Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Η παράδοση παραμερίζεται

» και με μοντέρνα δασκαλέματα κουμαντάρονται οι σύγχρονες κοινωνίες

 

Ητανε περασμένο το πανηγυράκι τση Μεσοσπορίτισσας και τα καματερά απού ήτανε σπαρμένα είχανε αρχινίξει να πρασινίζουνε. Γιατί τα πρώιμα σπαρτά εφυτρώνανε. Οι ζευγάδες εσυνεχίζανε να σπέρνουνε, οι μαζώχτρες και οι μαζωχτάδες το μαζωχτό. Εικόνες συνηθισμένες από την αγροτική ζωή, τουτησές τσ’ εποχής. Ο Νοέμπρης οδηγούντανε όθε τα ξεπνέμαντά ντου. Γι’ αυτό κι οι νοικοκεράδες, επρεκατσάρουντανε για να ετοιμάσουνε τσοι κουταλίτες, γιατί ταχιά ‘τανε, του Αγίου Αντρέα του Τρυποτηγανίτη, που κατά την παράδοση ήπρεπε οι νοικοκεράδες αυτή την ημέρα να χρησιμοποιήσουνε τα τηγάνια ντωνε, για να μη τρυπήσουνε. Μα και κατά το έθιμο, με το φρέσκο λάδι εγλυκαίνανε οι Μανάδες τα κοπελάκια ντωνε με τούτηνα τη λιχουδιά τσ’ εποχής, τσοι τηγανίτες με το πετουμέζι. Κι έτσα ο τελευταίος φθινοπωρινός μήνας ετοιμάζουντανε να παραδώσει τη σκυτάλη για τη συνέχεια στο πρώτο χειμωνιάτικο μήνα το Δεκέμπρη.

Η φύση ήτανε πανέτοιμη να τονε καλωσορίσει, και τα γδυμνά κλαδιά τω φυλλοβόλω δέντρω, επεριμένανε τσοι φυσές του βοριά, για να σφυρίξουνε τα χειμωνιάτικα ντωνε τραγούδια. Οι γι εργασιάρηδες εδά πάλι ανατριχιούσανε απου φτάνανε τα Νικολοβάρβαρα, απου σύφωνα με το λαό «κι οι τοίχοι παγώνουνε».

Κι οι γι αγρότες εσυνεχίζανε νάναι στρατευμένοι στσοι υποχρεώσεις τωνε. Οι ζευγάδες μπορεί να φτάνανε στο τέλος τση σποράς. Μα το μαζωχτό τανε στη φούρια ντου. Τα λιόφυτα ήτανε σα χαρούμενες οάσεις κεφιού και χαράς, γιατί ετσά απολεμούσανε, οι μαζωχτάδες, κι οι μαζώχτρες να μη τσοι καπαντίσει η κούραση και χάσουνε το κουράγιο ντωνε, και την αντοχή ντωνε από το κρύο. Γιατί τούτονα το χρυσό μαξούλι μαζώνεται με το κρύο και τ’ ανεμοτσάπουρα. Κι ήτανε κατάχρυσο προϊόν, γιατί εκτός από τη μεγάλη ντου προσφορά για τσοι διατροφικές ανάγκες των αθρώπω και κείνουνα του καιρού, απου εσυντηρούσανε με το τρισευλογημένο “λαδόβροχο”. Απου με μεγάλη συγκίνηση τα αναστορούμαι, γιατί κι εγώ μ’ αυτό το λαδόβροχο και το κριθαρόψωμο, εθρέφουμουνε, και μ’ αυτό αναλικώθηκα. Και μ’ αυτό το ευλοημένο λαδάκι, άφταμε το καντηλάκι τα σκολόβραδα στο ‘κονοστάσι του σπιθιού μας και το λύχνο τα βράδια, κι εδειπνούσαμε, εδιαβάζανε τα σκολιαρούδικα τα μαθήματά ντωνε, κι εκάνανε την αντιγραφή ντωνε.

Και με τουτονά τα λυχναράκια εφωτίζουντανε κι οι συντροφιές στσ’ αποσπερίδες και παραΰστερα με τσοι λάμπες πετρελαίου. Γιατί τουτανά ‘τανε τα φωτιστικά μέσα κεινησάς τσι’ εποχής, όπως φαίνονται στη φωτογραφία. Μα κι ακόμη, τουτονά το χρυσό μαξούλι, το λαδάκι, ήτανε το αποκούμπι τω λαδοπαραγωγώ στσ’ ώρες ανάγκης. Γιατί τα λαδοπίθαρα ντωνε ήτανε τα βιβλιάρια ταμιευτηρίου, κι αποκεί εκάνανε ανάληψη σαν είχανε ανάγκη, για να χαρτζιλικωθούνε.

Όμως τουτεσάς οι σκέψεις, από μια δύσκολη και βασανισμένη ζωή, απου κυριαρχούσε η γι αγραμματοσύνη κι η φτώχεια. Όμως εδέσποζε κι εβασίλευε η φιλοσοφημένη κι ισορροπημένη ζωή των αθρώπω απου ήτανε θωρακισμένοι με αρετές, όπως το φιλότιμο, την αθρωπιά και το σεβασμό. Τουτεσάς οι σκέψεις όμως εξεσηκώνανε τη θύμησή μου, κι αναστορήθηκα τη σοφή παράδοση. Απου για πολλά χρόνια εκουμάντερνε τη ζωή των αθρώπω. Γι’ αυτό κι εζιούσανε οι γι αθρώποι σα τσ’ αθρώπους. Γιατί είχανε σαν άγκυρες τσ’ ηθικές αξίες και λαμπερά στολίδια τσ’ αρετές.
Γι’ αυτό και στσοι κοινωνίες κείνουνα του καιρού εκυκλοφορούσανε Μανάδες αγράμματες μα φιλοσοφημένες κι αφοσιωμένες, γιατί εκαθοδηγούντανε από το θεϊκό δώρο, τη μητρότητα. Και γενικά, οι γι αθρώποι του καιρού κείνουνα είχανε «το γνώθι σ’ αυτόν» κι εσέβουντανε τα σοφά δασκαλέματα του Αποστόλου Παύλου: «Πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ου πάντα συμφέρει» (Α’ Κορ. 6,12). Και πολλές φορές, έπαε στο καφενέ, εγούζιουντανε για τα στραβά και τ’ ανάποδα και τσοι πολέμους. Μα ούλα τα ρίχνανε στην αγραμματοσύνη.
Για να ‘ρθει η σημερνή πραγματικότητα με τσοι βάρβαρους πολέμους στη Μέση Ανατολή και Ουκρανία κι όπου αλλού, και τα αποτρόπαια σεξουαλικά εγκλήματα και τσοι βιασμούς, να διαψεύσει τσοι προσδοκίες τωνε και να σβήσουνε τσ’ ελπίδες τωνε, για καλύτερες κι αθρώπινες κοινωνίες και ν’ αποδειχθεί πως η μόρφωση δε καλυτερεύει ηθικά τσ’ αθρώπινες υπάρξεις. Αλλά αντίθετα, με τσοι μοντέρνες σκέψεις και ιδέες τωνε αλλάζουνε συμπεριφορά κι η παράδοση ν’ αγνοείται, κι οι γι αθρώπινες υπάρξεις να ξενεύουνε από τσ’ ευαιστησίες και τσ’ αρετές, απου ήτανε στολισμένοι και να ξεστρατίζουνε από τσοι φυσιολογικές στράτες και να πελαγοδρομούνε στη ζωή, χωρίς μπούσουλα και σκοπό, αγωνιζόμενοι για τα στομάχια ντωνε και ψάχνοντας για λεφτά κι ηδονές, αδιαφορώντας για τα λόγια του Χριστού: «Ουκ επ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. δ’ 4).

Με την κακή συνέχεια, οι δικολογιές να παραμερίζονται, οι φιλίες να ξεχνιούνται και τσοι γερόντους κι οι δικοί ντωνε να τη βαριούνται τη ζωή ντωνε, όπως λέει κι ένα ποιηματάκι. Γιατί οι γι αθρώποι τουτουνέ του καιρού τα κατένε ούλα και δεν έχουνε ανάγκη την πείρα ντωνε. Κι οι πολύ ανεβασμένοι με τσι ζωοφιλικές αδυναμίες, ίσως να προτιμούνε τα ζώα συντροφιάς αντί τα γεραθειά.
Θε μου και βλέπε μας το νου μας και καθοδήγα μας για τη καλή ντου χρήση.
Καλημέρα σας αναγνώστριες κι αναγνώστες μου κι αναζήτηχτοι.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Καματερά = Καλλιεργήσιμα
Εργασιάρης = Αυτός που δεν αντέχει το κρύο
Πρεκατσάρομαι = Προσπαθώ να φτιάξω κάτι
Κουταλίτης = Τηγανίτης
Ταχιά = Αύριο
Απολεμούσανε = Προσπαθούσανε
Μαξούλι = Εισόδημα
Ανεμοτσάπουρα = Τσουχτερό ανεμόβροχο
Λαδόβροχο = Διατροφή με λάδι και ψωμί
Αναστορούμαι = Θυμούμαι
Αναλικώνομαι = Ενηλικιώνομαι, γίνομαι ενήλικας
Άφτω = Ανάβω
Αποκούμπι = Στήριγμα
Έπαε = Εδώ
Γούζιομαι = Μεμψιμοιρώ
Κατένε = Ξέρουνε


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα