Όταν ανοίγουμε τα μάτια μας, μια μυριάδα χρωμάτων εμφανίζεται αμέσως μπροστά μας. Τα χρώματα μας επιτρέπουν να αναγνωρίζουμε αντικείμενα, υλικά και ουσίες στο περιβάλλον μας. Διευκολύνουν επίσης την επικοινωνία με άλλους ανθρώπους. Χάρη σε αυτά, μπορούμε να ξεχωρίσουμε τη διαφορά ανάμεσα σε μια ώριμη μπανάνα και σε μια πράσινη.
Παρόλο που ο αριθμός των χρωματικών αποχρώσεων που μπορούμε να αντιληφθούμε είναι τεράστιος, ο αριθμός των λέξεων που χρησιμοποιούμε για να αναφερθούμε σε αυτά, είναι περιορισμένος. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως κατηγοριοποίηση των χρωμάτων, δηλαδή η ομαδοποίηση των αποχρώσεων στην ίδια κατηγορία που σχετίζεται με μια λέξη, όπως πράσινο, κόκκινο, μπλε ή ροζ. Αυτό δείχνει ότι ο κόσμος των χρωμάτων, όπως και πολλές άλλες πτυχές της αντίληψης, μπορεί να επηρεαστεί από πολιτισμικές επιρροές και από τις μαθησιακές μας εμπειρίες, σύμφωνα με το ertnews.gr.
Πόσες λέξεις υπάρχουν για το χιόνι;
Οι Ινουίτ μπορούν να διακρίνουν μεταξύ πολλά είδη χιονιού επειδή έχουν δεκάδες όρους στη γλώσσα τους για να αναφερθούν σε αυτά. Ωστόσο, πρόκειται για έναν ψευδοεπιστημονικό μύθο που διαδόθηκε κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα από τον γλωσσολόγο Benjamin Whorf. Ο Whorf ήταν ένθερμος υποστηρικτής της θεωρίας ότι η γλώσσα που μαθαίνουμε επηρεάζει δραστικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε, θυμόμαστε και σκεφτόμαστε τον κόσμο μας, μια υπόθεση που ονομάζεται γλωσσική σχετικότητα.
Στην πραγματικότητα, η γλώσσα των Ινουίτ έχει μόνο τέσσερις βασικές λέξεις για το χιόνι, από τον συνδυασμό των οποίων προκύπτουν και μερικά παράγωγα. Στην αγγλική γλώσσα υπάρχει μόνο ένας όρος για το χιόνι, αλλά ως κομμάτι σύνθετης λέξης, βοηθά στη διάκριση ανάμεσα στις διαφορετικές μορφές του χιονιού, όπως χοντρό χιόνι ή κολλώδες χιόνι.
Ο τρόπος με τον οποίο ομαδοποιούμε τα χρώματα
Μπορούμε λοιπόν να αποκλείσουμε την υπόθεση ότι η μητρική μας γλώσσα επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τα χρώματα; Ο τρόπος με τον οποίο τα ομαδοποιούμε σε κατηγορίες έχει αποτελέσει ένα πολύ ενεργό πεδίο δοκιμών για την υπόθεση της γλωσσικής σχετικότητας.
Η κλασική μελέτη των ανθρωπολόγων Brent Berlin και Paul Kay (1969) συνέβαλε πολύ σημαντικά σε αυτό το πεδίο. Οι επιστήμονες μελέτησαν τις λέξεις για τα χρώματα σε 100 γλώσσες και διαπίστωσαν ότι οι χρωματικοί όροι δεν ήταν αυθαίρετα κατανεμημένοι μεταξύ των γλωσσών, αλλά ακολουθούσαν μια προβλέψιμη ιεραρχία. Εάν μια γλώσσα έχει μόνο δύο λέξεις για τα χρώματα, αυτές είναι το μαύρο και το άσπρο. Αν έχει τρεις, τότε είναι το λευκό, το μαύρο και το κόκκινο. Αν έχει πέντε λέξεις, τότε η γλώσσα έχει τα παραπάνω χρώματα, συν το πράσινο και το κίτρινο. Και ούτω καθεξής.
Εν ολίγοις, σε αντίθεση με την υπόθεση της γλωσσικής σχετικότητας, αυτό που βρίσκουμε είναι ένα καθολικό μοτίβο που περιστρέφεται γύρω από τα έξι βασικά χρώματα που αναφέρονται στις θεωρίες της χρωματικής αντίληψης: λευκό, μαύρο, μπλε, κίτρινο, πράσινο και κόκκινο.
Πόσο μπλε είναι το μπλε του ουρανού;
Στα αγγλικά και στα ισπανικά, υπάρχει ένας βασικός όρος για τις μπλε αποχρώσεις. Ωστόσο, σε γλώσσες όπως τα ρωσικά, τα ελληνικά και τα τούρκικα, υπάρχουν διαφορετικοί όροι για το γαλάζιο και το σκούρο μπλε.
Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι οι ομιλητές αυτών των γλωσσών διακρίνουν πιο γρήγορα μεταξύ του ανοιχτού και του σκούρου μπλε. Επιπλέον, αντιλαμβάνονται τις ενδιάμεσες αποχρώσεις σε σύγκριση με τους αγγλόφωνους ή ισπανόφωνους.
Άλλα παρόμοια αποτελέσματα με διάφορες κατηγορίες χρωμάτων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ομαδοποίηση που χρησιμοποιεί κάθε γλώσσα για την ονομασία των χρωμάτων, επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο τα αντιλαμβάνονται και τα θυμούνται οι ομιλητές τους.
Βλέπουμε όπως μιλάμε;
Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει πράγματι κάποια επίδραση της μητρικής γλώσσας στον τρόπο με τον οποίο το μυαλό μας επεξεργάζεται τα χρώματα. Ωστόσο, αυτός ο σχετικισμός απέχει πολύ από τη θεωρία του Whorf.
Στην πραγματικότητα, ο καθένας μας μπορεί να διευρύνει το χρωματικό του λεξιλόγιο και να μάθει να διακρίνει εύκολα μεταξύ των διαφορετικών αποχρώσεων του μπλε ή οποιουδήποτε άλλου χρώματος, όπως έχουν δείξει αρκετές μελέτες.
Σε μια μελέτη που συμμετείχαν ελληνόφωνα άτομα τα οποία είχαν ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα στο Ηνωμένο Βασίλειο, έδειξε ότι ήταν πιο πιθανό να μπερδεύουν το γαλάζιο με το μπλε λόγω της επιρροής της αγγλικής γλώσσας. Η ευελιξία του αντιληπτικού μας συστήματος μας επιτρέπει να προσαρμοζόμαστε στο περιβάλλον μας, ώστε να συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε το φως και τα χρώματα.