Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Η Μήδεια της Ελληνικής Μυθολογίας

» Μια επιδερμική προσέγγιση στην γυναικεία μορφή του Ευρυπιδικού στερεώματος που αντιστέκεται στις συνήθεις ταξινομήσεις αφού είναι πολυδιάστατη και αντιφατική

Γράφει η Ρόζα Μοτάκη- Κονταδάκη

Η Μήδεια είναι ένα μυθολογικό μάλλον πρόσωπο στην υπηρεσία του εγκλήματος. Διεστραμμένος χαρακτήρας, γεμάτος από πάθη και μίση. Ο Ευριπίδης την αποθανατίζει στο ομώνυμο δράμα του, ως κακή θυγατέρα, άθλια σύζυγο και ανελέητη μάνα.
Στη Μήδεια μυθολογία και ποιητές αποδίδουν μονάχα εγκλήματα και καμιά καλή πράξη. Είναι μάγισσα, ικανή για όλα τα καλά και τα κακά , όλη η ικανότητα της στρέφεται πάντοτε προς το κακό, παρασερμένη από τα αχαλίνωτα πάθη της.
Στην Κολχίδα τυφλωμένη από το σφοδρό έρωτά της προς τον Ιάσονα, προδίδει την εμπιστοσύνη του πατέρα της Αιήτη, παραδίδει στον Ιάσονα το χρυσόμαλλο δέρας και φεύγει μαζί του προς το άγνωστο. Στην ιολκό εξοντώνει τα βασιλέα Πελία για να καταλάβει το θρόνο του, πείθοντας τις ανόητες θυγατέρες του να τον κομματιάσουν και να τον βράσουν στο καζάνι με την υπόσχεση πως αυτή με τα μαγικά της φίλτρα θα τον ξαναγύριζε στη ζωή νέο και δυνατό. Στην Κόρινθο μετέπειτα σκοτώνει την ερωμένη του Ιάσονα Γλαύκη από το πάθος της ερωτικής αντιζηλίας. Φονεύει τον ήρωα της Κρήτης Τάλω κατά την προσέγγιση των Αργοναυτών στο νησί, αν και τους έδειξε ο Τάλως προθυμία να τους φιλοξενήσει και να τους περιποιηθεί. Λένε ακόμη ότι φεύγοντας την καταδίωξη του πατέρα της στην Κολχίδα πήρε αιχμάλωτο τον αδελφό της Άψυθρο και σκοτώνοντάς του έριχνε τις σάρκες του στη θάλασσα για να καθυστερήσει την καταδίωξη. Και το τρομερότερο, γύρω από το οποίο πλέκεται η ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη, σκότωσε τα δύο της αγόρια για να εκδικηθεί το σύζυγό της και πατέρα των παιδιών Ιάσονα,για την απιστία και την εγκατάλειψη.
Συνήθως τα πρόσωπα της τραγωδίας, όλων τραγωδιών του Ευριπίδη, αλλά και των άλλων τραγικών της αρχαίας Ελλάδας δεν είναι μονοκόμματοι, δεν είναι απόλυτα συνεπείς. Είναι συνήθως ασθενείς χαρακτήρες, πρόσωπα με ασθενή βούληση, με πανίσχυρα πάθη από τα οποία άγονται και φέρονται. Σπάνιοι οι σταθεροί και μονοκόμματοι τύποι στις αρχαίες τραγωδίες, ακριβώς όπως συμβαίνει και στην κοινωνία των ανθρώπων πάντοτε. Ακολουθούν όμως σταθερά, πορεία προς ένα σκοπό που οδηγεί ο μύθος. Οι ήρωές τους αμφιταλαντεύονται κατά την πορεία προς το σκοπό, αλλά δεν υπαναχωρούν. Ως βαθύς ερευνητής της ανθρώπινης ψυχής ο Ευριπίδης θέλει να παρουσιάσει ανάγλυφη την εικόνα της κοινωνίας, με τις αμφιβολίες και τις αμφιταλαντεύσεις, τα πάθη, τις ορμές, τις μεταπτώσεις, τις παραφορές των ανθρώπων κατά την ώρα της δράσης ,είτε πρόκειται περί ηρώων είτε πρόκειται περί εγκληματιών. Και επειδή δεν μπορεί να ανεβάσει στη σκηνή όλους τους τύπους της κοινωνίας, δίδει στα περιορισμένα εξ ανάγκης πρόσωπα μιας θεατρικής παράστασης, όλους τους τύπους, αν είναι δυνατόν, των λογιών-λογιών ανθρώπων που συναντά κανείς σε μια κοινωνία. Τουλάχιστον τους τύπους μιας μεγάλης κατηγορίας πολιτών. Ακόμα προκειμένου για τον Ευριπίδη είναι χαρακτηριστική η τάση του, να παρουσιάζει χαρακτήρες όχι απλά τραγικούς, αλλά παθολογικά τραγικούς και περιπετειώδεις. Τους παρουσιάζει στην αρχή φυσικούς και ομαλούς ενώ στη συνέχεια τους εξωθεί προς την παθολογική τραγικότητα, σαν να καθοδηγούνται από κάποια ακατανίκητη εξωτερική δύναμη. Αυτό γίνεται και στη Μήδεια. Η ηρωϊδα του ξεκινά από ένα φυσικό και ανθρώπινο αίσθημα άξιο κάθε συμπάθειας. Από το αίσθημα αυτό οδηγείται στην προδοσία και από την προδοσία περιπλέκεται στα γρανάζια της εγκληματικότητας, χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Έγινε έρμαιη των παθών της και της αδυναμίας του χαρακτήρα της.
Οι παράγοντες της εγκληματικότητας είναι βέβαια πολλοί και διάφοροι. Αλλά δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την ιδιοσυγκρασία του ατόμου, τις ατομικές του διαφορές και τη δύναμη της αντίστασης που διαθέτει. Είναι δε ιδιοσυγκρασία το σύνολο των οργανικών ατονικών του ιδιοτήτων, την κράση του όπως θα λέγαμε. Αυτή προσδιορίζει την προσωπικότητά του και ρυθμίζει τις δυνάμεις δράσης και αντιδράσεις του ανθρώπου , κατά τρόπο αυτόματο, χωρίς την ανάγκη εξωτερικής επέμβασης και διδασκαλίας. Η ιδιοσυγκρασία αυτή, κατά ένα ποσοστό τουλάχιστον, είναι επίκτητη και δημιουργείται από τις διάφορες συνθήκες της ζωής, την υγεία του σώματος και το περιβάλλον, φυσικό ή ανθρώπινο. Κατά το περισσότερο όμως ποσοστό είναι αποτέλεσμα κληρονομικής καταβολής. Καλή λοιπόν ή κακή η ιδιοσυγκρασία είναι κατά μεγάλο ποσοστό αποτέλεσμα κληρονομικής καταβολής, το ποσοστό της οποίας ανέρχεται όταν πέραν των τυχόν βιολογικών στιγμάτων έχουμε και άλλα στοιχεία παράλληλα ή προγενέστερα, επιμαρτυρούντα το βεβαρημένο κληρονομικό κρηπίδωμα. Τέτοια δε στοιχεία που επιβαρύνουν το κληρονομικό κρηπίδωμα της Μήδειας είναι τα οικογενειακά. Ως είναι γνωστό από τη μυθολογία η Κίρκη της Οδύσσειας που μετέβαλε τους συντρόφους του Οδυσσέα σε χοίρους, ήταν αδελφή της Μήδειας , ο δε Αιήτης ο πατέρας της, λέγεται πως ήταν ωμός και απάνθρωπος. «Όταν δε κρηπίς μη καταβληθή γένους ορθώς, άνγκα δυστυχείς τους εκγόνους» λέγει ο Ευριπίδης.

Στον κατάλογο της παγκόσμιας εγκληματικότητας υπάρχει ο χαρακτηριστικός τύπος της φαρμακεύτριας, της εγκληματικής δηλαδή γυναίκας – ο τύπος είναι κατά κανόνα γυναικείος- που εκτελεί το έγκλημα με δηλητήρια. Το μέσον αυτό, επειδή δεν συνοδεύεται με πράξεις βίας και αίματος είναι περισσότερο προσιτό στη γυναικεία φύση που κύριο όπλο της στον αγώνα επικράτησης έχει την πονηρία, το ψεύδος και την απάτη. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει και ελαττωμένη μορφή εγκληματικότητας. Σημαίνει απλούστατα ελαττωμένο θάρρος και σωματικής παρουσίας και ρώμης αδυναμία, ενώ παράλληλα συνοδεύεται από ψευδαίσθηση εξασφαλισμένης επιτυχίας και συγκάλυψης της ενοχής.

Η Μήδεια Χρησιμοποιεί στην διάπραξη των εγκλημάτων της όχι μονάχα τα δηλητήρια αλλά και τις μαγικές της ιδιότητες και όλες τις άλλες γυναικείες ιδιότητες της απάτης και τις πειθούς των διεστραμμένων θηλέων. Ας την παρακολουθήσουμε στη δολοφονία της Γλαύκης όπως μας την παρουσιάζει ο Ευριπίδης:
«Πολλούς δρόμους γνωρίζω» λέγει η κακούργα γυναίκα «που οδηγεί στην εξόντωση της Γλαύκης, αλλ’ απορώ ποιάν απ’όλες να ακολουθήσω. Να βάλω φωτιά στο νυφικό θάλαμο και να τους κάψω μαζί και τους δύο (Ιάσονα και Γλαύκη) ή να μπω λαθραία στο ανάκτορα και προχωρώντας μέχρι την αμαρτωλή παστάδα να καρφώσω το ξίφος μου στην καρδιά της; Και αν σαν μπαίνω μέσα με πιάσουν, τότε θα με σκοτώσουν και οι εχθροί μου θα γελάσουν εις βάρος μου, πράγμα που δεν επιτρέπεται να συμβεί. Δεν είμαι τυχαία γυναίκα. Είμαι ευγενής την καταγωγή, απόγονος του Ηλίου, δεν στερούμαι δε και της απαραίτητης εξυπνάδας και πείρας που να μπορώ ν’αφήσω την εαυτή μου περίγελο του δόλιου και απατηλού αυτού γάμου. Εμπρός λοιπόν. Μπορεί εμείς οι γυναίκες να μην είμαστε ικανές στις καλές πράξεις μα στις κακές είμαστε εμπειρότατες και άφθαστες (Μηδ. Ευρ. στ. 365-409). Αυτοί και άλλοι ανάλογοι στίχοι του Ευριπίδη στις τραγωδίες του, Μήδεια και Φαίδρα έδωσαν αφορμή στους κριτικούς να χαρακτηρίσουν τον ποιητή σαν μισογύνη. Αλλά δεν έχουν δίκιο. Ο Ευριπίδης έχει δώσει και τύπους γυναικών άφθαστης αρετής και τελειότητας, όπως συμβαίνει και στην πραγματικότητα. Εκείνο που θέλει να τονίσει ο Ευριπίδης σε όλες τις περιπτώσεις είναι η έντονη συναισθηματικότητα της γυναίκας από την οποία και κυριαρχείται σε κάθε της ενέργεια είτε καλή είτε κακή. Η έντονη αυτη συναισθηματικότητα εκδηλώνεται συνήθως ως αγάπη, έρωτας, στοργή μέχρι αυτοθυσίας, παίρνει δε όλη της τη μεγαλοπρέπεια στη μητρική αφοσίωση, το μητρικό φίλτρο. Παράλληλα όμως είναι και πολύ ευαίσθητη στις αντιδράσεις του περιβάλλοντος. Η περιφρόνηση, η αδιαφορία την συντρίβουν κυριολεκτικά. Στον ερωτικό χώρο οι αντιδράσεις της είναι ακόμα εντονότερες, εξικνούμενες μέχρις απογοήτευσης, εγκλήματος ή αυτοκτονίας. Προ των αισθημάτων της η λογική αδρανεί, αχρηστεύεται.

Μέσα στα πλαίσια του γυναικείου αυτού χαρακτήρα κινείται και η Μήδεια του Ευριπίδη. Φαινομενικά όμως ή καλύτερα όχι απόλυτα. Γιατί εξετάζοντας καλύτερα παρατηρούμε ότι εν ψυχρώ και με υπολογισμό παίρνει τις εγκληματικές της αποφάσεις και τις εκτελεί με βάση προκαθορισμένο σχέδιο. Πουθενά δεν φαίνεται να μετανοεί για τα εγκλήματά της και τα πλέον αποτρόπαια. Αντίθετα το ένα έγκλημα αποτελεί αφετηρία και παρόρμηση για την εκτέλεση του επόμενου. Είναι αλκοολική του εγκλήματος. Από το ένα ειδεχθές στο άλλο ειδεχθέστερο, μέχρι που έφθασε να κορέσει το εγκληματικό της μένος στη δολοφονία των σπλάχνων της, των ίδιων των παιδιών της.

Και στη σκηνή του φόνου των παιδιών της, δεν ευρίσκεται σε κατάσταση εξαλλοσύνης και παραλογισμού, πράγμα που θα δημιουργούσε στο ακροατήριο κάποιο αίσθημα οίκτου για τη φόνισσα. Αντίθετα μάλιστα φαίνεται να έχει πλήρη πνευματική διαύγεια. Το κάνει με υπολογισμό σαν να επρόκειτο για καμιά εμπορική συναλλαγή:
«Μηδείς με φαύλην κασθενή νομιζέτω
μηδ’ησυχαίαν, αλλά θατέρου τρόπου
βαρείαν εχθροίς και φίλοισι ευμανή
των γαρ τοιούτων ευκλεέστατος βίος» (στ. 807-810)
(ας μη νομίσει κανείς πως εγώ είμαι κακή ή ανίκανη ή υποχωρητική αλλά ότι συμπεριφέρομαι ανάλογα και έτσι κι αλλιώς, σκληρή στους εχθρούς και καλόγνωμη στους φίλους. Αυτοί που συμπεριφέρονται έτσι προκόβουν στη ζωή τους»).
Την απόφασή της η Μήδεια, την έχει πάρει ύστερα από αυστηρό υπολογισμό. Δεν βιάζεται όμως να προχωρήσει στην εκτέλεση. Πρέπει να βρει την κατάλληλη ευκαιρία ώστε να είναι εξασφαλισμένη η επιτυχία. Υποκρίνεται ότι δεν τρέφει κακία κατά του Ιάσονα και ότι τον συγχωρεί για την απιστία του. Η ξαφνική όμως παρουσία των παιδιών της, προδίδει τις προθέσεις της. Η τροφός από τη στάση της και τη συμπεριφορά της προς τα παιδιά κάτι υποψιάζεται. Δεν είδε να χαρεί με την παρουσία τους και της κάνει κακή εντύπωση:
«Στυλεί δε παίδας ουδ ορώσα ευφραίνεται». (Αυτή μισεί τα παιδιά της και δε χαίρεται που τα βλέπει).

Ο δρόμος για το φόνο των παιδιών της είναι τώρα ελεύθερος. Η Γλαύκη δεν υπάρχει. Ο Ιάσονας έχει αποκοιμηθεί με τα απατηλά λόγια της Μήδειας. Ελεύθερη και πάνοπλη από ακόραστο πάθος εκδίκησης κατά του Ιάσονα προχωρεί ακάθεκτη προς τον ανόσιο σκοπό.
Ξαφνικά κλονίζεται και σταματά. Ένας ογκόλιθος της ανακόπτει τη πορεία και της φράσει το δρόμο. Και ο ογκόλιθος αυτός δεν είναι άλλο από το μητρικό φίλτρο που από το βάθος της εγκληματικής της συνείδησης, πρόβαλε στο προσκήνιο ζητώντας τα απαράγραπτα δικαιώματά του.

Από το σημείο αυτό αρχίζει η τραγωδία. Γιατί τραγωδία δεν είναι η πάλη των ανθρώπων για την επικράτηση και οι συνέπειες αυτής στο χώρο της ύλης, αλλά η πάλη των ιδεών και οι συνέπειες αυτής στον ιδεατό χώρο. Φορείς των συγκρουομένων αυτών ιδεών μπορεί να είναι πολλοί ή λίγοι, μπορεί όμως να είναι ένας και ο αυτός άνθρωπος στη συνείδηση του οποίου γίνεται η σύγκρουση, συνειδηση και η θανάσιμη πάλη. Αυτή ακριβώς η πάλη της συνείδησης με τις ιδέες είναι η μεγαλύτερη τραγωδία και αυτή η τραγωδία παίζεται τώρα στην ψυχή της Μήδειας, σκληρή και ανελέητη. Οι ιδέες που μάχονται τώρα είναι δύο από τη μια μεριά το ασίγαστο πάθος της εκδίκησης κατά του Ιάσονα και από την άλλη το φίλτρο που έχει στην ψυχή της κάθε μητέρα για τα παιδιά της. Τι να κάνει η Μήδεια; Αν κάνει το ένα δεν μπορεί να κάνει το άλλο. Ή την εκδίκηση ή τα παιδιά της λοιπόν. Αλλά ποιο; Και τα δύο είναι αισθήματα τόσο ισχυρά.

Ποια απολογία να δώσει στο αδικημένο αυτό και κακοποιημένο αίσθημα που η φύση τόσο ιερό και έντονο και ιερό και έντονο έβαλε στην ψυχή κάθε μητέρας; Έπρεπε η Μήδεια, μπροστά σ’αυτό το αίσθημα να παραλύσει ηττημένη και να ρίξει το άθλιο σαρκίο της στη φωτιά. Αλλά η πωρωμένη από το αίσθημα της εκδίκασης όχι μονάχα δεν αυτοκτόνησε, αλλά πάλεψε και νίκησε και καταπάτησε τα όσια και τα ιερά. Πάλεψε όμως τραγικά γιατί ο αντίπαλος ήταν τόσο ισχυρός ακόμα και στην ψυχή μιας πωρωμένης μητέρας. Σ’αυτό το σημείο μπορούν να φέρουν τον άνθρωπο τα αχαλίνωτα πάθη.
Στην πάλη αυτή που γίνεται στην ψυχή της Μήδειας και που νικά το πάθος της εκδίκησης ο ποιητής επιδιώκει όχι να δείξει το μέγεθος της πώρωσης της Μήδειας, αλλά τη δύναμη του μητρικού φίλτρου που ακόμη και στις διεφθαρμένες ψυχές φαινεται να εξακολουθεί να υπάρχει και να επηρεάζει τον άνθρωπο. Με αυτό τον τρόπο η Μήδεια γίνεται φυσικότερη, ανθρωπινότερη. Διαφορετικά θα ήταν ένα κτήνος ένα αναίσθητο ον του οποίου πράξεις δεν θα είχαν καταλογισμό, δεν θα εβάρυναν το δράστη. Αλλά η Μήδεια δεν είναι και δεν πρέπει να είναι ακαταλόγιστος. Άλλως ο σκοπός της τραγωδίας δεν θα πραγματοποιείτο και δεν θα δημιουργούσε στο ακροατήριο το φόβο και το έλεος και δεν θα πραγματοποιείτο η κάθαρση ως ιδεολογική δικαίωση της τραγωδίας.

Έτσι η Μήδεια δεν είναι ανεπηρέαστη από το μητρικό φίλτρο. Σκέπτεται πως τα παιδιά αυτά είναι αθώα, είναι βγαλμένα από τα σπλάχνα της και πως αυτή είναι άνθρωπος με πείσματα και με πάθη, αλλά είναι ταυτόχρονα και μητέρα. Θεωρεί τον εαυτό της δυστυχή. Λυπάται που θα χάσει τα παιδιά της για τα οποία έπλεκε όνειρα, σαν κάθε μητέρα. Λυπάται να αφαιρέσει τη ζωή σ’αυτά τα ωραία πλάσματα. Αναστενάζει, κλονίζεται. ….Α, όχι Μήδεια μην το κάνεις αυτό. Ταλαίπωρη λυπήσου τα παιδιά σου και άφησέ τα να ζήσουν. Και μακριά σου σαν θα βρίσκονται, πάλι θα χαίρεται η ψυχή σου ακούοντας πως ζουν ευτυχισμένα, απλώς πως ζουν…..

Κάτω από το αιώνιο φίλτρο από το οποίο δεν υπάρχει ευγενέστερο και εντονότερο αίσθημα, ο Ευριπίδης καταπάτησε όλα τα ανθρώπινα πάθη και τις κακίες των ανθρώπων. Μετέβαλε την τίγρη σε άκακο αρνί. Το ύμνησε, το εθεοποίησε. Έδειξε μεγαλόπρεπη την ομορφιά του, τη δύναμη και την αξία του. Το ακροατήριο ανακουφίστηκε, συγκινήθηκε, δάκρυσε.
Αλλά η αφύπνιση του μητρικού φίλτρου στη βαθειά διεφθαρμένη ψυχή της Μήδειας ήταν μια φευγαλέα απολύτρωση από την κυριαρχία των παθών. Δεν άργησαν όμως να ξυπνήσουν ανανεωμένα και να επαναφέρουν στην τάξη την επαναστάτρια. «Ώστε λοιπόν θ’αφήσεις ατιμώρητους τους εχθρούς σου; Θα επιτρέψεις να γίνεις περίγελως των ευτελών σου αντιπάλων; Να σε πουν δειλή και ανίκανη να τιμωρήσεις αυτόν που πρόδωσε την αγάπη σου και την αφοσίωσή του και για χάρη του οποίου παράτησες και αρνήθηκες πατέρα, αδέλφια και πατρίδα; Α, όχι λοιπόν. Τα αισθήματα να σου λείψουν. Χρειάζεται μονάχα θάρρος και περισσότερη σκληρότητα.

Η απότομη αυτή μεταστροφή της Μήδειας, ανησύχησε το ακροατήριο. Η συμπάθεια που είχε προκαλέσει η μεταστροφή μεταβλήθηκε σε ανησυχία. Ναι είχε δίκιο η Μήδεια να είναι οργισμένη κατά του Ιάσονα που την πρόδωσε και με ικανοποίηση θα έβλεπε την τιμωρία του. Αλλά όχι και έτσι. Τι έφταιγαν τα καϋμένα τα παιδιά; Και αν ο φόνος των παιδιών έπληττε τον πατέρα –και τον έπληττε βέβαια- όμως πολύ περισσότερο έπληττε τα αθώα παιδιά και αυτή την ίδια, τη Μήδεια, από μητέρα και φόνισσα.
Αλλά η Μήδεια έχει ξαναγίνει θηρίο. Παίρνει τα παιδιά της από το χέρι και τα κλείνει μέσα. Τα παίρνει στην αγκαλιά της, τα χαϊδεύει και τα φιλά για τελευταία φορά και ύστερα τα σφάζει με το μαχαίρι. Ύστερα με ματωμένα τα εγκληματικά της χέρια κάθεται δίπλα τους και τα κλαίει.
Το ακροατήριο μένει βουβό μπροστά στο τρομερό και ασυνήθιστο δράμα. Δεν ξέρει ποιόν να λυπηθεί περισσότερο: τα παιδιά ή τη μητέρα. Το κατάντημα της μητέρας. Το κατάντημα αυτού του σπιτιού και αναπολεί τα δικά του σφάλματα, τα δικά τους τα πάθη. Και φοβάται και συντρίβεται. Μονάχα για τον Ιάσονα δεν αισθάνεται οίκτο. Είναι ο κύριος ένοχος.
Τι είναι λοιπόν η Μήδεια; Θύτης ή θύμα;

Για να δώσουμε ορθή απάντηση στο καυτό αυτό ερώτημα είμαστε υποχρεωμένοι να χωρίσουμε την προσωπικότητά της σε δύο μέρη, σε δύο εικόνες: στην εικόνα που μας προσφέρει η μυθολογία με τα στοιχεία ολόκληρου του βίου της και την εικόνα που μας δίδει ο Ευριπίδης στην ομώνυμη τραγωδία του την περιορισμένη τυπικά και χρονικά.
Σύμφωνα με τη γενική μυθολογική εικόνα η Μήδεια είναι ένας ανελέητος εγκληματίας από την αρχή της παρουσίας της μέχρι τέλος. Σωρός τα εγκλήματα της, σκληρά, αδικαιολόγητα. Και μόνο το γεγονός αυτό θα ήταν αρκετό να την κατατάξουμε στους καθ’έξιν ή εκ κληρονομίας αδιόρθωτους εγκληματίες. Και πραγματικά από την ανάλυση που κάναμε προκύπτει το συμπέρασμα ότι και λόγοι κληρονομικοί και λόγοι έξεως υπάρχουν για να δικαιολογήσουν ψυχολογικά τη προοδευτική διαστροφή της γυναίκας αυτής. Ακόμη και λόγοι ιδιοσυγκρασίας ισχύουν και ψυχολογικοί, ευαισθησίας, εγωϊσμού, κακότητας, περιβάλλοντος και περιπετειών του βίου, συμφέροντος κ.λ.π. Αλλά όλα αυτά έρχονται πολλές φορές σε αντίφαση, ώστε να είναι αδύνατη η αναζήτηση συνεπείας στο χαρακτήρα του γυναικείου αυτού τέρατος.

Αλλά η μυθολογία δεν κάνει επιστήμη εγκληματολογίας για να προσέξει αυτές τις φυσιολογικές ασυνέπειες στην εξιστόρηση του βίου της Μήδειας. Θέλει να παρουσιάσει απλώς όλες τις μορφές του εγκλήματος οι οποίες μπορούν να παρουσιαστούν στην κοινωνία. Έργα αδίστακτων γυναικών, υπό την επήρεια αβυσσαλέων παθών στις οποίες είναι επιρρεπείς οι γυναίκες πότε τούτο και πότε εκείνο, το καθένα με άλλο τρόπο -οι γυναίκες είναι πολύτροπες- πότε με τούτο τον τρόπο και πότε με εκείνο και από άλλα ελατηρια ελαυνόμενες εκείνο ή το άλλο. Ένα μωσαϊκό εγκλημάτων στο ίδιο πρόσωπο. Στην πραγματικότητα τέτοιο πρόσωπο δεν μπορεί να υπάρξει όπως δεν μπορεί να υπάρξει στην πραγματικότητα ο Ερμής του Πραξιτέλους, ενώ οι επί μέρους τελειότητες της μορφής του αγάλματος (κεφάλι, μάτια, χέρια κ.λ.π.) υπάρχουν στη φύση μεμονωμένες.
Στο ομώνυμο δράμα του Ευριπίδη ο ποιητής μας την παρουσιάζει με σχετική συνέπεια. Τα εγκλήματά της εδώ είναι δύο: Ο φόνος της ερωμένης του Ιάσονα Γλαύκης και ο φόνος των παιδιών της. Αμφότερα έχουν την ίδια αιτία, τα ίδια ελατήρια. Διαφέρει όμως ο τρόπος. Το πρώτο το εκτελεί με μαγικά φίλτρα (είναι μάγισσα) και δηλητήρια, το δεύτερο με μαχαίρι. Από αυτά, το δεύτερο είναι στυγερότερο και αποτελεί το επίκεντρο της τραγωδίας.

Η παιδοκτονια, είναι από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα, αφύσικα και έντονα αντικοινωνικά, εκτοπλασματικά, όταν μάλιστα παιδοκτόνος είναι η μητέρα. Γιατί η μητέρα είναι στενά συνδεδεμένη από τη φύση με το παιδί της. Την έχει οπλίσει με τα βασικά στοιχεία επιβίωσης του παιδιού, την τροφή (γάλα) και το έντονο μητρικό φίλτρο. Τη φυσική αυτή σχέση μητέρας και παιδιού η παιδοκτόνος κατακρεουργεί γεγονός που δημιουργεί συγκλονιστικά συναισθήματα εντονότερα για το θύτη παρά για το θύμα. Παρά ταύτα οι παιδοκτονίες δεν είναι φαινόμενο ασυνήθιστο. Οι λόγοι άλλοτε είναι εσωτερικοί και άλλοτε εξωτερικοί. Στους βάρβαρους λαούς της αρχαιότητας έχουμε παιδοκτονίες για λόγους θρησκευτικούς. Στην αρχαία Σπάρτη και τη Ρώμη η παιδοκτονία επετρέπετο για τα ανάπηρα και καχεκτικά παιδιά. Στις σύγχρονες κοινωνίες η παιδοκτονία θεωρείται βαρύτατο έγκλημα με οποιαδήποτε δικαιολογία.

Τα αίτια της παιδοκτονίας στη σύγχρονη κοινωνία είναι πολλά. Συνηθέστερα τα ηθικοκοινωνικά, σπανιότερα τα οικονομικά και ακόμη λιγότερα όσα προέρχονται από την ανώμαλη διαβίωση των γονέων και τις ψυχονευρωτικές παρακρούσεις. Παιδοκτονίες από λόγους εκδίκησης, σαν αυτή της Μήδειας, έχουν κάνει την εμφάνισή τους και στην Ελλάδα.
Κύριος σκοπός της διδασκαλίας της Μήδειας δεν είναι να μας δείξει ένα ακόμη ανθρώπινο έγκλημα ένα ακόμη είδος εγκλήματος από τα φοβερότερα, αλλά κυρίως να τονίσει πόσο έντονο είναι το συναίσθημα στη γυναικεία φύση και σε ποιο σημείο μπορεί να φθάσει η συναισθηματικότητα της γυναίκας. Δείχνει στην τραγωδία του ένα επικίνδυνο σημείο του γυναικείου χαρακτήρα: Το έντονο συναίσθημα. Τόσο έντονο και επικίνδυνο ώστε να κυριαρχεί απόλυτα στο είναι της και να την οδηγεί στις πλέον απίθανες ενέργειες στις οποίες ένας άνδρας ίσως δεν μπορεί να φθάσει ποτέ γιατί στον άνδρα –εκτός στιγμιαίου παροξυσμού- το συναίσθημα συγκρατείται από τη λογική και ανακόπτεται στην επικίνδυνή του πορεία. Το χαλινάρι του συναισθήματος είναι το λογικό που προκειμένου για τον άνδρα είναι κατά κανόνα ισχυρό και συγκρατεί με κάποια προσπάθεια και το ποιο έντονο συναίσθημα, ενώ στη γυναίκα είναι ασθενέστερο και καμιά λογική παρέμβαση δεν είναι ικανή να συγκρατήσει το αφηνιασμένο άλογο του συναισθήματος. Και για να το παραστήσει αυτό εντονότερα μας παρουσιάζει τη σχέση αυτή ανάμεσα συναισθήματος και λογικής στην περίπτωση της Μήδειας όπου παρά την επέμβαση της λογικής στην περίπτωση της δολοφονίας των παιδιών της, το συναίσθημα της εκδίκησης επεκράτησε θρυμματίζοντας το λογικό υπόβαθρο της ηρωϊδας του, παρά την έντονη παρουσία του. Και ακόμα ο Ευριπίδης επροτίθετο να διδάξει ποιο είναι το πιο ευαίσθητο σημείο, η επικίνδυνη περιοχή της γυναικείας συναισθηματικότητας για να το προσέχουμε και να το σεβόμαστε, να το σέβεται το ακροατήριο της εποχής εκείνης. Και σαν τέτοιο υπόδειξε τη συζυγική απιστία. Αυτή είναι το κόκκινο πανί του γυναικείου ταύρου. Το επισημαίνει καθαρά ο ποιητής στην τραγωδία του: «Όταν δ’ες ευνήν ηδικημένη κυρεί (η γυναίκα) ουκ έστι άλλη φρην μιαιφονωτέρα» (στ. 265). Όταν δηλαδή η γυναίκα απατηθεί σαν σύζυγος, γίνεται αιμοβόρο θηρίο, καταλαμβάνεται από ένα αμόκ, που ανάλογα με τους εσωγενείς παράγοντες, την ψυχοσύνθεσή της, μπορεί να την οδηγήσει στη συζυγοκτονία, στην παιδοκτονία, στην αυτοκτονία και σε κάθε μορφής έγκλημα.

Αυτά διδάσκει ο Ευριπίδης στην τραγωδία του αυτή που είναι βγαλμένη από την πείρα και τη ζωή, απόλυτα ψυχολογημένη και πάντοτε επίκαιρη.
Η φανερή και αυτόνομη εγκληματικότητα της γυναίκας εκδηλώνεται συνήθως ως συζυγοκτονία, αυτοκτονία και παιδοκτονία. Οι παράγοντες είναι εσωγενείς και εξωγενείς. Ενδογενείς είναι η κληρονομικότητα, η ιδιοσυγκρασία, η μόρφωση. Εξωγενείς είναι ενδεικτικά το περιβάλλον, η έλλειψη κατανόησης των φύλων, η συζυγική απιστία, ο έρωτας, τα ήθη και έθιμα, οι κοινωνικές προλήψεις, η απογοήτευση, ο φόβος του Νόμου και της οικογενειακής εξάρτησης.

Η φύση έχει προικίσει τη γυναίκα με ιδιότητες που ανταποκρίνονται στην αποστολή της ως μητέρας και συζύγου. Άλλες από τις ιδιότητες αυτές εξυπηρετούν τη μητρότητα και άλλες τη συζυγία και συνεργασία των δύο φύλων. Μισός άνθρωπος είναι άντρας χωρίς τη γυναίκα και μισός άνθρωπος η γυναίκα χωρίς τον άντρα. Η γνωστή φράση «έτερον ήμισυ» παρμένη από τη θεωρία του Πλάτωνα, αποδίδει άριστα τα πράγματα, με την πρόσθετη διασάφηση ότι τα δύο ήμισυ δεν είναι και δεν πρέπει να είναι όμοια. Το ένα είναι συμπλήρωμα του άλλου, όχι μονάδα σωματικά αλλά κυρίως πνευματικά. Η γυναίκα έχει έντονη τη συναισθηματικότητα και τη στοργή, ελαττωμένες τη σωματική ρώμη και γενναιότητα. Ο άντρας είναι περισσότερο διανοητικός και λιγότερο συναισθηματικός, γενναιότερος και ρωμαλαιότερος. Από τις διαφορές αυτές γίνεται η αλληλοσυμπλήρωση και η αρμονία. Με την προϋπόθεση ότι και οι διαφορές αυτές υπάρχουν και κατανόηση υπάρχει και σεβαστές είναι οι διαφορές και από τα δύο φύλα.

Δυστυχώς πολλές φορές ή δεν υπάρχουν αυτές οι διαφορές των φύλων ή δεν γίνονται σεβαστές και τότε γίνεται μεταξύ τους ένας αγώνας δυναμικής επικράτησης. Και επειδή το ανδρικό φύλο είναι σωματικά ισχυρότερο κατά κανόνα (υπάρχουν και εξαιρέσεις) στραγγαλίζει την ελευθερία και τα δικαιώματα του ετέρου φύλου (αδυνάτου λεγομένου που αντιδρώντας στην ανδρική αυθαιρεσία με τα δικά της όπλα, πονηρία, ψέμα, απάτη, αισθητική αντίσταση κ.λ.π.») καταστρέφει τη συζυγία και διαλύει την οικογένεια εκτός αν υποταχθεί αδιαμαρτύρητα σαν την Ισμήνη της τραγωδίας του Σοφοκλή στη διαταγή του Κρέαντα «Εννοείν χρη τούτο μεν γυναίκα ότι έφυμεν ως προς άνδρας ου μαχούμενα». Πρέπει να καταλάβουμε δηλαδή πως ο θεός μας έκανε γυναίκες και δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με τους άντρες. Αλλά αυτή η κοσμοθεωρία ανήκει σήμερα στο παρελθόν. Η ισότητα των φύλων είναι επιτακτικό αίτημα . Η αναγνώριση της ισότητας των δικαιωμάτων των δύο φύλων, η αλληλοκατανόηση, η μόρφωση, ή άνοδος του πολιτισμού, η εξημέρωση των ηθών, η προστασία της μητρότητας, η οικονομική της ανεξαρτησία και ο σεβασμός της προσωπικότητάς της, σε συνδυασμό με τις φυσικές ιδιότητες της γυναίκας ενδεχομένως μειώσουν από την κοινωνία την γυναικεία εγκληματικότητα.

Η γυναίκα είναι εκλεκτό δημιούργημα του θεού, τελειότερο από τον άντρα. Αυτό αποδεικνύεται από την άρτια και πλούσια συναισθηματική της συγκρότηση και την απαλότητα του χαρακτήρα της. Η αγάπη και η αφοσίωση της προσφέρονται ανεπιφύλακτα εκ των προτέρων και χωρίς όρους. Αναφέρουμε ως παράδειγμα την Ασπασία του Περικλή, τη Θεοδώρα του Βυζαντίου, τις μητέρων των Πατέρων της Εκκλησίας, τις ηρωϊδες των Εθνών. Αυτό που απάντησε η Κασσιανή στο Θεόφιλο είναι το ορθό το αληθινό. Εκ γυναικός ερρύει τα κρίττω. Όταν όμως αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει ανταπόκριση και κατανόηση στην προσφορά της, γίνεται σωστός διάβολος. Δεν καλεί την αγάπη της και την αφοσίωση και τότε, μόνο ερρύει τα φαύλα.
Ο Ευριπίδης, στη συγκεκριμένη περίπτωση του δράματος,ανοίγει ένα νέο παράθυρο στην τέχνη και αποδίδει μια καθαρότερη άποψη των συγκινήσεων που κατακλύζουν την ανθρώπινη ψυχή, τόσο στην αγνή μορφή τους όσο και στις άγριες παρεκκλίσεις τους που, όταν κυριαρχούν, οδηγούν την ανθρώπινη ύπαρξη στην καταστροφή.
Η Τραγωδία ΜΗΔΕΙΑ παιχτηκε το 431 π.Χ.

* Η Ρόζα Μοτάκη – Κονταδάκη είναι δικηγόρος Χανίων

Βιβλιογραφία
Ευριπίδης ΜΗΔΕΙΑ αρχαίο κείμενο
Ευρυπίδη Μηδεια μεταφρ Γιατρομανωλάκης
Δημ Κουρέτας Ψυχιατρική
Lombrozo Εγκληματολογία
Συναφης
Just R Women in Athenian law and life London 1989
Mosse C Η Γυναίκα στην Αρχαία Ελλάδα 2008
Cartlege P Οι Ελληνες Αθήνα 2002
Mozetti J Θεατρο και κοινωνία στην αρχαία Ελλάδα Αθηνα 2008


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα