Η Ελλάδα και η Κρήτη αποτελούσε “όνειρο” για τα γερμανικά στρατεύματα στην αρχή του πολέμου, που πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε εφιάλτη, λόγω της αντίστασης και των γενικότερων συνθηκών που επικρατούσαν στη χώρα.
O Βαλεντίν Σνάϊντερ (Valentin Schneider) ιστορικός, ερευνητής , είναι επιστημονικός υπεύθυνος του έργου δημιουργίας μιας βάσης δεδομένων των γερμανικών στρατιωτικών μονάδων στην Ελλάδα από το 1941 έως το 1945. Για αυτό το σκοπό εργάζεται στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών στην Αθήνα και τις τελευταίες ημέρες βρέθηκε στα Χανιά και μίλησε στα “Χ.Ν.” για το πρόγραμμα αυτό.
Με βάση τα Γερμανικά αρχεία υπάρχουν λίστες που καταγράφονται 6000 μονάδες σε επίπεδο λόχου που υπήρχαν στη χώρα μας κατά την κατοχή. Τι ενδιαφέρον έχει όμως έχει η συγκέντρωση δεδομένων για τις κατοχικές στρατιωτικές δυνάμεις είναι το ερώτημα μας στον ιστορικό.
«Ήθελα να δω ποιοι ήταν αυτοί οι στρατιώτες από πού προέρχονταν, πόσο καιρό έμειναν σε ένα τόπο, για πού έφυγαν… Πολλές από αυτές τις πληροφορίες τις βρήκα στα Γερμανικά αρχεία, υπάρχουν κενά όμως και πράγματα που πρέπει να διασταυρώσουμε. Ξέρετε ο εντοπισμός και η καταγραφή των στρατιωτικών μονάδων συνήθως γίνεται προκειμένου να διευκρινιστεί ο ρόλος τους σε μια μάχη, στα πλαίσια ενός πολέμου. Για μας δεν έχουν σημασία μόνο οι μάχες, αλλά η κίνηση των μονάδων, οι άνθρωποι που τις αποτελούν κτλπ. Δεν ήταν ίδιοι οι Γερμανοί που έφυγαν το 44-45 από τη χώρα, με αυτούς που είχαν έλθει το ΄41 . Για τους περισσότερους η Ελλάδα ήταν μια στάση σε όλο τον πόλεμο, μια στάση σε ένα μεγάλο κύκλο με τη Γαλλία, την ΕΣΣΔ, τα Βαλκάνια, τη Β. Αφρική» απαντάει ο κ. Σνάϊντερ.
Για το σκοπό αυτό στα πλαίσια του προγράμματος αναζητούνται από όλους τους πολίτες και τους Κρητικούς, έγγραφα, φωτογραφίες, στοιχεία από τη Γερμανική κατοχή. «Έχουν σημασία τα μικρά ιδιωτικά αρχεία, τα έγγραφα που υπάρχουν σε πολλά σπίτια, μια μικρή συλλογή όπου φαίνεται π.χ. ένα νούμερο της στρατιωτικής αλληλογραφίας ώστε να επιβεβαιώσουμε ή όχι τις πληροφορίες που έχουμε από τα Γερμανικά αρχεία. Το συγκεκριμένο project το παρουσίασα και το πρότεινα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών το 2018 που το ενέκρινε. Στη συνέχεια αναζήτησα χρηματοδότηση που την πετύχαμε το 2019 από το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών με τη συνδρομή της πρεσβείας. Εντάξει, είναι μια χρηματοδότηση από ένα υπουργείο της Γερμανίας αλλά είναι σημαντικό για μένα ότι το project εγκρίθηκε πρώτα από ελληνικό επιστημονικό ινστιτούτο και μετά από το Γερμανικό υπουργείο» δηλώνει ο ιστορικός.
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Σε πολλά ρεπορτάζ με Κρητικούς που έζησαν τα γεγονότα της κατοχής, μας μιλάνε για τους Γερμανούς και λένε για πολλούς που ήταν βάναυσοι και σκληροί ότι πχ. ήταν SS ή “Γκεσταμπίτες”; Από όσο γνωρίζουμε δεν υπήρχαν στην Κρήτη καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου μονάδες SS ή της “Γκεστάμπο” ή επίσης ακούμε να μας λένε συχνά για τους “πεταλάδες”, τη μονάδα που είχε στο θώρακα ένα πέταλο που αναγράφονταν το όνομα της και τους οποίους ο κόσμος τους έλεγε “Γκεσταμπίτες”. Τι ισχύει;
«Όχι στην Κρήτη από όσο γνωρίζουμε δεν υπήρχαν μονάδες SS ή Γκεστάμπο, υπήρχαν βέβαια στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι “πεταλάδες” ήταν η Στρατοχωροφυλακή, κάτι σαν Στρατονομία θα την λέγαμε σήμερα και η ευθύνη της ήταν η πειθαρχία του Γερμανού στρατιώτη κυρίως και έπειτα η καταπολέμηση της αντίστασης…».
Επίσης υπήρχαν οι “Χίμβι”, αιχμάλωτοι ή “εθελοντες” Σοβιετικοί οι οποίοι επίσης καταγράφονται ότι είχαν έλθει στην Κρήτης από τους Γερμανούς. Τι συμβαίνει με αυτούς, καταγράφονται στις Γερμανικές στρατιωτικές μονάδες ;
«Αυτοί χρησιμοποιούνταν από Γερμανικές μεραρχίες κυρίως για βοηθητικό ρόλο. Ήταν “εθελοντές” σε πολλά εισαγωγικά καθώς είχαν συλληφθεί ή ως αιχμάλωτοι κατά τον πόλεμο ή είχαν μαζευτεί από τα κατακτημένα εδάφη της ανατολής και η επιλογή τους ήταν ή να πάνε ως βοηθητικοί στο Γερμανικό στρατό ή να πεθάνουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς οι Γερμανοί δεν έδιναν καθόλου φαγητό, ούτε παρείχαν κάποια υγειονομική περίθαλψη στους Σοβιετικούς. Επομένως για αυτούς ήταν μια ευκαιρία να επιβιώσουν. Οι Γερμανοί τους είχαν για μεταφορές, καθαριότητα, δούλευαν πίσω από τις μονάδες σε μη μάχιμες θέσεις. Αντίθετα υπήρχαν και μονάδες στην υπόλοιπη Ελλάδα που τους είχαν φέρει οι Γερμανοί από άλλα μέρη. Στα πλαίσια ενός πολιτικού σχεδίου τους υπόσχονταν ανεξαρτησία για τη χώρα τους αν κέρδιζαν τον πόλεμο. πχ. Υπήρχε στην Ελλάδα μονάδα από το Τουρκεστάν ή Αραβική λεγεώνα στην Πελοπόννησο από Τυνήσιους και Μαροκινούς…»
Για το Γερμανό στρατιώτη η μετάθεση στην Ελλάδα θεωρούνταν ευνοϊκή, δυσμενής, αδιάφορη;
«Στην αρχή ήταν σαν όνειρο γιατί στο εκπαιδευτικό σύστημα η ελληνική ιστορία και τα αρχαία ελληνικά είχαν μεγάλη σημασία. Είχα βρει γράμμα στρατιώτη που να λέει ότι «σήμερα μπήκε η σημαία μας μας στην Ακρόπολη πόσο θα ήθελα να είμαι εκεί”, έβλεπαν τη Γερμανία ως μια συνέχεια της αρχαίας Ελλάδας. Βέβαια δεν ήταν τόσο καλή μετάθεση όπως πχ. το Παρίσι που θεωρούνταν ο παράδεισος από πολλές απόψεις. Στη συνέχεια όμως με την αντίσταση σε πόλεις και στην ύπαιθρο οι συνθήκες μεταβλήθηκαν πάρα πολύ και η Ελλάδα έγινε μια “κόλαση” για τους Γερμανούς. Ήταν και το κλίμα επίσης που ενώ τους άρεσε ο ήλιος και η θάλασσα, ήλθαν αντιμέτωποι με πολλές αρρώστιες όπως η φυματίωση, η μαλάρια…Πολύ γρήγορα οι Γερμανοί στην πλειοψηφία τους έπαψαν να ενδιαφέρονται για τη χώρα τους ενδιέφερε πως θα επιβιώσουν και θα ζήσουν καλύτερα…» καταλήγει ο κ. Σνάϊντερ.
Κάλεσμα για πληροφορίες
Η καταγραφή γίνεται στα πλασία του επιστημονικού έργου «Βάση δεδομένων των γερμανικών στρατιωτικών και παραστρατιωτικών μονάδων στην Ελλάδα 1941-1944/45», το οποίο διεξάγεται στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
Οι ερευνητές προσκαλούν «όσους διαθέτουν σχετικές πληροφορίες, όπως για παράδειγμα ονόματα Γερμανών στρατιωτών, ή τοπικών διοικητών, ή μονάδων, όπως επίσης και ονόματα σκαφών που χρησιμοποίησαν οι Γερμανοί, με όσο το δυνατόν περισσότερο ακριβή τοπικό και χρονικό προσδιορισμό της εν λόγω πληροφορίας, να μας στείλουν μήνυμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση GODB@eie.gr». Επίσης στο email του ερευνητή vschneider@eie.gr.