Παρασκευή, 31 Ιανουαρίου, 2025

Η Μάχη των Θερµοπυλών 2

Στο περασµένο µου κείµενο αναφέρθηκα στην µάχη των Θερµοπυλών. Μάχη µεγαλειώδη, από αυτές που σηµαδεύουν την ιστορία. Μάχη όπου οι ηττηµένοι είναι πιο ξακουστοί και εισπράττουν ανά τους αιώνες µεγαλύτερη δόξα και τιµή από τους νικητές. Μάχη ενός ∆αυίδ απέναντι σε ένα Γολιάθ. Μάχη, που ο χρόνος που περνά αντί να την ξεθωριάζει την κάνει πιο λαµπρή από ποτέ.
Την περασµένη εβδοµάδα σας έκανα κοινωνούς στα γεγονότα της µάχης, αυτά καθ αυτά. Σήµερα θα συνεχίσω και θα µιλήσω για τα ανέκδοτα της ιστορίας. Γι αυτές τις µικρές στιγµές που συνήθως παραλείπονται στα επίσηµα βιβλία καταγραφής των περιστατικών και που µοιάζουν αµελητέες. Που ωστόσο είναι αυτές που προσθέτουν ενδιαφέρον στην όλη αφήγηση, είναι αυτές που δείχνουν το βάθος των πραγµάτων και είναι αυτές που όταν τις µάθεις κατανοείς περισσότερο τα γεγονότα, τις αιτίες τους καθώς και τον χαρακτήρα των εµπλεκοµένων.
Όταν ο Ξέρξης αποφάσισε να εκστρατεύσει ενάντια στις Ελληνικές πόλεις µάζεψε στρατό από όλη την απέραντη αυτοκρατορία του. 47 έθνη και φυλές έδωσαν το πιο ακµαίο τους κοµµάτι. Από όπου περνούσε η τεράστια στρατιά, γράφουν οι µελετητές, στέρευαν τα ποτάµια και τέλειωναν οι προµήθειες. Οι αρχαίοι συγγραφείς ανεβάζουν τον αριθµό της µέχρι τα 4 εκατοµµύρια. Οι σύγχρονοι µελετητές υπολογίζουν ότι πρέπει να ήταν περίπου 800,000 στρατιώτες. Υπήρχε όµως και βοηθητικό προσωπικό, υπηρέτες, µάγειροι, ιπποκόµοι και ένα σωρό άλλοι. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι όλος αυτός ο όγκος των στρατευµάτων χρειάστηκε επτά ηµέρες και επτά νύχτες για να περάσει από την Ασία στην Ευρώπη. Για να διασχίσουν τον Ελλήσποντο οι Πέρσες τεχνικοί είχαν κατασκευάσει στο πιο στενό σηµείο του, µια γέφυρα. Την πρώτη φορά ο κακός καιρός την διέλυσε. Και τότε ο Ξέρξης διέταξε να τιµωρήσουν την θάλασσα µε τριακόσια µαστιγώµατα. Οι άνθρωποί του έριξαν µέσα στο στενό, ένα ζευγάρι χειροπέδες και ενόσω µαστίγωναν την θάλασσα έλεγαν: : “Ω πικρόν ύδωρ, ο βασιλιάς, σου επιβάλλει αυτήν την τιµωρία, γιατί τον αδίκησες, χωρίς να πάθεις κανένα κακό από εκείνον. Κι ο βασιλιάς Ξέρξης θα σε περάσει είτε θέλεις είτε όχι”.
Μετά, φθάνοντας στον Άθω θέλησε να παρακάµψει την χερσόνησο –θυµόταν που ο στόλος του Μαρδόνιου είχε καταστραφεί εκεί σε µια παλαιότερη παρόµοια περίπτωση- και κατασκεύασε µια διώρυγα ανάµεσα στα σύγχρονα χωριά Νέα Ρόδα και Τρυπητή, µήκους δύο χιλιοµέτρων, πλάτους 30 µέτρων και βάθους µέχρι 15 µέτρων. Ίχνη της εντοπίζονται µέχρι και σήµερα.
Ο Λεωνίδας αντίστοιχα ήταν ο ένας από τους δύο βασιλείς της Σπάρτης. Καταγόταν από την γενιά των Αγιαδών που λεγόταν ότι κρατούσε από τον ίδιο τον Ηρακλή. Σε όλη του την ζωή εκπαιδευόταν ως στρατιωτικός και είχε λάβει µέρος σε πάµπολλες µάχες και εκστρατείες. Αν και το µαντείο των ∆ελφών είχε ήδη προφητεύσει ότι: «η πόλη της Σπάρτης θα σβήσει από τον χάρτη ή θα θρηνήσει ένα βασιλιά της», ζήτησε να είναι αυτός που θα προϋπαντούσε τους Πέρσες. Εκείνη την εποχή, τέλος του Αυγούστου του 480 π. Χ., οι Σπαρτιάτες εόρταζαν τα Κάρνεια και οι υπόλοιπες πόλεις τα Ολύµπια, γιορτές που απαγόρευαν την συµµετοχή σε πολεµικές συγκρούσεις. Ωστόσο τα γεγονότα ήταν τόσο σοβαρά που αποφασίστηκε να παρακαµφθούν οι κανόνες και να πάει µια µικρή δύναµη στο στενό των Θερµοπυλών, µε την βεβαιότητα ότι θα στέλνονταν ενισχύσεις µετά το τέλος των γιορτών. Ο Λεωνίδας, εξήντα χρονών τότε, επέλεξε άνδρες που είχαν ήδη γιούς-για να µην σβήσει η γενιά τους- αποχαιρέτησε την γυναίκα του λέγοντάς της αν δεν γυρίσει να παντρευτεί έναν γενναίο άνδρα και να κάνει γενναία παιδιά-εποµένως ήξερε ότι δεν θα επιστρέψει- και οδήγησε τον µικρό του στρατό προς το προδιαγεγραµµένο τέλος. Ο Ακαρνάνας µάντης Μεγιστίας που τους συνόδευε έβλεπε τα δυσοίωνα σηµάδια στις θυσίες. Παρ όλα αυτά, όλοι ήταν εκεί παρόντες και έτοιµοι για όλα τα ενδεχόµενα.
Ο κατάσκοπος του Ξέρξη παραξενεύτηκε γιατί τους είδε να γυµνάζονται και να χτενίζονται ανέµελοι. Ο Σπαρτιάτης ∆ιηνέκης όταν κάποιος είπε ότι τα βέλη των Περσών θα σκιάσουν τον ήλιο απάντησε ότι θα ήταν καλύτερα γιατί θα πολεµούσαν υπό σκιάν. Και ο Λεωνίδας ατάραχος διαµηνύει στον αντίπαλο βασιλέα που του ζητά να συνταχθεί µαζί του και να τον κάνει µονάρχη όλων των Ελλήνων, ότι προτιµά να πεθάνει για την Ελλάδα παρά να εξουσιάζει τους οµόφυλούς του. Και όταν στο τέλος του ζητά να παραδώσει τα όπλα, του απευθύνει το ανυπέρβλητο: µολών λαβέ-όταν τα καταφέρεις να έρθεις, έλα να τα πάρεις.
Κι όταν µετά από την γενναία µάχη των δύο ηµερών που έφερε σε απόγνωση τον Ξέρξη, φτάσανε τα δυσάρεστα νέα ότι η Ανοπαία ατραπός προδόθηκε και ότι ο στρατός του Μεγάλου Βασιλιά τους περικυκλώνει, τότε ο Λεωνίδας διέταξε τους σύµµαχους που είχε µαζί του, γύρω στους 7,000, να φύγουν γιατί θα ήταν χρήσιµο να πολεµήσουν και να υπερασπιστούν την πατρίδα αλλού. Μένει ο ίδιος µε τους τριακόσιους του. Μα και οι Θεσπιείς, εφτακόσιοι αυτοί, αρνούνται να φύγουν. Έµειναν επίσης και οι 400 Θηβαίοι, οὐ βουλόµενοι, λένε οι ιστορικοί, οἰωνεί ὅµηροι. Και ο µάντης Μεγιστίας παραµένει εκεί. ∆ιώχνει µόνο τον γιό του.
Από την ένδοξη τελική µάχη λείπουν δύο από τους τριακόσιους. Ο Εύρυτος και ο Αριστόδηµος που έχουν τυφλωθεί προσωρινά από µια αρρώστια των µατιών. Ευρίσκονται στους Αλπηνούς για να αναρρώσουν. Μόλις έµαθαν το πέρασµα του µονοπατιού από τους Πέρσες, ο µεν Εύρυτος, που ήταν κάπως καλύτερα, έσπευσε στο πεδίο της µάχης, όπου σκοτώθηκε. Ο Αριστόδηµος, άρρωστος, σχεδόν τυφλός, επιστρέφει στην Σπάρτη, όπου όλοι τον αποκηρύττουν. Θεωρούν ότι τους ντρόπιασε και τον αποκαλούν «ὁ τρέσσας Ἀριστόδηµος» ο Αριστόδηµος που δείλιασε. Ο Αριστόδηµος, επειδή, προφανώς δεν ήταν δειλός, αλλά οι θεοί του έπαιξαν ένα σκληρό παιχνίδι, την επόµενη χρονιά αγωνίστηκε στη µάχη των Πλαταιών, όπου πέθανε αγωνιζόµενος γενναία. Οι συµπατριώτες του όµως δεν θεώρησαν ότι έπρεπε να τιµηθεί για το θάνατό του αυτό. ∆εν πολέµησε έτσι, υποστήριξαν, από γενναιότητα, αλλά πιεσµένος από την κατακραυγή του κόσµου. Λέγεται ακόµα ότι κι άλλος ένας Σπαρτιάτης, ο Παντίτης, που είχε σταλεί στην Θεσσαλία µε ένα µήνυµα, σώθηκε. Γυρίζοντας όµως στη Σπάρτη µπροστά στη γενική απαξίωση, αναγκάστηκε να κρεµαστεί.
Κακή τύχη, είχε και ο προδότης Επιάλτης ή Εφιάλτης. Μετά την νίκη των Περσών ο Εφιάλτης φοβούµενος την εκδίκηση των Σπαρτιατών, κατέφυγε στην Θεσσαλία., ενώ οι αντιπρόσωποι στο αµφικτιονικό συνέδριο τον είχαν επικηρύξει. Αργότερα επέστρεψε στην Αντίκυρα, νοµίζοντας πως η πράξη του είχε λησµονηθεί. Τότε τον σκότωσε κάποιος Αθηνάδης. Κατ’ άλλους τον σκότωσαν συντοπίτες του για να ξεπλύνουν την ντροπή που είχε φέρει στην πόλη τους.
Όλες αυτές οι λεπτοµέρειες καταγράφονται στα βιβλία του Ηρόδοτου, που είναι αυτός που ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο και συνέγραψε για τα Μηδικά. Αν και σε κάποιες εποχές θεωρήθηκε «παραµυθάς» και λαθεµένος οι πιο πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν ότι όσα αναφέρει είναι σωστά. Ίσως µόνο οι αριθµοί των νεκρών και των ηµεροµηνιών λένε οι ερευνητές, να είναι ανακριβείς. Γενικά όµως τα γραφόµενά του αποδεικνύονται αληθινά.
Αξίζει να µνηµονεύσω και το µνηµείο που υπάρχει σήµερα στο σηµείο απέναντι από τον λοφίσκο όπου διεξήχθη η µάχη. Παριστάνει τον Λεωνίδα πάνοπλο, παντοτινά νέο και ωραίο, να σηµαδεύει αιώνια µε το δόρυ του τους εχθρούς . Το µνηµείο στήθηκε τη δεκαετία του 1950 µε δαπάνες οµογενών από την Αµερική, σε σχέδια του Βάσου Φαληρέα. Εκεί και κατά την αρχαιότητα είχε στηθεί από τους Αµφικτύονες, προς τιµή των πεσόντων, λίθινος λέων, µε τρία επιγράµµατα του Σιµωνίδη, ο οποίος όµως δεν διασώθηκε. Στο ίδιο σηµείο σε αρχαιολογικές ανασκαφές, βρέθηκαν εκατοντάδες αιχµές από τα περσικά όπλα, καθώς και σιδερένιες και χάλκινες λόγχες.
Εκεί παραδίπλα το 1997 στήθηκε ένα άλλο µνηµείο, µικρότερο κι αλλιώτικο, που φανερώνει το διαφορετικό τρόπο που γίνεται αντιληπτή και εκφράζεται η τέχνη µέσα στα χρόνια. Το µνηµείο αυτό, που είναι ένα ακέφαλο σώµα, τοποθετήθηκε για να τιµήσει τους 700 Θεσπιείς που συνήθως τους ξεχνάµε όταν αναφερόµαστε στη µάχη αυτή.
Η σπουδαία αυτή µάχη έχει αποτελέσει θέµα συζήτησης και έµπνευσης πολλών, όλους αυτούς τους αιώνες. Το να πιστεύεις σε µεγάλες ιδέες και αρχές και να τις υπερασπίζεσαι µε οποιοδήποτε κόστος είναι ζητούµενο σε όλες τις εποχές.

Θα τελειώσω µε το ποίηµα «Θερµοπύλες» του µεγάλου Αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Καβάφη:

Τιµή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερµοπύλες.
Ποτέ από το χρέος µη κινούντες
δίκαιοι κ’ ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις,
αλλά µε λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ’ εις µικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο µπορούνε
πάντοτε την αλήθεια οµιλούντες,
πλην χωρίς µίσος για τους ψευδοµένους.

Και περισσότερη τιµή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα