Η οικονοµία της ΕΕ είναι µια οικονοµία $19 τρις (17,3% του παγκόσµιου ΑΕΠ), η οικονοµία της Ρωσίας είναι µια οικονοµία $2,2 (2%) τρις και των ΗΠΑ $30 τρις (29%).
Πολλοί άνθρωποι σκέφτονται τη Ρωσία ως να είναι υπερδύναµη και πιστεύουν ότι η οικονοµία της, κάποτε, ήταν ανταγωνιστική µε αυτή της ΕΕ, αλλά ποτέ δεν ήταν. Υπάρχουν 3 χώρες της ΕΕ, που στην πραγµατικότητα είναι µεγαλύτερες από την οικονοµία της Ρωσίας (Γερµανία, Γαλλία, Ιταλία). Αυτό είναι κάτι που οι άνθρωποι απλώς δεν αντιλαµβάνονται, ειδικά όταν µιλάµε για το θέµα του εµπορίου και της ικανότητας της Ρωσίας να εµπορεύεται. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι η Ρωσία είναι πολύ µεγαλύτερος παίκτης σε παγκόσµιο επίπεδο απ’ ό,τι πραγµατικά είναι. Ο τριετής πόλεµος στην Ουκρανία έδειξε ότι ο άλλοτε περίφηµος στρατός της δεν κατάφερε να νικήσει µια πολύ πιο αδύνατη χώρα.
Αν συγκρίνουµε το δολάριο µε οποιοδήποτε άλλο εθνικό νόµισµα, το δολάριο κυριαρχεί. Κανείς δεν πλησιάζει στο ρόλο του δολαρίου ως αποθεµατικό νοµίσµατος µε 58%. Μόνο το ευρώ ακολουθεί µε σηµαντικό ποσοστό 20%, όλα τα υπόλοιπα νοµίσµατα έχουν κάτω από 5%. Κανείς προς το παρόν δεν µπορεί να αντικαταστήσει το δολάριο και το ευρώ ως αποθεµατικό νόµισµα. Κανείς δεν έχει την προθυµία ή την ικανότητα να το κάνει.
Το 2007, οι ΗΠΑ κατείχαν το 42% της παγκόσµιας κεφαλαιοποίησης, η Ευρώπη το 38% και η Ιαπωνία το 10%. Το 2024, οι ΗΠΑ κατέχουν το 70%, η Ευρώπη το 16% και η Ιαπωνία το 7%. Η Ευρώπη έχει πέσει από το 38% της παγκόσµιας κεφαλαιοποίησης στο 16% το 2024.
Το 2017 η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, και οι δύο βρίσκονταν στο 100. Από το 2017 µέχρι το 2024, στις ΗΠΑ η παραγωγικότητα της εργασίας ανέβηκε στο 118, ενώ η Ευρώπη µόλις ανέβηκε στο 103. Έτσι, βλέπουµε ότι η παραγωγικότητα της εργασίας στις ΗΠΑ έχει αυξηθεί σηµαντικά, ενώ η Ευρώπη έχει µείνει σχεδόν αµετάβλητη, ακολουθώντας την ίδια πορεία που είχε το 2017. Είναι πραγµατικά εντυπωσιακό αυτό που έχει συµβεί µόνο από την άποψη της παραγωγικότητας εργασίας µεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Φανταστείτε πώς θα φαίνεται η διαφορά καθώς οι ΗΠΑ επενδύουν στους κινητήριους µοχλούς παραγωγικότητας και ανάπτυξης του αύριο, ενώ η Ευρώπη µένει κολληµένη στους κινητήριους µοχλούς του χθες. Η διαφορά θα µεγαλώσει πάρα πολύ.
Παρ’ όλα αυτά, η Ευρώπη ξέρει τι πρέπει να κάνει. Ο Μάριο Ντράγκι, έκανε µια αναφορά µε µια πολύ καλή εκτίµηση γιατί η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης έχει υποχωρήσει και τι πρέπει να συµβεί. ∆εν είναι πρόβληµα µηχανικής, είναι πρόβληµα πολιτικής εφαρµογής, είναι πρόβληµα ηγεσίας. Και µέχρι να βελτιωθεί η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη, απλώς δεν θα υπάρξει εφαρµογή αυτών που χρειάζονται να γίνουν. Αυτή τη στιγµή υπάρχει µια τεράστια τάση απορρόφησης κεφαλαίων από τις ΗΠΑ, καθώς απορροφάνε κεφάλαια από τον υπόλοιπο κόσµο, καθώς στις ΗΠΑ κερδίζουν περισσότερα χρήµατα. Και γι’ αυτό, η κεφαλαιοποίηση των αµερικανικών εταιρειών συνεχίζει να αυξάνεται και ο υπόλοιπος κόσµος συνεχίζει να µειώνεται. Παρόλα αυτά υπάρχει πρόβληµα συγκέντρωσης, διότι υπάρχουν λίγες εταιρείες που, αντιπροσωπεύουν ένα µεγάλο µέρος αυτών που συµβαίνουν, αλλά το άλλο πρόβληµα είναι ότι ζούµε σε έναν κόσµο αλληλεξάρτησης. ∆εν µπορείς να ξεπεράσεις τον υπόλοιπο κόσµο χωρίς κάποια στιγµή να έχεις τις συνέπειες του να ζεις σε µια κακή γειτονιά, αφού ξέρουµε ότι το πόσο καλό είναι το σπίτι µας, εξαρτάται και από τη γειτονιά. Και η παγκόσµια γειτονιά είναι προβληµατική λόγω του τι συµβαίνει στην Ρωσία, στην Κίνα και στην Ευρώπη, και αυτό επηρεάζει και τον αναδυόµενο κόσµο αλλά και τις ΗΠΑ.
Η ΕΕ φαίνεται ότι δεν είναι επενδυτικός προορισµός και έχει ήδη γίνει τόσο συχνό θέµα συζήτησης µεταξύ των επενδυτών, και όλα αυτά πριν υπολογίσουµε τη γεωπολιτική κατάσταση. Η Ευρώπη έχει σταµατήσει να επενδύει στον εαυτό της. ∆εν εστιάζει στη βελτίωση της παραγωγικότητας, δεν εστιάζει στους κινητήριους µοχλούς ανάπτυξης του αύριο και έχει εγκλωβιστεί σε αυτή την ισορροπία χαµηλής ανάπτυξης. Και όταν µια περιοχή εγκλωβίζεται σε αυτή την ισορροπία χαµηλής ανάπτυξης, η πιθανότητα να συµβούν αρνητικές καταστάσεις είναι πράγµατα υψηλή. Η Γαλλία έχασε την κυβέρνηση της και την επόµενη στιγµή οι εκτιµήσεις κινδύνου της αγοράς για τον κρατικό κίνδυνο της Γαλλίας ήταν ίδιες µε εκείνες της Ελλάδας. Η τεχνητή νοηµοσύνη είναι µια δοµική αλλαγή στον τρόπο που κάνουµε τα πράγµατα και θα γίνει βασικός παράγοντας γεωπολιτικής ισχύος. ∆εν αφορά µόνο τις εταιρείες, αφορά και τα άτοµα, τις κυβερνήσεις και επηρεάζει επίσης το πώς αντιδρούν. Η συµµετοχής της ΕΕ σε νεοφυής επιχειρήσεις τεχνητής νοηµοσύνης είναι πολύ µικρή. Οι ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία είχαν περίπου 5.500 start-ups στην τεχνητή νοηµοσύνη, έναντι περίπου 1.500 της ΕΕ.
Η Ευρώπη υποτίθεται ότι είχε στον πυρήνα της, τη Γερµανία και τη Γαλλία, δύο ισχυρές και σταθερές χώρες, και στην περιφέρεια τις αδύναµες χώρες. Πρόσφατα, λόγω των επιτοκίων των κρατικών οµόλογων, η Γαλλία από τον πυρήνα αντιµετωπίστηκε όπως η Ελλάδα από την περιφέρεια. Αυτό δίνει µια αίσθηση του πόσο επικίνδυνο είναι να µην αναπτύσσεσαι, γιατί δεν έχεις την ανθεκτικότητα να απορροφήσεις ή να αντιµετωπίσεις τις κρίσεις. Οι πολιτικές κρίσεις, οι γεωπολιτικές κρίσεις, οι κοινωνικές κρίσεις, οι οικονοµικές κρίσεις συµβαίνουν όλες µαζί. Έτσι, η Ευρώπη είναι εγκλωβισµένη σε αυτή την ισορροπία χαµηλής ανάπτυξης και έχει χάσει την ηγεσία της. Εάν δεν καταφέρει να οργανωθεί, θα µείνει πίσω και καθώς θα µένει πίσω, θα φθίνει όσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας.
Το κατώτερο στρώµα των νοικοκυριών είναι πραγµατικά υπό πολύ µεγάλη πίεση. Αυτό φάνηκε και στις γερµανικές εκλογές, όπου οι Γερµανοί απλώς δεν νιώθουν πλέον την δυνατή Γερµανική οικονοµία. Αυτό που ένιωσαν ήταν οι επιπτώσεις του πληθωρισµού, του στασιµοπληθωρισµού, ένιωσαν ότι οι αποταµιεύσεις από την πανδηµία µειώνονται, εξαφανίζονται. Αυτό ήταν το αίσθηµα. Η οικονοµική ανασφάλεια ήταν ένα µεγάλο θέµα στις εκλογές.
Από το 2000 έως το 2010, οι ΗΠΑ παρήγαγαν πετρέλαιο και φυσικό αέριο περίπου 3 τρισεκατοµµύρια BTU το µήνα. Αυτή η παραγωγή αυξήθηκε σε 5 τρισεκατοµµύρια BTU το µήνα από το 2014 έως το 2018 και το 2024 παρήγαγαν 7 τρισεκατοµµύρια BTU το µήνα. Υπάρχει αυτή η γεωπολιτική αβεβαιότητα που κρέµεται πάνω από την αγορά ενέργειας, µε αποτέλεσµα η τιµή να είναι πολύ υψηλότερη από αυτή που θα δικαιολογούνταν από την πλευρά της ζήτησης, επειδή η ζήτηση δεν είναι τόσο ισχυρή αυτή τη στιγµή λόγω του τι συµβαίνει στην Κίνα, λόγω του τι συµβαίνει στην Ευρώπη. Η Ευρώπη όµως έκανε ότι ήταν δυνατό για να µην γίνονται νέες εξορύξεις. Και χωρίς την αύξηση της προσφοράς η ενέργεια παραµένει ακριβή (2-3 φορές ακριβότερη στην ΕΕ σε σχέση µε τις ΗΠΑ).
Στις ΗΠΑ το συνολικό κόστος εφαρµογής κανόνων, όπως υπολογίστηκε από το American Action Forum, για την κυβέρνηση Οµπάµα ήταν 1,1 τρισεκατοµµύρια δολάρια, για την κυβέρνηση Τραµπ 25 δισεκατοµµύρια δολάρια και για την κυβέρνηση Μπάιντεν 1,4 τρισεκατοµµύρια δολάρια. Τα ρυθµιστικά εµπόδια και βάρη µπορούν να κατανοηθούν καλύτερα ένα µετρηθούν σε ώρες γραφειοκρατίας. Οι κανόνες της κυβέρνησης Οµπάµα πρόσθεσαν 240 εκατοµµύρια ώρες γραφειοκρατίας, η κυβέρνηση Τραµπ 60 εκατοµµύρια και η κυβέρνηση Μπάιντεν, πρόσθεσε 260 εκατοµµύρια ώρες επιπλέον γραφειοκρατίας µε τους κανόνες που ψήφισαν. Στην ΕΕ δεν υπάρχει τέτοια µέτρηση αλλά καθώς υπερτερεί των ΗΠΑ στις ρυθµίσεις, οι γραφειοκρατικές ρυθµίσεις θα είναι πολύ περισσότερες. Και ειδικά στις τεχνητή νοηµοσύνη και στις αναδυόµενες τεχνολογίες θα είναι απίστευτος ο αριθµός ωρών γραφειοκρατίας.
Στην ΕΕ θα έπρεπε να υπάρχει µια διαµάχη για την απελευθέρωση από την γραφειοκρατία για να οδηγηθεί στην ανάπτυξη αλλά δεν φαίνεται πως υπάρχει µια τέτοια µάχη. Αυτό θα έχει µεγάλο αντίκτυπο στην συνολική οικονοµία διότι χωρίς την απελευθέρωση από την γραφειοκρατία δεν θα επηρεαστεί η παραγωγικότητα και η ανάπτυξη.
Οι Ηνωµένες Πολιτείες κατέληξαν κατά τη διάρκεια του πολέµου ότι η Ευρώπη λόγω των διαφωνιών µεταξύ των µελών, δεν µπορούσε να συµµετάσχει πραγµατικά, ότι δεν ήταν ενωµένη, ότι ήταν ουσιαστικά ένα περιθωριακό στοιχείο σε αυτόν τον πόλεµο. Σήµερα, έχουν αυτήν την ιδέα της Συµµαχίας των Πρόθυµων, για να κάνουν ακόµα χειρότερη την συνεννόηση µεταξύ τους βάζοντας στο τραπέζι και την Τουρκία. Οι Αµερικανοί παρακάµπτουν τους Ευρωπαίους ως αδιάφορους και έχουν αποφασίσει ότι οι Ρώσοι δεν είναι άµεση απειλή, η επίδειξη της στρατιωτικής τους δύναµης στην Ουκρανία είναι θλιβερή, η απειλή µιας εισβολής στην Ευρώπη, όταν δεν µπόρεσαν να πάρουν την Ουκρανία σε τρία χρόνια, δεν υπάρχει.Οι ΗΠΑ µετά τον πόλεµο µε την Ιαπωνία, έκαναν την Ιαπωνία µια µεγάλη δύναµη και την ξαναχτίσαν, µετά τον πόλεµο µε τη Γερµανία κάνανε το ίδιο. Όταν οι ΗΠΑ βρίσκονται σε µια κυρίαρχη θέση, δηµιουργούν συµµαχίες ακόµα και µε τους εχθρούς. Ο Τραµπ, µε τις παράξενες τακτικές του, προσπαθεί να µιλήσει µε έναν εχθρό µε τον οποίο µπορούν να συζητήσουν πολλών µορφών συνεργασιών, όπως έκαναν και µε άλλους εχθρούς στο παρελθόν. Η Ρωσία απέτυχε να κατακτήσει την Ουκρανία και είναι σε αδυναµία, βρίσκεται υπό τεράστια πίεση µέσα στη Ρωσία από τους ολιγάρχες αλλά και από άλλους παράγοντες.
Η Ευρώπη, πρέπει να αποκτήσει ανθεκτικότητα, ευελιξία και ευχέρεια επιλογών από την µια πλευρά για να επιβιώσει από την µελλοντική στρατιωτική απειλή της Ρωσίας η οποία, έχοντας µια αδύναµη οικονοµία αλλά ως µια πυρηνική δύναµη, σε µερικά χρόνια θα αναδιοργανωθεί και θα ξαναγίνει µια σηµαντική απειλή. Και από την ΄άλλη, να ανταγωνιστεί τα άλµατα της παραγωγικότατης των ΗΠΑ.
Για να γίνει αυτό θα πρέπει η στρατιωτική ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να βασιστεί κυρίως σε οπλικά συστήµατα τεχνητής νοηµοσύνης, όπου οι εφαρµογές θα µπορούν να διαχυθούν και σε άλλους τοµείς της οικονοµίας σε επόµενη φάση ώστε να ωφεληθεί συνολικά η κοινωνία. Η Ευρώπη γνωρίζει τι πρέπει να κάνει. Χωρίς να είναι απαραίτητο να πρέπει να καταλάβει σε αυτήν φάση « το γιατί», πρέπει άµεσα να αποφασίσει «πώς» θα το κάνει και για αυτό θα χρειαστεί ηγεσία µε σοφία για να αποφασίσει και να υλοποιήσει τις προτάσεις Ντράγκι.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονοµολόγος,
αναπληρωτής καθηγητής
Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης
∆εδοµένων και Πρόβλεψης