Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Η ερευνήτρια

» Μισέλ Φάις (εκδόσεις Πατάκη)

Κάθε επόμενο βιβλίο αποτελεί έναν συνδυασμό προσδοκιών και επιφυλάξεων. Συχνά δε, όπως και στην προκειμένη περίπτωση, αυτές τροφοδοτούνται από την ίδια πρώτη ύλη, που εδώ συνοψίζεται στο όνομα Φραντς Κάφκα. Αν και η υπογραφή του Φάις αποτελεί ένα ισχυρό εχέγγυο, ικανό να γείρει τον άξονα προς την πλευρά των προσδοκιών, αυτό σε καμία περίπτωση δεν αίρει τις επιφυλάξεις που -ακόμα- ένα βιβλίο σχετικά με τον Τσεχοεβραίο συγγραφέα γεννά. Δεν είναι μόνο ο αριθμός των μελετών που έχουν γραφτεί -και θα συνεχίσουν να γράφονται- σχετικά με το έργο και τη ζωή του Φραντς Κάφκα τεράστιος, αλλά και των μυθοπλαστικών δοκιμών που έχουν κατά καιρούς επιχειρηθεί. Με τον Κάφκα, άλλωστε, συμβαίνει το εξής -εν μέρει μόνο- παράδοξο: η επίδραση που ασκεί σε συγγραφείς και αναγνώστες δεν περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στο έργο του αλλά εκτείνεται αρκετά έξω και πέρα από αυτό και απ’ όπου, ενίοτε, προσεγγίζεται. Αναφερομένος κανείς στο έργο του Κάφκα οφείλει να προβεί σε κάποιες διευκρινήσεις, διευκρινήσεις που έχουν κυρίως να κάνουν με την άνιση αναγνωστική αποδοχή του, με το γεγονός δηλαδή πως διαβάζονται περισσότερο τα ανολοκλήρωτα μυθιστορήματα του Κάφκα σε σχέση με τα διηγήματα που εν ζωή εξέδωσε, μυθιστορήματα τα οποία ο Μπροντ αρνήθηκε να καταστρέψει, όπως ήταν η επιθυμία του Κάφκα, σημείο στο οποίο εδράζεται μία από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις της ιστορίας της λογοτεχνίας, αλλά και με τις επιστολές και τα ημερολόγια του συγγραφέα, που όχι μόνο δεν παρέμειναν στο σκοτάδι του ιδιωτικού, αλλά εγκολπώθηκαν στο καφκικό corpus. Η επιδραστικότητα και η σημαντικότητα του -έργου του- Κάφκα δημιούργησαν και συντήρησαν στο πέρασμα των χρόνων μια έντονη ανάγκη νοηματοδότησης και ερμηνείας, η οποία εν πολλοίς συνεχίζει να γίνεται, εξαιτίας και του περίκλειστου και κρυπτικού χαρακτήρα του, από εξωκειμενικά σημεία εκκίνησης και υπό ετερογενών μεταξύ τους πρισμάτων.

Η μυθοπλαστική προσέγγιση της ζωής και του έργου του Κάφκα, εκτός των άλλων, δοκιμάζει και ενίοτε πετυχαίνει να υπερκεράσει τους περιορισμούς του δοκιμιακού και ακαδημαϊκού λόγου, που μοιάζει να έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με το πάθος που ο Κάφκα γεννά στον ερευνητή-μελετητή. Ο Φάις δεν αρκείται αποκλειστικά στη μυθοπλαστική προσέγγιση, αλλά επιχειρεί κάτι ακόμα πιο φιλόδοξο. Τοποθετώντας τη φιλολογική έρευνα στον πυρήνα της μυθοπλασίας πετυχαίνει να αναδείξει κάτι που συνήθως μένει κρυφό και ανομολόγητο, το παρασκήνιο της συγγραφής μιας ακαδημαϊκής δημοσίευσης. Για τον λόγο αυτό θα χαρακτήριζα την Ερευνήτρια, εκτός όλων των άλλων, και ως ένα μεταμοντέρνο campus novel. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η μορφική σκαλωσιά του μυθιστορήματος αποτελείται από την εναλλαγή τριών ιδιότυπων θεατρικών αναλογίων -τεχνική γνώριμη στα έργα του Φάις- που περιλαμβάνουν ημερολόγια, όνειρα και επιστολές, και τα οποία ξετυλίγονται γύρω από την αινιγματική φιγούρα της ερευνήτριας, για την οποία γνωρίζουμε το πάθος της για τον Κάφκα, ήδη από την παιδική της ηλικία, την άβολη αίσθηση εντός του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, τουλάχιστον ως προς την προσέγγιση του έργου του Τσεχοεβραίου συγγραφέα, και την καταγωγή της από την Κομοτηνή. Οι επιστολές απευθύνονται στον ίδιο τον νεκρό, εκκινούν από θραύσματα της έρευνας και θέτουν ερωτήματα σημαντικά για την προσέγγιση έργου και βίου, χωρίς όμως να λείπουν και οι εκμυστηρεύσεις της ερευνήτριας σχετικά με υποθέσεις και ερμηνείες δικές της, και ακολουθούν μια συνεχώς αύξουσα αίσθηση οικειότητας, όπως είθισται να συμβαίνει στο πλαίσιο μιας αλληλογραφίας, έστω και μονολογικής, χωρίς απάντηση, όπως αυτή, για να καταλήξει στα δύο υστερόγραφα με τα οποία ευφυώς κλείνει το μυθιστόρημα ο Φάις. Τα ημερολόγια της έρευνας, με την ίδια πάντοτε διπλή ημερομηνία, εκείνη του θανάτου και εκείνη της γέννησης του Κάφκα, 3 Ιουνίου, μεσημέρι, Κήρλινγκ 1924 ή 3 Ιουλίου, αυγή, Πράγα 1883;, στα οποία ξεχωρίζει η επιχειρούμενη διακειμενικότητα μεταξύ του έργου του Τσεχοεβραίου και άλλων δημιουργών, που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν, και που φανερώνει την ολιστική σχέση του Φάις με το έργο και την επίδραση του Κάφκα, αλλά και τη δεδομένη αναγνωστική του δεινότητα. Και τέλος, τα όνειρα, με το επαναλαμβανόμενο μοτίβο και τη δευτεροπρόσωπη απεύθυνση μιας άγνωστης αφηγηματικής φωνής, σύνηθες συστατικό του φαϊσικού σύμπαντος και γέφυρα επικοινωνίας με την τελευταία, άτυπη τριλογία του δημιουργού (Από το πουθενά, Lady Cortisol, Όπως ποτέ), στα οποία ο Κάφκα μόνο φαινομενικά απουσιάζει. Η συγγραφική επιλογή να είναι γυναίκα η ερευνήτρια αποδεικνύεται άκρως χρηστική γιατί, εκτός του ζεύγους που δημιουργεί με τον Κάφκα, αλλά και με τον ίδιο τον Φάις, επιτρέπει την ψηλάφηση μιας από τις πλέον σκοτεινές και ενδιαφέρουσες -ως προς την πρόσληψη του καφκικού έργου- πτυχές στη ζωή του συγγραφέα, που έχει να κάνει με τη σεξουαλικότητα αλλά και την εν γένει σχέση του με τις γυναίκες.

Δεν είναι απλό να κατατάξει κανείς τα έργα του Φάις, εξαιτίας κυρίως του υβριδικού και άκρως προσωπικού τους χαρακτήρα, άλλωστε με τον όρο μεταμοντέρνο ελάχιστα δύναται να διευκρινιστούν. Η ερευνήτρια, είπα κιόλας παραπάνω, εκτός όλων των άλλων, αποτελεί -και- ένα μεταμοντέρνο campus novel, καίτοι το ακαδημαϊκό περιβάλλον δεν μοιάζει να κυριαρχεί, είναι η αγωνία της ερευνήτριας να προσεγγίσει, να κατανοήσει και εν τέλει -ας μη γελιόμαστε- να παρουσιάσει και να υποστηρίξει την εργασία της αυτή που διέπει το μυθιστόρημα από άκρη σε άκρη. Μεταξύ των υπολοίπων συγγραφικών επιδιώξεων, περισσότερο ή λιγότερο εμφανών, με προεξέχουσα εκείνη της απόδοσης τιμών -με τον τρόπο που μόνο το αληθινό πάθος ορίζει- σ’ έναν από τους λίγους εκλεκτούς της λογοτεχνίας, θα ριψοκινδύνευα -αν και όχι και τόσο θεωρώ- να επισημάνω ακόμα μία, εκείνη της έμμεσης κριτικής απέναντι στον ακαδημαϊκό λόγο, όχι προφανώς τον ρηξικέλευθο και σπουδαίο, αλλά εκείνον που λειτουργεί ως μανιέρα αναμόχλευσης των ίδιων και των ίδιων δημοσιεύσεων, θαρρείς, ως μια κεκαλυμμένη παρότρυνση πως όπως η λογοτεχνία προχωρά και πειραματίζεται, σε φόρμα και σε περιεχόμενο, κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να συμβεί και με την επιστημονική της πρόσληψη, τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο μιλάμε και γράφουμε για τη λογοτεχνία και τους ήρωές της. Θέλω με λίγα λόγια να πω πως Η ερευνήτρια κάλλιστα θα μπορούσε να ιδωθεί -και- ως δοκίμιο -έστω ως μεταδοκίμιο- και γιατί όχι και ως μια φιλολογική διατριβή, χωρίς να παύει στιγμή να υποστηρίζει τον όρο μυθιστόρημα που αναγράφεται στο εξώφυλλο της έκδοσης.

Και αφού οι προσδοκίες τελικώς επικράτησαν, από τις πρώτες κιόλας σελίδες της ανάγνωσης, καθώς η δεδομένη γοητεία που ασκεί η ζωή και το έργο του Κάφκα βρήκε γόνιμο έδαφος στην κατασκευή του Φάις, εκείνο που μένει να απαντηθεί, ως ύστατο υπόλειμμα των αρχικών επιφυλάξεων, είναι το αν Η ερευνήτρια απευθύνεται αποκλειστικά και μόνο σε αναγνώστες που γνωρίζουν σε βάθος το έργο και τα παραφερνάλια της ζωής του Κάφκα. Η απάντηση είναι αρνητική. Η ερευνήτρια στέκει ως αυτόνομο μυθιστόρημα, που λειτουργεί ως μια διπλή βιογράφηση, του υποκειμένου και του αντικειμένου της έρευνας, αλλά και ως μια ολοκληρωμένη και λεπτομερής προσέγγιση του καφκικού σύμπαντος, που προσφέρει -κυρίως μέσω των διακειμενικών αναφορών- επιπλέον σημεία θέασης και αναγνωστικά νήματα. Οι σημειώσεις της ερευνήτριας στο τέλος του μυθιστορήματος, χωρίς να σηματοδοτούνται εντός του κειμένου και να διακόπτουν τη μυθοπλαστική ροή, λειτουργούν ως κατατοπιστικές παραπομπές, που διακρίνουν το τεκμήριο από τη μυθοπλασία, αποκαλύπτοντας κάποιες από τις ραφές συνοχής της φιλόδοξης και πετυχημένης αυτής κατασκευής, κυριότερη γλωσσική αρετή της οποίας είναι η οξυδερκής άρνηση του Φάις να δοκιμάσει να μιμηθεί στείρα το καφκικό ύφος, αλλά να κινηθεί με αφηγηματική αυτονομία εντός αυτού έχοντας για σύμμαχο την έμπνευση συνεπικουρούμενη από τον πλήρη έλεγχο του υλικού της έρευνας.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα