Καθημερινά, θα ξεφυλλίσουμε μια εφημερίδα ή κάποιο βιβλίο, θα περιηγηθούμε σε κάποιο ιστότοπο, πράττοντας το πλέον αυτονόητο, να διαβάσουμε.
Εξιστορώντας και αναλύοντας την εξέλιξη του ανθρώπου, η σημασία της Γραφής είναι ιδιάζουσα. Ο άνθρωπος, με την ανακάλυψη και την αξιοποίηση της Γραφής, πραγματοποίησε ένα τεράστιο άλμα στη ψυχοπνευματική εξελικτική του πορεία, αφού δίχως αυτή η ιστορική μνήμη θα ήταν ανύπαρκτη. Μεγάλος αριθμός ανθρωπολόγων, θεωρεί πως ο πρωτόγονος άνθρωπος κατασκευάζοντας και χρησιμοποιώντας το πρώτο εργαλείο (από λίθο ή ξύλο), έκανε ένα σημαντικό βήμα για την εξέλιξη του. Πώς προκύπτει αυτό; Από την κίνηση πλέον των δακτύλων, όπως και από την ανάπτυξη της διάνοιας στην εκμάθηση νέων δεξιοτήτων. Με την κατασκευή πλέον των εργαλείων δημιούργησε πολιτισμό, αλλά πέρασαν χιλιάδες χρόνια για να κατορθώσει να καταγράψει την προφορική του γλώσσα.
Το εξελικτικό ταξίδι της γραφής, φαίνεται να ξεκινά με την ιδιόγραφή γραφή. Ουσιαστικά, αποτελούσε την απεικόνιση αντικείμενων τα οποία υποδήλωναν πραγματικά αντικείμενα ή αντίστοιχες φράσεις – έννοιες. Ακολούθησε η εικονογραφική γραφή (απόγονος της ιδιόγραφής), με κάθε γραπτό σύμβολο να εκφράζει μία ολόκληρη έννοια ή λέξη (π.χ. θέλοντας να γράψουν ένα ψάρι σχεδίαζαν ένα ψάρι). Οι γραφές παρουσίαζαν όμως μεγάλες δυσκολίες τόσο στη διαδικασία γραφής όσο και στη σωστή ανάγνωση αυτής. ‘Έτσι οι άνθρωποι, για να διευκολύνουν τη διαδικασία επικοινωνίας τους, αντικατέστησαν τις εικόνες με γραμμές, απλοποίησαν τα γραπτά σύμβολα και επινόησαν τη γραμμική γραφή ή γραμμογραφική με τις γραμμές να συμβολίζουν είτε συλλαβές (συλλαβογραφική γραφή) είτε φθόγγους (φθογγογραφική γραφή). Η Γραμμική γραφή χρησιμοποιήθηκε από τους Ασσύριους (νομαδικές φυλές της Μεσοποταμίας), τους Χετταίους (αρχαίος λαός της Ανατολίας), τους Πρωτό-έλληνες και τους Φοίνικες (διάφοροι σημιτικής προέλευσης πληθυσμοί που ασχολούνταν με το θαλάσσιο εμπόριο στη Μεσόγειο).
Έπεται, η προϊστορική γραφή των Ελλήνων (Μυκηναϊκή γραφή). Κατά τη διάρκεια ανασκαφών που πραγματοποίησε ο Άγγλος Αρχαιολόγος Σέρ Άρθουρ Τζον Έβανς, το έτος 1900 στην Κνωσό, ήρθε στο φως ένας μεγάλος αριθμός πήλινων πινακίδων και ύστερα από εκτενή μελέτη και έρευνα, διαπίστωσε τρία (3) είδη γραφών σε αυτές. Η πρώτη ονομάστηκε ιερογλυφική, η δεύτερη Γραμμική Α και η τρίτη Γραμμική Β. Κάθε μία αποτελεί εξέλιξη της άλλης με τον Έβανς να προσδιορίζει χρονολογικά την ιερογλυφική στο 2000-1800 π.Χ. την Γραμμική Α στο 1800-1450 π.Χ και την Γραμμική Β στο 1400 π.Χ.
Σε δεύτερο στάδιο, βρέθηκαν πινακίδες και σε διάφορα προϊστορικά κέντρα της Κρήτης αλλά και της ηπειρωτικής Ελλάδας, με πινακίδες των Μυκηνών και της Πύλου να χρονολογούνται περί το 1200 π.Χ. Η Γραμμική Β ή η μυκηναϊκή γραφή, αποκρυπτογραφήθηκε από τον Βρετανό Αρχιτέκτονα Μιχαήλ Βέντρις το έτος 1952, σε συνεργασία με τον Άγγλο καθηγητή κλασσικής φιλολογίας Τζων Τσάντγουικ. Τα κείμενα που κατόρθωσαν να διαβάσουν στις πινακίδες της Κνωσού, της Μύλου και των Μυκηνών ήταν Ελληνικά και η Γραμμική Β ήταν συλλαβική, δηλαδή κάθε σύμβολο αντιπροσώπευε μια συλλαβή (σήμερα έχουν βρεθεί γύρω στα 90 σύμβολα-γράμματα). Βάση των ως άνω πινακίδων συμπεραίνεται, ότι η διάλεκτος που μιλούσαν οι Αχαιοί (κατά τους ιστορικούς χρόνους της αρχαίας Ελλάδας ήταν μία από τις τέσσερις φυλές του Αρχαίου Ελλαδικού χώρου που αποτέλεσαν το πρώιμο ελληνικό έθνος : Αχαιοί, Ίωνες, Αιολείς και Δωριείς), στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο στα 1400-1200 π.Χ. ήταν η Ελληνική ενώ ήταν αρχαιότερη από τη γλώσσα των Ομηρικών Επών (προ ομηρική ελληνική γλώσσα). Πάντως οι αποκρυπτογραφημένες πινακίδες, δεν έδωσαν ιστορικές πληροφορίες αφού όπως διαπιστώθηκε αργότερα ήταν κατάλογοι περιουσιακών στοιχείων, των παλατιών των ηγεμόνων της Κνωσού, της Πύλου και των Μυκηνών. Η Γραμμική Β χρησιμοποιήθηκε και μετά τον 12ο αιώνα π.Χ. αλλά αυτό ως τον 9ο αιώνα π.Χ. διάστημα όπου οι Έλληνες υιοθέτησαν το Φοινικικό αλφάβητο (αφότου το προσάρμοσαν στις φωνητικές ανάγκες του Ελληνικού αλφάβητου). Στο κλασικό Ελληνικό αλφάβητο φοινικικής προέλευσης, βρίσκουμε 24 γράμματα, 7 φωνήεντα και 17 σύμφωνα. Το κάθε ένα αντιπροσωπεύει ένα φθόγγο ένα φωνητικό στοιχείο, άρα για κάθε φθόγγο και ένα σχήμα (γράμμα). Είναι γραφή φθογγογραφική και το ίδιο κλασικό αλφάβητο χρησιμοποιούμε ως σήμερα. Το ελληνικό αλφάβητο υιοθετήθηκε αργότερα από τους Λατίνους και μέσω της Λατινικής διαδόθηκε και χρησιμοποιήθηκε από όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Σήμερα, η φθογγογραφική είναι η γραφή όλων σχεδόν των γλωσσών καθώς αποτελεί το απλούστερο από όλα τα συστήματα γραφής.
Η γραμμική Α δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί ακόμη. Ωστόσο πολλά σύμβολα είναι όμοια με εκείνα της Γραμμικής Β και έτσι κατορθώθηκε αρκετές λέξεις να διαβαστούν, αλλά κυρίως προελληνικά ονόματα.
Πάντως, η ακριβής απάντηση, για το ποιος επινόησε τη γραφή αλλά και το πότε ακόμη και σήμερα μας διαφεύγει. Σε αυτό συντέλεσε η ανακάλυψη ενός ηγεμονικού τάφου, στο Βασιλικό νεκροταφείο «Ουμ ελ Κα’αμπ» στην Άβυδο της Αιγύπτου, το έτος 1987 (από Γερμανούς Αρχαιολόγους). Ο τάφος, χρονολογήθηκε κατά ένα αιώνα και περισσότερο παλαιότερος της 1ης Αιγυπτιακής Δυναστείας (2950-2775 π.Χ.) και ονομάστηκε « U-j ». Στην τοποθεσία του, βρέθηκαν πινακίδες χαραγμένες από συνδυασμούς ιερογλυφικών συμβόλων γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό αφού πριν την ανακάλυψη του, ήταν παγκοσμίως αποδεκτό πως το παλαιότερο σύστημα γραπτών αρχείων επινοήθηκε στην Μεσοποταμία (το σπουδαιότερο ιστορικά τμήμα της χώρας αυτής βρίσκεται στο σημερινό Ιράκ). Τούτο, προέκυπτε από πήλινες πινακίδες που διασώθηκαν στο ναό Ουρούκ (σημερινή τοποθεσία, Νοτιοανατολικά της Βαγδάτης), ο οποίος χρονολογικά, τοποθετείται στο έτος 3200 π.Χ. Πάντως, οι αποδείξεις τείνουν να υποστηρίζουν ακόμη και σήμερα την Μεσοποταμία ως τη περιοχή γέννησης της γραφής.
Το σύστημα των ιερογλυφικών που επινοήθηκε για την Αίγυπτο ήταν τυπικά Αιγυπτιακό, δηλαδή τα σύμβολα προέρχονταν από το αιγυπτιακό περιβάλλον και η δομή της γραφής ήταν προσαρμοσμένη σε βαθμό τελειότητας με την αιγυπτιακή γλώσσα. Τα ιερογλυφικά αποτελούν κομμάτι του αιγυπτιακού πολιτισμού με ιδιαίτερη θρησκευτική σημασία μέχρι και το τέλος της Φαραωνικής Περιόδου. Ως ότου όμως βρεθούν κείμενα αιγυπτιακά παλαιότερα των πινακίδων του τάφου « U-j » η απάντηση για το ποιος επινόησε τη γραφή θα μας διαφεύγει.
*Ο Νίκος Κοτσαύτης ειναι απόφοιτος
τμημάτων Αρχαιολογίας και Νομικής
Βιβλιογραφία: (1) The Ancient Near East, C. 3000-330 BC, Τόμος 1, Amélie Kuhrt, (2) The Seventy Great Mysteries of Ancient Egypt, Bill Manly & (3) The Hellenistic Settlements in the East from Armenia and Mesopotamia to Bactria and India, Getzel M. Cohen.
Συγχαίρομε θερμά τον αρθρογράφο κ. Νικ. Κοτσαύτη, για την άκρως δύσκολη και συνθετική εργασία του, πάνω στις πηγές της “Γραφής” και την ακριβή ενημέρωσή μας. Με τις καλύτερες ευχές μας για υγεία και περαιτέρω δημιουργική προσπάθεια, φιλικά Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ.
Σας ευχαριστώ πολύ και ανταποδίδω τα καλύτερα.
Με εκτίμηση!