Προ ημερών, ξαναδιάβαζα την Ιστορία του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, αυτού που οι Δυτικοί ονόμασαν Βυζάντιο και εμείς κληρονόμους των αρχαίων Ελλήνων. Και κοντοστάθηκα στην ιστορία του κυρ Αναστάση…
Δεν ήταν λεβέντης, ορμητικός και ερωτικός σαν τον πρώτο της τον άντρα, τον τόσο πρόωρα χαμένο Ζήνωνα!
Μα καθώς ήταν αρεστός στη Σύγκλητο (πολλά προνόμια είχανε οι εθνοπατέρες και δε θέλανε ο λαός να τους τα πάρει), επιθυμητός στο στρατό (κουράστηκαν οι ξενόφερτοι μισθοφόροι να περιμένουν τα μισθά τους) και ανεκτός στον Πατριάρχη (για να διαφυλάξει τη φήμη, το βιος και τη δύναμη της Εκκλησίας, τον έβαλε να ορκιστεί πίστη στην Ορθοδοξία, αν και όλοι ξέρανε πως λοξοκοίταζε στους μονοφυσίτες…) και απαιτήσεις για παιχνίδια έρωτος και αγάπης στο κρεβάτι το συζυγικό δε θα ’χε, στα 60 του πια σχεδόν, ιδανικός εκρίθη για την Αριάδνη σύντροφος και βασιλέας των Ρωμαίων.
Ούτως, ανηγορεύθη εν μέσω επευφημιών λαού και αρίστων ο εκ Δυρραχίου του Ιλλυρικού σιλεντιάριος, Αναστάσιος!
Χωρίς κανέναν να πειράζει, ίσως και να μην το ‘χαν προσέξει ή θεόπεμπτο να το θεώρησαν, του νέου αυτοκράτορα πως το ’να μάτι ήταν μαύρο και τ’ άλλο γαλανό!
Βαρείς και πατροπαράδοτους όρκους, με κάθε μεγαλοπρέπεια, ενώπιον λαού, αυγούστας και αρίστων, και υποσχέσεις τρανές είχε δώσει στον Πατριάρχη υπέρ της Ορθοδοξίας, των κανόνων και των αρχών της….
Κι ο λαός πανηγύριζε που θα ’χε αυτοκράτορα της πίστης αταλάντευτο και άκαμπτο στύλο και της κοινωνίας γερό και ασάλευτο κίονα…
Μα πριν αλέκτωρ λαλήσαι τρις, την ορκοδοσία του καταπατά και στο στρατόπεδο των Μονοφυσιτών τάσσεται, τι από χρόνια η καρδιά του για κείνους ακόμα χτυπούσε, μολονότι ο λύκος γερνώντας ασπρομάλλιασε ή βασιλικά πορφυροστολίστηκε…
Και κάποιος γέροντας, μαθαίνοντας τα νέα, είπε κουνώντας το κεφάλι: “Τα δύο χρώματα των ματιών του σεβαστού αυτοκράτορά μας, του Αναστασίου, το ’να μαύρο και γαλανό τ’ άλλο απ’ την αρχή μάς φανέρωναν ότι εμπιστοσύνη δεν έπρεπε να του δώκουμε, μα μεις τυφλοί μοιάζαμε!
Ιδανικός το δίχως άλλο… στις διχόνοιες του χριστεπώνυμου λαού και κλήρου είναι …”
Ίσως, όμως, κάποιοι πολύξεροι και αρχολάγνοι συμβουλάτορες να τον είχανε παρασύρει, ίσως, όμως και τα χρόνια του υπερήλικος αυτοκράτορος και ο πόθος γυναικείας σαρκός και της άσκησης εξουσίας να τον έστρεψαν τους σφιχτούς όρκους να καταπατήσει… Ποιος ξέρει την αλήθεια να μας την πει;
Οι κατά τα λοιπά λαλίστατοι ιστορικοί σιωπηλοί παρέμειναν και μας άφησαν στα σκότη της ημιμάθειας και να θωρούμε ότι τις αλλοτινές υποσχέσεις τους δύσκολα κρατούν οι άνθρωποι σαν πιάσουν εξουσίες. Ακόμα και στις μέρες μας θαρρώ…