ΚΑΠΟΙΕΣ φορές, οι «δρόμοι» του παρελθόντος μάς οδηγούν σε πρόσωπα και καταστάσεις που, με το πέρασμα του χρόνου, έχουν καταχωνιαστεί βαθιά στα συρτάρια του νου. Δεν θυμόμαστε πρόσωπα ούτε τι ακριβώς έγινε. Κι όταν η θεά μνημοσύνη τα ξαναφέρνει στην επιφάνεια ύστερα από ένα τηλεφώνημα, μια ανάγνωση ή κάποιο συναπάντημα, τότε ανακαλύπτουμε σπαράγματα αναμνήσεων: σπασμένα ονόματα, μισές ιστορίες…
ΜΟΥ ΣΥΝΕΒΗ με μια φωτογραφία που έστειλε πρόσφατα φίλος συμπαιδοπολίτης (ο Λέων Γερασίμου) από τη Θεσσαλονίκη. Ξαναντίκρισα παιδικά αμέριμνα μουτράκια, με εκείνο το ζωηρό βλέμμα και το αθώο χαμόγελο που είχαμε τότε. Κι ας κουβαλούσαμε στις πλάτες μας τρομακτικές ιστορίες…
ΑΛΛΑ, τι ήμουν εγώ, πριν τόσες δεκαετίες, όταν πρωτάκουγα για Κρήτη, Δωδεκάνησα και Ένωση; Ζούσα κιόλας σε μια χώρα σπαραγμού ενός α-νόητου αδελφοκτόνου εμφύλιου (1946-1949), με τραγικά θύματα κι απ’ τις δυο πλευρές. Κι εμείς, τα «σωσμένα» μικρά-μικρά ανταρτόπληκτα της Κεντρικής Μακεδονίας, «κουρνιάζαμε» συγκεντρωμένα στην Παιδόπολη «Αγία Ειρήνη», στη Θεσσαλονίκη.
…ΠΡΩΤΗ του Δεκέμβρη στα 1948. Έκανε τσουχτερό κρύο στο Ντεπό. Εμείς, τα πολύ μικρά ήμασταν σαν πουλάκια σφιχτά το ένα πλάι στο άλλο για να ζεσταθούμε. Στο μεγάλο στρατιωτικό τολ της συγκέντρωσης παρακολουθούσαμε εντυπωσιασμένα τη μεγάλη «έκτακτη» γιορτή: Μια γιορτή/μνημόσυνο για τα 28.000 «απαχθέντα» από τους αντάρτες Ελληνόπουλα (1948), αλλά και γιορτή της Ελλάδας για την Ένωση της Δωδεκανήσου (1947) και της Κρήτης (1913).
ΘΥΜΑΜΑΙ πως, πολλά από τα «συμπαιδοπολιτάκια» κυρίως κοριτσάκια, ντύθηκαν από τις ομαδάρχισσες «απελευθερωμένες κόρες» της Ελλάδας. Με μεγάλες λευκές κορδέλες χιαστί στο σώμα τους (φωτό) έγραφαν: Ήπειρος, Μακεδονία, Επτάνησα, Θράκη, Κρήτη, Δωδεκάνησος… Ίσως τα ρούχα να μην ήταν αυθεντικά, όμως τα τραγούδια και τα ποιήματα (1) που ακούστηκαν ήταν γνήσια! [Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία το τρίτο κοριτσάκι από αριστερά, στην πρώτη σειρά, ήταν ντυμένο Κρήτη, ενώ το τελευταίο, πάντα στην ίδια σειρά, δεξιά ήταν η Μακεδονία μας. Κάπου ανάμεσα ένα άλλο κορίτσι ήταν ντυμένο Ελλάδα: στο τέλος η Ελλάδα άνοιγε την αγκαλιά της διάπλατα και αγκάλιαζε τα υπόλοιπα «παιδιά της».]
ΘΥΜΑΜΑΙ ακόμη πως από το μοναδικό -μάλλον στρατιωτικό μεγάφωνο- κάποια φωνή έλεγε το πώς απελευθερώθηκε κάθε περιοχή. Για την Κρήτη είπε: «Η επίσημη ανακήρυξη της Ένωσης έγινε στην πόλη των Χανίων την Κυριακή 1η Δεκεμβρίου 1913, παρουσία των τότε βασιλιά Κωνσταντίνου και πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου» και συνέχισε σε γλώσσα καθαρεύουσα με φράσεις ακαταλαβίστικες: «Η πόλις (Χανιά) ηγρύπνησεν στολιζομένη. Εορτάζει δε ο ουρανός, αποκατασταθείσης από της νυκτός της γαλήνης και ανατείλαντος εαρινού ηλίου… Οι δρόμοι παρουσιάζουν όψιν λειμώνων ευωδιαζόντων από τας μυρσίνας. Παντού είναι ανηρτημέναι Βυζαντιναί σημαίαι μεταξύ των κυανολεύκων. Συνωστίζονται παντού χωρικοί υψηλόκορμοι, ζώσαι εικόνες του Θεοτοκοπούλου…» (2).
ΙΣΧΝΕΣ λεπτομέρειες από μια έντονη πατριδολατρεία της εποχής. Όμως, και μόνο το γεγονός ότι η ζωή μας τότε συνυφαινόταν, ενώ ο εμφύλιος ήταν στο αποκορύφωμά του, με την ιστορία όλης της χώρας, είτε οι γονείς μας ήταν «στο βουνό» είτε ήταν «φονευθέντες», στάλαζε γλυκά στην ψυχή μας την έννοια του αδιάσπαστου του ελληνισμού, του κοινού της ελληνικής ιστορίας και του φλογερού πάθους της φιλοπατρίας.
ΓΙΑΤΙ όμως να χανόμαστε σε προσωπικές θολές νηπιακές μνήμες και να μη σταθούμε στο ανατρεπτικό και υπόκωφο χιούμορ ενός μικρού αποσπάσματος απ’ το βιβλίο του Γ. Γιατρομανωλάκη, “Ο Παππούς μου και το Κακό”;(3).
Ας δούμε, λοιπόν, πώς εδώ στα σχολεία της Κρήτης γιορταζόταν -και πιθανόν γιορτάζεται ακόμη- η επέτειος της «φοβερής», κατά τον συγγραφέα, Ένωσης της Κρήτης με τη μητέρα Ελλάδα:
«…Την Κυριακή 1η Δεκεμβρίου 1913, εορτή των αγιομεσιτών και φιλοκρητικών προφήτη Ναούμ και Φιλαρέτου του Ελεήμονος, ο Βενιζέλος μας ανακηρύσσει επίσημα την Ένωση της Κρήτης μας με τη μητέρα Ελλάδα. Και υψώνει εκείνος την ελληνική σημαία. Στα Χανιά. Μετά από 267 χρόνια, 7 μήνες και 7 ολόκληρες μέρες. Τόσο κράτησε το Κακό της τουρκοκρατίας στην Κρήτη μας. Κι εγώ πόσα χρόνια έζησα σκλαβωμένος στους Τούρκους; 23 χρόνια, 8 μήνες και 13 μέρες ακριβώς!»
«Αυτή η φοβερή Ένωση της ωραίας σκλάβας Kρήτης με τη μάνα Ελλάδα μ’ έχει επηρεάσει βαθύτατα. Και ανεπανόρθωτα. Μολονότι βέβαια δεν την έζησα από κοντά. Την έζησα όμως επι σαράντα συναπτα χρονια, όταν κάθε χρόνο γινόταν η τρομερή αναπαράστασή της σε μια αίθουσα του σχολειου μας και η αγαπημενη μου δασκάλα μας εξηγούσε τα καθεκαστα: Στη μεση της αίθουσας ήταν καθισμένη μια μεγαλοκοπέλα. Ντυμένη μάνα Ελλάδα. Και λοιπά. Γύρω γύρω κάθονται κάποιες συμμαθήτριές μου. Άλλη ντυμένη Επτάνησα, άλλη Μακεδονία, άλλη Θράκη. Άλλη Κύπρος. Όλες με μια ταινία στο στήθος με τη σχετικη ονομασία. Όσες περιοχές ήταν ενωμένες με την Ελλάδα μας κλπ. ήταν δεμένες με μια μακριά κορδέλα από το φουστάνι της μάνας τους. Η Κρήτη μας όμως και η Κύπρος καθόντανε μακριά. Ντυμένες στα μαύρα. Χωρις κορδέλες. Τότε, κάποια στιγμή, σύμφωνα με τις οδηγίες της κυρίας Φεβρωνίας, ο καλύτερος μαθητής (συνήθως εγώ) έπαιρνε μια κορδέλα και έδινε τη μια άκρη στη μητέρα Ελλάδα και την άλλη στην Κρήτη μας. Εκεί ήταν που πέφτανε όλοι ξεροί. Και ειδικά όταν η μάνα Ελλάδα άρχιζε να τραβά κοντά την Κρήτη μας. Σιγά σιγά. Και μόλις έφτανε η μαυροφορεμένη κόρη δίπλα στη μάνα της (η Κύπρος πάντως καθόταν συνεχώς ακίνητη), κάποιες άλλες συμμαθήτριές μου της περνούσαν πανω από τα μαύρα ενα φαρδύ άσπρο ρούχο σαν νυφικό. Που, όπως στον γάμο, συμβολίζει την αιώνια ένωση…»
ΠΟΛΥ αργότερα, στις μεγάλες τάξεις του Δημοτικού σχολείου και το εξατάξιο Γυμνάσιο, τα «ξανάπαμε» με την Κρητική Ιστορία: διηγήσεις ηρωικές, ποιήματα, θεατρικά, αποσπάσματα μυθιστορημάτων κ.ά. Ανέκαθεν μου προκαλούσε ζωηρή εντύπωση ό,τι συσχετιζόταν με την Κρήτη. Θαύμαζα τον ηρωισμό, τη λεβεντιά, τη γενναιοφροσύνη, την αποκοτιά, το σθένος αντρών και γυναικών του νησιού. Βαριά η ιστορία τους. Έλεγα, «μα, είναι δυνατόν να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στον κόσμο;»
ΤΟ διαπίστωσα ζώντας το νησί κοντά 40 χρόνια!
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
-(1) Ένα ποίημα που κάποιους στίχους του θυμάμαι:
«Μεσ΄στο αίμα βουτηγμένη/ με πληγές νωπές ακόμη
απ΄της Κρήτης τ’ άγιο χώμα/ επετάχθ’ η λευτεριά…»
Αλλά, και το πολυτραγουδημένο και γνωστό που μάλιστα χορεύαμε(πεντοζάλι):
«Μες στου Μαγιου τις μυρωδιές/ τα κόκκινα κεράσια
Για δέστε πώς χορεύουνε/ της Κρήτης τα κοράσια…»
-(2)Περιγραφή παρμένη από την ανταπόκριση της αθηναϊκής εφημερίδας «Εστία» τής 1ης Δεκεμβρίου 1913.
-(3)Γ. Γιατρομανωλάκης, «Ο Παππούς μου και το Κακό», εφημ. «Τα Νέα», πεζογραφία, Αθήνα, 2013, σελ. 162-163
*Τίτλος δανεισμένος από το βιβλίο του Γ. Γιατρομανωλάκη.