Πίσω από τη βιτρίνα των πόλεων, που μοιάζουν ανεπτυγμένες οικονομικά και τουριστικά, κρύβονται δραματικές ιστορίες ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Που δεν μπορούν να βγουν για να διασκεδάσουν και να περάσουν με χαρά τις μέρες και τις νύχτες τους.
Που έχουν μια άδεια τσέπη χωρίς να το έχουν επιλέξει. Που είτε είναι άποροι, είτε άνεργοι, είτε νεόπτωχοι.
Οι νεόπτωχοι είναι τα θύματα της οικονομικής κρίσης που, παρά την έξοδο από τα μνημόνια, συνεχίζει να υπάρχει και να απειλεί ολόκληρα κοινωνικά στρώματα.
Τα στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα από τη Eurostat και αφορούν στο 2017 είναι για μια ακόμη φορά αποκαλυπτικά:
Σε συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ζουν πάνω από ένας στους τρεις κατοίκους στην Ελλάδα και κατά μέσο όρο ένας στους πέντε στην ΕΕ. Το 2017 στην Ελλάδα βρίσκονταν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού το 34,8% του πληθυσμού (3,7 εκατ. άνθρωποι), έναντι 28,1% το 2008. Στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό έπεσε το 2017 στο 20,3% (113 εκατ. άνθρωποι), κάτω από τα επίπεδα του 2008 (23,7%).
Είναι φανερό ότι κυρίως στην Ελλάδα το ποσοστό των φτωχών έχει αυξηθεί σημαντικά κατά τα μνημονιακά χρόνια.
Τώρα, ζητούμενο παραμένει η διαμόρφωση κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών που θα είναι πιο κοντά σε όλους αυτούς τους ανθρώπους, στη θέση των οποίων μπορεί να βρεθεί καθένας μας πολύ εύκολα.
Δηλαδή, ζητούμενο είναι η ουσιαστική ανάκτηση του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας. Η στήριξη των εργαζομένων αλλά και των ανέργων. Αλλά και η στήριξη της απασχόλησης που, στον σύγχρονο κόσμο, περνάει μέσα και από τη στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, η οποία εξοντώνεται φορολογικά.
Αυτή τη στιγμή οι φόροι παραμένουν δυσβάστακτοι. Και είναι δυσανάλογοι του κόστους ζωής.
Συχνά, ακούμε για έργα, μικρά και μεγάλα. Και τώρα που πλησιάζουν οι εκλογές θα ακούσουμε πάλι πολλά. Ομως, το πιο σημαντικό έργο θα ήταν η αλλαγή της οικονομικής πολιτικής και η στήριξη κάθε πολίτη που έχει ανάγκη.
Για έναν κόσμο στον οποίο θα χωράνε όλοι. Και στον οποίο όλοι έχουν δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή ζωή.