Τετάρτη, 22 Ιανουαρίου, 2025

Οι Γερμανοί στην Κρήτη

Στην κατοχή οι Γερμανοί έπαιρναν τους άνδρες, για αγγαρείες. Κάθε μέρα, πρωί – πρωί, μαζευόταν στη πλατεία και με ονομαστικό κατάλογο τους έβαζαν σε φορτηγά και τους πήγαιναν για καταναγκαστικά έργα στη Σούδα στο λιμάνι της, στο Κόκκινο χωριό, σε κάποια στρατιωτική τους βάση για οχυρωματικά ή πολεμικά έργα που είχαν ανάγκη, σε στρατηγικούς τόπους επίσης.

Οι αγγαρείες αυτές ήταν εξοντοτικές και απάνθρωπες. Τους έβαζαν να σκάβουνε, να σπάνε πέτρες, ν’ ανοίγουν δρόμους να κουβαλούν να ξεφορτώνουν όλη μέρα νηστικοί και με ελάχιστο νερό κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες (βροχή – ήλιο) χωρίς μέτρα προστασίας.
Πολλοί λιποθυμούσαν από την αδυναμία, κούραση και την πείνα. Δεν άντεχε το σώμα τους το ήδη εξασθενημένο. Αλοίμονο σε όποιον δε δούλευε ή αν δραπέτευε. Η εκτέλεση ήταν η τιμωρία τους.
Σε τέτοια αγγαρεία, πήραν μια φορά χωριανούς μας (Καλαμίτσι Αλέξανδρος) ένας από αυτούς και ο Στεφανής Χατζηδάκης καθώς και άτομα από διπλανά μας χωριά.
Ο Στεφανής έσκαβε μέσα στο καταφύγιο στη Σούδα όπου τους είχαν πάει και ένας κοντοχωριανός έβγαζε τις πέτρες έξω με το καρότσι (όπως έχουν στις οικοδομές σήμερα οι χτίστες). Και για να δείτε όποιος έχει τύχη… Μια μέρα προτείνει ο άλλος του Στεφανή, ν’ αλλάξουν γιατί βαρέθηκε. Ο Στεφανής στην αρχή αρνήθηκε μήπως βρουν μπελά, τελικά δέχτηκε και ανταλλάξανε εργασία δηλ. το καρότσι ο Στεφανής και το σκάψιμο ο άλλος.
Κάποια στιγμή περνούν εγγλέζικα αεροπλάνα και βομβαρδίζουν εκεί και το καταφύγιο, το οποίο βουλιάζει. Ο κοντοχωριανός θάφτηκε ζωντανός βγάζοντας κάποιες κραυγές σαν ποντίκι στη φάκα ενώ ο χωριανός μας τραυματίστηκε στο πόδι με το καρότσι αφού έβγαινε εκείνη τη στιγμή έξω, έτσι γλίτωσε. Όμως πολλές νύχτες για χρόνια πολλά έβλεπε εφιάλτες και ξυπνούσε φοβισμένος. Έβλεπε στο όνειρό του, τα χώματα να πέφτουν επάνω του και να τον πλακώνουν ή άκουγε το φίλο του να πεθαίνει χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα. Το φέρετρο που είχαν πάρει γι’ αυτόν γιατί θεωρούσανε νεκρό επίσης, δεν του χρειάστηκε αφού ο Στεφανής μας που στάθηκε τυχερός, γύρισε στο Καλαμίτσι ζωντανός. Βέβαια με το πόδι του είχε πρόβλημα, αλλά ήτανε τότε νέος, μπορούσε και δούλευε, και μάλιστα φούρναρης στους Γερμανικούς φούρνους στον Αγ. Ιωάννη Χανίων, στον Βάμο και στον Καναδά όπου πήγε μετανάστης αφού παντρεύτηκε εδώ.
Έζησε 15 χρόνια δουλεύοντας σε εβραϊκούς φούρνους σηκώνοντας τσουβάλια αλεύρια. Εταν επέστρεψε στην Ελλάδα το 1970 άρχισε να τον ενοχλεί το πόδι του αφού είχε μεγαλώσει πλέον.
Όμως έκανε κουράγιο μέχρι που πήρε σύνταξη και έτσι χωρίς υποχρεώσεις να έχει, αποφάσισε να κάνει εγχείρηση…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα