Χωρίς εφιάλτες και προκαταλήψεις εμβολιαστείτε και να προσεύχεστε
Εκαβάτζαρε ο καιρός τη φετινή χρονιά, και τα νέφαλα συνεχίζουνε να παίζουνε με την αγωνία τση διψασμένης φύσης και των αγροτών του τόπου μας. Κι ενώ σεργιανίζουνε στον ουρανό και στοιβάζονται στον ορίζοντα, παραφορτωμένα με το πολύτιμο φορτίο ντωνε, το νεράκι, δεν αποφασίζουνε να το ρίξουνε. Παρά το ταξιδεύουνε σ’ άλλους τόπους και το ρίχνουνε με το τουλούμι εκειά. Κι εμείς επαέ απομένομε με την ελπίδα πως η σειρά μας θα ΄ρθει παραΰστερα. Γιατί ο Θεός μπορεί ν’ αργεί αλλά δεν ξεχνά, που λέει ο λαός. Και ετσά πέρασε και τση Μεσοσπορίτισσας και τα πρωτοβρόχια δεν εξεδιψάσανε ακόμη το τόπο μας επαέ.
Τούτεσας οι σκέψεις εβασανίζανε το νου μου την ώρα που απολέμουνα επαέ στο καφενέ να ξεφύγω από την ανία τση μοναξιάς. Ήτανε και κείνηνα η γι ημέρα μουντή και συννεφιασμένη, σαν και την εδική μου κακόρεξη διάθεση, απ’ ούλα τα θώρουνα μαύρα. Γι’ αυτό κι ο νους μου με ταξίδεψε σε μιαν άλλη δύσκολη εποχή απού και τότεσας εβασάνιξε την αθρωπότητα, θανατηφόρος λοιμώδης αρρώσιαν κι εθέριζε τσοι ζωές των αθρώπω σα τσοι ράπες τω δημητριακώ από τσοι θεριστάδες. Κι οι γι αθρώποι κείνουνα του καιρού, εξεσπούσανε τραγουδώντας τα γνωστά τοπικά ρεμπέτικα, τα ταμπαχανιώτικα, τσοι καημούς και τσοι δυσκολίες τση ζωής τωνε, όπως καλή ώρα και με τούτονε το τραγούδι το «μαύρα θα βάψω να φορώ μαύρα και πάλι μαύρα, για να ταιριάζει η φορεσιά με τση καρδιάς τη λάβρα».
Και πώς ν’ αναντρανίσει η διάθεση μου αλήθεια κιόλας, και να ξαναβρώ το κέφι μου με τα όσα θωρώ και γροικώ, όπου γίνονται τσοι μέρες μας από τον νοήμονα άθρωπο. Κι είναι αλήθεια πως τούτηνε τη γη, ποτέ δεν ντηνε κατοικήσανε Αγγέλοι. Παρά πάντα αθρώποι μ’ αδυναμίες κι ελαττώματα. Μα οι γι αθρώποι κείνουνα του καιρού ανήκανε σ’ οικογένειες απού τσοι κουμαντάρανε οι μεγάλες αρχόντισσες, οι μοναδικές και ανεπανάληπτες μανάδες π’ αναθρέφανε τα κοπέλια ντωνε με τροφές, για να τα μεγαλώσουνε, αλλά κι εγεμίζανε τσοι ψυχές τωνε με αιστήματα και τα οχυρώνανε με τσ’ ηθικές αξίες. Κι ετσά τα προσφέρανε στη κοινωνία μ’ αθρωπιά κι ευαιστησίες, γιατί τανε καρποί τση λαχτάρας τωνε για οικογένεια. Κι όι τση δίψας τωνε για ηδονή…
Με τούτανα δα τα κάστρα τσ’ αθρωπιάς και του φιλότιμου, οι κοινωνίες των αθρώπω ανταποκρίνουντανε με επιτυχία στον αθρώπινο προορισμό ντωνε. Γι’ αυτό και σαν αρχινίξανε να ‘ρχονται τα ρεύματα του εκμοντερνισμού εγροίκας και λέγανε, παραξενεμένοι από τσ’ εξελίξεις απού θωρούσανε και γροικούσαν, επαέ στον καφενέ στα ροζοναρίσματα ντωνε τσ’ αργαδινές «Χωριανοί, τα ύστερα του κόσμου! Οι γι άθρωποι συμπεριφέρονται τσοι καιρούς τούτουσές σαν τα έχνη». Μα τα έχνη όμως υπακούουνε σε φυσικούς νόμους, γι’ αυτό και περιορίζονται στην υπακοή σ’ αυτούς. Κι ετσά, ο άθρωπος απομένει ο μοναδικός απού ξεστρατίζει από τη φυσιολογική ζωή. Μ’ αποτέλεσμα να δοκιμάζεται κατά την ταπεινή μου γνώμη, τσ’ έσχατους τούτουσες καιρούς το έλεος του Θεού.
Για κείνο και τη σκέψη μου τηνε τριγυρίζουνε πολλά και διάφορα ερωτήματα. Αλήθεια κιόλας, γιάντα από αυτά τα ακραία, παράξενα και αναπάντεχα απού γίνονται να μην έχουνε σχέση και με την οργή του Θεού! Και δεν είναι λίγες οι φορές απού διαβάζομε αναφορές σε παρόμοιες περιπτώσεις στην Παλαιά Διαθήκη που «εξεκαύθη πυρ εν τη συναγωγή αυτών, φλοξ κατέφλεξεν αμαρτωλούς» ψαλμός 105 στίχος 18. Γι’ αυτό και πιστεύω πως και η μετάνοια είναι αναγκαία και η προσευχή επιβεβλημένη. Για να παρατείνει ο Θεός το Έλεος του. Αλλά και παράλληλα «Συν Αθηνά και χείρα κίνει», όπως λέγανε οι αρχαίοι πρόγονοι μας κι εγίνουντανε και γίνουνται ως εδά.
Μόνη εξαίρεση και διαφοροποίηση απού αλλάξανε τα όσα εκατέχαμε και γίνουντανε ως εδά, είναι ο ξαφνικός ερχομός του κορωνοϊού. Που σαν οι γι επιστήμονες απού και με την αρωγή τση Θείας Πρόνοιας, σε σύντομο χρονικό διάστημα επροσφέρανε το σωτήριο εμβόλιο, στσοι κοινωνίες των αθρώπω για ν’ ανακόψουνε τη θανατηφόρο πορεία ντου, μαζί βέβαια και με τσοι γνωστές άλλες προφυλάξεις. Που αντί να το δεχτεί η γι αθρωπότητα με την καθολική συμμετοχή στον εμβολιασμό, απού εδά κι εκατό χρόνια θωρακίζουνε την υγεία των αθρώπω τουτανά τα εμβόλια. Δίνουνε πίστη στα διαδιδόμενα και κάνουνε υπακοή στο ανεύθυνο διαδίκτυο.
Και κάπου οι θρησκευόμενοι υπερβάλλουνε και ξεπερνούνε τα δασκαλέματα του ίδιου του Χριστού και των Αποστόλων. Και παρουσιάζονται σαν βασιλικότεροι του Βασιλέως. Γιατί ο Χριστός, όταν προκλήθηκε από τον Διάβολο να πέσει από κάποια στέγη και ο Θεός θα δώσει εντολή στους Αγγέλους να σε σώσουνε, απάντησε: «Ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεό σου». |(Ματθ.4.6,7) και η προστασία του Θεού σε μας είναι ξεκάθαρη «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού εστε και το πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν; Ει τις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθείρει τούτον ο Θεός» (Κορινθ. Α3.16,17). Το λοιπός Χρισιανοί μου υπακοή και προσευχή και να είστε βέβαιοι σύμφωνα και με το αρχαίο «ότι εστε δίκης οφθαλμός ος τα πανθ ορά» και να μη συνεχίζετε άθελα σας να αγνοείται θεϊκές εντολές, όπως την υπακοή «πείθεσθε τοις ηγημένοις υμών» (Εβρ.13,17), γιατί ακόμη με την ανυπακοή σας γίνεστε αίτιοι θανάτω.
Γιατί άθελα σας και πάλι, αυτοκτονείτε γή δολοφονείτε συναθρώπου σας. Γι αυτό κι αξίζει το κόπο να ξανασκεφτείτε τσ’ αποφάσεις σας. Όσο δα για την πολιτική εκμετάλλευση απού γίνεται είναι καιρός να πάψουνε κάποιοι να πατούνε επί πτωμάτων, για να ψαρεύουνε ψηφαλάκια απού λεγε και το χωριανάκι μου μια φορά κι ένα καιρό, γιατί ‘ναι μεγάλη απαθρωπιά και τα πράματα είναι δύσκολα και πολύ επικίντυνα. Και δεν είναι καιρός να παίζονται παιχνίδια απού δε πρέπει, παρά ούλοι μαζί να στρατευτούμε στον αγώνα για τον κοινό εχθρό μας τον κορωνοϊό. Οι χιλιάδες νεκροί, οι συχνές μεταλλάξεις δε μας προβήματίζουνε; Αντίσταση το λοιπός δι όλων των μέσων. Μετάνοια, προσευχή, εμβόλια και υπακοή. Θεέ μου βλέπε μας το νου μας. Πολλά τα έτη σας Αναγνώστριες και Αναγνώστες μου κι αναζητηχτοί.
Το γεροντάκι
Σημειώσεις
Απολεμώ= προσπαθώ
Ράπη= στέλεχος δημητριακών
Λάβρα= ο καημός, η συμφορά
Αναντρανίζω= ανασηκώνομαι
Ροζονάρω= κουβεδιάζω
Γροικώ= ακούω
Έχνη= ζώα
Γιάντα= γιάντα
Αργαδινές= Τα βράδια
Γούζιομαι= Μεμψιμοιρώ