Κύριε διευθυντά,
η εμφάνιση του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Κρήτης το φετινό καλοκαίρι στην Ανατολική Τάφρο δεν ήταν θέαμα, όπως συνηθιζόταν τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά καθαρή θεατρική παράσταση.
Η επιλογή της αριστουργηματικής “Φαίδρας” του κορυφαίου κλασικού Γάλλου δραματουργού αλλά και των συντελεστών της, έδειξε το νέο ήθος που επικρατεί πλέον στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κ. υπό τη διεύθυνση της νεοεκλεγείσας καλλιτεχνικής του διευθύντριας: το αληθινό θέατρο δεν είναι διασκέδαση αλλά ψυχαγωγία. Η διασκέδαση, για το ενδιαφερόμενο κοινό, προσφέρεται ούτως ή άλλως απλόχερα χειμώνα καλοκαίρι από δεκάδες περιοδεύοντες θιάσους ανά την ελληνική επαρχία, με ονόματα τηλεοπτικών αστέρων προς άγραν θεατών και αυξημένες εισπράξεις.
Η Εφη Θεοδώρου, η οποία υπογράφει και την σκηνοθεσία, επέλεξε να μας παρουσιάσει ένα έργο του Ρακίνα που ελάχιστοι είχαν την ευκαιρία να δουν μέχρι σήμερα επί σκηνής, αφού η “Φαίδρα” του έχει παιχτεί μόλις δύο φορές στη χώρα μας, το 1993 (από Ελληνα) και το 2009 (από Άγγλο σκηνοθέτη).
Θέμα της ψυχαναλυτικής αυτής τραγωδίας είναι ο ανέφικτος έρωτας της δεύτερης γυναίκας του βασιλιά Θησέα προς τον προγονό της Ιππόλυτο. Ο Ρακίνας εστιάζει στο πρόσωπο της Φαίδρας, σε αντίθεση με τον Ευριπίδη ο οποίος στον δικό του “Ιππόλυτο” εστιάζει στο σκοτεινό αντικείμενο του πόθου της.
Οι περγαμηνές της σκηνοθέτιδος, όχι μόνο σε επίπεδο σπουδών στο Παρίσι αλλά κυρίως από τις σκηνοθεσίες της στο ελεύθερο θέατρο, συμπεριλαμβανομένης της πολύχρονης θητείας της ως συνδιευθύντρια στο Εθνικό Θέατρο, είναι γνωστές στο θεατρόφιλο κοινό.
Έμπειρη στην ανάδειξη της αλήθειας των Ποιητών, (θυμάμαι πάντα την έξοχη παράστασή της για τον Ρεμπώ στο Εθνικό Θέατρο το 2008) χειρίστηκε με σεβασμό απέναντι στον συγγραφέα το θέμα της ερωτικής απόρριψης που πραγματεύεται στη “Φαίδρα” δίχως ναρκισσιστικές καινοτομίες εντυπωσιασμού. Η νεωτερικότητα της σκηνοθετικής της γραμμής συμβάδιζε με την νεωτερικότητα του ύφους του συγγραφέα. Η Φαίδρα του μύθου, η Φαίδρα του Ρακίνα και η Φαίδρα της παράστασης πάσχουν ανά τους αιώνες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Η σκηνοθεσία της Εφης Θεοδώρου υπογράμμισε ακριβώς αυτό, ότι ο λαβύρινθος των εσωτερικών συγκρούσεων ενός άνομου έρωτα δεν άλλαξε ποτέ. Η Φαίδρα ενδέχεται να θρηνεί σήμερα και στη διπλανή μας πόρτα.
Η ισορροπημένη και αρμονική “ενορχήστρωση” όλων των συντελεστών καθώς και ο ήρεμος ρυθμός της καλαίσθητης παράστασης (σαν μουσικό adande) δημιούργησαν μια υποβλητική ποιητική ατμόσφαιρα που δεχόταν μέσα της και τον πιο απαιτητικό θεατή.
Η μέθεξη ξεκινούσε πριν σβήσουν τα φώτα καθώς οι θεατές εισέρχονταν στον χώρο του θεάτρου με τους ηθοποιούς να έχουν πάρει τις θέσεις τους στη σκηνή και να συγκεντρώνονται στους ρόλους τους. Γύρω κι ανάμεσά τους το γεωμετρικό σκηνικό των πάλλευκων βάθρων, με τις γλυπτές μορφές των ηρώων να έχουν δραπετεύσει, που “συνομιλούσε” με την καταγωγή του μύθου τους και την διαχρονική τους ζωντανή αλήθεια. Συγχρόνως σαν από άνεμο φερμένες ψιθυριστά οι φωνές Γάλλων ηθοποιών απήγγειλαν για λίγα λεπτά θραύσματα στίχων από το πρωτότυπο έργο υπενθυμίζοντας την ελληνικότητα της γαλλικής Αναγέννησης.
Ομοιόχρωμα μαύρα κοστούμια για όλα τα πρόσωπα του έργου υποδήλωναν το ζοφερό υπόγειο της ανθρώπινης ψυχής (Αγγελος Μέντης). Αφαιρετικό σκηνικό σαν υπαινιγμός αναζήτησης της αφθαρσίας μέσω της Τέχνης (Εύα Μανιδάκη), μετρημένη χρήση της μουσικής που υπογράμμιζε την υπαρξιακή αγωνία των ηρώων (Κορνήλιος Σελαμσής), του φωτισμού που αναδείκνυε το έσω φως και σκότος των προσώπων (Λευτέρης Παυλόπουλος), της κίνησης που αποκάλυπτε τα αδιέξοδα των εμπλεκομένων σε κοινή μοίρα (Γιώργος Σιώρας – Δεληγιάννης) των ήχων (Gary Salomon) αλλά και του μακιγιάζ – όλα, αποτελούσαν επιλογές που έκλειναν το μάτι στο απέριττο θέατρο του Γκροτόφκι.
Εξαιρετικά συγκινητική, παράφορη και σπαρακτική αλλά δίχως ίχνος μελοδραματισμού η Μαρία Σκουλά στον απαιτητικό ρόλο της Φαίδρας με τις συνεχείς ψυχολογικές μεταπτώσεις του μοιραίου πάθους της. Ενδιαφέρων ο Γιάννης Παπαδόπουλος στον δύσκολο ρόλο του Ιππόλυτου, ρόλο τον οποίο η σκηνοθέτις θέλησε έξω από τετριμμένα κλισέ: Ο Ιππόλυτος δεν είναι ένας ωραίος καλογυμνασμένος νεαρός άντρας με πόζα που ραγίζει καρδιές ωρίμων κυριών, αλλά ένας φοβικός λεπτοκαμωμένος εύθραυστος νεαρός άντρας και συνάμα παιδί που αποκρούει τον έρωτα της μητριάς του. Η Μαριάννα Δημητρίου αποδείχθηκε άκρως επιτυχημένη επιλογή στον σημαντικό ρόλο της στοχαστικής τροφού Οινώνης, ενώ ο Γιάννος Περλέγκας ερμήνευσε με στιβαρότητα τον απονενοημένο βασιλιά Θησέα. Όλοι οι ηθοποιοί, συμπεριλαμβανομένων και των Γιωργή Τσαμπουράκη (Θηραμένης), Πηνελόπης Τσιλίκα (Αρικία), Ελένης Μπούκλη (Ισμήνη/Πανόπη) σε δευτερεύοντες ρόλους, ανταποκρίθηκαν με ευαισθησία προς το ήθος των προσώπων που υποδύθηκαν. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πανταχού παρούσα σκηνοθεσία δεν στερούσε σε κανέναν συντελεστή την λάμψη της προσωπικής του κατάθεσης στην παράσταση.
Στην όλη μαγεία συνέβαλε αποφασιστικά η απίστευτης ωραιότητας έμμετρη και ομοιοκατάληκτη μετάφραση του ποιητή-μεταφραστή Στρατή Πασχάλη (ο οποίος συμβαίνει να είναι και ο ιδανικός μεταφραστής του Α. Ρεμπώ στην ελληνική γλώσσα). Αν έγραφε ο Ρακίνας στη γλώσσα μας σήμερα, θα εκφραζόταν όπως ακριβώς ο μεταφραστής του, και μάλιστα στη μουσικότητα του δεκαπεντασύλλαβου αντί της δωδεκασύλλαβης αλεξανδρινής μετρικής.
Κώστας Νταντινάκης