Η υπερκατανάλωση κρέατος θα ωθήσει αναπόφευκτα τις παγκόσμιες θερμοκρασίες σε επικίνδυνα επίπεδα, προειδοποιεί πρόσφατη μελέτη Βρετανών επιστημόνων, προτρέποντας τις κυβερνήσεις να αναλάβουν δράση για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Η έκθεση του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης εξέτασε τη σύνδεση μεταξύ της κατανάλωσης κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων με την κλιματική αλλαγή.
Σχεδόν το ένα τρίτο των καλλιεργούμενων εκτάσεων παγκοσμίως χρησιμοποιείται για την παραγωγή ζωοτροφής. Μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 45% της παραγωγής σιταριού χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτό, με το 30% της συνολικής χρήσης να καλύπτεται από εισαγωγές.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα προβλήματα που σχετίζονται με την αύξηση της κατανάλωσης κρέατος αναμένεται να επιδεινωθούν σημαντικά, με τον παγκόσμιο πληθυσμό να αυξάνεται σταθερά.
«Η παγκόσμια κατανάλωση κρέατος προβλέπεται να αυξηθεί κατά 76% σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα έως τα μέσα του αιώνα. Σε ολόκληρο τον αναπτυσσόμενο κόσμο συμβαίνει μία λεγόμενη «πρωτεϊνική μετάβαση». Καθώς αυξάνονται τα εισοδήματα, αυξάνεται παράλληλα η κατανάλωση κρέατος», αναφέρει η μελέτη.
Αν και η ζήτηση για κρέας στον ανεπτυγμένο κόσμο έχει σταθεροποιηθεί, η κατανάλωση βρίσκεται σε ένα επίπεδο το οποίο θεωρείται υπερβολικό, προειδοποιούν οι ερευνητές.
Η τάση αυτή θα καταστήσει ακόμα πιο δύσκολη την επίτευξη του στόχου των Ηνωμένων Εθνών για τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τους δύο βαθμούς Κελσίου, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
«Αυτή η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Ένας αυξανόμενος παγκόσμιος πληθυσμός δεν μπορεί να συγκλίνει στα επίπεδα κατανάλωσης κρέατος των ανεπτυγμένων χωρών χωρίς τεράστιο κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος. Η κτηνοτροφία είναι μια εξαιρετικά μη αποδοτική χρήση των περιορισμένων πόρων γης και νερού και αποτελεί έναν κύριο παράγοντα της αποψίλωσης των δασών, της καταστροφής των βιοτόπων και της απώλειας ειδών», καταλήγει η μελέτη.
(Πηγή: Ναυτεμπορική)