρεσιών, και μισθωτών εισοδημάτων όχι μόνο δεν έχει φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα στα ταμεία του κράτους, ώστε να επιτευχθεί ένα σταθερό και υπολογίσιμο πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά αντιθέτως έχει ενισχύσει την κοινωνική κρίση και έχει προκαλέσει την φτωχοποίηση ασθενών οικονομικά ομάδων.

Πρωτογενες Πλεονασμα
Πρωτογενές πλεόνασμα είναι το δημοσιονομικό ισοζύγιο μιας χώρας, όταν τα έσοδα υπερβαίνουν τις δαπάνες, στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι τόκοι. Εάν αυτό είναι αρκετά υψηλό ώστε να καλύπτονται και οι ετήσιες δαπάνες πληρωμής των τόκων τότε ξεκινάει να μειώνεται το χρέος, και η χώρα πλέον απεγκλωβίζεται από τον φαύλο κύκλο νέου δανεισμού.  Η δεινή θέση στην οποία έχει επέλθει η χώρα μας, εξαιτίας αυτού του φαύλου κύκλου, είναι εμφανής καθώς το κράτος δέσμευσε τα διαθέσιμα Νοσοκομείων, Δήμων και άλλων δημοσίων οργανισμών αφού δεν μπορούσε να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες πληρωμών μισθών, συντάξεων και τόκων ενώ παράλληλα ο ΟΔΔΗΧ ανακοίνωνε το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους Κεντρικής Διοίκησης, όπου  δόσεις, ύψους δις ευρώ, θα πρέπει να καταβάλλονται μέχρι και το 2057(5).
Ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορεί η Ελλάδα να ξεφύγει από αυτή την υποτελή αναζήτηση και αναχρηματοδότηση του χρέους της είναι η εμφάνιση ενός πραγματικού και διατηρήσιμου πρωτογενούς πλεονάσματος το οποίο πρέπει να βασίζεται(6):
Στην αποτελεσματική συλλογή φορολογικών εσόδων και όχι στην επιβολή νέων φόρων,
στον περιορισμό του μεγέθους και του κόστους λειτουργίας του κράτους χωρίς νέες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, και χωρίς νέες πρόωρες συντάξεις. Η χώρα μας έχει έξοδα ως ποσοστό επί του ΑΕΠ πάνω από 50% του ΑΕΠ. Δηλαδή πολύ περισσότερα από ότι έχουν τα προηγμένα ευρωπαϊκά κράτη και διπλάσια από ότι έχουν οι ΗΠΑ. Η χώρα μας όμως δεν διαθέτει πολυεθνικές εταιρίες ή αποικίες που να φέρνουν πλούτου στην Ελλάδα και να συμβάλουν στα φορολογικά έσοδα. Για αυτό επιβάλλεται η μείωση της κρατικής σπατάλης για να μειωθούν αντίστοιχα και οι φόροι.
Στη μέγιστη δυνατή απορρόφηση κοινοτικών πόρων οι οποίοι δεν θα πρέπει να κατασπαταληθούν και πάλι στην διατήρηση του πελατειακού κράτους, αλλά να διατεθούν για την αναθέρμανση της οικονομίας με σκοπό την δημιουργία ανάπτυξης..
Ένας προϋπολογισμός όπου θα έχει ως αποτέλεσμα την επίτευξη ενός σημαντικού πλεονάσματος όπου ένα μέρος του θα κατευθύνεται στην πληρωμή τόκων, ενώ το υπόλοιπο θα χρηματοδοτεί αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και επείγουσες κοινωνικές ανάγκες, θα εδραιώσει την αξιοπιστία της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές ώστε να μπορεί να δανείζεται απρόσκοπτα απ’ αυτές σε πολύ χαμηλά επιτόκια. Έτσι αντιμετωπίζεται και το πρόβλημα του χρέος. Η μεταφορά της πληρωμής των δόσεων  του χρέους μετά από 30 έτη θα έχει την σχεδόν μη πληρωμή του χρέους.  Δηλαδή με μέσο όρο 1% πληθωρισμό και 1% ανάπτυξη ετησίως σημαίνει ότι κάθε έτος το χρέος θα απομειώνεται κατά 2% ετησίως. Μετά από 30 χρόνια θα έχει απομειωθεί σχεδόν το 70% του χρέους. Το υπόλοιπο 30% θα είναι ένα μηδαμινό ποσό για την εποχή εκείνη. Στόχος που πρέπει πρωταρχικά να το θέσει  η χώρας μας και όχι μόνο οι δανειστές της, πρέπει να είναι η επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερου πρωτογενούς πλεονάσματος και για το 2015, ενισχύοντας την τάση του 2014, αφού μόνο έτσι θα σταματήσει το ξεπούλημα του εθνικού της πλούτου και θα βάλει τις βάσεις ώστε να γίνει ξανά  οικονομικά αλλά και εθνικά ανεξάρτητη.

Αναφορές
(1) Παπαδάκης Χάρης, Ατσαλάκης Γιώργος, «Η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας, που έγινε κατάρα!» Χανιώτικα Νέα, 22/5/2015
(2) http://ec.europa.eu/economy_finance/ameco/user/serie/SelectSerie.cfm
(3) Γρηγόρης Θ. Παπανίκος “Η Οικονομική Κρίση της Ελλάδος: Μία Ταξική Ανάλυση Υπέρ των Μνημονίων”, Αθήνα 2014
(4) http://www.oecd.org/ctp/tax-policy/taxing-wages-tax-burden-trends-previous-years.htm
(5) http://www.tanea.gr/news/economy/article/5241032/oddhx-ayta-xrwstaei-h-ellada-mexri-to-2057/
(6) Νίκος Χριστοδουλάκης «Ευρώ ή δραχμή», εκδ. Gutebenberg 2014


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα