«Ένα κρασί, μια κοντυλιά και μια καλή παρέα,
Δε θέλει ο άνθρωπος πολλά για να περνά ωραία».
Αυτή την μαντινάδα επέλεξε ο ιατρός-συγγραφέας ως αρχή στο νέο του πόνημα «Η κρητική παρέα. Αρχές και κανόνες επικοινωνίας». Η βιωματική σχέση του Μανόλη Παπυράκη με την κρητική παράδοση σε όλες τις εκφάνσεις της γίνεται φανερή από την πρώτη σειρά του βιβλίου. Στο πρώτο κεφάλαιο περιγράφονται τα χαρακτηριστικά της παρέας, η οποία αποτελεί τον βασικό εκφραστή του λαϊκού μας πολιτισμού. Μετά τη γνωριμία των μελών μεταξύ τους, η κρητική παρέα συμμετέχει στο γλέντι με τραγούδια (ριζίτικα, μαντινάδες), μουσική με λύρα, λαούτο, μαντολίνο, βιολί και με χορό. Οι αιτίες για παρέα μπορεί να είναι η γέννηση ενός παιδιού, η στράτευση, η είσοδος στο πανεπιστήμιο, η βάφτιση, ο αρραβώνας, ο γάμος, το πανηγύρι στη μνήμη του προστάτη αγίου του χωριού, η καντάδα στην αγαπημένη, η συμφιλίωση μετά από παρεξήγηση («σασμός») ή ακόμα και μια μεγάλη στενοχώρια, όπως η κηδεία. Βέβαια, παρέες μπορούν να γίνουν και μετά την κουρά των προβάτων, στα ρακοκάζανα κατά την παρασκευή της ρακής και στις 3 Νοεμβρίου του Αγίου Γεωργίου του Μεθυστή που δοκιμάζονται τα κρασιά.
Σε όλες αυτές τις εκδηλώσεις, στο παρόν δοκίμιο, παρουσιάζονται οι εθιμικοί κανόνες, ο σεβασμός στην προσωπικότητα του κάθε γλεντιστή, ενώ ταυτόχρονα δίνονται πολλά παραδείγματα από προσωπικές βιωματικές εμπειρίες τόσο από τον τόπο καταγωγής του συγγραφέα (Κορφές Μαλεβιζίου) όσο και από την ύπαιθρο του Νομού Ρεθύμνης, όπως τα Αγκουσελιανά. Ειδικά οι δυο τελευταίοι τόποι αποτελούν σημεία αναφοράς στο παρελθόν και συγκριμένα τη δεκαετία του 1960. Αυτές οι περιγραφές είναι ιδιαίτερα σημαντικές, διότι η παραδοσιακή αγροτοποιμενική κρητική κοινωνία αλλάζει αμετάκλητα τη δεκαετία του 1970, λόγω της τουριστικής εισβολής, της εμπορευματοποίησης και της παγκοσμιοποίησης γενικότερα.
Ο συγγραφέας με την ιδιότητα του ιατρού περιγράφει και την υγιεινή κρητική διατροφή (ελιές, τυρί, σαλάτα, κ.λπ.), μέρος της ευρύτερης μεσογειακής διατροφής, σύμφωνα με μελέτες Αμερικάνων διατροφολόγων τις δεκαετίες 1950 και 1960, που συνοδεύει το ποτό της παρέας. Εδώ, όπως και στην αρχή και στο τέλος του βιβλίου, ο Μανόλης Παπυράκης στηλιτεύει τη μέθη και τους άσκοπους πυροβολισμούς της κρητικής παρέας, νουθετώντας τις νεότερες γενιές και συμβάλλοντας στην προαγωγή του κόσμιου, φιλειρηνικού και πολιτισμένου τρόπου διασκέδασης.
Αυτονόητο είναι ότι χρηστά ήθη και έθιμα της παλιάς κρητικής κοινωνίας, τα οποία συνεχίζονται μέχρι σήμερα, όπως το κέρασμα και η φιλοξενία προβάλλονται στο κεφάλαιο που αναφέρεται στο καφενείο του χωριού. Η μελέτη προχωρά και στον τρόπο διασκέδασης της κρητικής παρέας στα μεγάλα κέντρα και τις ταβέρνες με τους επαγγελματίες μουσικούς, την πίστα χορού και τους εκατοντάδες καλεσμένους. Με άλλα λόγια, υπάρχει αναφορά και στον σημερινό τρόπο ψυχαγωγίας.
Εν κατακλείδι θα λέγαμε ότι ο ιατρός- συγγραφέας παρουσιάζει ένα αξιοπρόσεκτο πόνημα, το οποίο μπορεί να αποτελέσει σημαντική πηγή πληροφοριών για τους Κρητικούς της διασποράς, τους μη Κρητικούς και τις νεότερες γενιές Κρητικών. Με λόγο απλό, ευσύνοπτο, ύφος γλαφυρό και σωστή ταξινόμηση του υλικού περιγράφει με λεπτομέρεια τόσο την παλιά όσο και τη σύγχρονη κρητική παρέα. Το μεγάλο φωτογραφικό αρχείο εμπλουτίζει το κείμενο, δίνοντας ταυτόχρονα πληροφορίες και εικόνες για τον καθημερινό τρόπο ζωής των Κρητικών.