Αφορμή και αιτίες
Οι συμψηφισμοί αβροφροσύνης της πλειοψηφίας του Γαλλικού λαού με τον πρόεδρο Μακρόν αποτελούν πλέον παρελθόν. Για πολλούς – εντός και εκτός Γαλλίας – το μείζον διακύβευμα δεν είναι πλέον το συνταξιοδοτικό όριο των Γάλλων, αλλά η τύχη αυτής καθαυτής της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας που κλυδωνίζεται σοβαρά.
Aς πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Οι Γάλλοι έχουν μια σπουδαία παράδοση κοινωνικών αγώνων για την οποία δίκαια επαίρονται. Όπως επαίρονται και για τον Διαφωτισμό, για την τέχνη της ευζωίας, την Belle epoque κ.α. Στη Γαλλία το ερώτημα αν ζούμε για να δουλεύουμε ή το αντίστροφο, είχε βρει τη θέση του στη δημόσια σφαίρα πολύ πριν ο Πωλ Λαφάργκ, ο οποίος ονειρευόταν το 3ωρο, γράψει μια σειρά άρθρων στην εφημερίδα “Egalite” το 1880, που αργότερα κυκλοφόρησαν συγκεντρωμένα σ΄ένα μικρό βιβλίο, με τον εμβληματικό τίτλο ‘’ Το δικαίωμα στη Τεμπελιά’’. Φτάσαμε ωστόσο στο 1909 για να ψηφιστεί το 8ωρο και στο 1936 για να θεμοθετηθεί η εβδομαδιαία εργασία των 40 ωρών.
Έκτοτε μπορεί μεν να εκμηδενίστηκε η παιδική εργασία και να περιορίστηκε η εργοδοτική ασυδοσία, αλλά οι προκλήσεις, οι κοινωνικές εντάσεις, οι νομοθετικές διελκυνστίδες, η ανεργία και οι οικονομικές κρίσεις καλά κρατούν. Τα τελευταία τριάντα περίπου χρόνια η γαλλική οικονομία ανταποκρίνεται ασθμαίνοντας στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της μετακαπιταλιστικής εποχής, παρά την παρανοϊκή παραφρένεια σημαντικού τμήματος του πολιτικού της προσωπικού. Μπορεί κάποιοι Γάλλοι – ο Μπερνάρ Αρνό είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση – να φιγουράρουν ανάμεσα στους 20 πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη, αλλά τα ξένα επενδυτικά κεφάλαια κάνουν πάρτυ στη δεύτερη σημαντικότερη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη το 2005, ο Νικολά Σαρκοζί είχε αναγκαστεί (raison d’ etat), να χαρακτηρίσει με διάταγμα σαν τομείς εθνικής στρατηγικής σημασίας την εθνική ασφάλεια, την άμυνα και τη δημόσια τάξη, ενώ το 2014 ο Φρανσουά Ολάντ, με τον τότε υπουργό Οικονομίας και Βιομηχανίας Αρνό Μοντμπούρ, προσέθεσαν τις μεταφορές, την ενέργεια, τις επικοινωνίες, τη δημόσια υγεία και τα ύδατα. Επί εποχής Μακρόν κατέστη φανερό, ότι τομείς εθνικής στρατηγικής σημασίας είναι και αυτοί της νανοτεχνολογίας, του Διαστήματος και της τεχνητής νοημοσύνης. Σε όλους αυτούς τους κλάδους, τα αλλοδαπά επενδυτικά κεφάλαια συναντούν – και πολύ σωστά – κρατικό τοίχο. Παρά ταύτα κινέζικοι κολοσσοί εσχάτως και αραβικοί παλαιόθεν, αλώνουν τη γαλλική αγορά , επενδύοντας σε πλήθος τομέων (ακίνητα, μόδα, καλλυντικά, αθλητισμός, τράπεζες, τρόφιμα κ.λπ.), με απότοκο δραματικές μειώσεις στο προσωπικό και εκπτώσεις στο status της εργασίας.
Κάποιοι βέβαια αναρωτιούνται, γιατί τέτοιας ευρείας έκτασης και έντασης κοινωνική αναστάτωση σε μια χώρα με ιδιαίτερες κοινωνικές δαπάνες, με πολύ καλό σύστημα υγείας και με υψηλού επιπέδου δημόσια εκπαίδευση; Η απάντηση είναι πιο εύκολη απ΄ ό,τι αρχικά φαίνεται:
Οι Γάλλοι έχουν σαν μέτρο σύγκρισης κυρίως τις δικές τους κατακτήσεις και όχι κακέκτυπα ή προβληματικά κοινωνικά μοντέλα τρίτων. Στην Μετανεωτερική λοιπόν εποχή βλέπουν να προβάλουν απρόσμενα, φαντάσματα των πρώτων δεκαετιών της Νεωτερικότητας. Και το ακόμη χειρότερο: Στις μέρες μας, τα φαντάσματα αυτά δεν απειλούν, όπως μέχρι πρότινος, μόνο τους μετανάστες, αλλά και τους γηγενείς, ξεκινώντας από το Παρίσι και φθάνοντας στο τελευταίο γαλλικό χωριό.
Η υποψήφια βουλευτής Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Κατερίνα Μανιμανάκη, παρουσιάζει θέσεις – προτάσεις εν όψει εκλογών
Είναι κοινό μυστικό πια, ότι η ζωή στο Παρίσι έγινε πανάκριβη. Η πόλη είναι πλέον μόνο για λίγους και για τους τουρίστες. Η ακρίβεια δυναμιτίζει όμως και τη ζωή στην επαρχία. Κακά τα ψέματα, η αφθονία στη Γαλλία υπάρχει σε εντυπωσιακή κλίμακα, την απολαμβάνουν όμως όλο και λιγότεροι. Τα όρια της συνταξιοδότησης, που ο Νικολά Σαρκοζί είχε αυξήσει το 2010 από τα 60 έτη στα 62 και τώρα ο Εμμανουέλ Μακρόν στα 64, είναι στην πραγματικότητα μόνο η αφορμή. Ρόλο φυσικά στη βιαιότητα των αντιδράσεων έπαιξε και η αυταρχική μεθόδευση της αξιοποίησης – ενόψει της διαπιστωμένης αντίθεσης της πλειονότητας των Γάλλων – του πολυσυζητημένου άρθρου 49 παρ. 3 του Συντάγματος. Σε μια χώρα που οι διανοούμενοι εξακολουθούν να έχουν μεγάλη επιρροή παρά τις κατά καιρούς θεαματικές τους πλάνες και που δεν έπαψαν μέχρι σήμερα να αρθρώνουν τον αιχμηρό τους λόγο, ο χαρισματικός Μακρόν έσφαλε και ως προς το χρόνο και ως προς τον τρόπο της οργάνωσης μιας ενδεχομένως αναγκαίας μεταρρύθμισης.
Οι πρωτοφανείς σε μαζικότητα επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις σε όλη την γαλλική επικράτεια, επιβεβαιώνουν την ένταση των κοινωνικών διαιρέσεων και την συνεχιζόμενη διαφοροποίηση του εκλογικού σώματος, θέματα που με αριστοτεχνικό τρόπο θίγει ο Τομά Πικετί στο βιβλίο του «Capital et idéologie» (Παρίσι 2019).
Ο Ζαν – Κλόντ Γιούνκερ είχε υποστηρίξει, πριν λίγα χρόνια, ότι «Οι προϋπολογισμοί δεν είναι λογιστικές ασκήσεις, αλλά πρέπει να ανταποκρίνονται στις προτεραιότητες και στις φιλοδοξίες. Αποτυπώνουν το μέλλον μας σε αριθμούς. Πρέπει λοιπόν να συζητήσουμε πρώτα τί είδους Ευρώπη θέλουμε;».
Παρορώντας επομένως τη ζοφερή οικονομική συγκυρία (αύξηση κόστους ζωής, εξωφρενικές τιμές στην ενέργεια, διευρυνόμενη βία, ρατσισμός, κοινωνική περιθωριοποίηση κ.λπ.) και επιλέγοντας μεθοδεύσεις που παραπέμπουν στις διαπιστώσεις του Θρασύμαχου («Δίκαιο είναι το συμφέρον του ισχυρότερου»), ο Μακρόν ανασκολοπίζει όχι μόνο το δικό του πολιτικό μέλλον, αλλά πιθανόν και της ίδιας της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας και αυτό είναι φυσικά το μείζον πρόβλημα.
*Ο Νότης Η. Ψυλλάκης
είναι Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο
DEA Paris I
DEA Paris IV (Sorbonne)