» Anthony Marra (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Ίκαρος)
Ο Αστερισμός ζωτικών φαινομένων ήταν ένα από τα πρώτα βιβλία της νεοσύστατης τότε (2013) σειράς ξένης λογοτεχνίας των εκδόσεων Ίκαρος, που έφερε ένα νέο αέρα στα λογοτεχνικά πράγματα τόσο εξαιτίας των επιλογών όσο και του υπέροχου σχεδιασμού, δια χειρός Κούρτογλου, των εξώφυλλων. Ήταν ίσως το πρώτο ευπώλητο βιβλίο της σειράς, βιβλίο που γενικότερα συζητήθηκε και αγαπήθηκε όσο λίγα τα τελευταία χρόνια. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη μεταφραστική υπογραφή του Αχιλλέα Κυριακίδη, τοποθετούν στη σφαίρα του ανεξήγητου το γεγονός πως εξ αρχής ένιωθα μια άρνηση για το βιβλίο αυτό, άρνηση που επέμεινε και στην κυκλοφορία του δεύτερου βιβλίου τού Μάρα, Ο τσάρος της αγάπης και της τέκνο. Και αυτή η άρνηση λειτούργησε με τρόπο αντιστικτικό στον σχεδιασμό του ορίζοντα προσδοκιών πιάνοντας στα χέρια μου το Η Mercury παρουσιάζει, τη στιγμή που επιθυμούσα, όσο τίποτα άλλο, μια χορταστικά μεγάλη αφήγηση, όπως μόνο οι σύγχρονοι Αμερικανοί συγγραφείς ξέρουν να συνθέτουν.
Ο Μάρα χρησιμοποιεί την ιστορία της κινηματογραφικής εταιρείας Mercury για να αφηγηθεί την ιστορία της Αμερικής, αλλά και όλου του κόσμου ταυτόχρονα, κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα. Επινοεί και κατασκευάζει δύο κεντρικούς χαρακτήρες, τον Άρτι Φέλντμαν, συνιδρυτή της εταιρείας μαζί με τον αδερφό του, και τη Μαρία, που σε μικρή ηλικία κατάφερε μαζί με τη μητέρα της να αφήσουν πίσω τους τη φασιστική Ιταλία και τώρα, κάποια χρόνια μετά, βρίσκεται να δουλεύει στη βιομηχανία του σινεμά. Χωρίζει έτσι την αφήγηση της ιστορίας στα δύο, ξεκινώντας in medias res, στα πρώτα χρόνια του ομιλούντος κινηματογράφου, τη στιγμή που η πολιτική, όσο ποτέ άλλοτε, παρεμβαίνει, πότε λογοκρίνοντας και πότε χρηματοδοτώντας κινηματογραφικές παραγωγές ανάλογα με τη χρησιμότητα που διαβλέπει σε εκείνες, ενώ η λειτουργία με καπιταλιστικούς όρους ολοένα και εντείνεται. Με γενικευμένη χρήση αναλήψεων, ο Μάρα τοποθετεί στη θέση τους τα κομμάτια του τελικού παζλ, ενώ ταυτόχρονα με καίριες προλήψεις κλείνει τους λογαριασμούς με τα πρόσωπα της ιστορίας.
Ο μικρόκοσμος της βιομηχανίας του θεάματος αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της αμερικανικής πραγματικότητας εκείνα τα χρόνια, τότε που η χώρα της πολυπόθητης ελευθερίας και των υποσχόμενων ευκαιριών λειτούργησε ως χωνευτήρι ανθρώπων που έφτασαν ως εκεί από όλες τις γωνιές του πλανήτη, συντελώντας στη δημιουργία της πλέον πολυπολιτισμικής κοινωνίας και στην κατασκευή εκείνου που γνωρίζουμε ως αμερικανική ταυτότητα, ανθρώπων που έφερναν μαζί τους ιδιαίτερα στοιχεία πολιτισμού, εξειδικευμένες γνώσεις αλλά και μυστικά και τραύματα. Η αφηγηματική δεινότητα του Μάρα είναι ορατή από τις πρώτες κιόλας γραμμές της ιστορίας, η άνεση με την οποία πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα πρόσωπα και διατρέχει τον χρόνο και τον τόπο είναι απαράμιλλη, κάνοντας ορατό το γεγονός πως εξ αρχής είχε το σύνολο της ιστορίας κατά νου.
Ορατή είναι επίσης η λεπτομερής και εις βάθος έρευνα που έχει πραγματοποιήσει ο συγγραφέας ώστε να πετύχει την απαιτούμενη λεπτοβελονιά στη σύνθεση των μυθοπλαστικών και πραγματολογικών στοιχείων που αποτελούν τον κυρίως σκελετό της αφήγησης στο βιβλίο αυτό.
Η άνεση στην αφήγηση προσδίδει μια ελαφρότητα στην ανάγνωση που ωστόσο δεν υποβιβάζει την αξία του βιβλίου, αλλά, αντίθετα, της επιτρέπει να αποφύγει με χαρακτηριστική άνεση την πρόσκρουση στα βράχια του μελό, του συναισθηματικού εκβιασμού και της τοποθέτησης της νοσταλγίας σε έναν θρόνο δυσθεώρητο, ενώ ταυτόχρονα η άνεση αυτή συντελεί στην αίσθηση της πατίνας του πολυκαιρισμένου σ’ ένα βιβλίο που μοιάζει παλιότερο σε σχέση με τον πραγματικό χρόνο συγγραφής του. Χορταστικό και πλουραλιστικό, το Η Mercury παρουσιάζει είναι κάτι παραπάνω από ένα καλογραμμένο βιβλίο, που πληρεί τις συγγραφικές φιλοδοξίες αλλά και τις αναγνωστικές προσδοκίες, χωρίς να πέφτει θύμα της τεχνικής αρτιότητας που το διακρίνει, χωρίς, θέλω να πω, η εγκεφαλικότητα της έρευνας και της σύνθεσης του μεγάλου κάδρου, να απομυζεί το συναίσθημα και την αναγνωστική απόλαυση που προσφέρει απλόχερα στον αναγνώστη.
Καθόλου δεδομένη δεν πρέπει να θεωρείται η απουσία αφηγηματικής κοιλιάς, παρά τις τετρακόσιες σελίδες που συνθέτουν το μυθιστόρημα αυτό, αντίθετα, είναι κάτι που πρέπει να τονιστεί και να προσμετρηθεί στις αρετές της συγγραφικής μαστοριάς.
Ο Μάρα πετυχαίνει να δώσει ένα μεγάλο μυθιστόρημα, υπενθυμίζοντάς μας πως καλή είναι η αφαίρεση και τα μεταμοντέρνα κόλπα, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με τη μεγάλη αφήγηση. Και αν το κυρίως σώμα της αφήγησης αφορά τα δύο κεντρικά πρόσωπα και την ιστορία τους, ο Μάρα δεν παραλείπει να φροντίσει και τις υπόλοιπες συμπληρωματικές και δευτερεύουσες ιστορίες προσώπων που κάνουν μικρότερο ή μεγαλύτερο πέρασμα από την κεντρική σκηνή, επιτρέποντάς τους να λειτουργήσουν συμπληρωματικά και να προσδώσουν την απαραίτητη αληθοφάνεια, χωρίς να κουράζει τον αναγνώστη πετώντας τον έξω από τις κεντρικές αρτηρίες που διατρέχουν την αφήγηση. Ο συγγραφέας κατορθώνει να μακιγιάρει τους αρμούς που αρθρώνουν το οικοδόμημά του με αποτέλεσμα το τελικό αποτέλεσμα να διακρίνεται ως προς τη συνοχή του, χωρίς να σκιάζεται από την αποσπασματικότητα της σύνθεσης.
Ανάγνωση αχόρταγη, με έντονη την ανυπομονησία για την κάθε επόμενη σελίδα, έτσι θα χαρακτήριζα την πρώτη εμπειρία με το συγγραφικό σύμπαν του Άντονυ Μάρα, και ίσως, κάποια στιγμή, η άρνηση για τα πρώτα δύο βιβλία του να υποχωρήσει δίνοντας τη θέση της στην περιέργεια και την προσμονή.