Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Η μειονοτική πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου (1898 – 1933)

» Μια σημαντική έκδοση του Εθνικού Ιδρύματος «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» και του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων

Ο τρόπος αντίληψης και αντιμετώπισης των πληθυσμιακών μειονοτήτων αποτελεί ένα σύνθετο πρόβλημα διεθνώς. Η λέξη “μειονότητα” από την ετυμολογία της φανερώνει το “μείων”, δηλ. το ολιγότερον.

H μειονότητα ορίζεται, ως ομάδα ανθρώπων, η οποία διαβιεί σ’ έναν τόπο με κοινά στοιχεία καταγωγής, γλώσσας, θρησκείας κ.α., τα οποία διαφοροποιούνται από τα αντίστοιχα στοιχεία του ευρύτερου συνόλου μέσα στο οποίο ανήκουν. Το ζήτημα των πληθυσμιακών μειονοτήτων στα Βαλκάνια είναι διαχρονικά οξύ. Δεν είναι τυχαίο αυτό που εξελλίσεται αυτήν την περίοδο στην Ουκρανία με την εισβολή της Ρωσίας στη χώρα αυτή, στο όνομα της “προστασίας” και “απελευθέρωσης” της θεωρούμενης από τους Ρώσους δικής τους μειονότητας, που κατοικεί στα ανατολικά και νότια της παλιάς πρώην Σοβιετικής Δημοκρατίας και τώρα ανεξάρτητης χώρας, της Ουκρανίας.

Στην ελληνική βιβλιογραφία οι μειονοτικές μελέτες είναι σποραδικές. Δεν τις μεμφόμαστε, διότι, αφ’ ενός μεν το εγχείρημα είναι δύσκολο και η έρευνα δύσβατη και αφ’ ετέρου, με την ομογενοποίηση του ελληνικού πληθυσμού εντός των συνόρων της Συνθήκης της Λωζάνης το θέμα αυτό, ίσως, δεν θα κινούσε το ευρύτερο ενδιαφέρον. Και όμως… Στην ελληνική βιβλιογραφία δεν καταγραφόταν, επίσης, μια ολοκληρωμένη μελέτη για την πολιτική (ή πολιτικές) που ασκήθηκαν όσον αφορά στο θέμα αυτό. Πώς δηλ. οι ελληνικές κυβερνήσεις διαχειρίστηκαν τις μειονοτικές ομάδες;

Το υπάρχον κενό έρχεται να καλύψει η μελέτη του κ. Βασίλη Ν. Κολλάρου με τίτλο “Η ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ (1898-1933)”, συνέκδοση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών “Ελευθ. Κ. Βενιζέλος”.

Το έργο εκτείνεται σε 440 σελίδες και διαιρείται σε 5 Κεφάλαια ακολουθώντας τις ενότητες που σχηματίζουν οι βενιζελικές διακυβερνήσεις: Η περίοδος της Κρητικής Πολιτείας. Η πρώτη διακυβέρνηση 1910-1915. Η περίοδος 1915- 1920, οπότε τα εθνικά οράματα φαίνονται να πραγματώνονται. Η Λωζάνη με τις ανατροπές που έφερε, και τέλος, το μειονοτικό κατά την τελευταια βενιζελικη διακυβέρνηση (1928 -1932). Η έρευνα τεκμηριώνεται με αδημοσίευτες και δημοσιευμένες βιβλιογραφικές πηγές σε απίθανο εύρος, τη Βιβλιογραφία, η οποία καταλαμβάνει πολλές σελίδες και ένα χρήσιμο Ευρετήριο προς διευκόλυνση του αναγνώστη. Προλογίζεται, τέλος, από τους Νικόλαο Παπαδάκη (Παπαδή) Γενικό Δ/ντη του Ιδρύματος Ελ. Βενιζέλος και Ευάνθη Χατζηβασιλείου, καθηγητή, Γεν. Γραμματέα του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.

Ο συγγραφέας δομεί το έργο του θέτοντας ως αφετηρία την Κρητική Πολιτεία (1898-1913) και τον τρόπο που ο Βενιζέλος χειρίστηκε το θέμα της συμβίωσης με τους χριστιανούς της μειονοτικής ομάδας των Κρητών μουσουλμάνων κατά την περίοδο αυτή. Η επιλογή της περιόδου αυτής από τον συγγραφέα, ως αφετηρία της όλης μελέτης δεν είναι τυχαία, διότι κατά την περίοδο αυτή σφυρηλατείται η βενιζελική πολιτική σκέψη και τίθενται οι βάσεις της μετέπειτα εθνικής πολιτικής του ανδρός.

Για να κατανοήσουμε αυτή την πολιτική, αξίζει να δούμε πολύ συνοπτικά πώς ο κ. Κολλάρος δομεί το αρχέτυπο της: Η βενιζελική πολιτική στα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας συμπυκνώνεται στο νόημα της λέξης “λήθη”. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι, κάτοικοι της τότε νεοσύστατης Πολιτείας όφειλαν να “γεφυρώσουν” τις αντιθέσεις, που τους χώριζαν, όσο μεγάλες κι αν ήταν αυτές. Για τούτο η συνταγματική κατοχύρωση των θρησκευτικών δικαιωμάτων των μουσουλμάνων αποτέλεσε τη βασική συνιστώσα της βενιζελικής μειονοτικής πολιτικής. Στο σύνταγμα δεν κατοχυρώνεται επικρατούσα θρησκεία (η Ορθοδοξία) και για να δομηθεί η Πολιτεία ως ευνομούμενη, κατοχυρώνονται η ισονομία και η ισοπολιτεία όλων των πολιτών. Αλλά και στο εθνικό σύμβολο, τη σημαία, μαζί με τον χριστιανικό σταυρό απεικονίζεται και το μουσουλμανικό άστρο. Ο Βενιζέλος αγωνίστηκε σκληρά -πολλές φορές προξενώντας δυσαρέσκειες στους χριστιανούς –να μην δοθούν επιχειρήματα διακρίσεων σε βάρος του μουσουλμανικού πληθυσμού. Γιατί; Για να μην έχει επιχειρήματα εκμετάλλευσης η Υψηλή Πύλη και να μη δημιουργούνται προσχήματα επέμβασης από τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις στα εσωτερικά της νεοσύστατης, αδύναμης και εξαρτημένης Πολιτείας με κίνδυνο την κατάλυση της. Ο συγγραφέας θεμελιώνει αυτήν την καινοτόμα πολιτική σε δύο πυλώνες: Ο πρώτος είναι καθαρά πολιτικός: Η Κρητική Πολιτεία, για να ευοδώσει τους στόχους της, έπρεπε να αποδείξει ότι είναι “πεπολιτισμένος κόσμος”(Ευρώπη) και ο θρησκευτικός φιλελευθερισμός αποτελούσε το βασικό όπλο τότε. Ο δεύτερος είναι βιωματικός: Ο Βενιζέλος γεννήθηκε στην οθωμανική Κρήτη και “είχε ζήσει την εμπειρία του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού σαν βίωμα”. Αυτή η “τριβή– συμβίωση” του παρείχε πλήρη γνώση για το “άλλο” και ενδυνάμωσε τη βενιζελική “εξωστρέφεια”.

Η εδαφική επέκταση της χώρας με τους βαλκανικούς πολέμους -που συμπίπτει με την αφετηρία υλοποίησης του εθνικού οράματος της Μεγάλης Ιδέας- ενέταξε εντός των νέων διευρυμένων ορίων “πολυπληθείς αλλόθρησκες, αλλοεθνείς και αλλόγλωσσες μειονότητες”. Μουσουλμάνοι, Σλαβόφωνοι, Εβραίοι, Βλάχοι. Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας θέτει το κύριο ερώτημα: Πώς θα επεκτεινόταν το ελληνικό κράτος, αν δεν ήταν ικανό να κυβερνήσει αλλογενείς ομάδες; Η Μεγάλη Ιδέα απαιτούσε και μια αντίστοιχη “Μεγάλη” μειονοτική πολιτική. “Τα αγαθά της ελευθερίας εις πάντας αδιακρίτως τους κατοίκους της χώρας…” είναι η απάντηση. Η ευημερία των μειονοτικών ομάδων βασισμένη στην ισόνομη διοίκηση, την τήρηση των νόμων, την ευπείθεια, τη δίκαιη συμπεριφορά, τον αμοιβαίο σεβασμό, την ισότητα και δικαιοσύνη, αλλά και την τιμωρία αυτών που προέβαιναν σε έκνομες πράξεις σε βάρος των μειονοτικών ομάδων συμπυκνώνουν τη “Μεγάλη” μειονοτική πολιτική, ώστε οι αλλογενείς πληθυσμοί να βιώνουν αισθήματα ασφάλειας, ισονομίας και θρησκευτικής ελλαστικότητας. Ο εφαρμοσμένος θρησκευτικός φιλελευθερισμός στη χώρα με τα επεκτειμένα σύνορα και τον πολιπολιτισμικό πληθυσμό, αφ’ ενός θα απαγκίστρωνε τους μειονοτικούς πληθυσμούς από ξένες επιρροές και αφ’ ετέρου θα αποτελούσε διπλωματικό όπλο στα χέρια της χώρας. Η πολιτική αυτή, βέβαια, δεν μπορούσε να γίνει κατανοητή από τα κατώτερα στελέχη της Διοίκησης των νέων περιοχών, διότι κατά τόπους λειτουργούσαν και “φοβικά σύνδρομα” έναντι των μειονοτήτων, που παρεμπόδιζαν τη βενιζελική προσπάθεια ένταξης των δυνάμεων των “ολίγων” στην εθνική προσπάθεια των “πολλών”.

Κατά την περίοδο 1915-1920 η πολιτική αυτή αποκτά το πλήρες εύρος της, ώστε η Ελλάδα να καταστεί “περιφερειακή δύναμη”. Η εδαφική επέκταση περιελάμβανε μειονοτικούς πληθυσμούς κατά το 1/4 του συνόλου. Αυτή η δύναμη, με κανένα τρόπο δεν έπρεπε να περιχαρακωθεί ή να αποκλεισθεί από το ελληνικό γίγνεσθαι. Χρειαζόταν ενσωμάτωση, ισονομία, ισοπολιτεία, σεβασμό και εμπιστοσύνη, προϋποθέσεις που αποτελούσαν τα εχέγγυα στα χέρια της κυβέρνησης για να εξυπηρετήσει τα εθνικά συμφέροντα, τόσο στα πλαίσια της Συνδιάσκεψης Ειρήνης των Παρισίων, όσο και τις ευαισθησίες των ισχυρών της εποχής στα μειονοτικά (Πρόεδρος Ουίλσον, Κοινωνία των Εθνών κ.α.).

Η πολιτική αυτή εκδηλώθηκε θεσμικά με τους Ν. 2345/1920 για τους μουσουλμάνους, Ν.2456/1920 για τους Εβραίους, ενώ οι Βλαχόφωνοι με τη συμφωνία Βενιζέλου-Μαγιορέσκου του 1913 απολάμβαναν ιδιαίτερα προνόμια. Διοικητικά, με τις σαφείς οδηγίες προς τα κρατικά όργανα για εφαρμογή της νομοθεσίας. Το τελευταίο υπήρξε δυσχερές, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες των διοικητικών στελεχών να αντιληφθούν το εύρος και τους σκοπούς αυτής της πολιτικής, αλλά και τις τοπικές συνθήκες διαβίωσης και σχέσεων του παρελθόντος. Η πιο γνωστή περίπτωση δυσαρμονίας ανάμεσα στον προσανατολισμό και την εφαρμογή είναι αυτή του Αρμοστή Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη, ο οποίος εφαρμοζοντας την, κατά γράμμα, ήλθε σε ρήξη και με τη στρατιωτική διοίκηση στη Σμύρνη, αλλά και με τον χριστιανικό πληθυσμό της Ιωνίας.

Με τα δραματικά γεγονότα του 1922 -έναν αιώνα πριν- αλλάζουν τα δεδομένα. Ο συγγραφέας τονίζει ότι «ο Βενιζέλος, αν και εκπρόσωπος μιάς ηττημένης χώρας, πέτυχε το μέγιστο των ελληνικών απαιτήσεων». Πράγματι, πήγε στη Λωζάνη με δύο “διακυβεύματα”: Την παραμονή των Ελλήνων της Πόλης και την αποχώρηση των μουσουλμάνων της Ελλάδας, ώστε να διευκολυνθεί η εγκατάσταση των μικρασιατών προσφύγων. Οι πολεμικές συγκρούσεις είχαν τελειώσει. Αυτό που χρειαζόταν τώρα ήταν η “εσωτερική ανασύνταξη”. Η Ελλάδα με τη Λωζάνη και την ανταλλαγή πληθυσμών -όσο δύσκολη ανθρωπιστικά και αν υπήρξε- πέτυχε να γίνει ένα από τα πλέον ομοιογενή κράτη, ειδικά στα Βαλκάνια (κατά 94%). Η βενιζελική μειονοτική πολιτική αλλάζει προσανατολισμο και εστιάζεται πλέον στην εντός συνόρων ανάπτυξη και αποκατάσταση των προσφύγων. Ευστοχα ο συγγραφέας παρατηρεί ότι όσο και αν ο Βενιζέλος της Κρητικής Πολιτείας εμφανίζεται διαφορετικός από εκείνον της Λωζάνης, εντούτοις ενυπάρχει σ’ αυτόν η “κοινή συνισταμένη”, που δεν είναι άλλη από την εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος προσαρμοσμένου στις εκάστοτε συνθήκες και δεδομένα.

Ο συγγραφέας, τέλος, θεωρεί ότι η μειονοτική βενιζελική της τελευταίας περιόδου διακυβέρνησης 1928-1932 “κινήθηκε προς περισσότερο συντηρητικά πρότυπα”, αφού προτεραιότητα αποτελούσε η “εθνική ομοιογένεια”. Η προσήλωση, βέβαια, στο γράμμα των μειονοτικών συνθηκών υπήρξε αδιαμφισβήτητη και μάλιστα ιδρύθηκε Τμήμα Μειονοτήτων στο πολιτικό γραφείο του πρωθυπουργού με σκοπό να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της διοικητικής ανεπάρκειας στον τομέα αυτό. Η συντηρητική στροφή, κατά τον συγγραφέα οφειλόταν στην οικονομική κρίση, την κοινωνική ανασφάλεια, την ξενοφοβία, αλλά και την έξαρση του εθνικισμού της περιόδου. Η μειονοτική πολιτική και πάλι συνδέεται άμεσα με τις κατευθύνσεις της εξωτερικής πολιτικής.

Ο συγγραφέας παρουσιάζει στη συνέχεια την πολιτική αυτή απέναντι στις σλαβόφωνη, μουσουλμανική, εβραική της Θεσ/νικης, τσάμικη και βλαχόφωνη μειονότητες, πολιτική που εμπεριείχε διαφορετικά χαρακτηριστικά η κάθε μια, αναλογα με τους σκοπούς που υπηρετούσε.

Συνολικά και συνοπτικά κρίνοντας, η νέα αυτή μελέτη του κ. Βασίλη Ν. Κολλάρου αξίζει να διαβαστεί, γιατί αντιμετωπίζει το ζητούμενο της σφαιρικά και όχι αποσπασματικά. Πλουτίζει την πολιτική βιβλιογραφία με ένα ακόμη σημαντικό έργο και αποδεικνύει ότι η πολιτική δράση του ανδρός δεν έχει εξαντλήσει ακόμη τα περιθώρια έρευνας.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα