Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Η ιατροφαρμακευτική φροντίδα των αγωνιστών του 1821

Η επανάσταση του 1821 και η αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, μετά από σχεδόν τέσσερις αιώνες, αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας.

Η οργάνωση του πολύπτυχου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, όμως, δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στο θέμα της υγειονομικής περίθαλψης, παραβλέποντας το γεγονός των αυξημένων αναγκών ιατρικής φροντίδας λόγω τραυματισμών στις μάχες, της ανεπάρκειας πόρων, αλλά και της έλλειψης των στοιχειωδών κανόνων υγιεινής και δημόσιας υγείας.
Οι επιστήμονες με πτυχίο ιατρικής στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν λιγοστοί και οι ιατρικές ανάγκες του αγώνα καλύπτονταν κυρίως από Ευρωπαίους εθελοντές γιατρούς, εμπειρικούς-πρακτικούς θεραπευτές, ακόμη και από κομπογιαννίτες και τσαρλατάνους, ιδίως στην επαρχία. Εκτός από τον μικρό αριθμό των γιατρών, η έλλειψη φαρμάκων και υγειονομικού υλικού, καθώς και η απουσία οργανωμένων θεραπευτηρίων, επιδρούσαν αρνητικά στη διασφάλιση της υγείας των αγωνιστών του 1821, που εκτός των τραυματισμών στις μάχες, αντιμετώπιζαν και πλήθος άλλων παθολογικών προβλημάτων, όπως λοιμώδη νοσήματα και επιδημίες.

Εισαγωγή

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 από τους Οθωμανούς σήμανε για τους Έλληνες την απαρχή μιας μακράς περιόδου σκληρής και μακρόχρονης κατοχής και καταδυνάστευσης. Το διάστημα αυτό οι φιλελεύθεροι Έλληνες επανειλημμένα προσπάθησαν με σειρά εξεγέρσεων να αποτινάξουν τον Οθωμανικό ζυγό, χωρίς, όμως, ουσιαστικό αποτέλεσμα, μέχρι και τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα. Τις περισσότερες, μάλιστα, φορές οι τοπικές εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις καταπνίγονταν στο αίμα από το στρατό των κατακτητών, οι οποίοι αφαιρούσαν αδιάκριτα ζωές, υπεξαιρούσαν περιουσίες, ενώ απαιτούσαν όλο και μεγαλύτερους φόρους, αλλά και τυφλή υποταγή.
Τις δύο πρώτες δεκαετίες του 1800 άρχισαν να ωριμάζουν οι συνθήκες για την επιτυχή οργάνωση του απελευθερωτικού αγώνα, με την ανάλογη ψυχική προετοιμασία των υπόδουλων Ελλήνων, με την προσπάθεια συγκρότησης αξιόμαχων στρατιωτικών σωμάτων, καθώς και με δράσεις εξασφάλισης των αναγκαίων οικονομικών πόρων για τον αγώνα. Οι χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις βασίστηκαν στα υπάρχοντα σώματα των κλεφτών και των αρματολών, οι ναυτικές δυνάμεις οργανώθηκαν αρχικά με τη μετατροπή των σιτοκάραβων της Ύδρας, των Ψαρών και των Σπετσών σε πολεμικά πλοία, ενώ οι πόροι προήλθαν στην αρχή από ερανικές προσπάθειες της Φιλικής Εταιρείας και στη συνέχεια από τις αρχές της επανάστασης, όπως ήταν ο Άρειος Πάγος και η Πελοποννησιακή Γερουσία.
Μέσα σε συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας, αλλά και ελλιπούς πρόσβασης σε ανώτερη εκπαίδευση, στην προεπαναστατική περίοδο ο αριθμός των γιατρών ήταν πολύ μικρός, αγγίζοντας τους ενενήντα, στο εκατομμύριο πληθυσμού, στον ελληνικό στόλο με τέσσερις χιλιάδες ναύτες δεν υπήρχε κανένας γιατρός, ενώ μετά την επανάσταση του 1821 ο αριθμός τους, ακόμη και με τη συνδρομή φιλελλήνων Ευρωπαίων επιστημόνων, δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τους πεντακόσιους.

Η δημόσια υγεία το 1821

Κατά την προεπαναστατική περίοδο οι συνθήκες ένδυσης, διατροφής, υγιεινής και γενικότερα διαβίωσης του μεγαλύτερου μέρους των υπόδουλων Ελλήνων ήταν άθλιες και παντελώς υποβαθμισμένες. Τα κυριότερα αίτια αυτής της κατάστασης και της επακόλουθης μετάδοσης ασθενειών, ήταν ο συγχρωτισμός του πληθυσμού στα αστικά κέντρα, το υγρό κλίμα της χώρας, οι συνεχείς μετακινήσεις των αγωνιστών από περιοχή σε περιοχή, οι ασταμάτητες εξεγέρσεις ή επαναστάσεις, αλλά και η έλλειψη τροφίμων, νερού, φαρμάκων και άλλων εφοδίων. Ειδικά στις μεγάλες πόλεις της εποχής, όπου κατέφευγε ο πληθυσμός της επαρχίας για μεγαλύτερη ασφάλεια, είτε εκτοπισμένος από τις συγκρούσεις, είτε αναζητώντας εργασία, υπήρχαν στοιχειώδεις υποδομές ύδρευσης, αποχέτευσης και απομάκρυνσης απορριμμάτων, με αποτέλεσμα την συχνή εκδήλωση επιδημιών. Μετά την κήρυξη της επανάστασης, η πρώτη επιδημία στη χώρα οφειλόταν σε εξανθηματικό τύφο, που προκάλεσε περίπου 3.000 θανάτους στην Τρίπολη, ενώ επεκτάθηκε σταδιακά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας.
Μετά την έναρξη της επανάστασης συγκροτήθηκε η Υπηρεσία Επιμελητείας, που είχε ως στόχο την οργάνωση του εφοδιασμού του αγώνα σε όπλα, πολεμοφόδια, τρόφιμα και μισθοδοσία των ενόπλων τμημάτων. Για άγνωστους λόγους, όμως, η υπηρεσία αυτή ασχολήθηκε ελάχιστα με την τροφοδοσία σε φάρμακα και γενικά υγειονομικό υλικό, με αποτέλεσμα η έλλειψη οργάνωσης και οι ελλιπείς πόροι να οδηγήσουν σε τραγικές ελλείψεις στην υγειονομική περίθαλψη των αγωνιστών.

Η διατροφική κατάσταση των αγωνιστών

Οι διατροφικές επιλογές των αγωνιζομένων Ελλήνων ήταν περιορισμένες και περιλάμβαναν ψωμί ή παξιμάδι, αρκετό λάδι, βρασμένο καλαμπόκι και σπάνια ψάρι ή κρέας, ενώ τα ποτά που υπήρχαν ήταν το κρασί και η ρακή. Αναφέρεται, όμως, ότι σε περίπτωση μακροχρόνιων πολιορκιών, όπως αυτή του Μεσολογγίου, οι πολιορκημένοι κατανάλωναν οτιδήποτε μπορούσε να μασηθεί, όπως κάθε οικόσιτο ή άλλο ζώο (άλογα, μουλάρια, σκύλους, γάτες, ποντικούς), ακόμη και δέρματα ζώων, ενώ έχουν καταγραφεί, σε περιπτώσεις απόλυτης λιμοκτονίας, και περιστατικά νεκροφαγίας πτωμάτων, και δη συγγενικών προσώπων. Οι πολιορκημένοι αναγκαζόταν, ακόμη, να πιούν το γλυφό νερό της λιμνοθάλασσας και των ελάχιστων πηγαδιών ή δεξαμενών βρόχινου νερού, που συχνά περιείχαν πτώματα σε αποσύνθεση, με αποτέλεσμα τις αδιάλειπτες, ακόμη και θανατηφόρες, μολύνσεις του πληθυσμού.
Η ακατάλληλη, όμως, και ελλιπής αυτή διατροφή προκαλούσε, εκτός των άλλων, και σοβαρές ασθένειες, όπως η δυσεντερία και το σκορβούτο από έλλειψη βιταμίνης C, ενώ έκδηλη ήταν και η σωματική εξάντληση των αγωνιστών και των οικογενειών τους. Συχνά, επίσης, δεν υπήρχε πρόσβαση σε καθαρό νερό σε πολλές περιοχές της χώρας, αφού βασικό μέλημα των Οθωμανών ήταν η κατάληψη και η μόλυνση των πηγών και η παρεμπόδιση της λειτουργίας τους, για εκδικητικούς λόγους (Άννινος, 1925). Άλλες σοβαρές ασθένειες της περιόδου της Επανάστασης, ήταν η ελονοσία, η πανώλη και η ευλογιά, οι οποίες συνολικά προκάλεσαν περισσότερους θανάτους, συγκριτικά με τις απώλειες που προήλθαν από τα πεδία των μαχών.

Οι επιστήμονες γιατροί του αγώνα

Την περίοδο της Τουρκοκρατίας δεν ήταν σπάνιο γόνοι πλούσιων οικογενειών να μεταβαίνουν σε διάφορες Ευρωπαϊκές πόλεις, όπως Βιέννη, Μόναχο, Πίζα, Παρίσι, Φλωρεντία, Πάδοβα ή Πετρούπολη και να σπουδάζουν ιατρική στα πανεπιστήμιά τους, ελλείψει ιατρικών σχολών στην Ελλάδα, με διπλώματα που έφεραν την αναφορά ‘’Natione Graecus’’. Αρκετοί από αυτούς ανέβηκαν στη διοικητική ιεραρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως ο Μαυροκορδάτος που έγινε Μεγάλος Διερμηνέας, ενώ άλλοι όπως ο Ηπίτης οργάνωσαν στο εξωτερικό φιλελληνικά κινήματα. Επίσης, πολλοί γιατροί, όπως ο Πολύζος, ο Νικολαΐδης, ο Κυρίτσης και ο Φράγκος συνεργάστηκαν στενά με το Ρήγα Φεραίο, πλήθος γιατρών συμμετείχαν στη Φιλική εταιρεία, όπως ο Αρσάκης, ο Σακελλάριος και ο Δελλαπόρτας, ενώ και ο Ιωάννης Καποδίστριας, πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος, είχε σπουδάσει ιατρική στην Πάντοβα της Ιταλίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τους γιατρούς αυτούς που σπούδασαν στην Ευρώπη πολύ λίγοι ενεπλάκησαν στο ένοπλο σκέλος του εθνικού αγώνα και πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους κατά τις μάχες, σε κακώσεις ή τραυματισμούς, καθώς οι περισσότεροι παρέμειναν στο εξωτερικό ή, όσοι επέστρεψαν, ασχολήθηκαν με την αντιμετώπιση παθολογικών προβλημάτων των αγωνιστών και των οικογενειών τους. Ουσιαστικά, δηλαδή, στις μάχες με τους εχθρούς η ιατρική φροντίδα παρέχονταν σχεδόν αποκλειστικά από Ευρωπαίους γιατρούς, καθώς και από πρακτικούς ή εμπειρικούς θεραπευτές. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η θέσπιση κανόνων άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, έγινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1834, με το διάταγμα ‘’Περί συστάσεως του Ιατροσυνεδρίου’’.

Οι πρακτικοί – εμπειρικοί γιατροί

Τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα, ιδίως στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας, η ιατρική, εκτός από τους λιγοστούς επιστήμονες γιατρούς, ασκούνταν και από τους πρακτικούς-εμπειρικούς γιατρούς, που εφάρμοζαν τη λεγόμενη ‘’Δημώδη Ιατρική’’. Σύμφωνα με αναφορές της εποχής, είχαν επιδεξιότητα στην ανάταξη καταγμάτων και εξαρθρωμάτων, στην πραγματοποίηση χειρουργικών μικροεπεμβάσεων, καθώς και στην παρασκευή φαρμάκων από βότανα, τα οποία χορηγούνταν τόσο σε ασθενείς, όσο και σε τραυματίες σε μάχες. Για τους λόγους αυτούς συχνά αποκαλούνταν ‘’ιατροχειρουργοί’’ ή, αντίστοιχα οι σχετιζόμενοι με φάρμακα, ‘’ιατροφαρμακοποιοί’’. Οι πρακτικοί αυτοί γιατροί, κάποιες φορές ιερωμένοι και μοναχοί, έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης από το λαό και διακρίνονταν σε εξοχότατους, καλογιατρούς και βοτανοπώλες, ήταν άτομα υψηλού ήθους, ανιδιοτελείς και με βαθύ το αίσθημα της φιλοπατρίας και του αλτρουισμού. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, οι λεγόμενοι ‘’ιατροχειρουργοί’’ έκαναν πολύ επιτυχημένες επεμβάσεις και ανατάξεις καταγμάτων στις μάχες, ενώ ο λαός τους εμπιστεύονταν κάποιες φορές περισσότερο ακόμη και από τους επιστήμονες γιατρούς.
Σημειώνεται ότι στην περίπτωση των πρακτικών γιατρών, συνήθως η μεταλαμπάδευση των γνώσεων ήταν οικογενειακή υπόθεση, αφού πραγματοποιούνταν από τον πατέρα στα παιδιά του, ενώ υπήρχαν και πρακτικά ιατροφαρμακευτικά σχολεία σε διάφορες πόλεις, όπως η Αθήνα, η Σπάρτη, η Κέρκυρα, ο Μυστράς και το Καρπενήσι. Κατά τα προεπαναστατικά χρόνια, επίσης, λειτουργούσαν το Σχολείο Επιστημών της Ιατρικής που ίδρυσε ο Ανάργυρος Πετράκης στην Αθήνα το 1812 και η Ανωτέρα Ιατρική Σχολή της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα.
Οι εμπειρικοί γιατροί είχαν μεγάλη συμβολή στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, τόσο ως θεραπευτές, όσο και ως πολεμιστές, ενώ αρκετοί έχασαν τη ζωή τους στις ένοπλες συγκρούσεις. Εξέχουσα προσωπικότητα υπήρξε ο Παναγιώτης Γιατράκος που είχε σπουδάσει κάποιο διάστημα στην Ιταλία, χωρίς να λάβει πτυχίο, ενώ στο ιατροφαρμακευτικό σχολείο του Μυστρά σπούδασαν και οι πέντε αδελφοί του. Προνοητικός και οξυδερκής, σε ανύποπτο χρόνο, λίγο πριν την έναρξη του αγώνα, ο Γιατράκος είχε προμηθευτεί 300 κιβώτια με φάρμακα και χειρουργικά εργαλεία, τα οποία αποδείχθηκαν πολύτιμα στις μελλοντικές μάχες των Ελλήνων με τους κατακτητές.
Σημαντικές πηγές, πάντως, ιατρικής πληροφόρησης εκείνης της εποχής ήταν και τα ιατροσόφια ή γιατροσόφια, τα οποία ήταν χειρόγραφοι ιατρικοί κώδικες, με αναφορές ακόμη και από την εποχή του Ιπποκράτη, με παραδοσιακές συνταγές βοτάνων και πρακτικών θεραπειών, ενίοτε διανθισμένα με στοιχεία μαγείας ή και εξορκισμών. Σε αρκετές περιπτώσεις, επίσης, περιείχαν χρήσιμες πληροφορίες, με αναλυτικές περιγραφές νόσων, οδηγίες χειρουργικών επεμβάσεων και λεπτομερειακούς καταλόγους βοτάνων, με τις θεραπευτικές τους ενδείξεις.

Ψευδογιατροί, κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι

Οι ψευτογιατροί, οι κομπογιαννίτες και οι τσαρλατάνοι συνυπήρχαν επί μακρόν με τους επιστήμονες και τους πρακτικούς γιατρούς, χορηγώντας φάρμακα ή και θεραπείες στους τοπικούς πληθυσμούς. Οι αυτόκλητοι περιφερόμενοι θεραπευτές δεν είχαν καμία εκπαίδευση, είχαν ως αποκλειστικό ενδιαφέρον το οικονομικό όφελος και την εξαπάτηση του λαού, διαλαλώντας τις ‘’υπερφυσικές’’ τους ικανότητες, ακόμη και με τερατολογική διάθεση. Η καταγωγή τους ήταν συνήθως Ελληνική, αν και υπήρχαν και αλλοεθνείς ψευδογιατροί, όπως Τούρκοι, Αλβανοί, αλλά και Ευρωπαίοι υπηρέτες ιατρών ή υπάλληλοι φαρμακείων στην πατρίδα τους. Το όνομά τους το πήραν από το ουσιαστικό ‘’κόμπος’’ και το ρήμα ‘’υγιαίνω’’, διότι φορούσαν στο λαιμό τους ένα μαντήλι με κόμπους, μέσα στο οποίο τοποθετούσαν θεραπευτικά βότανα. Οι τσαρλατάνοι φορούσαν φανταχτερά ρούχα και κρεμούσαν τα φάρμακα στα ρούχα τους με σακούλες, γι’ αυτό και αποκαλούνταν ‘’σακουλαίοι’’. Συχνά, ακόμη, φορούσαν φανταχτερές κροταλίζουσες επωμίδες που θύμιζαν παράσημα, στενά παντελόνια και ακόμη στενότερα παπούτσια, ώστε ενίοτε να αναφέρεται ότι προσομοιάζουν με Ισπανούς ταυρομάχους. Συνήθως συνοδεύονταν από βοηθούς-τελάληδες που διαλαλούσαν μεγαλοφώνως τις ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες του αφέντη τους, ενώ μεταξύ τους, για να μη γίνονται αντιληπτές οι απάτες τους, χρησιμοποιούσαν κρυφή και περίπλοκη συντεχνιακή διάλεκτο.
Πολλοί τσαρλατάνοι είχαν εντυπωσιακά ονόματα, ενώ ο λαός τους αποκαλούσε ‘’Ματσουκάρηδες’’, επειδή κρατούσαν ξύλινο ρόπαλο (ματσούκι) για να αμύνονται από τις επιθέσεις συγγενών ασθενών, σε περίπτωση αποτυχημένης θεραπείας. Οι ψευδογιατροί της Ηπείρου ονομάζονταν ‘’βικογιατροί’’, διότι συνέλεγαν βότανα από τη χαράδρα του Βίκου, ενώ άλλη κατηγορία, οι ‘’σπασογιατροί’’ ήταν ειδικοί θεραπευτές καταγμάτων και κυρίως βουβωνοκήλης, μέσω στοιχειωδών χειρουργικών επεμβάσεων, συχνά μοιραίας κατάληξης.
Οι τεχνικές παραπλάνησης που εφάρμοζαν ήταν ιδιαίτερα προσεγμένες και εξελιγμένες και οι οδηγίες των θεραπειών τόσο περίπλοκες, ώστε σε περίπτωση κακής έκβασης, η ευθύνη να βαραίνει τον ασθενή και τους οικείους του. Στη σπάνια περίπτωση ίασης, συνήθως λόγω τύχης ή φυσιολογικής αντίδρασης του οργανισμού, ο τσαρλατάνος έδινε τεράστια δημοσιότητα στην επιτυχία του, επεκτείνοντας τη φήμη του. Αυτή την εποχή κυκλοφορούσαν, επίσης, και πωλούσαν το εμπόρευμά τους στο λαό, οι αυτοδίδακτοι παρασκευαστές φαρμάκων, αμφιβόλου σύνθεσης και αποτελεσματικότητας, που λέγονταν ‘’φαρμακοτρίβες’’.

Υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη το 1821

Οι βασικές ιατρικές έννοιες που σχετίζονται με τις ένοπλες συγκρούσεις, όπως αντισηψία, μετάγγιση και αναισθησία ήταν σχεδόν ανύπαρκτες, η οργάνωση στοιχειώδους χειρουργικού ιατρείου εξαιρετικά δυσχερής, ενώ η έλλειψη εξειδικευμένου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού καθιστούσε την περίθαλψη και τη νοσηλεία ένα διαρκή αγώνα χωρίς τα κατάλληλα μέσα. Κατά τις μάχες, όπου οι τραυματισμοί ήταν συνήθεις, οι ελαφρές βλάβες από σφαίρες ή ξίφη αντιμετωπίζονταν επιτόπου πρόχειρα από συμπολεμιστές, ενώ τα σοβαρότερα περιστατικά μεταφέρονταν για νοσηλεία σε μοναστήρια, τα οποία άρχισαν εκείνη την εποχή να συγκροτούν υποτυπώδη νοσοκομεία, με τη βοήθεια συνήθως των γυναικών και συγγενών των πολεμιστών. Χωρίς τα κατάλληλα φάρμακα, η φροντίδα των τραυμάτων γινόταν με καθαρισμό με ρακή και επάλειψη με αλοιφή από λεύκωμα αυγού, αναμεμειγμένο με λάδι και ρακή. Ακολουθούσε δεύτερη αλοιφή από σαπούνι και ρακή, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις η πληγή απολυμαίνονταν με καυτό λίπος.
Όσον αφορά την περίδεση του τραύματος, ανεξάρτητα της σοβαρότητάς του, πραγματοποιούνταν με ταινίες υφάσματος και μικρά καλάμια ή νάρθηκες από ξύλο ή ναστόχαρτο. Για την αποτροπή της αιμορραγίας μεγάλων αγγείων χρησιμοποιούνταν πυρακτωμένο σίδερο, για τα μικρότερα αγγεία οινόπνευμα, ενώ για τη αντιμετώπιση αιμοπτύσεων λόγω τραυμάτων στο θώρακα χορηγούνταν ζεστό κρασί αναμεμιγμένο με βούτυρο. Για τη συρραφή, επίσης, τραυμάτων χρησιμοποιούνταν κοινή κλωστή και βελόνα, καθώς και μεγάλα μυρμήγκια που δάγκωναν την πληγή, οι συμπολεμιστές έκοβαν το σώμα τους και οι δαγκάνες τους για κάποιο διάστημα κρατούσαν κλειστή την τομή, βοηθώντας την, σε κάποιες περιπτώσεις, να επουλωθεί. Με τις δύσκολες αυτές συνθήκες και κυρίως την έλλειψη αντισηψίας, η έκβαση των τραυματισμών ήταν αβέβαιη και συχνά οι αγωνιστές έχαναν αβοήθητοι τη ζωή τους.
Όσον αφορά στα παθολογικά προβλήματα υγείας, η θεραπευτική αντιμετώπιση ήταν υποτυπώδης, όπως για παράδειγμα οι μαλάξεις με λάδι σε πυρετό, το ζεστό κρασί με πιπέρι στην γρίπη και το ζεστό βούτυρο σε μώλωπες και οιδήματα. Τα φαρμακευτικά σκευάσματα, επίσης, ήταν λιγοστά και εμπειρικής παρασκευής, όπως οι διάφορες δρόγες (αλόη, κάρδαμο, πιπερόριζα, σαμπούκο κ.ά.) που βρίσκονταν εύκολα στη φύση και χρησιμοποιούνταν από την εποχή κιόλας του αρχαίου γιατρού Διοσκουρίδη. Στην περίοδο της ελληνικής επανάστασης, ακόμη, χρησιμοποιούνταν και ορισμένες χημικές και φαρμακευτικές ουσίες, που προμηθεύονταν, κυρίως οι εύποροι πολίτες και σπάνια οι αγωνιστές, από τη Σμύρνη, την Κωνσταντινούπολη, την Τεργέστη και άλλες πόλεις του εξωτερικού (βόρακας, άλας αψινθίας, Αραβική γόμμα, εμετική τρυγία, νίτριον, μίνιον κ.ά.) Σε ορισμένες, ακόμη, περιπτώσεις, κυρίως οι πρακτικοί-εμπειρικοί γιατροί, χορηγούσαν φάρμακα βασισμένα σε μυστικές συνταγές, που περνούσαν από γενιά σε γενιά, όπως το αφιόνι ως υπνωτικό και οι κόκκοι τάταρου ως εμετικό. Πρέπει να αναφερθεί, πάντως, ότι τα ιατρικά ή εμπειρικά φαρμακευτικά σκευάσματα ήταν σπανίως διαθέσιμα στους γιατρούς κατά τις μάχες, ενώ ένας, συνήθως Ευρωπαίος γιατρός, καλούνταν να περιθάλψει ακόμη και εκατοντάδες ελαφρά ή και βαρύτατα τραυματισμένους αγωνιστές.
Ενδεικτική της δραματικής κατάστασης της περίθαλψης στην επανάσταση του 1821 ήταν η ευχή ‘’καλό βόλι’’ των μανάδων στους αγωνιστές που πήγαιναν στα πεδία των μαχών, η οποία εξέφραζε, σε περίπτωση τραυματισμού, την επιθυμία του γρήγορου, ανώδυνου και συνακόλουθα ηρωικού θανάτου.

Οι υγειονομικές υπηρεσίες του στρατού και τα πρώτα νοσοκομεία

Στην πρώτη τακτική μονάδα του στρατού του ελληνικού κράτους, το 1ο Σύνταγμα Βαρέως Πεζικού, η οποία συνεστήθη το 1822, τοποθετήθηκε ως ιατρός ο Γερμανός Heinrich Trieber. Την ίδια χρονιά συνεστήθη το Τάγμα των Φιλελλήνων με γιατρούς το Γερμανό Johann Elster και το Δανό Friedrich Johannsen, που συγκρότησαν πρόχειρο νοσοκομείο στο Μεσολόγγι, το οποίο λειτούργησε μέχρι τη ηρωική έξοδο του 1926. Το 1923 ιδρύθηκε η Γερμανική Λεγεώνα, με Γερμανούς γιατρούς, ενώ η ανάληψη της διοίκησης του τακτικού στρατού από τον συνταγματάρχη και ιατρό Παναγιώτη Ρόδιο, οδήγησε σε ενίσχυση των υγειονομικών δομών, όπως η ίδρυση στρατιωτικού νοσοκομείου στο Ναύπλιο, που ασχολούνταν όχι μόνο με τις αυξημένες ανάγκες του στρατού (τραυματισμοί, αιμορραγίες κ.ά.), αλλά και με παθολογικά περιστατικά ή επιδημίες. Την ίδια εποχή ο Γερμανός φιλέλληνας Heinrich Trieber τοποθετήθηκε ως γιατρός του στρατού της Ρούμελης, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Καραϊσκάκη.
Την εποχή της επανάστασης, επίσης, λειτουργούσαν πρόχειροι σταθμοί βοήθειας, με ελάχιστους γιατρούς και φτωχό υγειονομικό υλικό, μια πρώιμη μορφή ορεινών χειρουργείων, που στεγαζόταν αρχικά σε σπηλιές και αργότερα πιο οργανωμένα σε μοναστήρια, όπως η Μονή Προυσσού στην Ευρυτανία και η Μονή Ομπλού στην Αχαΐα (Μαμούκας, 1841). Από το 1822, ακόμη, άρχισαν να ιδρύονται τα πρώτα οργανωμένα θεραπευτήρια, όπως έγινε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Πάτρας, ενώ λειτουργούσαν και αρκετά στοιχειωδώς εξοπλισμένα κινητά νοσοκομεία εκστρατείας.
Επιπροσθέτως, όσον αφορά στα οργανωμένα φαρμακοπωλεία, το πρώτο ιδρύθηκε στο Ναύπλιο το 1822 από τον Πασχάλη Θεοδώρου, που είχε σπουδάσει ιατρική στον πανεπιστήμιο της Πάντοβας και παρασκεύαζε διάφορα γαληνικά φάρμακα, καταπότια (χάπια) και εκχυλίσματα. Το 1825 ιδρύθηκε από τον ομογενή εκ Τεργέστης Βονιφάτσιο Βοναφίν το πρώτο πλήρες φαρμακείο, το οποίο λειτούργησε ανελλιπώς επί 79 χρόνια, επίσης στο Ναύπλιο.
Τα επόμενα χρόνια αρκετοί Ευρωπαίοι γιατροί στελέχωσαν τον ελληνικό στρατό και προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες στον αγώνα, παρά το μικρό αριθμό τους, τα ελάχιστα υγειονομικά μέσα, τις ιδιόμορφες κλιματολογικές συνθήκες και τις σκληρές συνθήκες ζωής στα στρατόπεδα ή και στις σπηλιές που διαβιούσαν οι αγωνιστές και οι οικογένειές τους.

Συμπεράσματα

Οι αγωνιστές του 1821 εκτός τις συνεχείς συγκρούσεις με τους αδίστακτους κατακτητές, έρχονταν αντιμέτωποι στο υγειονομικό κομμάτι με τεράστια έλλειψη γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού και υγειονομικού υλικού, με αποτέλεσμα να βιώνουν δύσκολες καταστάσεις, που τους οδηγούσαν σε πλήθος αναπηριών ή απώλειας ζωών. Οι επιστήμονες γιατροί που εργάζονταν με αυταπάρνηση κοντά στα πεδία των μαχών ήταν πολύ λίγοι, ενώ ιδιαίτερα σημαντική ήταν και η συμβολή στον αγώνα εμπειρικών γιατρών, με πρακτικές γνώσεις και, ακόμη και Ιπποκρατικές, θεραπευτικές πρακτικές. Οι ανάγκες νοσηλείας καλύπτονταν αρχικά από θεραπευτήρια που διατηρούσαν τα μοναστήρια, ενώ τα πρώτα οργανωμένα θεραπευτικά ιδρύματα έκαναν δειλά την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Τα ελάχιστα φαρμακευτικά σκευάσματα της εποχής, παρασκευάζονταν κυρίως από βότανα και είχαν περιορισμένη αποτελεσματικότητα, ενώ η επαναστατική ατμόσφαιρα δεν επέτρεπε τη δημιουργία οργανωμένων προνοιακών δομών ή την εφαρμογή οποιονδήποτε δράσεων προστασίας της δημόσιας υγείας, που θα μπορούσαν να προστατέψουν και να διασφαλίσουν την υγεία των ηρωικών αγωνιστών και των οικογενειών τους.

*Η διάλεξη παρουσιάστηκε προφορικά
στο συνέδριο ‘’200 ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΟΤΕΡΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ’’
Αθήνα 23-24 Σεπτεμβρίου 2021


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα