Το διεθνές εµπόριο ήταν µια βασική πηγή ευηµερίας από την Μινωική εποχή, εφόσον φυσικά διεξάγεται δίκαια. Και δίκαιο εµπόριο σηµαίνει οι χώρες να µην υποτιµούν τεχνικά το νοµίσµατος για να κάνουν εξαγωγές σε βάρος άλλων χωρών δηµιουργώντας εµπορικά ελλείµατα στις άλλες χώρες. Η κατάσταση του διεθνούς εµπορίου µπορεί να χειροτερεύσει εάν οι ΗΠΑ ως υπερδύναµη αποσυρθούν από τον ρόλο των τελευταίων 70 ετών, όπου µε το σύστηµα των περίπου 750 στρατιωτικών βάσεων, ιδιόκτητων ή µε συνεργαζόµενα κράτη, κρατούσαν ελεύθερη την διεθνή εµπορική ναυσιπλοΐα ώστε ακόµα και µια µικρή χώρα να µπορεί να εξάγεις χωρίς πρόβληµα.
Οι δασµοί αποτελούν εργαλείο εµπορικής πολιτικής που συχνά χρησιµοποιείται για την προστασία της εθνικής παραγωγής και την επιβολή οικονοµικών πιέσεων στους εµπορικούς εταίρους. Ωστόσο, όταν η επιβολή δασµών αφορά τους δύο µεγαλύτερους εµπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, όπως είναι το Μεξικό και ο Καναδάς, οι συνέπειες είναι πολυδιάστατες και µπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τόσο το εµπόριο όσο και την παγκόσµια οικονοµία. Εξετάζοντας τις επιπτώσεις της επιβολής δασµών 25% από τις ΗΠΑ στις εµπορικές σχέσεις µε το Μεξικό και τον Καναδά, αναλύονται οι τοµείς που επηρεάζονται περισσότερο, και τις πιθανές στρατηγικές αντιδράσεις και τις ευρύτερες οικονοµικές επιπτώσεις. Οι δασµοί για τις ΗΠΑ είναι ένα εργαλείο που µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την προστασία της εθνικής βιοµηχανίας, την αύξηση των κρατικών εσόδων και τη διαπραγµατευτική πίεση στους εµπορικούς εταίρους. Στην περίπτωση του Τραµπ, οι δασµοί παρουσιάζονται ως µέσο επίλυσης ζητηµάτων µη σχετικών µε το εµπόριο, όπως η µετανάστευση και η διακίνηση ναρκωτικών. Ωστόσο, αυτή η τακτική έχει προκαλέσει αντιδράσεις, καθώς τα ζητήµατα αυτά συνήθως δεν επιλύονται µε οικονοµικά εργαλεία.
Η στρατηγική δασµών του Τραµπ εντάσσεται σε µια ευρύτερη πολιτική προστατευτισµού µε το γνωστό η «Αµερική Πρώτα». Ωστόσο, οι µονοµερείς ενέργειες του προκαλούν έντονες γεωπολιτικές τριβές και υπονοµέυουν την αξιοπιστία των Ηνωµένων Πολιτειών ως εµπορικού εταίρου. Οι δασµοί παραβιάζουν πολυµερείς συµφωνίες, όπως η USMCA και οι κανόνες του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου (WTO), προκαλώντας ανησυχίες για την επιδείνωση της παγκόσµιας εµπορικής σταθερότητας.
Παράλληλα, οι δασµοί συµβάλουν στη δηµιουργία πολιτικών εντυπώσεων. Για τους υποστηρικτές του Τραµπ, η πολιτική αυτή ενίσχυσε την εικόνα του ως υπερασπιστή της αµερικανικής οικονοµίας. Ωστόσο, οι αντίπαλοί του υποστηρίζουν ότι η στρατηγική αυτή αυξάνει το κόστος ζωής και πλήττει την µεσαία τάξη.
Ι) Η ∆ιασύνδεση των Αγορών και οι Εµπορικές Ροές
Οι οικονοµίες των Ηνωµένων Πολιτειών, του Μεξικού και του Καναδά είναι βαθιά διασυνδεδεµένες, µε το εµπόριο µεταξύ των τριών χωρών να ανέρχεται σε περίπου 2 τρισεκατοµµύρια δολάρια ετησίως. Σηµαντικοί τοµείς, όπως η αυτοκινητοβιοµηχανία και η ενέργεια, επηρεάζονται ιδιαίτερα από τους δασµούς. Στην αυτοκινητοβιοµηχανία, για παράδειγµα, τα εξαρτήµατα ενός αυτοκινήτου µπορεί να διασχίσουν τα σύνορα µεταξύ των χωρών έως και οκτώ φορές πριν ολοκληρωθεί το τελικό προϊόν. Η επιβολή δασµών 25% σε κάθε διασυνοριακή µετακίνηση αυξάνει δραµατικά το κόστος παραγωγής και δηµιουργεί σηµαντικά εµπόδια στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει τη σηµασία των ελεύθερων εµπορικών συµφωνιών, όπως η USMCA (Συµφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά), που επιδιώκουν να διασφαλίσουν την οµαλή ροή εµπορευµάτων και υπηρεσιών µεταξύ των χωρών. Οι δασµοί αυτοί έρχονται σε αντίθεση µε τις δεσµεύσεις που έχουν αναλάβει οι Ηνωµένες Πολιτείες στο πλαίσιο της συµφωνίας αυτής, γεγονός που καθιστά πιθανές τις αντιδράσεις από τους εταίρους τους.
ΙΙ) Οι Στρατηγικές ∆ιαπραγµατεύσεις και ο Αντίκτυπός τους
Η χρήση των δασµών ως µέσο πίεσης αποτελεί, σύµφωνα µε πολλούς αναλυτές, µέρος µιας στρατηγικής διαπραγµάτευσης. Ο στόχος είναι να εξαναγκαστούν το Μεξικό και ο Καναδάς να προχωρήσουν σε παραχωρήσεις, όπως η αυστηρότερη φύλαξη συνόρων ή η αντιµετώπιση της διακίνησης ουσιών, που δεν σχετίζονται άµεσα µε το εµπόριο. Ωστόσο, η στρατηγική αυτή ενέχει κινδύνους, καθώς µπορεί να προκαλέσει αντίµετρα από τους εµπορικούς εταίρους ή να οδηγήσει σε εµπορικό πόλεµο.
Για παράδειγµα, ο Καναδάς, ο οποίος δεν συνδέεται άµεσα µε ζητήµατα όπως η µετανάστευση και η διακίνηση ναρκωτικών, πιθανότατα θα υιοθετήσει µια διαφορετική προσέγγιση στις διαπραγµατεύσεις σε σχέση µε το Μεξικό. Αυτό θα µπορούσε να οδηγήσει σε διάσπαση της ενότητας µεταξύ των δύο χωρών, δηµιουργώντας επιπλέον γεωπολιτικές εντάσεις.
ΙΙΙ) Οικονοµικές Επιπτώσεις
Η επιβολή δασµών έχει σοβαρές επιπτώσεις για την οικονοµία των Ηνωµένων Πολιτειών. Πρώτον, το κόστος των δασµών µετακυλίεται στους Αµερικανούς εισαγωγείς, οι οποίοι εισάγουν κυρίως εξαρτήµατα, πρώτες ύλες και ενέργεια. Αυτό αυξάνει το κόστος παραγωγής και, κατ’ επέκταση, τις τιµές για τους καταναλωτές. Για παράδειγµα, οι τιµές προϊόντων όπως τα αυτοκίνητα, οι οικιακές συσκευές και τα ηλεκτρονικά αναµένεται να αυξηθούν.
∆εύτερον, η επιβολή δασµών δηµιουργεί πληθωριστικές πιέσεις, καθώς οι υψηλότερες τιµές µετακυλίονται στους καταναλωτές. Αυτό µπορεί να επηρεάσει τις αποφάσεις της Οµοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) σχετικά µε τα επιτόκια, δηµιουργώντας επιπλοκές στις χρηµατοπιστωτικές αγορές. Οι αναδυόµενες αγορές, οι οποίες εξαρτώνται σε µεγάλο βαθµό από τις εισαγωγές, επηρεάζονται επίσης αρνητικά από την ενίσχυση του δολαρίου, που προκύπτει από τις εµπορικές εντάσεις.
IV) ∆ιδάγµατα από το Παρελθόν
Η εµπειρία από προηγούµενες περιπτώσεις δασµών δείχνει ότι τα αποτελέσµατα είναι συχνά αρνητικά. Οι δασµοί στα µέταλλα (10% στο αλουµίνιο και 25% στο χάλυβα) και οι δασµοί 360 δισεκατοµµυρίων δολαρίων σε κινεζικά προϊόντα είχαν ως αποτέλεσµα την απώλεια θέσεων εργασίας σε κλάδους που εξαρτώνται από τις πρώτες ύλες, όπως η µεταποίηση. Επιπλέον, τα αντίµετρα από την Κίνα έπληξαν τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων των ΗΠΑ, προκαλώντας σοβαρά προβλήµατα σε αγρότες και παραγωγούς.
Αντίστοιχα, οι δασµοί 25% στις εµπορικές ροές µε το Μεξικό και τον Καναδά αναµένεται να επιβαρύνουν περαιτέρω την αµερικανική οικονοµία, χωρίς να επιτύχουν τους στόχους της επαναπαραγωγής θέσεων εργασίας ή της αύξησης της παραγωγής.
V) Μελλοντικές Προοπτικές
Οι εµπορικές εντάσεις αυτές έχουν σηµαντικές γεωπολιτικές και οικονοµικές επιπτώσεις. Ο εµπορικός πόλεµος, αν επεκταθεί, θα µπορούσε να οδηγήσει στη δηµιουργία εµπορικών µπλοκ, διαταράσσοντας την παγκόσµια οικονοµία. Ωστόσο, οι εντάσεις αυτές προσφέρουν και ευκαιρίες αναδιάρθρωσης. Οι χώρες µπορούν να επενδύσουν στην ανάπτυξη εναλλακτικών αλυσίδων εφοδιασµού και να ενισχύσουν τη διαφοροποίηση των εξαγωγών τους.
Συµπερασµατικά, η επιβολή δασµών 25% στις εµπορικές ροές µε το Μεξικό και τον Καναδά αποτελεί µια πολιτική υψηλού ρίσκου µε σοβαρές οικονοµικές συνέπειες. Ενώ µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως εργαλείο διαπραγµάτευσης, τα κόστη υπερβαίνουν τα οφέλη, τόσο για τις Ηνωµένες Πολιτείες όσο και για τους εµπορικούς εταίρους τους. Η εµπειρία του παρελθόντος καταδεικνύει την ανάγκη για προσεκτική στρατηγική και συνεργασία στις διεθνείς εµπορικές σχέσεις. Η βιώσιµη ανάπτυξη και η σταθερότητα του παγκόσµιου εµπορίου απαιτούν λύσεις που να βασίζονται στη συνεργασία, και όχι σε µονοµερείς ενέργειες που προκαλούν τριβές και αβεβαιότητα.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονοµολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψης