Οι παρέες και η ανάπτυξη δυνάμεων αλληλεγγύης αποτελούν βήμα απέναντι στην θλίψη, την κατάθλιψη και τις φοβίες που εμφανίζουν μεγάλη αύξηση και στην Κρήτη κατά τα οχτώ χρόνια της οικονομικής κρίσης, προκαλώντας επιπτώσεις στις κοινωνικές συναναστροφές αλλά και στην ίδια τη δομή της οικογένειας.
Aυτό επισημαίνει ο διευθυντής του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Ρεθύμνου, ψυχίατρος Αντώνης Λιοδάκης, ο οποίος παρατηρεί ότι τα τελευταία οχτώ χρόνια σημειώνεται αύξηση σε καταθλίψεις κατά 30% και σε κάθε είδους φοβίες μαζί με κρίσεις πανικού κατά 40%.
Παράλληλα, υπάρχει μεγάλη αύξηση των πολιτών που απευθύνονται σε δημόσιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Ρεθύμνου έχουν τριπλασιάσει και τετραπλασιάσει οι επισκέψεις διότι, σύμφωνα με τον διευθυντή του, «οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα κόστη του ιδιωτικού τομέα και απευθύνονται στον δημόσιο τομέα».
Οι εξυπηρετούμενοι στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, όπως μας λέει ο κ. Λιοδάκης, «συσχετίζουν από μόνοι τους τα προβλήματά τους με οικονομικά ζητήματα και δομικά προβλήματα που έχουν να κάνουν με την κρίση και την έκπτωση αξιών. Διότι η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι αξιακή και πολιτισμική και αυτό παρασέρνει σε μια δομική κρίση τον οικογενειακό ιστό, επηρεάζει την οικογενειακή συνοχή. Δημιουργεί αύξηση των διαζυγίων και των περιπτώσεων επιμέλειας παιδιών και πολλά άλλα».
ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΑ
Από τις παρατηρήσεις του στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, ο κ. Λιοδάκης διαπιστώνει ότι «οι άνθρωποι συσσωρεύουν πολύ μεγάλη σε ποσοστά οργή και θλίψη. Και αυτό το μείγμα οργής και θλίψης δημιουργεί πολλές διαταραχές συμπεριφοράς και πολλές παρορμητικές συμπεριφορές».
Ο ψυχίατρος εξηγεί ότι μαζί με τα καταθλιπτικά φαινόμενα, δηλαδή φαινόμενα απόγνωσης και απελπισίας, καθώς πολλοί δεν μπορούν να καλύψουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις, παρατηρούνται και δυσκολίες που έχουν να κάνουν με κρίσεις στην οικογένεια και στην εργασία.
Και αυτό γιατί «τα ζητήματα της εργασίας έχουν μεγάλη επισφάλεια. Οι εργασιακές σχέσεις είναι σε επίπεδο δεκαετίας του ’50».
Επίσης, όπως σημειώνει ο κ. Λιοδάκης, «δημιουργείται -μέσα από τον θυμό, τη θλίψη και τις διαταραχές συμπεριφοράς- αυτό το οποίο στη ψυχιατρική ονομάζουμε αυτοκτονικό ιδεασμό. Πολλοί μιλάνε για απαξίωση του εαυτού, ότι είχαν δρομολογήσει ένα σχέδιο ζωής στο οποίο δεν μπορούν να ανταποκριθούν και φτάνουν στο κορύφωμα της κατάθλιψης».
ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΚΑΙ ΦΟΒΙΕΣ
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι η κατάθλιψη είναι στην πρώτη γραμμή μαζί με φοβίες κάθε είδους, κρίσεις πανικού ενώ παρατηρείται «μεγάλη ανάπτυξη των διπολικών διαταραχών. Δηλαδή άνθρωποι οι οποίοι βιώνουν μια απίστευτη αμφιθυμικότητα που δεσπόζει στη ψυχική τους ζωή με αποτέλεσμα να υπάρχει μια ασυνέπεια ανάμεσα σε αυτό που σκέφτονται, αυτό που λένε και αυτό που κάνουν. Μια ασυμμετρία δηλαδή λόγου και πράξης. Και το ζητούμενο σήμερα μέσα από τις ψυχιατρικές βοήθειες, δηλαδή τη ψυχοθεραπευτική στήριξη, είναι να δημιουργήσουμε συνάφεια ανάμεσα σε αυτά τα οποία σκεφτόμαστε, σε αυτά τα οποία λέμε και σε αυτά τα οποία κάνουμε. Εάν δεν υπάρχει αυτή η συνάφεια, δημιουργείται πολύ μεγάλη αμφιθυμία που οδηγεί σε διπολικές παθολογίες».
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ
Πως μπορεί, όμως, ο πολίτης να αμυνθεί απέναντι σε αυτά τα προβλήματα και ποιος ο ρόλος της πολιτείας. Ο κ. Λιοδάκης τονίζει ότι «η πολιτεία πρέπει να αναπτύξει δημόσιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας, κοινοτικής και κοινωνικής ψυχιατρικής και περισσότερες κινητές μονάδες.
Ο άνθρωπος να απευθύνεται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας, να αποκτήσει θεραπευτική σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους, να σπάσει τα φοβικά αντανακλαστικά σε σχέση με τις ψυχικές παθήσεις, να σπάσει δηλαδή το στίγμα».
Παράλληλα, «ο κόσμος να σπάει τον εγωτισμό και τον απομονωτισμό όσον αφορά τον εαυτό. Να εμπιστεύεται περισσότερο τους γύρω του. Να δοκιμάζει παρέες. Γιατί ένα βήμα απέναντι στη θλίψη και στην κατάθλιψη και στην εθνική μελαγχολία, είναι η ανάπτυξη δυνάμεων αλληλεγγύης μέσα από νέες συλλογικότητες και παρέες. Ο καθένας φοβάται τη σκιά του εαυτού του, κρύβεται πίσω από το δάκτυλό του, δεν εμπιστεύεται ούτε καν τον εαυτό του. Αυτά τα ζητήματα δεν χρειάζονται ψυχιατρικές για να ψυχιατρικοποιήσουμε ακόμα περισσότερο τη ζωή μας και την κοινωνία. Χρειάζεται επαγρύπνηση, ετοιμότητα, δραστηριοποίηση για να μπορούμε να ανατρέψουμε αυτό το κλίμα της φοβισμένης ψυχολογίας».