Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα μπορούν στο εξής να ρυθμίσουν τις οφειλές τους με το ευνοϊκότερο καθεστώς των 120 δόσεων, υπό την προϋπόθεση ότι καταβάλλουν την ελάχιστη δόση των 20 ευρώ και με απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων της ρύθμισης. Όπως μεταδίδει σε σχετικό ρεπορτάζ η “Ναυτεμπορική” το «πράσινο φως» για να τεθούν σε ισχύ οι νέες και ευνοϊκότερες διατάξεις για την υπαγωγή στη ρύθμιση των 120 δόσεων άναψε η διευκρινιστική εγκύκλιος (Ε.2166/10.9.2019) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, στην οποία επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπόλοιπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων.
Ειδικότερα, οι υπαγόμενες στη ρύθμιση οφειλές καταβάλλονται εφάπαξ ή σε δόσεις με απαλλαγές από τόκους / προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής ως εξής:
α) με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τις προσαυξήσεις / τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
β) με απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και τέσσερις (4) μηνιαίες δόσεις,
γ) με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε πέντε (5) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δ) με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,
ε) με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις,
στ) με απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε τριάντα επτά (37) έως και σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις,
ζ) με απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε σαράντα εννέα (49) έως και εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις,
η) με απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε εξήντα μία (61) έως και εβδομήντα και δύο (72) μηνιαίες δόσεις,
θ) με απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα πέντε τοις εκατό (15%) εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε εβδομήντα τρεις (73) έως και ενενήντα έξι (96) μηνιαίες δόσεις,
ι) με απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε ενενήντα επτά (97) έως και εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις.
Παράδειγμα
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παρατίθεται παράδειγμα: Φορολογούμενος με βασική οφειλή 100.000 ευρώ η οποία επιβαρύνεται με προσαυξήσεις / τόκους εκπρόθεσμης καταβολής 20.000 ευρώ, επιλέγει πρόγραμμα ρύθμισης 120 δόσεων για το οποίο, βάσει του νόμου, τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων / τόκων 10%. Εφόσον προκαταβάλλει ποσό 5.000 ευρώ, οι προσαυξήσεις / τόκοι θα μειωθούν ισόποσα και θα διαμορφωθούν σε 15.000 ευρώ (ήτοι 20.000-5.000). Στο εναπομείναν ποσό των 15.000 ευρώ θα υπολογιστεί και η απαλλαγή 10%, ήτοι οι τόκοι / προσαυξήσεις θα διαμορφωθούν τελικώς σε 13.500 ευρώ [ήτοι 15.000-(10%Χ15.000)].
Έως 31/12/2018
Η εν λόγω ρύθμιση αφορά υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και τις 31/12/ 2018, εξαιρουμένων των οφειλών για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31/12/2018 (ενδεικτικά ετήσια δήλωση φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, δήλωση ΦΠΑ τελευταίου τριμήνου ή μηνός Δεκεμβρίου 2018 και περιόδων που λήγουν εφεξής). Δηλώσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών με λήξη προθεσμίας υποβολής δήλωσης εντός του 2018 και χρόνο φορολογίας έως και 31/12/2018 υπάγονται στη ρύθμιση.
Στην περίπτωση που από τον χρηματικό κατάλογο ή τα συνοδευτικά αυτού έγγραφα δεν προκύπτει η αναγωγή της υποχρέωσης έως τις 31/12/ 2018, απαιτείται προς τούτο έγγραφη βεβαίωση της βεβαιούσας αρχής προς τον προϊστάμενο της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας.
Ο εκπίπτων τόκος της ρύθμισης
Οι βασικές συνολικές οφειλές ανά υπηρεσία μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης κατ’ εξαίρεση εξακολουθούν να μην επιβαρύνονται με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
Στην περίπτωση της προκαταβολής που επιλέγει ο φορολογούμενος το όριο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ ανά υπηρεσία διαμορφώνεται με την αφαίρεση της προκαταβολής. Παράδειγμα: Φορολογούμενος φυσικό πρόσωπο με εισόδημα έως και 10.000 ευρώ, με βασική οφειλή 4.500 ευρώ η οποία επιβαρύνεται με προσαυξήσεις / τόκους εκπρόθεσμης καταβολής 1.500 ευρώ, εφόσον προκαταβάλει 1.500 ευρώ, δεν θα επιβαρυνθεί με τον τόκο της ρύθμισης.
Ευεργετήματα από τη συμμόρφωση των οφειλετών
Η συμμόρφωση με τις διατάξεις της νέας ρύθμισης παρέχει τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) Μη λήψη αναγκαστικών μέτρων
Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης τηρεί τους όρους αυτού, εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων και απαιτήσεων.
β) Αποδέσμευση μελλοντικών απαιτήσεων επί κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων
Εξαιρετικά κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, περιορίζονται οι συνέπειες των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια παντός τρίτου, υπό την έννοια της αποδέσμευσης και απόδοσης κατά νόμο των μελλοντικών απαιτήσεων, και εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης ή έχει καταβληθεί η προκαταβολή,
(ii) η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019, όπως ισχύει, και δεν περιλαμβάνει άλλα χρέη που δεν ρυθμίζονται κατά τις διατάξεις αυτές.
Τήρηση της ρύθμισης
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι τις απαιτήσεις που τυχόν γεννήθηκαν και δεν έχουν αποδοθεί από τη γνωστοποίηση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης και μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ανατροπής της ρύθμισης, καθώς και τις λοιπές μελλοντικές απαιτήσεις, ενώ τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Για τον σκοπό αυτό, το αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση τήρησης της ρύθμισης, ελέγχει αν συντρέχουν οι όροι τήρησης της ρύθμισης και ενημερώνει άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο, σε περίπτωση απώλειας αυτής, τα αρμόδια όργανα για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής και για την ανατροπή της αποδέσμευσης, προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία της διοικητικής εκτέλεσης.
Τα αρμόδια όργανα γνωστοποιούν στον τρίτο την ανάκληση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, με την οποία καλείται ο τρίτος σε άμεση απόδοση των δεσμευθέντων ποσών, με την επισήμανση ότι τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου.
1 εκατ. ευρώ το ανώτατο όριο
Επισημαίνεται ότι στο ανώτατο όριο του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, ως κριτήριο για την ένταξη των οφειλετών στη ρύθμιση, περιλαμβάνεται το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών σε ΔΥΟ / Ελεγκτικά Κέντρα ή Τελωνεία, κατά περίπτωση, που υποχρεωτικά υπάγονται στη ρύθμιση, χωρίς τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής και τα πρόστιμα που τις επιβαρύνουν.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι σε περίπτωση που οι οφειλές είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μιας/ενός ΔΟΥ/Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά υπηρεσία, ενώ τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, που κατά την έναρξη ισχύος του ν.4621/2019 έχουν ήδη υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις δύνανται να αιτηθούν τη ρύθμιση των οφειλών τους στη νέα ρύθμιση των 120 δόσεων, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
Στην περίπτωση υπαγωγής σε ρύθμιση σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις επέρχεται απώλεια του αρχικού προγράμματος ρύθμισης και η απώλεια επέρχεται με την πίστωση της πρώτης δόσης της νέας ρύθμισης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με τις νέες διατάξεις παρέχεται στον οφειλέτη η δυνατότητα εξόφλησης μέρους της οφειλής του με προκαταβολή με χορήγηση ισόποσης απαλλαγής προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής.