Μπαχάρια, κανέλα, κύμινο, καυτερό μπούκοβο. Μαστίχα και μαχλέπι, σιροπιαστά γλυκά. Γεύσεις δυνατές που συγκλονίζουν. Υλικά γνώριμα, παραδοσιακά. Ανέκαθεν υπήρχαν στις συνταγές που έφεραν μαζί τους οι Μικρασιάτες, όμως κάθε φορά εντυπωσιάζουν. Μια τέτοια αίσθηση σού αφήνει και η Κομοτηνή. Πόλη με ιστορία, χωρίς μεγάλη διαφοροποίηση, που όμως σε κάθε της γωνιά κρύβει μια δυνατή συγκίνηση. Μια νέα εμπειρία που μοιάζει παιδική ανάμνηση την οποία δεν την έχεις ζήσει, αλλά είναι τόσο οικεία. Από την ιστορία στο σχολειό και τις διηγήσεις.
Η πρωτεύουσα της Θράκης καλεί τον επισκέπτη να γνωρίσει την πολυπολιτισμικότητά της.
Στο πάλαι ποτέ βυζαντινό οχυρό των Κομοτηνών ή Κουμουτζηνών, ο χρόνος σήμερα δείχνει πολλές φορές να έχει σταματήσει στη δεκαετία του ’80. Οι μαρκίζες, οι βιτρίνες των καταστημάτων, τα τραπεζοκαθίσματα ακόμα και το ντύσιμο που συναντάς στον δρόμο. Εικόνες από μια καθημερινότητα πιο αυθεντική, με ρυθμούς πολύ πιο ανθρώπινους από τη χανιώτικη πραγματικότητα, πόσο μάλλον από αυτή της Θεσσαλονίκης ή της Αθήνας.
Μην νομίσετε όμως ότι σαν πόλη υστερεί σε κάτι από τα Χανιά. Το αντίθετο. Οι υποδομές εντυπωσιάζουν. Το μεγάλο δίκτυο ποδηλατόδρομων είναι το πρώτο πράγμα που τραβάει το μάτι του επισκέπτη. Επιπλέον, φανάρια με χρονόμετρα ενημερώνουν οδηγούς και πεζούς για το… ωράριο του “Σταμάτη” και του “Γρηγόρη” ενώ το πλέον εντυπωσιακό είναι τα ψηφιακά σημεία ενημέρωσης των επισκεπτών.
Την ώρα που σε ένα προορισμό όπως τα Χανιά, ο επισκέπτης αναζητά πληροφορίες από κιόσκια παρακαλώντας να είναι κάποιος υπάλληλος εκεί, στην Κομοτηνή μπορείς μέσα από τα σύγχρονα σημεία πληροφόρησης να βρεις εύκολα και σε πολλές γλώσσες αυτό που αναζητάς.
Το βράδυ η εικόνα της πόλης αλλάζει ριζικά και ο δυτικός τρόπος ζωής “εισβάλει” για να διαταράξει το ανατολίτικο ραχάτι. Δυνατές μουσικές, μπαράκια, καφετέριες, και φαγάδικα. Πολλά φαγάδικα! Αλλωστε στην Κομοτηνή, όπως και σε όλη τη Μακεδονία και τη Θράκη, δεν γίνεται να μη δοκιμάσεις τις αμέτρητες συνταγές που συνδυάζουν την ελληνική με την ανατολίτικη κουζίνα.
Η ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ
Σε αντίθεση με τους γαστρονομικούς συνδυασμούς, η αφομοίωση του μουσουλμανικού στοιχείου με την ελληνική πραγματικότητα δεν φαίνεται να έχει επιτευχθεί. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι συνυπάρχουν μεν αρμονικά αλλά δεν δίδεται η αίσθηση της κοινής παρέας. Στην πλειοψηφία των καταστημάτων, μαρκίζες και κατάλογοι είναι δίγλωσσοι ενώ πωλητές και σερβιτόροι μιλούν τόσο ελληνικά όσο και τούρκικα. Μεταξύ τους άλλωστε οι μουσουλμάνοι της Κομοτηνής μιλούν τούρκικα και οι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας δύσκολα θα συνεννοηθούν στα ελληνικά με τον επισκέπτη. Αν όμως ρωτήσεις κάποιον γεροντή για την πατρίδα του, δεν πρόκειται να σου μιλήσει για την Τουρκία. Οι άνθρωποι της μειονότητας μοιάζουν να ζουν με αυτό το παράπονο. Οτι και στην Ελλάδα και μια ώρα μακριά, στην Τουρκία, ντόπιοι δεν νιώθουν. Τουρκογενείς, Πομάκοι ή τσιγγάνοι, καταγράφηκαν όλοι σαν μουσουλμανική μειονότητα με τη Συνθήκη της Λωζάνης. Τι καλό και τι κακό έκανε η Ελλάδα γι’ αυτούς είναι μια άλλη, μεγάλη ιστορία…
Το βέβαιο είναι, ότι περπατώντας στην παλιά αγορά, υπάρχουν στιγμές που νιώθεις σαν να είσαι σε άλλο τόπο. Η γλώσσα που ακούς στον δρόμο, τα κτήρια, το Εσκί και το Γενί Τζαμί (τα δύο παλαιότερα τζαμιά της πόλης), στοιχεία που συνθέτουν μια πραγματικότητα που απέχει πολύ από τη δική μας.
Σαν την Κομοτηνή, έτσι και η μειονότητα έχει τις αντιφάσεις της. Οι μεγάλες σε ηλικία γυναίκες ντυμένες παραδοσιακά, πάντα με τις μαντίλες τους. Αντίθετα, οι πιο νέες, με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας στο χέρι, με τσιγάρο και… φρέντο αλλά πάντοτε με τη μαντίλα στο κεφάλι.
ΔΕΣΜΟΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Οσο για τους Χριστιανούς, τα βάσανά τους, κοινά με τα δικά μας στα Χανιά. Αρχές Αυγούστου η επίσκεψή μας και το κεντρικό θέμα συζήτησης στα πολιτικά πηγαδάκια που έβλεπες σε καφενεία και άλλα μαγαζιά δεν προκαλεί έκπληξη. «Η Μακεδονία μας. Το όνομά μας, η ιστορία μας». Η κουβέντα ενός οργισμένου κρεοπώλη, που η ματιά του μαλακώνει όταν το κατώφλι του περνά ένας επισκέπτης από την Κρήτη. «Στον Ελευθέριο Βενιζέλο χρωστάμε πολλά. Πάντα ήσασταν δίπλα μας εσείς στους αγώνες. Τόσοι Μακεδονομάχοι…».
Αυτοί οι ιστορικοί δεσμοί της Κρήτης με τη Βόρεια Ελλάδα είναι που δίνουν ένα παραπάνω κίνητρο για να σεργιανίσουμε τα… μονοπάτια της Εγνατίας οδού. Αξίζει κάθε χιλιόμετρο…
Επαγγέλματα από τα παλιά
Περπατώντας στο κέντρο της Κομοτηνής και μπαίνοντας στους πεζόδρομους με την παλιά αγορά, θα δεις μια ξεχασμένη παράδοση που εδώ παραμένει όχι απλά ζωντανή αλλά κυρίαρχη. Στα πλακόστρωτα με τις κληματαριές, συναντάς αριστερά και δεξιά τενεκετζίδικα, παλαιοπωλεία, στραγαλάδικα, μοδίστρες, καφεκοπτεία και ζαχαροπλαστεία με τοπικές νοστιμιές.
Από τα πλέον ξακουστά, τα γλυκά του “Νεντίμ”. Σιροπιαστά, σουτζούκ λουκούμ, κάθε λογής μπακλαβάς που μπορείς να φανταστείς. Κι αν ανοίξει η όρεξη για κάτι παραπάνω, το “Σουλτάν Τεπέ” περιμένει για το καλύτερο κεμπάμπ που θα γευτεί κανείς στην Ελλάδα.
Κάθε γεύμα ολοκληρώνεται με ένα καλό καφέ. Αν τον ζητήσετε… τούρκικο, θα σταθείτε στην ουρά έξω από το καφεκοπτείο του Μουσταφά. Αν πάλι προτιμάτε να τον αποκαλείτε ελληνικό, τότε θα πάτε στου Κέκκερη.
Πρόσβαση
Η Εγνατία οδός κατά γενική ομολογία άλλαξε ριζικά την εικόνα όλης της Βόρειας Ελλάδας. Οι αποστάσεις εκμηδενίστηκαν, άνθρωποι και εμπορεύματα διακινούνται με ταχύτητα και ασφάλεια, ενώ οι θετικές επιδράσεις του σύγχρονου αυτοκινητόδρομου αποτυπώνονται τόσο στη βιομηχανική παραγωγή όσο και στην τουριστική κίνηση.
Η Κομοτηνή απέχει 250 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, με το οδικό ταξίδι να διαρκεί περίπου 2,5 ώρες.
Ο επισκέπτης μπορεί επίσης να φτάσει με το ΚΤΕΛ ή τον σιδηρόδρομο, ενώ κοντινά αεροδρόμια είναι αυτά της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας.