“Φως” σε πτυχές της Ιστορίας των γυναικών της Κρήτης, φιλοδοξεί να ρίξει το Επιστημονικό Συμπόσιο με θέμα: “Η Κρήτη από τη σκοπιά της ιστορίας των γυναικών και τις σχέσεις των φύλων: Οθωμανική περίοδος και Κρητική Πολιτεία”, οι εργασίες του οποίου ξεκινούν στις 5 Σεπτεμβρίου 2015 στο Κ.Α.Μ.
Με αφορμή το εν λόγω Επιστημονικό Συμπόσιο, αλλά και την ακαδημαϊκή μου έρευνα στον τομέα της γυναικείας εκπαίδευσης στο συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και χρονικό πλαίσιο, δίδεται η ευκαιρία να διατυπωθούν ορισμένες σκέψεις αναφορικά με την ανάδειξη του παράγοντα φύλου στην Ιστορία της Κρήτης.
Πρόκειται για μια προσέγγιση η οποία έρχεται αντιμέτωπη με πολιτικές της συμβατής Ιστορίας, και παράλληλα εγκαινιάζει εκ νέου τη γραφή της Ιστορίας.
Αραγε πόσοι από τους μελετητές ή τους αναγνώστες της Ιστορίας της Κρήτης έχουν αναρωτηθεί σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο το γυναικείο φύλο της Κρήτης καθίσταται ορατό στην τοπική Ιστορία; Το εν λόγω ερώτημα προκύπτει από τη διαπίστωση ότι η Ιστορία του γυναικείου φύλου της Κρήτης παραμένει για την “καθιερωμένη” επιστημονική κοινότητα από αδιάφορη έως ύποπτη, αποτελώντας πεδίο σύγκρουσης αναφορικά με τους τρόπους και τους όρους παραγωγής της ιστοριογραφικής γνώσης.
Ωστόσο, η Ιστορία των γυναικών της Κρήτης και πιο συγκεκριμένα η άρθρωση και διεκδίκηση της ιδιαίτερης ιστορικής και κοινωνικής ταυτότητας αλλά και εμπειρίας επώνυμων, λιγότερο γνωστών αλλά και λησμονημένων γυναικών, οι οποίες έδρασαν, καινοτόμησαν, αμφισβητήθηκαν, έχει επιστημονικό ενδιαφέρον και αξίζει περαιτέρω να διερευνηθεί, καθώς δεν είναι κάτι το δεδομένο ούτε το αυτονόητο, αλλά κάτι το αναγκαίο που συμπληρώνει τα κενά της επίσημης, “συνολικής”, έγκυρης, γνωστής Ιστορίας.
Προϋπόθεση για να θεωρήσουμε τις γυναίκες της Κρήτης ως υποκείμενα ιστορίας, είναι η κατανόηση της ιδιαιτερότητας και της μοναδικότητάς τους, ως εμπειρίας ισάξιας ιστορικής σημασίας και ενδιαφέροντος με αυτήν των ανδρών. Οι ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η περίπτωση των γυναικών της Κρήτης οφείλονται στις κοινωνικοοικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές εξελίξεις – ζυμώσεις, αλλά και στα εθνικά ιδεολογήματα και στα θρησκευτικά φρονήματα που συνυπήρχαν ανά τους αιώνες στα αστικά κέντρα αλλά και στην ύπαιθρο του νησιού. Το εύρος αυτό των διαφορετικών χαρακτηριστικών αλλά και ο τρόπος που η καθεμία από τις γυναίκες αυτές εκτιμά και αντιλαμβάνεται αφενός τις εξελίξεις και τις μεταβολές που πλαισιώνουν ιστορικά τις ζωές τους αφετέρου τον ίδιο τους τον εαυτό και τον ρόλο τους, προσδίδει πολύμορφες, πολυδιάστατες και διαρκώς επαναδιαπραγματευόμενες ταυτοτητές τους. Το γυναικείο φύλο τοποθετούμενο στο κέντρο της ιστορικής ανάλυσης, αναδεικνύεται φορέας κοινωνικής δράσης και αλλαγής και φορέας νοήματος, του οποίου οι πράξεις, ατομικές ή συλλογικές, οι αρνήσεις και οι συναινέσεις του συναρθρώνονται στο διάγραμμα της κίνησης της ιστορίας.
Οι γυναίκες της Κρήτης, επώνυμες και λιγότερο γνωστές, με εθνική, κοινωνική αλλά και πολιτική καθώς και επιχειρηματική δράση, με αξιόλογη προσφορά στα γράμματα και στον πολιτισμό, με συχνά σιωπηλή και κρυφή δραστηριότητα, δημιούργησαν τις γέφυρες ανάμεσα στο ιδιωτικό και το συλλογικό, ανάμεσα στον άνθρωπο που υποφέρει και το απρόσωπο κοινωνικό σύνολο, ανάμεσα στην Κρήτη και τη Μητέρα-Ελλάδα καθώς και τον ευρωπαϊκό χώρο, ανάμεσα στο λαϊκό και το σύγχρονο της εποχής τους πολιτισμό, ανάμεσα σε συνδικαλιστικές διεκδικήσεις επαγγελματικών κλάδων στους οποίους απασχολούνταν και σε συνδικαλιστικές διεκδικήσεις του συνόλου της εργατικής τάξης. Με τις γέφυρες αυτές που δημιούργησαν, με τις οποίες εγχάραξαν και τα πεδία άσκησης των εξουσιών τους, συγκρότησαν μια δυναμική αλλαγής που τους επέτρεψε σταδιακά να εμπλακούν σε μια “επανάσταση ρόλων”. Αποτελώντας προσωποποιημένες αντιστάσεις σε μηχανισμούς εξουσίας, απέδειξαν την ικανότητά τους να διασαλεύουν επικρατούσες κοινωνικές ιεραρχήσεις, προσβλέποντας αγωνιστικά σε εθνικές και πολύπλευρες κοινωνικές κατακτήσεις, με αποτέλεσμα να δικαιούνται να κατοχυρώσουν τη νομιμοποίησή τους ως κοινωνικών υποκειμένων και ως υποκειμένων της Ιστορίας.
Η Ιστορία των Γυναικών της Κρήτης, δεν αποσκοπεί στην καταγραφή και στον απολογισμό των “κατορθωμάτων” τους ή στην απόδοση κάποιας πρωτιάς στη συγκεκριμένη κατηγορία γυναικών, αλλά στη μελέτη της σχέσης τους προς τους άνδρες των αντίστοιχων κοινωνικών ομάδων ή πολιτισμικών κοινοτήτων. Η συσχετική αυτή προσέγγιση επιτρέπει να ξανασκεφτούμε την τοπική Iστορία μέσα από την οπτική των έμφυλων σχέσεων, σε συνδυασμό με τις ταξικές σχέσεις ή άλλες μορφές ιεραρχίας και να εξετάσουμε τις ενδεχόμενες ομοιότητες ή ιδιομορφίες που εμφανίζει η περίπτωση της Κρήτης σε σχέση με αντίστοιχες περιπτώσεις/παραδείγματα στην ιστορία των γυναικών και του φύλου στην Ελλάδα ή στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου.
Βασική δηλαδή προσδοκία είναι να οδηγηθούμε στην αναζήτηση μιας δημοκρατικής Ιστορίας, η οποία υπερβαίνοντας την ταύτισή της με το φύλο (άνδρας ή γυναίκα), διερευνά τις σχέσεις μεταξύ των φύλων όσο και τις σχέσεις στο εσωτερικό του καθενός φύλου.
Η συγγραφή μια τέτοιας Ιστορίας βασίζεται στον εντοπισμό των διασωζόμενων τεκμηρίων, που συνήθως φυλάσσονται σε ιδιωτικά/οικογενειακά ή και κρατικά αρχεία και εντοπίζονται σε αρχειακά ντοκουμέντα της γυναικείας γραφής ή δημιουργίας (προσωπικές σημειώσεις, αλληλογραφία, ημερολόγια, κεντήματα, εργόχειρα κ.λπ.) καθώς και της παρουσίας τους (φωτογραφίες, προσωπικά αντικείμενα, ενδύματα, κ.λπ.). Οσα από τα προαναφερθέντα ίχνη τους κατόρθωσαν στο πέρασμα του χρόνου να διασωθούν, συμπληρώνονται από μαρτυρίες/ αφηγήσεις που ανασυνθέτουν «την μνήμη από τα κάτω».
Σύγχρονες μεθοδολογικές προσεγγίσεις που ερμηνεύουν και αναλύουν πορτρέτα, αναπαραστάσεις και δράσεις των γυναικών της Κρήτης, εισάγονται στο καλειδοσκόπιο του προειρημένου Επιστημονικού Συμποσίου.
Ας ελπίσουμε ότι το εν λόγω Συμπόσιο, το οποίο φιλοδοξεί να ανακαινίσει τον επιστημονικό προβληματισμό και να τροφοδοτήσει τον επιστημονικό διάλογο με νέα ερωτήματα στο πεδίο της τοπικής Ιστορίας αλλά και της Ιστορίας των γυναικών και του κοινωνικού φύλου, θα αποτελέσει την αφετηρία ανάλογων πρωτοβουλιών που θα διοργανωθούν στο μέλλον.
*Υπ. Διδάκτωρ Α.Π.Θ.