Σε μία περίοδο που η διαχείριση και αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών βρίσκονται στο επίκεντρο των συζητήσεων διεθνώς είναι δύσκολο να επαναφέρει κανείς στη μνήμη του ότι υπήρξαν εποχές, που η μετανάστευση ήταν ζητούμενο χωρίς περιορισμούς και οι “πόρτες” ήταν ανοιχτές με στόχο τον εποικισμό νέων εδαφών.
Ο ιστορικός σε θέματα μετανάστευσης, Ντιρκ Χέρντερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνας και για πολλά χρόνια διευθυντής του ερευνητικού προγράμματος για τη μετανάστευση του εργατικού δυναμικού στο πανεπιστήμιο της Βρέμης, βρέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα για να συμμετάσχει στο διεθνές συνέδριο με θέμα: “Migration Management and International Organizations in the 20th Century”, που συνδιοργάνωσαν το Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και το Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
Μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Χέρντερ επιχειρεί μία σύντομη ιστορική αναδρομή στις κύριες διαφοροποιήσεις που εμφανίζει η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών τους τελευταίους δύο αιώνες και καταθέτει τη δική του άποψη για το πώς θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν οι σύγχρονες προκλήσεις σε θέματα μετανάστευσης, μέσα από την αλλαγή των όρων του εμπορίου και την επίλυση των κρίσεων σε τοπικό επίπεδο.
• Οπως αναφέρατε στην ομιλία σας στο διεθνές συνέδριο, κάποτε υπήρχαν “ανοιχτές πόρτες” για τους μετανάστες.
Τον 19ο αιώνα οι άνθρωποι μπορούσαν να μετακινηθούν στις κύριες χώρες υποδοχής μεταναστών, δηλαδή κυρίως στις Η.Π.Α. και τον Καναδά, με πολύ μικρούς περιορισμούς. Οι περιορισμοί ίσχυαν για όσους για παράδειγμα είχαν συγκεκριμένες ασθένειες, οπότε δεν μπορούσαν να μπουν στην αγορά εργασίας, εκτός και αν πήγαιναν να ζήσουν σε αγροτικές κατοικίες ή για όσους ήταν ριζοσπάστες και αναρχικοί. Αλλά συγκριτικά με τα σύγχρονα δεδομένα αυτοί τους οποίους απέρριπταν από το να μεταναστεύσουν ήταν ένας πολύ μικρός αριθμός. Και στις χώρες του Ινδικού Ωκεανού το μεγαλύτερο μέρος της μετανάστευσης ήταν ελεύθερο και οι άνθρωποι μπορούσαν να εγκατασταθούν άμεσα σε όποια περιοχή έφταναν. Απ’ αυτούς, το ένα πέμπτο ήταν δούλοι. Ωστόσο, δεν υπήρχε κανένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, και αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι στηρίζονταν ο ένας στον άλλο. Είχαν πολύ καλή πληροφόρηση μόνο όταν ερχόταν κάποιος να τους ενημερώσει για κάτι, όπως για την ύπαρξη θέσης εργασίας. Το σκηνικό αυτό συνεχιζόταν μέχρι τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, οι πρώτοι περιορισμοί όμως ξεκίνησαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1880 στις Ηνωμένες Πολιτείες και μετά στον Καναδά. Και φυσικά καμία από τις χώρες υποδοχής δεν άφηνε εύκολα να εισέλθουν άνθρωποι διαφορετικού χρώματος, οπότε μιλάμε για έναν “λευκό κόσμο”.
Από το 1890 και μετά δημιουργούνται πολιτικές ανησυχίες για ριζοσπαστικές ιδέες, αναρχικές ιδέες τις έλεγαν, και υπάρχει μια τάση να ελεγχθεί η μετανάστευση διεθνώς με αστυνομικά μέσα σε όλο τον κόσμο γύρω από τον Ατλαντικό. Με τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο κόβεται η δυνατότητα της μετανάστευσης και στις Η.Π.Α. υπάρχουν ρατσιστικές ομιλίες και συστηματικές επιθέσεις, ενώ οι άνθρωποι κυρίως από την ανατολική Ευρώπη δεν γίνονται δεκτοί ως μετανάστες γιατί είναι σκουρόχρωμοι, όπως παλιότερα δεν γίνονταν δεκτοί οι Κινέζοι και οι Ιάπωνες. Μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο στις χώρες του Ατλαντικού και μέσα σε ένα πλαίσιο διαχείρισης της μετανάστευσης εισάγονται οι “προσκεκλημένοι εργαζόμενοι” (guest workers). Πρόκειται για έναν αστείο όρο, γιατί στην πραγματικότητα δεν είναι προσκεκλημένοι, πρέπει να εργαστούν για να προσκληθούν. Στις Η.Π.Α. δεν χρησιμοποιείται αυτός ο όρος ακριβώς, αλλά εμφανίζεται το ίδιο φαινόμενο με το όνομα “braceros”, κατά το οποίο οι εργαζόμενοι από το Μεξικό και την κεντρική Αμερική μετακινούνται βορειότερα για να εργαστούν. Στην Ευρώπη οι εργαζόμενοι δεσμεύονται από διμερείς συμβάσεις αλλά μένουν εκεί όπου χρειάζεται να εργαστούν και μετά επιστρέφουν στις οικογένειές τους. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο υπήρχε λοιπόν η ατομική πρωτοβουλία σε επίπεδο επιλογών και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
• Το σύστημα των “προσκεκλημένων εργαζόμενων” είναι αυτό που τελικά συνεχίζει να ισχύει και σήμερα σε αρκετές χώρες;
Αν αντικαταστήσουμε τον όρο “προσκεκλημένος εργαζόμενος” με τον όρο “προσωρινός εργαζόμενος” τότε αυτό ισχύει εν πολλοίς και σήμερα γιατί οι άνθρωποι μετακινούνται για να εργαστούν και κάποια στιγμή θέλουν να επιστρέψουν εκεί όπου βρίσκεται η οικογένειά τους. Βέβαια υπάρχουν και τα αντίθετα παραδείγματα, όπως η μετανάστευση από το Μεξικό στις Η.Π.Α. που είναι κυκλική γιατί οι άνθρωποι πάντα ήθελαν να επιστρέφουν στις οικογένειές τους, αλλά αυτό διακόπηκε με το φράχτη που δημιουργήθηκε στα σύνορα. Για τους μετανάστες από την Αφρική, η φτώχεια και τα καταπιεστικά καθεστώτα τούς δημιουργούν δυσκολίες και προσπαθούν να μετακινηθούν, αλλά το πλαίσιο είναι τόσο περιορισμένο που συχνά δεν τα καταφέρνουν. Και ενώ ο βασικός πυρήνας των οικογενειών τους συνεχίζει να είναι στην Αφρική, που σημαίνει ότι θα έπρεπε να είναι προσωρινή η μετακίνησή τους, τελικά δεν είναι, γιατί με βάση τους περιορισμούς που ισχύουν, αν φύγεις, δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω.
• Εξετάζοντας το φαινόμενο διαχρονικά, ποιο θεωρείτε το πιο επιτυχημένο παράδειγμα διαχείρισης μεταναστευτικών ροών στην ιστορία του φαινομένου;
Σε ένα πρώτο επίπεδο θα εξαιρέσω την Ευρώπη και θα απαντήσω ότι είναι ο Καναδάς. Ο Καναδάς άφηνε για πολύ μεγάλο διάστημα τους ανθρώπους να μπουν στη χώρα μέχρι το 1930, μετά έκλεισε για ένα χρονικό διάστημα τα σύνορά του και τώρα, από τη δεκαετία του 1960 και μετά, η χώρα είναι πολύ ανοιχτή στη χορήγηση ιθαγένειας. Και το σημαντικό είναι ότι από τη στιγμή που οι άνθρωποι έχουν αποκτήσει την ιθαγένεια μπορούν να επιστρέψουν στους συγγενείς τους, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Ο Καναδάς άλλαξε την πολιτική του πριν από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στην Ευρώπη είναι δύσκολο να βρεις έναν ιδανικό υποψήφιο για την καλύτερη μεταναστευτική πολιτική. Τη δεκαετία του 1930 η Γαλλία ήταν σχετικά δεκτική στους μετανάστες γιατί υπήρχε περιορισμένος αριθμός γεννήσεων, οπότε η αύξηση του πληθυσμού ήταν πολύ μικρή. Αντίθετα η Γερμανία είχε περιορισμούς στην είσοδο κυρίως των Πολωνών εργαζόμενων, ενώ η Βρετανία δεν χρειαζόταν εργαζόμενους, λόγω της διαρκούς αύξησης του πληθυσμού, αν και οποιοδήποτε πολίτης της Κοινοπολιτείας μπορούσε να μετακινηθεί στην Αγγλία. Κανείς βέβαια δεν ήθελε να μετακινηθεί μέχρι τα τέλη του 1940, οπότε άρχισαν οι μετακινήσεις πρώτα των Τζαμαϊκανών, και τελικά το σύστημα αυτό σταμάτησε να ισχύει τη δεκαετία του 1950. Τις τελευταίες δύο με τρεις δεκαετίες οι σκανδιναβικές χώρες είναι πολύ ανοιχτές στους μετανάστες, αλλά υπάρχουν αυτή την περίοδο αντιμεταναστευτικά αισθήματα. Επίσης, δεν είμαι εξοικειωμένος με την κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά από όσο έχω καταλάβει η Ελλάδα ήταν ανοιχτή στους μετανάστες για αρκετό καιρό και για όσο ανθούσε η οικονομία.
• Με αφορμή τη συζήτηση που γίνεται για τη μετανάστευση ποιες κατά τη γνώμη σας είναι οι σύγχρονες προκλήσεις για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ρευμάτων;
Οι διεθνείς όροι του εμπορίου, όπως τους έχουν εισάγει οι μεγάλες εταιρείες και τα μεγάλα κεφάλαια έχουν δημιουργήσει ένα νέο διαχωρισμό στον κόσμο, τις χαμηλά αμειβόμενες χώρες και τις υψηλά αμειβόμενες χώρες. Για να γίνει σωστή διαχείριση της μετανάστευσης, λοιπόν, χρειάζεται αλλαγή όλων των όρων του εμπορίου. Όσο για την περίπτωση των προσφύγων, από τη Συρία και τις άλλες χώρες, όπου υπήρξε η Αραβική Ανοιξη, εκεί πιστεύω ότι τα θέματα θα έπρεπε να επιλυθούν σε τοπικό επίπεδο, από τις ίδιες τις χώρες και όχι από την Ευρώπη ή τις Η.Π.Α.