Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και συγκεκριμένα το 1934 ένας Χανιώτης ταξίδεψε στη Γαύδο και κατέγραψε τις εντυπώσεις του από τη ζωή και την ιστορία του νησιού. Το πρωτοσέλιδο άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παρατηρητής» στις 20/5/1934 με τον τίτλο «Η νήσος Γαύδος». Ο αρθρογράφος αναφέρει ότι πρώτος ο Ρωμαίος ιστορικός Πλίνιος αναφέρει το όνομα gaudus για το νησί, το οποίο έχει μήκος 6 μιλίων και πλάτος 3 μιλίων. Δύο φορές την εβδομάδα υπήρχε ατμοπλοϊκή σύνδεση με τη Χώρα Σφακίων με τη βενζινάκατο του Αρτέμιου Δρακάκη. Οι κάτοικοι επιδίδονταν στην κτηνοτροφία και την καλλιέργεια σιτηρών, ενώ οι κατοικίες του νησιού (περίπου 60) βρίσκονταν σε απόσταση 500-1000 μέτρων η μια από την άλλη, γι’ αυτό το νησί ήταν γεμάτο σκόρπια σπίτια. Ένα σημαντικό εισόδημα ήταν και η σπογγαλιεία, καθώς η Γαύδος είχε πολλά σφουγγάρια, τα οποία ήταν εξαιρετικής ποιότητας και πωλούνταν ακριβά στο εξωτερικό, δηλαδή 1000-1200 δραχμές το κομμάτι, όταν η μέση τιμή ήταν 300-500 δραχμές.
Στο νησί υπήρχε σταθμός της χωροφυλακής, με τέσσερις χωροφύλακες, τον ενωματάρχη Βλαζάκη, ο οποίος ήταν και ο διοικητής της Γαύδου, τον Μουντάκη, τον Μοναχό και τον Μπασιά. Το σχολείο και οι εκκλησίες συμπλήρωναν τα δημόσια κτήρια του νησιού. Ο παπα-Ταλάκης ανέφερε ότι τα παλαιότερα χρόνια που δεν υπήρχε εφημέριος στο νησί όταν πέθαινε κάποιος κάτοικος άναβαν φωτιά στην κορυφή του βουνού ειδοποιώντας τον ιερέα της Χώρας Σφακίων να τελέσει την εξόδιο ακολουθία με την ανάλογη κωδωνοκρουσία και στη συνέχεια έθαβαν τον νεκρό.
Το σημαντικότερο οικοδόμημα του νησιού ήταν ο φάρος που είχε οικοδομήσει το 1880 η Γαλλική Εταιρεία των Οθωμανών Φάρων και εκεί κατοικούσαν μόνιμα τρεις φαροφύλακες, με διευθυντή τον Αντώνη Μπικάκη. Υπήρχαν κι άλλα αρχαιολογικά αξιοθέατα, όπως το παλιό υδραγωγείο και αρχαίοι τάφοι που είχαν συληθεί. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Άγγλοι είχαν εγκαταστήσει ασύρματο στο νησί για να παρακολουθούν τις κινήσεις των γερμανικών πλοίων.
Το 1934 η Γαύδος ήταν και τόπος εξορίας των κουμουνιστών, καθώς το κράτος είχε στείλει τριάντα εξόριστους, οι οποίοι ζούσαν με ένα επίδομα 10 δραχμών την ημέρα, ενώ απαγορευόταν και η παρέα μεταξύ τους. Η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να μην στείλει άλλους εξόριστους, διότι υπήρχε ελονοσία λόγω των κουνουπιών.
*Ο κ. Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος
Πού μπορούμε να βρούμε το δημοσίευμα του Παρατηρητή για τη Γαύδο; καλή χρονιά