Χριστούγεννα και οι καρδιές αρχίζουν και πάλι να ζεσταίνονται στην Κρήτη, όπου τα έθιμα και οι παραδόσεις «δίνουν τον δικό τους αγώνα» να επιζήσουν μιας εκσυγχρονισμένης τακτικής που στόχο έχει βάλει να θαμπώσει όλα εκείνα τα ανθρώπινα που στήριζαν όχι μόνο οικογένειες, αλλά ολόκληρες κοινωνίες.
Σχεδόν όλοι αποδέχονται πια σήμερα, πως οι γιορτές των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, των Φώτων δεν είναι όπως ήταν τα προηγούμενα αλλά και τα πιο παλιά χρόνια. Το μοντέρνο τείνει να αποκαθηλώσει το παραδοσιακό, όμως στην Κρήτη υπάρχει η επιμονή να μη χαθεί η Ρίζα, όπως λένε οι παλιοί το δέσιμο με όλα όσα έκαναν τους ανθρώπους πιο υπομονετικούς αλλά και πιο χαρούμενους.
Οι περίοδος των γιορτών ξεκινάει στις πόλεις της Κρήτης με το στόλισμα των βιτρινών, των δρόμων και των γειτονιών, αφετηρία αλλά και το «σφύριγμα» ότι πρέπει όλοι να είναι σε ετοιμότητα προετοιμασίας. Οι λίστες με τις ευχάριστες υποχρεώσεις, όπως τα δώρα στα βαφτιστήρια, τα γλυκά στους γέροντες, η αγορά των ειδών για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, αλλά και το στόλισμα μέσα στο σπίτι, αλλάζουν χέρια πολλά για να συμπληρώσει ο κάθε ένας μέσα στην οικογένεια τα δικά του «θέλω»…
Αρκετοί ακόμη και σήμερα στην Κρήτη κρατούν τη νηστεία των Χριστουγέννων που θα τους οδηγήσει στην εκκλησία το ξημέρωμα της 25ης του Δεκέμβρη για τη θεία λειτουργία της Γέννησης του Θεανθρώπου στην οποία και θα μεταλάβουν των αχράντων μυστηρίων. Μέρα ξεχωριστή μιας και οι οικογένειες ανταμώνουν γύρω από το τραπέζι της αγάπης, του κεφιού, της γενέθλιας πανανθρώπινης ημέρας. Στο τραπέζι κυριαρχεί το Χριστόψωμο το οποίο έχουν ζυμώσει και ψήσει οι νοικοκυρές μέσα σε πνεύμα και συναίσθημα ιδιαίτερα έντονο θρησκευτικό. Χρησιμοποιούν ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, μέλι, σουσάμι, γαρύφαλλα αλλά και ανθόνερο με αποτέλεσμα να μοσχοβολούν τα σπιτικά αλλά και οι γειτονιές.
Με μικρά ζυμαράκια το στολίζουν βάζοντας τέχνη και προσευχή για να γίνει όχι νόστιμο αλλά «ιερό». Νηστεύσαντες και μη αντιλαμβάνονται το Χριστόψωμο ως το αντίδωρο της οικογενειακής αντάμωσης στην οποία όλα ως επί το πλείστον έχουν να κάνουν με το παλιό σε σχέση με το νέο και όλα όσα ομόρφαιναν τον τόπο χρόνια και χρόνια πίσω. Τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά, οι γυναίκες ακόμα και σήμερα μαζεύονται για να φτιάξουν κατά ομάδες τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες. Είναι μία ευκαιρία να ανταμώσουν, να «κουτσομπολέψουν» αλλά και να βοηθήσουν η μία την άλλη στα γλυκά που για όλη την περίοδο των εορτών πρέπει να βρίσκονται πάνω στα τραπέζια της κουζίνας και του σαλονιού σε όμορφες πιατέλες από την προίκα τους.
Στα χωριά του Ρεθύμνου, του Ηρακλείου, της Ανατολικής Κρήτης, πολλές οικογένειες διατηρούν το έθιμο του χοίρου, όπου κάθε οικογένεια μεγαλώνει στο χωριό έναν χοίρο, ο οποίος σφάζεται την παραμονή των Χριστουγέννων για να βρεθεί στο οικογενειακό και συγγενικό τραπέζι. Άλλοι πάλι την Τρίτη μέρα των Χριστουγέννων κόβουν το κρέας και φτιάχνουν το γνωστό απάκι, την πηχτή (που είναι ζελέ με χορταρικά και κρέας), αλλά και λουκάνικα, και σύγκλινα, τα οποία τα διατηρούν σε δοχεία για αρκετούς μήνες. Τα τελευταία χρόνια στα χωριά πολλοί νοικοκυραίοι επηρεασμένοι από το ξενόφερτο έθιμο της γαλοπούλας, εκτρέφουν γαλιά -όπως τα λένε- ώστε τα Χριστούγεννα να εμπλουτίσουν το τραπέζι τους αλλά και να το προσφέρουν ως φίλεμα σε συγγενείς, κουμπάρους και σύντεκνους. Τα παιδιά μαζεύουν βλαστοκρέμμυδα, τα τυλίγουν σε αλουμινόχαρτο και κορδέλα και τα πηγαίνουν παραμονή 24 του Δεκέμβρη σε συγγενικά σπίτια για να πάρουν το χάρισμα (δώρο).
Στη συνέχεια ομάδες, παρέες, λένε τα κάλαντα με την προσμονή να αυξηθεί το χρηματικό ποσό στο πορτοφολάκι τους μπας και καταφέρουν να αποκτήσουν κάτι από… τα καταναλωτικά όνειρα τους. Λύρα μαντολίνο, μελώδικα, φυσαρμόνικα και φυσικά το τρίγωνο, βοηθούν στον εντυπωσιασμό και ίσως το χάρισμα να είναι μεγαλύτερο από γνωστούς ή ξένους. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία από τα μέσα του Δεκέμβρη στοιβάζουν ξύλα στις εισόδους των σπιτιών μιας και οι σόμπες και τα τζάκια τις ημέρες των εορτών δεν σταματούν να ανάβουν και οι ξυλόφουρνοι να ψήνουν τα καλούδια φτιαγμένα με τις παραδοσιακές συνταγές.
Τα καραβάκια, οι στολισμένες βεράντες, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα μέχρι τα μέσα του Δεκέμβρη έχουν κατακλύσει σπίτια, γειτονιές και δημόσιους χώρους. Όλοι γνωρίζουν ότι το δέντρο είναι έθιμο ξενόφερτο αλλά οι παλιοί υποστηρίζουν ότι «στα παλιά χρόνια, οι γράδες και οι κοπελιές έκοβαν κλαδιά δέντρων και στόλιζαν τα παραθύρια, τις πόρτες και τις αυλές». Τα ψώνια στις τοπικές αλλά και τις κεντρικές αγορές, είναι πλέον μέσα στα έθιμα των τελευταίων χρόνων.
Οι περισσότεροι 23 και 24 Δεκεμβρίου συναντιόνται στα καταστήματα και καταλήγουν σε μικρά ταβερνάκια για να πιουν το κρασί τους να γλεντήσουν μέχρι τις πρώτες απογευματινές ώρες και να ανταλλάξουν ευχές για τα «Χριστόγεννα», όπως λένε στην Κρήτη τα Χριστούγεννα. Στις επαρχίες Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου στο Ρέθυμνο αλλά και στην Πεδιάδα στο Ηράκλειο, τις ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, οι άνθρωποι ανταμώνουν πιο συχνά τα βράδια στο πλαίσιο μιας καλύτερα οργανωμένης κοινής εορτής, ώστε να συμφωνήσουν στο πρόγραμμα των επισκέψεων αλλά και των προετοιμασιών για τα τραπεζώματα. Τη μια μέρα μαζεύονται στο ένα σπίτι, την άλλη μέρα στο άλλο και πάει λέγοντας. Την εβδομάδα πριν την Πρωτοχρονιά, οι ετοιμασίες είναι λιγότερες αλλά το κέφι περισσότερο. Τα παιδιά μαζεύονται στις αυλές των σχολείων και των εκκλησιών για να οργανώσουν τα Δεύτερα Κάλαντα, αυτά της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, κάνοντας προσθέσεις και αφαιρέσεις στα χρήματα τους, μαλώνοντας αλλά και ζηλεύοντας πολλές φορές ορισμένα κάποια άλλα. Οι συναντήσεις αυτές των παιδιών δεν έχουν αλλάξει εδώ και δεκαετίες, ίσως διότι είναι η ευκαιρία να βγάλουν το χαρτζιλίκι μόνοι τους και να μπορέσουν να αντισταθούν στις όποιες νουθεσίες ή προτροπές των γονιών σχετικά με το ξόδεμα του.
Στο Ηράκλειο, επικρατεί ακόμη και σήμερα το έθιμο της Μπουγάτσας ανήμερα της Πρωτοχρονιάς για να είναι γλυκιά η είσοδος του νέου χρόνου, αλλά και για να αντέξουν όπως λένε οι Ηρακλειώτες, κάθε πικρό που μπορεί να τους επισκεφτεί κατά τη διάρκεια του έτους. Στους δρόμους της Μεγαλονήσου δε λείπει το παιχνίδι, που από πολύ παλιά κρατεί ως έθιμο και είναι μία ευκαιρία να ανταμώσουν άνθρωποι όλων των ηλικιών σε κεντρικούς δρόμους για να πειράξουν ο ένας τον άλλον, η μία παρέα την άλλη, να φωνάξουν και να τραγουδήσουν, ξορκίζοντας με αυτόν τον τρόπο και αντιδρώντας στα περασμένα του έτους και δείχνοντας τη διάθεση τους για τα μελλούμενα του νεοεισερχόμενου στη ζωή τους χρόνου.
Στην Κρήτη, τα δώρα τα φέρνουν οι παππούδες και ο Άγιος Βασίλης… Ένα παράξενο πράγμα… Και όμως τα παιδιά μόνο από αυτούς περιμένουν τα δώρα. Ακόμη και αν τα ρωτήσεις, ακόμη και αν ξέρουν την αλήθεια τα περισσότερα λένε ότι τους τα έφεραν οι παππούδες ή ο Άγιος Βασίλης. Οι γονείς όπως όλα δείχνουν, είναι για να «βρουν» το Φλουρί που θα μπει στη Βασιλόπιτα και για να φτιάξουν τη μεγάλη πίτα της Πρώτης του έτους, που με το Σταύρωμα πριν το κόψιμο της και το μοίρασμα στο Χριστό, στο Σπιτικό και κατόπιν στα μέλη της οικογένειας, αποτελεί το κλειδί για την είσοδο σε μία νέα χρονιά γεμάτη Ελπίδα, Υποσχέσεις, δώρα και αγάπη. Τα τελευταία χρόνια το έθιμο της χαρτοπαιξίας έχει μειωθεί αισθητά όμως στις παρέες ο κύκλος στήνεται για να «αγκαλιάσει» όλους εκείνους που επιθυμούν να μάθουν μέσω του τζόγου- αθώου τις περισσότερες φορές, αν η χρονιά θα τους πάει καλά σε τύχη και χρήμα.
Αμέσως μετά το Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, την κοπή της Βασιλόπιτας και την ανταλλαγή των δώρων, ξεκινάει η «κάθοδος» των μυρίων με κατεύθυνση είτε σπίτια για να συνεχιστεί το ρεβεγιόν ή σε κάποια μαγαζιά όπου το ποτό η μουσική και η πολύχρωμη φωταγωγημένη διασκέδαση θα τους κρατήσει ξύπνιους μέχρι το πρωί. Τα μικρότερα μέλη των οικογενειών, το πρωί έστω και κουρασμένα ξεκινούν για το «Ποδαρικό» σε θείους, παππούδες και νονούς, για να «εισπράξουν» την «καλή χέρα» αν τύχει και είναι οι πρώτοι που θα περάσουν το κατώφλι.
Σιγά-σιγά, ξεκινούν και πάλι οι ετοιμασίες για το μεσημεριανό τραπέζι της Πρώτης Μέρας του Χρόνου το οποίο όμως, κυρίως στα χωριά, κρατάει μέχρι αργά το βράδυ με φαγοπότι, διασκέδαση, τραγούδια και αφηγήσεις οικογενειακών ιστοριών. Έθιμο στην Κρήτη, η δεύτερη μέρα του έτους να είναι αφιερωμένη σε επισκέψεις μεταξύ σύντεκνων και κουμπάρων, ενώ όλη η εβδομάδα μέχρι και τα φώτα οι πολιτιστικές εκδηλώσεις που οργανώνονται από την αυτοδιοίκηση και τους συλλόγους διατηρούν σε μία εγρήγορση διάθεσης και ευχαρίστησης όλους τους πολίτες. Την Παραμονή των Φώτων, οι ιερείς περνάνε από τα καταστήματα και τα σπίτια για να μυρώσουν, ενώ οι νοικοκυρές στα χωριά καθαρίζουν τις αυλές και τις εισόδους για να δεχτεί το σπιτικό τον Αγιασμό που θα τον τοποθετήσουν δίπλα στα εικονοστάσια για όλο σχεδόν τον χρόνο. Τα κάλαντα ακούγονται όλο και λιγότερο από τα παιδιά, ενώ το φαγητό αυτής της μέρας συνηθίζεται να ψήνεται σε φούρνους της γειτονιάς. Την ημέρα των Φώτων οι πιστοί εκκλησιάζονται και συμμετέχουν στο Αγιασμό των Υδάτων.
Όσοι επιθυμούν βουτάνε στα νερά για να πιάσουν το Σταυρό και να ευλογηθούν από τους ιερείς. Την ίδια μέρα κάποιες οικογένειες καλούν τον ιερέα να ευλογήσει το σπίτι και του δίνουν από τα προϊόντα που έχουν παράγει καθώς και χυλό ή φωτοκόλλυβο από σιτάρι, ρόδια, σταφίδες, κανέλα, αμύγδαλα και σταφίδες. Το απόγευμα των Φώτων σε ορισμένα κτηνοτροφικά χωριά της Κρήτης οι βοσκοί πηγαίνουν στα ζωντανά τους για να τα ταΐσουν κριθάρι, ενώ υπάρχει ακόμη και το έθιμο της ευλογίας των κουδουνιών των προβάτων.
Δεν είναι λίγοι οι Κρητικοί που διατηρούν το έθιμο της Αγάπης, δηλαδή, πηγαίνουν φαγητό σε οικογένειες που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, την ώρα που οι γιαγιάδες θυμιατίζουν το σπίτι και καλούν τα εγγόνια να προσευχηθούν. Ενώ σε λίγα σπίτια πλέον, αφήνουν έξω από το σπίτι σε ένα τραπέζι ένα ποτήρι κρασί και ένα πιάτο με φαγητό για τον ξένο που αν περάσει και το φάει θα είναι πράξη άγια, πράξη που θα ευλογηθεί το σπίτι και θα φωτιστεί από τη καλοσύνη των νοικοκυραίων.