Όσο πιο πίσω κοιτάζεις στο παρελθόν, τόσο πιο µπροστά βλέπεις στο µέλλον Sir Winston Leonard Spencer-Churchill (1874-1965)
Η Ελλάδα έχει µακραίωνη ιστορία, που διατρέχει τα πολιτισµικά ρεύµατα και τους πολιτισµούς από την προϊστορική εποχή µέχρι σήµερα. Οι πρώτοι κάτοικοι της Ελλάδας και κυρίως της Κρήτης, φαίνεται ότι ήλθαν από το Λεβάντε, περιοχή στην ανατολική Μεσόγειο, που σήµερα περιλαµβάνει το Ισραήλ και τη δυτική Όχθη, την Ιορδανία, τη Συρία και µέρος της νότιας Τουρκίας. Γενετικοί δείκτες υποδεικνύουν ότι οι νεολιθικοί µετανάστες, που έφεραν τη γεωργία στην Ευρώπη, ταξίδεψαν από το Λεβάντε στην Ανατολία, µετά στην Ελλάδα δια µέσου της Κρήτης και στη συνέχεια στη Σικελία και την υπόλοιπη Ευρώπη (Εικ. 1). Μεταξύ περίπου 8800 και 10000 π.Χ. οι άνθρωποι έµαθαν πώς να εξηµερώνουν τα άγρια σιτηρά. Αυτό τούς επέτρεψε να µετατραπούν από νοµάδες/κυνηγοί τροφοσυλλέκτες σε αγρότες.
Η Νεολιθική εποχή (ca 7000-3200 π. Χ.) τελείωσε πριν την εποχή του Χαλκού. Τότε άρχισε να αναπτύσσεται ο Μινωικός πολιτισµός (ca 3200-1100 π.Χ.) αρχικά στην Κρήτη και στην συνέχεια στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ελλάδας. Την εποχή αυτή η θεοκρατία φαίνεται να ήταν κρατούσα. Βέβαια, η αρχαιολογική ταύτιση ιερών χώρων και ευρηµάτων (ειδωλίων και λατρευτικών σκευών), καθώς και η θρησκευτική ερµηνεία εικονογραφικών παραστάσεων εµπεριέχουν πάντοτε το στοιχείο της υποκειµενικότητας και της αβεβαιότητας, καθώς δεν υπάρχουν γραπτά, που να πιστοποιούν αυτές τις ερµηνείες. Ένα πρόσθετο πρόβληµα είναι ότι οι λατρευτικές πρακτικές, τα ιερά σκεύη και σύµβολα και η θρησκευτική τέχνη των Μυκηναίων αναπτύχθηκαν υπό την έντονη επίδραση του Μινωϊκού πολιτισµού σε τέτοιο βαθµό ώστε, ακόµη και στο επίπεδο της έκφρασης, να είναι εξαιρετικά δύσκολη η διάκριση του καθαρά Μυκηναϊκού από το Μινωϊκό στοιχείο ήδη από την Υστεροελλαδική (YE) Ι περίοδο (ca 1550 έως 1050 π.Χ.). Πράγµατι, η διάκριση της Μυκηναϊκής από τη Μινωϊκή θρησκεία είναι ένα από τα πιο ακανθώδη προβλήµατα της θρησκειολογικής έρευνας. Στην Ελληνική µυθολογία το νόηµα και το πνεύµα της Μινωικής Θεάς του Φιδιού είχε πάρει πολλές διαφορετικές ερµηνείες. Για παράδειγµα, το φίδι είχε προστατευτικό ρόλο και µε αυτό αντιπροσωπευόταν η χθόνια (υπόκοσµη) δύναµη της θεάς της Γης. Ο Trckova-Flamee (2002) ανέφερε ότι πιθανότατα οφείλεται στον Ασκληπιό γνώστη των βοτάνων της αναγέννησης, της ανάστασης και της αιώνιας νεότητας και γενικότερα ήταν σύµβολο υπεράνθρωπης δύναµης. Επίσης, το φίδι θα µπορούσε να έχει έναν εντελώς αρνητικό ρόλο ως αιτία θανάτου και εκδικητή των µυθικών πλασµάτων. Το άγαλµα της Μινωικής θεάς του Φιδιού στην Κνωσό αναγνωρίστηκε αρχικά από τον Α. Evans (Εικ. 2). Όλοι οι θεοί ήταν θηλυκού γένους. Ούτε ένας αρσενικός θεός εκείνης έχει εντοπιστεί µέχρι σήµερα. Η ευνοϊκή θέση των γυναικών στη Μινωική εποχή και η ύπαρξη µητριαρχίας επιβεβαιώθηκε επίσης από αρχαιολόγους και ιστορικούς, πολλοί από τους οποίους αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι ο Μινωικός πολιτισµός ήταν µια µεγάλη δύναµη χωρίς στρατιωτική αριστοκρατία, όπου οι γυναίκες ήταν ίσες µε τους άνδρες.
Επίσης, τοιχογραφίες και απεικονίσεις των Μινωϊκών ‘’ανακτόρων’’, υποδηλώνουν ότι η θέση των γυναικών ήταν δεσπόζουσα και ανώτερη αυτής άλλων νεότερων πολιτισµών. Όπως προαναφέρθηκε, ο Α. Evans ονόµασε τη Μινωική εποχή ως Pax minoica ή Μινωική ειρήνη, ως µια περίοδο που οι πόλεις δεν είχαν τείχη. Όπως έχει αναφερθεί κατ’ επανάληψη, ο Μινωικός πολιτισµός ήταν ένα εκπληκτικό παράδοξο: Ήταν µια µεγάλη δύναµη χωρίς στρατιωτική αριστοκρατία. Υπήρχαν κατά κάποιο τρόπο παλάτια, που δεν ήταν όµως βασιλικές κατοικίες και ούτε οι Βασιλιάς δοξαζόταν. Ήταν µια θρησκεία χωρίς µεγαλείο, ενώ οι γυναίκες ήταν ίσες µε τους άνδρες και ελεύθερες.
Ο Μινωικός πολιτισµός, αν και ανήκει στους χαµένους πολιτισµούς, δεν έπαψε ποτέ να προκαλεί το ενδιαφέρον των ερευνητών και των αρχαιολόγων. Κατά τη διάρκεια κυρίως της Μεσοµινωικής περιόδου έλαβε χώρα µια πολιτισµική έκρηξη χωρίς προηγούµενο στην ιστορία των αρχαίων πολιτισµών στην Κρήτη. Η πολιτιστική έκρηξη αυτής της εποχής, µεταξύ άλλων, αφορούσε την ανάπτυξη της αρχιτεκτονικής, του εµπορίου και των τεχνών, όπως της κεραµικής, της µικροπλαστικής, της υφαντικής, της σφραγιδογλυφίας, της χρυσοχοΐας, της ναυσιπλοΐας και φυσικά της διαχείρισης των υδατικών πόρων (Angelakis, 2017). Ο Μινωικός πολιτισµός θεωρείται ως ο πρώτος πολιτισµός ολόκληρης της Ευρώπης. Η Κρήτη λόγω της θέσης της, έγινε γρήγορα µεγάλη ναυτική και εµπορική δύναµη. Στο νησί υπήρχαν πολλά λιµάνια και αµέτρητα Μινωικά καράβια διέσχιζαν το Αιγαίο και έφταναν µέχρι την Αίγυπτο, την Κύπρο, την Ανατολή και παράλια της Τουρκίας, όπως την Τροία και την Μίλητο, οποία ιδρύθηκε από Μινωίτες. Την εποχή αυτή δηµιουργήθηκε η Μινωική θαλασσοκρατία και οι Κρήτες έγιναν θαλασσοκράτορες. Οι πόλεις της αρχαίας Κρήτης δεν είχαν τείχη. Ήταν τόσο µεγάλη η ναυτική τους δύναµη, που κανείς εχθρός δεν τολµούσε να τους απειλήσει. Στη Μινωική εποχή υπήρχε εναλλαγή µακρών σειρών ετών υγρών-ψυχρών και θερµών-ξηρών περιόδων, µε την πολιτιστική άνθιση να συντελείται κυρίως κατά τη διάρκεια των υγρών και ψυχρών περιόδων. Οι Mινωίτες υδρολόγοι και µηχανικοί ήταν γνώστες των βασικών αρχών τεχνολογιών υδατικών πόρων και περιβάλλοντος. Αρχαιολογικές και άλλες µαρτυρίες καταδεικνύουν προωθηµένες τεχνικές, που αναπτύχθηκαν, για τη διαχείριση του νερού. Αυτές περιλαµβάνουν τεχνολογίες διαχείρισης των επιφανειακών και υπόγειων υδατικών πόρων, των δικτύων διανοµής του νερού, της κατασκευής πηγαδιών και µικρών φραγµάτων και πιθανότατα των πρώτων έργων αφαλάτωσης. Επίσης χαρακτηριστική είναι η κατασκευή λουτρών και άλλων υποδοµών υγιεινής και κάθαρσης, συστηµάτων αποχέτευσης και διάθεσης υγρών αποβλήτων και των νερών της βροχής, η αποκατάσταση και άρδευση γεωργικών εδαφών και τέλος η χρησιµοποίηση του νερού για αναψυχή. Ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά του Μινωικού πολιτισµού ήταν η υδραυλική και αρχιτεκτονική κατασκευή και λειτουργία των συστηµάτων ύδρευσης και των συστηµάτων αποχέτευσης των αποβλήτων και η χρήση µη- συµβατικών υδατικών πόρων στα ανάκτορα και στις πόλεις της εποχής εκείνης. Στη δοµή των περισσότερων Μινωικών ‘’ανακτόρων’’ και πόλεων τίποτε δεν είναι πιο αξιοπρόσεκτο από τα πολύπλοκα και πολύ λειτουργικά συστήµατα υδροδότησης και αποχέτευσης. Σε κάποιους οικισµούς υπάρχουν έργα αποχέτευσης, που λειτουργούν ακόµη και σήµερα. Επιπλέον, υπάρχουν ενδείξεις για τη χρήση υγρών αποβλήτων για την άρδευση και λίπανση γεωργικών καλλιεργειών. Με δεδοµένα τα παραπάνω, επιβάλλεται να κατασκευαστεί επί τέλους στο Ηράκλειο ένα σύγχρονο Αρχαιολογικό Μουσείο, όπως έχει αναφερθεί κατ’ επανάληψη από τον κ. Μανώλη ∆ρεττάκη και άλλους, αντάξιο της ιστορίας του τόπου. Η θέση του Μουσείου οφείλει να είναι η περιοχή της Κνωσσού, ώστε το µικρό ‘’ανάκτορο’’, το κύριο ‘’ανάκτορο’’, το Καραβανσεράι και το Μουσείο να αποτελέσουν ένα ενιαίο αρχαιολογικό πάρκο, που θα αναδεικνύει την ιστορία του τόπου µας. Γι’ αυτό θα πρέπει να ακολουθηθεί το πρότυπο άλλων Ελληνικών πόλεων, όπως η Βεργίνα, η Πάτρα, τα Χανιά, η Λάρισα, αλλά κυρίως το Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα.