ΚΑΙ ΨΥΧΗ ΕΙ ΜΕΛΛΕΙ ΓΝΩΣΕΣΘΑΙ ΑΥΤΗΝ ΕΙΣ ΨΥΧΗΝ ΑΥΤΗ ΒΛΕΠΤΕΟΝ
*Τον ξένον και τον εχθρό τον είδαμε στον καθρέφτη…
(Από το ποίημα ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ της συλλογής ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ του Γ. ΣΕΦΕΡΗ)
Hδη διανύσαμε ένα ικανό διάστημα καραντίνας εν μέσω μιας πανδημίας κι έχουμε ακόμη δρόμο αναχαιτίζοντας την ορμή αυτής της απειλής. Στο μεταξύ αλλάξαμε τρόπους και συνήθειες κι αποκτήσαμε μιαν καινούργια σοβαρότητα. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς ∙ το δίδαξαν και οι αρχαίοι τραγικοί ποιητές μας κι ας κωφεύαμε , δηλαδή το ότι μέτρο της ίδιας της ζωής είναι το φάσμα του αδυσώπητου θανάτου.
Στην αρχή, όταν ξέσπασε η επιδημία στην Κίνα, το είδαμε σαν κάτι μακρινό . Όταν όμως η λαίλαπα του ιού ύψωσε τις εκατόμβες των θυμάτων στη γειτονική Ιταλία, νιώσαμε μιαν ανατριχίλα. Ο κίνδυνος πλησίαζε κοντά μας, σαν να έπιασε φωτιά το σπίτι του γείτονα. Κάποιες χώρες -από τις λεγόμενες προηγμένες- έδειξαν εξαρχής μιαν υποτίμηση του όλου θέματος , στη συνέχεια αναδιπλώθηκαν∙ η αλαζονεία είναι πάντα μια επικίνδυνη στάση ζωής , ενέχει τις συνέπειες μιας ύβρεως.
Τώρα άλλοι μετρούν καθημερινά τις μέρες καραντίνας κι άλλοι όχι, ίσως για να μην επιτείνεται η ψυχική δυσφορία. Η γράφουσα ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Άφησε αρχικά τον χρόνο να κυλήσει δίχως να τον μετρά , μέχρις ότου επέτυχε μια σχετική πρακτική προσαρμογή σε αυτήν πρωτόγνωρη κατάσταση. Στην αρχή μάλιστα έψαχνε με επαγγελματική μανία ποια είναι η σωστή λέξη για όλο αυτό που ζούμε αυτόν τον καιρό. Κατέληξε πως η λέξη καραντίνα ήταν από γλωσσική ,αλλά και αγωνιστική άποψη η πλέον ορθή αφού αποδίδει ακριβώς και δίχως συναισθηματικές αποχρώσεις τον απαιτούμενο αριθμό ημερών υγειονομικής απομόνωσης ,εκ του quaranta που στην ιταλική σημαίνει τον αριθμό σαράντα. Η λέξη εγκλεισμός βαραίνει σημασιολογικά και παραπέμπει σε δραματικές πολιορκίες στην ιστορία μας όπου βέβαια οι έγκλειστοι δεν είχαν ούτε τα χρειώδη ∙είναι γνωστή η τεράστια ισχύς των λέξεων στην ψυχή μας.
Τα καθημερινά απογευματινά δελτία ενημέρωσης, αριθμητικές αναφορές ζώντων και τεθνεώτων απλώνουν μέσα μας το δίχτυ ενός συλλογικού πένθους , δεν είναι δυνατόν κανείς να ξεφύγει από την θλίψη του. Το βράδυ κατέληξε ο ύπνος να είναι πολύ ακριβός, να μην δωρείται εύκολα . Σαν όμως κλείνουν τα βλέφαρά μας , ενώ μας βαραίνουν εικόνες πολυπρόσωπες, δραματικά πλάνα και λόγια αγωνίας από τη σύγχρονη εποχή της επιδημίας, αστράφτει μέσα στους συλλογισμούς μας το καθάριο βλέμμα και το χαμόγελο αυτών που έμειναν έξω αφύλαχτοι για να φυλούν και να συνδράμουν τη δικιά μας ζωή με τις συνήθειές της και τις ανάγκες της. Ο θρίαμβος μιας ‘’μη επώνυμης’’ ανθρωπιάς! Οι ήρωες των ημερών μας που δεν απασχολούν συνήθως τα μέσα με την προβολή τους! Δεν αυτοπαρουσιάζονται • δικαιώνουν αθόρυβα τον ουσιώδη σκοπό της ανθρώπινης ύπαρξης!
Το ιατρικό και το νοσηλευτικό δυναμικό όλων των χωρών πίσω από τις μάσκες και την απρόσωπη επιβεβλημένη υγειονομική ένδυση είχε μόνο ένα μεγάλο όπλο επικοινωνίας με τους πάσχοντες. Το ζεστό , όλο ενσυναίσθηση βλέμμα! Το βλέμμα που έδινε υπόσχεση περίθαλψης και ζωής. Πόσοι και πόσοι ασθενείς δεν κρατήθηκαν από αυτό το βλέμμα και πόση στ’ αλήθεια ψυχική αντοχή, αλλά και αγάπη για τον συνάνθρωπο απαιτούσε αυτό το βλέμμα που με το φως του νίκησε τη φρίκη των ημερών μας. Οι γιατροί έπρεπε να ενθαρρύνουν με τη δύναμη του ευαίσθητου βλέμματός τους που μπορούσε να εμφυσήσει την ίδια τη ζωή εκπληρώνοντας την ιερή ευθύνη που ανέλαβαν με τον όρκο του Ιπποκράτη. Άξια σεβασμού και τα χέρια των νοσηλευτών που πρόσφεραν στον συνάνθρωπο μέχρι και στις τελευταίες του ώρες, όταν οι οικείοι δεν μπορούσαν να είναι παρόντες.
Η δύναμη του ανυπόκριτου κι όλο φροντίδα βλέμματος σε κουρασμένα και πληγωμένα πρόσωπα από την προσπάθεια να κρατήσουν τον ασθενή στη ζωή. Όμορφα καθάρια βλέμματα γιατί είχαν μέσα τους την οδύνη και την επίγνωση της ανθρώπινης περιπέτειας. Διαυγή και φωτεινά γιατί αυτά δεν καθρεφτίστηκαν στα λιμνάζοντα ύδατα του ναρκισσισμού ,αλλά στην απόφασή τους να διασώζουν το μεγαλείο της ζωής , να καταπατούν τον θάνατο.
Η ανθρωπότητα θα ξεπεράσει κι αυτή την τραγωδία ,θα συνεχίσει την πορεία και σταδιακά θα καταδυθεί ο φόβος που νιώσαμε .Είθε να αναδυθεί η ενσυναίσθηση δίνοντας τέλος στην εποχή του άκρατου ναρκισσισμού! Είναι καιρός να αναρωτηθούμε για τον χρόνο και τον κόπο που διαθέσαμε για την εικόνα μας, μια εικόνα που ήθελε να φωνάζει ‘’υπάρχω και είμαι καλά’’ για να το πιστέψουν οι άλλοι, αλλά και εμείς οι ίδιοι. Είναι καιρός να μάθουμε να βλέπουμε την ουσία των πραγμάτων δίχως να υπερτρέφουμε ένα αδηφάγο εγώ. Μας είχε προειδοποιήσει πολλές φορές ο ποιητής , όμως εμείς πάλι κωφεύαμε, ζώντας στην αμεριμνησία: ‘’Ήταν ωραία τα μάτια σου μα δεν ήξερες πού να κοιτάξεις /δεν ήξερα που να κοιτάξω κι εγώ’’**.
Τώρα πια η Δύση εκ πείρας έλαβε απαντήσεις στις αμήχανες ερωτήσεις της για την απροσπέλαστη ενδυμασία των γυναικών στις μουσουλμανικές χώρες. Στην Αραβική λογοτεχνία το μυστήριο του έρωτα συχνά ξεκινά αποκλειστικά από ένα βλέμμα που χαράζει μέσα από περίκλειστα ενδύματα. Δεν είναι να απορεί πια κανείς. Στις μέρες μας μάθαμε τη δύναμη του βλέμματος. Είδαμε πως μπορεί να αγωνιστεί ,να στηρίξει, να κινητοποιήσει την ίδια την επιθυμία για την επιβίωση , να είναι ένας φάρος μέσα στον ζόφο , μια ισχυρή πρόσκληση ζωής για τον πάσχοντα.
Ευτυχώς μετά από κάθε δυσκολία ο άνθρωπος μπορεί να γίνει ανθεκτικότερος, να αναθεωρήσει, να δει πιο βαθιά και να ιεραρχήσει δικαιότερα τις προτεραιότητες ζωής. Κι αυτό εντέλει θα είναι το δώρημα για όσα δύσκολα ζούμε, η πολύτιμη γνώση.
Τώρα έμαθαν τα μάτια μας να κοιτάζουν και είδαμε πως είναι πανέμορφο το χαμόγελο της πωλήτριας που μας εξυπηρετεί χωρίς προστατευτική μάσκα, αλλά με περισσή ευγένεια γιατί είναι μια κατάθεση της ίδιας της ψυχής της στην εποχή της πανδημίας. Εξίσου όμορφοι όλοι οι ανώνυμοι ήρωες της καθημερινότητάς μας που καθαρίζουν δημόσιους χώρους, επισκευάζουν, συλλέγουν απορρίμματα και κάνουν τόσα άλλα σπουδαία και δύσκολα για τα οποία δεν ναρκισσεύονται , μόνο προσφέρουν σιωπηλά • η λεβεντιά της ανώνυμης ανθρωπιάς! Αναφέρθηκαν ενδεικτικά μερικές από τις πολλές περιπτώσεις της ανθρώπινης δράσης που απαιτούσε πραγματική υπέρβαση εαυτού σε αυτή την κρίση. Η γράφουσα ήθελε να εστιάσει κυρίως στη δύναμη της προσφοράς πέραν ναρκισσιστικών προθέσεων που καθόρισαν έως τώρα δυσλειτουργικά κοινωνικά κριτήρια στον χώρο του δημόσιου ,αλλά και του ιδιωτικού βίου. Κι επειδή οι λέξεις ξαναγεννιούνται με τις εκάστοτε ιστορικές συνθήκες ,στην εποχή της πανδημίας είδαμε την ομορφιά να πηγαίνει χεραγκαλιαστά με την ωραιότητα , γιατί η πρώτη εμπεριέχει την ιδέα της μορφής ,ενώ η δεύτερη την ιδέα της ώρας και ωραίος είναι ο έγκαιρος, ο ώριμος στις περιστάσεις. Ώρα εστί λοιπόν να σεβαστούμε και τον Καιρό και την Ωραιότητα!
Με την παγκόσμια επιδημία του covid 19 , η Ιστορία που προχωρεί κρατώντας πάντα το ακριβοδίκαιο κάτοπτρό της για να καθρεφτιζόμαστε, μας έστειλε μαντάτο πως οφείλουμε να αλλάξουμε επαναπροσδιορίζοντας τις αξίες αναφοράς μας. Τα μάτια μας τώρα γνωρίζουν πού να κοιτάξουν. Να είμαστε λοιπόν δοτικοί κι ευαίσθητοι. Να επιθυμούμε την έκφραση της ταυτότητάς μας, αλλά να εξορίσουμε την άκαρπη ματαιοδοξία και τη λαβυρινθώδη φαυλότητα μιας δήθεν επιτυχίας. Να είμαστε ουσιώδεις ζώντας με απλότητα και αναζητώντας σε εμάς και στους άλλους το καθάριο βλέμμα της ενσυναίσθησης κι όχι το αρπακτικό βλέμμα της κενότητας. Πλέον γνωρίζουμε πως μόνο το βλέμμα της ανθρωπιάς μπορεί να σώσει τον κόσμο και να φέρει τη νίκη της γνήσιας ομορφιάς επί του θανάτου.
Είναι βέβαια και η σιωπή μια στάση ζωής. Επί του παρόντος ας είναι προτιμότερη από την άσκοπη πολιτική ρητορεία. Μόλις θα έχει περάσει ο Θεριστής ,θα αναπνεύσουμε λεύτερα και θα κοιταχτούμε στον δικό μας καθρέφτη -όχι από φιλαρέσκεια-αλλά γιατί θα θέλουμε με περηφάνεια κι εμείς να γυρέψουμε τη μικρή σκοτεινή αχιβάδα λύπης που άφησε η εποχή της πανδημίας στον βυθό του βλέμματός μας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
*Πλάτων, Αλκιβιάδης 133b. απόδοση στη νέα ελληνική: «Λοιπόν, φίλε μου Αλκιβιάδη, κι η ψυχή αν πρόκειται να γνωρίσει τον εαυτό της, σε ψυχή πρέπει να κοιτάξει».
**Από το ΙΣΤ’ ποίημα ’’Όνομα δ’ Ορέστης ‘’ της συλλογής Μυθιστόρημα (ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΕΦΕΡΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ 17η έκδοση 1992)
– Ο πρώτος στίχος επαναλαμβάνεται από
τον ποιητή και στο ποίημα “ΤΕΤΑΡΤΗ” από τις ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΙΑ “ΕΒΔΟΜΑΔΑ” ως: «ήταν ωραία τα μάτια σου μα δεν ήξερες που να κοιτάζεις”. Η ιδέα του βλέμματος προσφιλές θέμα στην ποίηση και στην τέχνη.