» 59953 : Ένας αριθμός για τον οποίο το αστικό κράτος “στάμπαρε” τη μεγάλη ηρωίδα
Ήταν η πιο μεγάλη. Ήταν η στερνή μέρα για την Ηλέκτρα. Θα ’ταν ακόμη μια μέρα που από το στόμα της δε θα βγαίναν παρά λίγες μονάχα λέξεις.
Aυτή ήταν η Τρίτη 26 του Ιούλη 1944. Μια ζεστή μέρα. Μια ώρα δύσκολη, ματωμένη. Η Αθήνα σε κάθε γωνιά της έδινε μια μάχη με τον ξένο καταχτητή και τους συνεργάτες του. Μπλόκα και θάνατος στους δρόμους, σε κάθε γωνιά, στις γειτονιές. Το πιο μαρτυρικό καλοκαίρι της Κατοχής. Μα η Αθήνα, παρ’ όλη τη φοβερή τρομοκρατία, μαχόταν. Και απαντούσε σε κάθε στιγμή.
Μια τεράστια δουλειά – η διαφώτιση – είναι στα χέρια της Ηλέκτρας. Δουλειά άμεση, καθημερινή, που δεν έπαιρνε από καθυστερήσεις. Μαζί της δούλευαν δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, τυπογράφοι, διανομείς. Ολόκληρος μηχανισμός, που είχε ωρολογιακή ακρίβεια. Και μοίραζε τεράστιες ποσότητες έντυπου υλικού. Ήταν μια άλλη μάχη το ίδιο κρίσιμη σαν αυτή που έδιναν οι ΕΛΑΣίτες στις γειτονιές.
Η Ηλέκτρα είχε μείνει μια βδομάδα σχεδόν στο σπίτι. Είχε δουλέψει εντατικά. Από τα χέρια της είχε περάσει η ύλη του «Ριζοσπάστη», των «Σοβιετικών Νέων». Είχε δει δεκάδες αφίσες. Όμως η δουλειά πίεζε. Και η Ηλέκτρα αποφάσισε να βγει. Επρεπε να δει πώς πάει η μαζική διαφώτιση στους διανοούμενους.
Η Ηλέκτρα έμενε τότε στα Καραγιαννέικα (σημ.: συνοικία του Γαλατσίου) (…)
Στις 26 Ιούλη και μάλιστα πρωί – πρωί η Ηλέκτρα φεύγει από το σπίτι και κατηφορίζει προς την Αθήνα. (…)
Προγραμμάτισε την πορεία της. Πρόσεχε τα περάσματα και τα στέκια που μπορούσε να πέσει πάνω σε χαφιέδες που την γνώριζαν. Έτσι συνήθως από τα Καραγιαννέικα έπεφτε στην Καυκάσου – Κερκύρας (σημ.: στην Κυψέλη) και έφτανε στα σημεία που είχε δουλειά. (…)
Ο Β. Μπαρτζιώτας με βάση αυθεντικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν εκείνη την εποχή δίνει σε γραφτό του κείμενο την παρακάτω μαρτυρία:
«…Είναι πραγματικό λιοντάρι η Ηλέκτρα. Και ξαφνικά στην οδό Αχαρνών η μοιραία συνάντηση, βλέπει σε απόσταση μερικών μέτρων (βγήκε φαίνεται από κάποιο σπίτι) ένα γνωστό της χαφιέ. Αλληλοκοιτάχτηκαν. Τη γνώρισε και κείνος. (…)
Η Ηλέκτρα είναι γερή και εύκολα δεν παραδίνεται. Του δίνει μερικές γροθιές και κυλιούνται και οι δυο στην άσφαλτο. Μα ο δρόμος είναι κεντρικός. Γρήγορα έρχονται σε ενίσχυση του χαφιέ άλλοι χαφιέδες και γκεσταπίτες. Δεν έτυχε να ‘ναι εκεί κοντά ΕΛΑΣίτες και ΕΑΜίτες. Σηκώνουν την Ηλέκτρα σκονισμένη και λουσμένη στον ιδρώτα, την βάζουν σ’ ένα ταξί και την πάνε στο ξενοδοχείο “Κρυστάλ” στην πλατεία Κυριακού. Είναι το Παράρτημα της Ειδικής Ασφάλειας του αρχιγκεσταπίτη στρατηγού Λάμπου».(…)
Μέσα στο δωμάτιο της ανάκρισης που ‘χουν μεταφέρει την Ηλέκτρα είναι ο Λάμπου. (…)
Ο Λάμπου τη ρωτάει: Είναι άγριος. Και περιμένει ν’ ακούσει τ’ όνομά της.
– «Ελληνίδα», απαντάει η Ηλέκτρα.
Οι δήμιοι που στέκονται δίπλα την χτυπούνε αδιάκοπα στο πρόσωπο.
– Πού κάθεσαι; Είναι η δεύτερη ερώτηση του Λάμπου. Αλλά η Ηλέκτρα που τον κοιτάζει άτρομα έχει το πιστεύω της που λέει: «Σαν μπαίνω στην Ασφάλεια τα ξεχνώ όλα». Έτσι και η απάντησή της είναι μονολεχτική.
Στην Αθήνα.
Οι ανακριτές Έλληνες γκεσταπίτες και Γερμανοί έχουν σκυλιάσει μπροστά στη γυναίκα που τους αντιμετωπίζει άφοβα. Και που απαντά δίχως να λογαριάζει τα συρματόσχοινα που την χτυπούν συνέχεια κι έχουν κιόλας καταματώσει το πρόσωπο και ολόκληρο το κορμί της.
– Ποιοι είναι οι συνεργάτες σου… ρωτά ο Λάμπου.
– Οι Έλληνες είναι η απάντηση της Ηλέκτρας.
Ο Λάμπου είναι έξαλλος. Όμως με κάθε τρόπο θέλει να αποσπάσει μια λέξη από το στόμα της.
– Τι έκανες;
– Υπηρετούσα το Λαό, είναι η απάντηση της Ηλέκτρας.
Ένας αξιωματικός γραφιάς που ανήκε στη Χωροφυλακή ήταν οργανωμένος στο ΕΑΜ. Βρέθηκε εκεί μέσα στο άντρο που βασάνισαν την Ηλέκτρα και είδε με τα μάτια του τους βασανιστές και τα βασανιστήρια. Και την αλύγιστη περήφανη Ηλέκτρα. Αυτός έδωσε και τις πληροφορίες για το τι ακριβώς γίνηκε εκείνη τη νύχτα – στις 25 προς τις 26 Ιούλη – στο ξενοδοχείο «Κρυστάλ».
Ο ίδιος πατριώτης ενημέρωνε ταχτικά το ΕΑΜ για μια σειρά περιστατικά που πέφτανε στην αντίληψή του. Για όλα όσα γίνονταν εκεί.
Οι Γερμανοί μείνανε κατάπληκτοι μπροστά στην περήφανη αυτή και αλύγιστη στάση της Ηλέκτρας. Κάποια στιγμή η Ηλέκτρα που ήξερε Γερμανικά τους άκουσε να λένε.
– Μα αυτή είναι θεριό.
– Είμαι – θα τους απαντήσει γερμανικά – μια απλή Ελληνίδα. (…)
Θα ‘ταν περασμένα μεσάνυχτα. Δυο περίπου η ώρα. Είχαν περάσει κοντά δώδεκα ολόκληρες ώρες μαρτυρίου. Κοντά, λοιπόν, στις 2 το πρωί πετάνε την καταβασανισμένη Ηλέκτρα σε ένα δωμάτιο του διαβόητου «Κρυστάλ» που το χρησιμοποιούσαν σαν κελί.
Είναι τέτοια τα βασανιστήρια που ‘χουν κάνει πάνω στο κορμί της που οι δήμιοι δεν μπορούν να φανταστούν πώς η γυναίκα αυτή θα μπορούσε να σαλέψει. Αυτός είναι ο λόγος που δεν βάλανε φρουρό έξω από το δωμάτιο. Τέτοια βασανιστήρια θα ‘χαν σακατέψει άντρα γερό και όχι γυναικείο κορμί. Αλλά η Ηλέκτρα έχει μέσα της απέραντους χυμούς. Κι εκεί που την νομίζουν μισοτελειωμένη αυτή είναι ζωντανή.
Τότε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας το ματωμένο κορμί της σε μια υπέρτατη συγκέντρωση επιχειρεί μια νέα έξοδο από το άντρο των δολοφόνων του «Κρυστάλ».
Η Ηλέκτρα ρίχνει λίγο νερό στο κεφάλι της. Συνέρχεται ανοίγει το παράθυρο και από κει πηδά στο διπλανό σπίτι. Αλλά στο γειτονικό σπίτι η γειτόνισσα του Λάμπου είναι κι αυτή γκεσταπίτισσα. Μόλις κατάλαβε πώς κάποιος ξέφυγε από το άντρο του «Κρυστάλ» ξεσήκωσε με τις φωνές της τους χαφιέδες. Και η Ηλέκτρα βρίσκεται πάλι στα χέρια τους. Και από δω και πέρα για το κορμί της Ηλέκτρας θ’ αρχίσει μια νέα μαρτυρική ώρα. Που θα την φέρει και στο τέλος.
Το έγκλημα θα κλείσει με όλους τους τύπους. Ένα ψυχρό ιατροδικαστικό ντοκουμέντο θα δώσει στη δική του γλώσσα τα ανείπωτα βασανιστήρια που γίνανε πάνω στο κορμί της Ηλέκτρας. Το όνομα του ιατροδικαστή είναι Πέτρος Τζαφέρης. Γράφει:
(…) Επί του πτώματος βεβαιούνται κακώσεις εκ μαστιγώσεως ήτις εγένετο δια διαφόρων οργάνων (μαστιγίου, βουνεύρου, αλύσεως, πλεκτού σύρματος) άτινα έδρασαν αλλεπαλλήλως και βιαιότητα, ως και κακώσεις εξ απαιωρήσεως από των μασχαλών, επίσης εγκαύματα εν ζωή και μετά θάνατον γενόμενα. Ο θάνατος οφείλεται κυρίως εις τας κακώσεις καθ’ όσον τα εγκαύματα είναι μικράς εκτάσεως».
ΥπάρχεΙ στο ίδιο αυτό έγγραφο του ιατροδικαστή και μια σημείωση. Λέει:
«Η ταυτότης της θανούσης εξηκριβώθη υπό της Σημάνσεως ένθα ήτο σεσημασμένη ως κομμουνίστρια υπ’ αριθμόν 59953. Το πτώμα ανήκε εις την Αποστόλου Ηλέκτραν του Νικολάου». (…)
59953. Ένας αριθμός με τον οποίο το αστικό κράτος «στάμπαρε» την Ηλέκτρα. Ίσως τόσες χιλιάδες να ‘ταν και τα χτυπήματα που δέχθηκε το κορμί της. Μα κανείς αριθμός και κανένα μέτρο δεν χωρά και δεν φτάνει την αδάμαστη θέλησή της, την αλύγιστη στάση, το κουράγιο, την πίστη στον λαό που υπηρετούσε.
Όσο και αν η αντοχή της φαντάζει να ξεπερνά τα όρια του ανθρώπινου, η ίδια – όπως και χιλιάδες άλλες αγωνίστριες – ήταν απλή, όπως το ‘πε στους βασανιστές. Η δύναμή της πήγαζε απ’ την αφοσίωση στον σκοπό της κοινωνικής απελευθέρωσης, απ’ την αγάπη για τον Λαό, το ατσάλωμα των κομμουνιστικών ιδεών.
Η Ηλέκτρα Αποστόλου γεννήθηκε το 1912 και σε ηλικία 14 ετών οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ. Η Ηλέκτρα έδρασε πρωτοπόρα, παρότι εκείνη την εποχή οι γυναίκες στο κίνημα ήταν λιγοστές και οι προκαταλήψεις σχετικά με τον ρόλο τους ήταν έντονες.
Το 1934 ήταν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Παγκόσμιο Αντιφασιστικό – Αντιπολεμικό Συνέδριο Γυναικών που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι.
Στα χρόνια της 4ης Αυγούστου φυλακίστηκε αρχικά στις Φυλακές Αβέρωφ. Οταν απελευθερώθηκε, έδρασε παράνομα στη Θεσσαλονίκη. Ξαναπιάστηκε και αφού γέννησε στις φυλακές, εξορίστηκε στην Ανάφη μαζί με το νεογέννητο παιδί της.
Ο σύζυγός της, φυλακισμένος κι αυτός, παρά τις προσπάθειες της Ηλέκτρας, λύγισε και υπέγραψε δήλωση. Τότε, εκείνη του έγραψε:
«(…) οι δρόμοι μας χωρίστηκαν εντελώς. Η αγάπη η δική μας, η μεγάλη μας φιλία, στηρίζονταν προπαντός πάνω στο γεγονός ότι τραβούσαμε τον ίδιο δρόμο στη ζωή. Σήμερα εσύ άλλαξες τον δρόμο σου, ενώ εγώ περισσότερο από κάθε άλλη φορά είμαι αποφασισμένη να συνεχίσω τον παλιό. (…)»
Στην Κατοχή, αφού απέδρασε απ’ τις φυλακές, η Ηλέκτρα – ανάμεσα σε άλλα – διετέλεσε μέλος του ΚΣ της ΕΠΟΝ και της Επιτροπής Πόλης της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας.
ΕΜΕΙΝΕ ΑΝΥΠΟΧΩΡΗΤΗ ΕΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ. ΑΞΕΧΑΣΤΗ!!!
Πηγή: Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
*Ο Σπύρος Δαράκης είνια πρόεδρος μαρτυρικής ΜΑΛΑΘΥΡΟΥ, Πρώην Δήμαρχος Μηθύμνης και μέλος του Δ.Σ του Δικτύου Μαρτυρικών πόλεων και χωριών της Ελλάδος περιόδου 40΄- 45΄ (ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΑ)