«Ὧν ἡ σοφία παρασκευάζεται εἰς τὴν τοῦ ὅλου βίου μακαριότητα πολὺ μέγιστόν ἐστιν ἡ τῆς φιλίας κτῆσις».
(Επικ. Κύρια Δόξα 27)
«Απ’ όλα τα αγαθά που παρέχει η σοφία διασφαλίζοντας από κάθε άποψη τον ευτυχισμένο βίο, το μέγιστο είναι η απόκτηση φίλων».
Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο σημείωμα, ο Επίκουρος δίδασκε ότι το ζητούμενο για τον άνθρωπο είναι να ζήσει μια ζωή απαλλαγμένη από τον πόνο, το φόβο και την ανησυχία, να ζήσει μια χαρούμενη ζωή, μια ηδονική -όπως την ονόμαζε- ζωή. Στην προσπάθειά του αυτή ο άνθρωπος, έλεγε ο φιλόσοφος, δύο πράγματα χρειάζεται: τη Φρόνηση (από την οποία πηγάζουν και οι υπόλοιπες αρετές, δηλαδή η Εγκράτεια, η Ανδρεία και η Δικαιοσύνη) και τη Φιλία.
Στη φιλία όμως δίνει μια ξεχωριστή θέση. Υποστηρίζει ότι η φιλία είναι «αθάνατο αγαθό», ό,τι το πιο δημιουργικό και πιο ευχάριστο για τον άνθρωπο. Σε μερικά μάλιστα σημεία, χρησιμοποιεί για τη φιλία σχεδόν λυρικές εκφράσεις, όπως π.χ. όταν λέει: « Η φιλία αγκαλιάζει την οικουμένη και μας καλεί όλους να σηκωθούμε και να χαρούμε τη ζωή μας». Η φιλία δεν αποτελούσε μέσον στη ζωή και τις διδαχές του Κήπου, αλλά σκοπό.
Ο επικουρισμός έχει θεωρηθεί από πολλούς ως μια εγωκεντρική-εγωιστική φιλοσοφία. Κατά μία έννοια έτσι είναι, αφού επικαλείται την επιθυμία του ατόμου να επιδιώκει την ηδονή και να αποφεύγει τον πόνο. Ο επικούρειος όμως εγωισμός επεκτείνεται πέρα από το άτομο και γίνεται ανταποδοτικός αλτρουισμός γιατί είναι προς όφελος όλων να εκτιμούμε ο ένας τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του άλλου και να συνεργαζόμαστε στο κοινό ταξίδι στην ευδαιμονία.
Ο Επίκουρος θεωρεί την φιλοσοφία θεραπεία ψυχής που στοχεύει στην επίτευξη αταραξίας και ψυχικής ισορροπίας. «Όποιος έχει επιτύχει την αταραξία δεν προκαλεί προβλήματα ούτε στον εαυτό του ούτε στους άλλους» λέει ο δάσκαλος, επομένως είναι καλός φίλος και καλός πολίτης.
Για τους επικούρειους λοιπόν ο αλτρουισμός είναι προέκταση του ατομισμού και όχι αντίθετη έννοια όπως έχει επικρατήσει σήμερα να θεωρείται.
Η φιλία έτσι γίνεται όχημα που οδηγεί από την επιδίωξη της ατομικής στην επιδίωξη της συλλογικής μακαριότητας και ευδαιμονίας.
Επιδιώκεται λοιπόν η δημιουργία ενός νέου κοινωνικού προτύπου που επενδύει στην φιλία για να ενώσει τα μέλη του απορρίπτοντας τους διαχωρισμούς που βασίζονται στο φύλο, την καταγωγή, την κοινωνική θέση και την περιουσία.
Το μοντέλο αυτό αναπτύσσεται μέσα στον Κήπο σε αντιπαραβολή με την παρακμάζουσα κοινωνία της Αθήνας των Ελληνιστικών χρόνων και την εκμαυλισμένη Δημοκρατία που οδηγεί τον απλό άνθρωπο στον φόβο, την καχυποψία, την απομόνωση και την καταφυγή σε δεισιδαιμονίες και μεταφυσικές ουτοπίες προκειμένου να βρει ψυχική γαλήνη και να αντιμετωπίσει την καθημερινότητα.
Στην αρχαία εποχή παρατηρείται με σαφήνεια η ανάγκη του Αθηναίου πολίτη για ασφάλεια και απαλλαγή από το φόβο, επειδή την εποχή αυτή ο κόσμος γύρω του έγινε αφιλόξενος. Η κυριότερη και ασφαλής άμυνα είναι ο συνασπισμός των πνευματικώς και ψυχικώς συγγενικών ανθρώπων, του δημοκρατικού κόσμου εν γένει, αυτού που μετέρχεται της ελληνικής παιδείας και του ελληνικού ανθρωπισμού.
Αυτή είναι η πρόταση του Επίκουρου προς τον άνθρωπο για να αντιμετωπίσει την βαρβαρότητα της εποχής του, τόσο όμοιας άλλωστε με αυτήν της δικής μας εποχής.
Ο Επίκουρος απορρίπτει την εμπλοκή στην πολιτική ως μέσο για την κατάκτηση της ευδαιμονίας. Άποψή του είναι ότι η πολιτική φιλοδοξία αποτελεί «επιθυμία προστασίας από τους ανθρώπους», πράγμα, όμως, που δεν το πετυχαίνει.
Η επιδίωξη απόκτησης πλούτου, δόξας, πολιτικής δύναμης και επιρροής, δεν είναι για τους επικούρειους παρά αποτέλεσμα της ματαιοδοξίας και ανασφάλειας του ανθρώπου και συνδέεται με αντιπαραθέσεις, αντιπαλότητες, έχθρες, άσκοπους ανταγωνισμούς, μίσος και φθόνο που δηλητηριάζουν την ψυχή και την εκτρέπουν από τον σκοπό της που είναι η αταραξία και η γαλήνη.
Είναι γνωστό ότι ο Επίκουρος εφάρμοζε στην πράξη ό,τι δίδασκε στα κηρύγματα του. Ο Κήπος ήταν μια κοινωνία φίλων και αυτή η φιλία πρόσφερε μεγάλη ευτυχία στον Επίκουρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ημέρα του θανάτου του, ενώ βασανιζόταν από τους πόνους, έγραψε στον Ιδομενέα ότι ήταν ευτυχισμένος με τις ευχάριστες αναμνήσεις των συζητήσεών τους.
Με τη διδασκαλία του ο Επίκουρος καταβάλλει μια συνεχή προσπάθεια να άρει τη σύγχυση από την ανθρώπινη ζωή και ενεργό δράση. Για τον λόγο αυτό πολλές φορές αντιτάσσεται με βίαιο τρόπο σε κάθε εγχείρημα εξιδανίκευσης της ανθρώπινης πραγματικότητας. Η στάση του αυτή διαφαίνεται και στον τρόπο που πραγματεύεται το θέμα της φιλίας: υποστηρίζει με πάθος ότι η φιλία δεν μπορεί να υφίσταται ανεξάρτητα από τη χρησιμότητά της. Η πρακτικότητά της για την ικανοποίηση κάποιων αντικειμενικών αναγκών αποτελεί το πλέον πρόσφορο έδαφος, στο οποίο εδραιώνεται και αναπτύσσεται η φιλία.
Όπως για τη δικαιοσύνη, έτσι και για τη φιλία, ο Επίκουρος λέει ότι βάση της είναι το προσωπικό συμφέρον, διδάσκει όμως ότι η φιλία είναι επιθυμητή από μόνη της, «καθεαυτή», δηλαδή, πρέπει να τη ζητούμε για την ίδια, σαν αυτοσκοπό. Αναφέρεται χαρακτηριστικά: «πᾶσα φιλία δι’ ἑαυτὴν αἱρετή· ἀρχὴν δὲ εἴληφεν ἀπὸ τῆς ὠφελείας». (Γνωμολόγιο Βατικανό 23). Σημειώνει δε: «Δεν είναι φίλος όποιος ζητάει πάντα βοήθεια, ούτε αυτός που δεν συσχετίζει ποτέ τη φιλία με τη βοήθεια» (Επικούρου Προσφώνησις 39). Και δίνει μια πολύ λεπτή απόχρωση των συναισθημάτων που δημιουργεί η φιλία, λέγοντας: «Δεν έχομε τόσο ανάγκη από τη βοήθεια των φίλων όσο από την πίστη ότι (αν χρειαστούμε) θα μας προσφέρουν βοήθεια» (Επικούρου Προσφώνησις 34).
Από την επικούρεια έννοια της φιλίας τίποτε δεν απέχει περισσότερο όσο το πλατωνικό ιδεώδες του αγώνα που υποκινείται από το πάθος, με σκοπό την αναπαραγωγή στο κοσμικό πεδίο μίας ιδεώδους κατάστασης που, τάχα, υπάρχει στο «χώρο των ιδεών». Απέχει, όμως, από την επικούρεια φιλία και η αριστοτελική θέση ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον το οποίο φύσει επιζητεί το «κοινωνικώς ζην» και συνεπώς θα πρέπει να συμμετέχει στις δραστηριότητες της πόλεως εν μέσω των παρηκμασμένων κοινωνικών συνθηκών. Ο Επίκουρος προτείνει μία εναλλακτική θέση για το μακαρίως ζην του ανθρώπου, μέσω του «φύσει ζην».
Ο Επίκουρος γεννήθηκε και έζησε σε μια κοινωνία που, όπως οι περισσότερες, θεωρούσε ότι ο πλούτος, η κοινωνική θέση, τα φυσικά χαρίσματα και η πολιτική δύναμη είναι τα μεγαλύτερα αγαθά για τον άνθρωπο. Ήταν επίσης κοινωνία που βασιζόταν στη δουλεία, και θεωρούσε τον άνδρα ανώτερο από τη γυναίκα και τους Έλληνες ανώτερους από όλους τους άλλους ανθρώπους. Ο Επίκουρος αγνόησε ή απέρριψε αυτές τις αξίες και τις διακρίσεις και μέσα στον Κήπο υπήρχε και συνέδεε όλα τα μέλη της κοινότητας μια γνήσια ανθρώπινη και ανυπόκριτη φιλία.
Στον Κήπο συνυπήρχαν αρμονικά και ασκούνταν κυρίως στη φιλοσοφία Αθηναίοι πολίτες, άλλοι ελεύθεροι Έλληνες ιδίως από την Ιωνία, γυναίκες, ανάμεσα τους και εταίρες, αλλά και δούλοι. Όλα αυτά ενισχύουν την άποψη ότι εντός του Κήπου δεν υπήρχε κοινωνικός ρατσισμός.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι οι Επικούρειοι είχαν τη φιλία πολύ ψηλά στην κλίμακα των αξιών τους. Πράγματι θεωρούσαν τη φιλία ως το «μέγιστον αγαθόν» μαζί με τη σοφία, και «επιθυμητή αυτή καθεαυτή».
(*) Δρ. Μηχανικός
τ. Δ/ντής ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε.
Αναφορές:
Χ. Θεοδωρίδης, ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ – Η αληθινή όψη του Αρχαίου Κόσμου, εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, Αθήνα, 1999.
ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ Κείμενα – πηγές της επικούρειας φιλοσοφίας και Τέχνης του Ζην, επιμέλεια Γ. Αβραμίδης, εκδόσεις Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 2000.
Χ. Κεχρολόγου, «Πολύ μέγιστον η της φιλίας κτήσις», Πρακτικά του 2ου Πανελληνίου Συμποσίου Επικούρειας Φιλοσοφίας, Αθήνα, 2012.
Η ΦΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ, Πρακτικά του 1ου Πανελληνίου Συμποσίου Επικούρειας Φιλοσοφίας, Αθήνα, 2011.
A.A. Long, Η Ελληνιστική φιλοσοφία-ΣΤΩΙΚΟΙ, ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΙ, ΣΚΕΠΤΙΚΟΙ, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1987.
Όλα τα δημοσιευμένα κείμενα της στήλης μπορείτε να τα βρείτε στο http://www.haniotika-nea.gr/author/koufakis/