Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Η ώρα των Μεταρρυθμίσεων

Η συνεχής αύξηση των φόρων και των εισφορών έχει οδηγήσει τη χώρα να πληρώνει υψηλότερους φόρους ακόμα και από τη Σουηδία αλλά οι υπηρεσίες προς τους πολίτες να είναι χειρότερες και από αυτές των τριτοκοσμικών χωρών.
Πληθαίνουν πλέον οι φωνές που ζητούν τη μείωση της κρατικής σπατάλης ώστε να μπορέσουν να μειωθούν ανάλογα και οι φόροι. Ακόμα και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι κάνουν λόγο για την επιτακτική πλέον ανάγκη η χώρα να ακολουθήσει τον δρόμο των μεταρρυθμίσεων αντί της υπέρμετρης φορολογίας.
Ο όρος μεταρρύθμιση σημαίνει το σύνολο σημαντικών αλλαγών σε έναν τομέα, που αποσκοπούν στη λύση προβλημάτων, στη βέλτιστη και εύρυθμη λειτουργία του και στην προσαρμογή του σε νέα δεδομένα. Μία μεταρρύθμιση ενισχύει την αποτελεσματικότητά της, εάν σε μακροπρόθεσμη βάση, αναπτύσσει την κοινωνική πρόνοια και δικαιοσύνη, παρέχοντας μεγαλύτερη σταθερότητα τιμών, νέες θέσεις εργασίας, υγιή δημόσια οικονομικά, μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη, μειώνει την οικονομική ανισότητα. Συχνά απαιτεί δαπανηρή προσαρμογή σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, αλλά μακροπρόθεσμα φαίνονται τα οφέλη της τα οποία πολλές φορές δεν μοιράζονται εξίσου απ’ όλα τα μέλη της κοινωνίας. Ακόμα και αν τα περισσότερα μέλη μιας κοινωνίας βρεθούν σε καλύτερη κατάσταση, υπάρχουν και κάποιες μικρές κοινωνικο-οικονομικές ομάδες που θα βρεθούν σε χειρότερη θέση ως συνέπεια της μεταρρύθμισης. Εάν οι μικρές αυτές ομάδες οργανωθούν με γνώμονα την υπεράσπιση των προνομίων και συμφερόντων που για μεγάλο διάστημα, συνήθως χωρίς κόπο, απολάμβαναν, σχηματίζουν τις γνωστές ομάδες συμφερόντων.

Ο ρόλος των ομάδων συμφερόντων
Η καθυστέρηση στη θεσμοθέτηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, επηρέασε αρνητικά την πορεία της χώρας, καταδικάζοντας την σε 6 χρόνια συνεχόμενης ύφεσης, εκτόξευσης της ανεργίας, του δημόσιου χρέους και της φορολογίας. Τα αίτια της καθυστέρησης αυτής τα προσδιορίζουμε στην έλλειψη αποφασιστικότητας από τις κυβερνήσεις, στον εγκλωβισμό στην αντιμνημονιακή ρητορική, στην έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, αλλά κυρίως εξαιτίας των μεγάλων και μικρών ομάδων συμφερόντων που επεδίωκαν τη διατήρηση των κεκτημένων τους και τη μη υιοθέτηση και εφαρμογή των αλλαγών που επιβάλουν οι μεταρρυθμίσεις. Ενώ οι μισθοί μειώθηκαν σημαντικά και ίσως υπερβολικά, δεν έγινε και η αντίστοιχη μείωση των τιμών ώστε να μπορέσουν οι πολίτες με τα μειωμένα εισοδήματα να αγοράσουν τις ίδιες ποσότητες αγαθών σε μειωμένες τιμές. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος αποτυχίας όλων των προγραμμάτων προσαρμογής μέχρι σήμερα.
Τα άτομα που αποτελούν μία κοινωνία έχουν την τάση να αντιστέκονται σε αλλαγές λόγω της αβεβαιότητας που τους προκαλούν αν κι ακόμα γνωρίζουν ότι σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα οι αλλαγές αυτές θα τους επιφέρουν θετικό πρόσημο στην ζωή τους. Την αποφυγή ανάληψης αυτή του ρίσκου από τους πολίτες, εκμεταλλεύονται οι ομάδες συμφερόντων, οι οποίες χρησιμοποιώντας τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ενισχύοντας τον φόβο των πολιτών για τις επικείμενες αλλαγές, εμπλέκοντας την δαιδαλώδη νομοθεσία, χαρακτηρίζοντας ως αντισυνταγματική ή παράνομη μία μεταρρύθμιση, εκμεταλλευόμενη την γραφειοκρατία, καθυστερούν την εφαρμογή της και προσπαθούν να την καταστήσουν ανενεργή. Οι οργανωμένες ομάδες συμφερόντων έχουν ουσιαστικά δύο κίνητρα που τις ωθούν στην καταπολέμηση των μεταρρυθμίσεων που ωφελούν την πλειοψηφία των πολιτών, την προστασία των οικονομικών τους συμφερόντων που πολλές φορές έχουν αποκτήσει με διαπλεκόμενες σχέσεις, με τα εκάστοτε κυβερνώντα κόμματα και την διατήρηση της πολιτικής τους δύναμης.
Οι ομάδες αυτές μάχονται την είσοδο νέων κανονισμών και αλλαγών με σκοπό να αποφύγουν την απώλεια εσόδων και κερδών που μία νέα μεταρρύθμιση μπορεί να επιφέρει. Για παράδειγμα μία εταιρία με δεσπόζουσα (μονοπωλιακή) θέση, θα μπλοκάρει οποιαδήποτε προσπάθεια εισαγωγής νέων τεχνολογιών που θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν νέοι ανταγωνιστές της ώστε να κυριαρχήσουν στην αγορά. Επίσης, σύμφωνα με μελέτες, θεωρούνται υπεύθυνες για την σταδιακή δημιουργία δύο βασικών παθογενειών της ελληνικής οικονομίας, α) το μεγάλο μέγεθος και η έλλειψη αποδοτικότητας του ευρύτερου δημόσιου τομέα και β) το νομικό και δικαστικό σύστημα που χαρακτηρίζεται ως δύσβατο και αποθαρρυντικό για τις επενδύσεις. Στο δημόσιο τομέα, τα ζητήματα που ανακύπτουν αφορούν στο μέγεθος των φορέων, αλλά και των δαπανών, χωρίς να συνδέονται με την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών, στην έλλειψη μηχανισμού ελέγχου των δημοσίων δαπανών, στον κατακερματισμό και την επικάλυψη αρμοδιοτήτων που συνεπάγονται τη χαμηλή αποδοτικότητα, καθώς και στη μεγάλη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από το δημόσιο τομέα. Παράλληλα, ο μεγάλος αριθμός νόμων, ενίοτε αντιφατικών, καθιστά το νομικό και δικαστικό σύστημα πολύπλοκο και τη δημόσια διοίκηση μη παραγωγική.

Μεταρρυθμιστικό Μοντέλο Ανάπτυξης για την Ελλάδα
Οι πέντε σημαντικότεροι τομείς στους οποίους πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει άμεσα σε μεταρρυθμίσεις, ώστε να τεθεί σε τροχιά ανάπτυξης, είναι:
• Η ενίσχυση των ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας και του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας για να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες της κρίσης στην ανεργία και οι κοινωνικές επιπτώσεις της.
• Μείωση των θεσμοθετημένων εμποδίων στον ανταγωνισμό, απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης νέων επιχειρήσεων, άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων ώστε οι άνεργοι να μπορέσουν να βρούν εργασία, ταχεία υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.
• Βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού συστήματος
• Αύξηση της αποδοτικότητας του φορολογικού συστήματος, υιοθετώντας ένα απλούστερο και πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα, βελτίωση της αποδοτικότητας των ελέγχων και του φοροεισπρακτικού συστήματος.
• Αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, ανάπτυξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
Ειδικότερα για τον τελευταίο τομέα, η αδυναμία της δημόσιας διοίκησης σχετικά με τη συλλογή, επεξεργασία και ανάλυση δεδομένων και πληροφοριών που αφορούν στο σύνολο της διοικητικής δράσης συνεπάγεται τη λήψη πολιτικών αποφάσεων και τη διαμόρφωση πολιτικών που αποδεικνύονται αναποτελεσματικές. Η δυνατότητα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων και πληροφοριών εξασφαλίζει στη δημόσια διοίκηση το κατάλληλο εργαλείο για την ουσιαστική αντιμετώπιση ζητημάτων που αναφύονται, αλλά προβλέπει και προβλήματα που πρόκειται να αναδυθούν. Παράλληλα, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση μπορεί να αξιοποιηθεί στον προγραμματισμό των επιχειρησιακών πόρων, στη διαχείριση των σχέσεων με τον πολίτη και στις ηλεκτρονικές δημόσιες συμβάσεις. Μέσω της χρήσης των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας (ΤΠΕ), εξορθολογίζονται και επιταχύνονται οι διοικητικές διαδικασίες ενισχύοντας την διαφάνεια.
Πρόκειται για τομείς, η μεταρρύθμιση των οποίων θα έπρεπε ήδη να είχε πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της αποτελεσματικής οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης και οι σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες καθιστούν πιο επιτακτική από ποτέ την υιοθέτηση εκείνων των μέτρων που θα αναδείξουν την ελληνική διοίκηση σε κινητήριο μοχλό για έξοδο από την κρίση. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές εάν εφαρμοστούν κατάλληλα, μπορούν να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, υψηλότερη ανταγωνιστικότητα, ανάπτυξη και μπορούν να αντικαταστήσουν τους υψηλούς φόρους αποφέροντας έσοδα και καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα στον κρατικό προϋπολογισμό.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα