Α’ μέρος
Εισαγωγή
Η διεθνής βιβλιογραφία είναι γεμάτη από σοβαρές επιστημονικές εργασίες και πτυχιακές και μεταπτυχιακές διατριβές για την ωφελιμότητα της Φραγκοσυκιάς. Στην Ελλάδα όπου αυτοφύεται ή καλλιεργείται ο «εξ Ιταλίας αφικνούμενος» αυτός κάκτος το γεωργικό ενδιαφέρον, παρά τις προσπάθειες του καθηγητή Δρ Σπύρου Λιονάκη ως ερευνητή στο τότε Ινστιτούτο ελιάς και υποτροπικών Φυτών είναι πολύ χαμηλό.
Yπάρχουν ελάχιστες διάσπαρτες φυτείες ιδίως στη νότια Ελλάδα στην Κρήτη και σε πολλά νησιά. Ο εν λόγω καθηγητής με τους συνεργάτες του αξιολόγησε ντόπιους γενότυπους Φραγκοσυκιάς και εγκατέστησε μια αξιόλογη συλλογή.
Στόχος του συνοπτικού αυτού άρθρου είναι η σταχυολόγηση βασικών δεδομένων για την καλλιέργεια της Φραγκοσυκιάς και η αναπτέρωση της ελπίδας να προωθηθεί λόγω των πολλών πλεονεκτημάτων και των χαμηλών εισροών που απαιτεί στα προγράμματα της οικολογικής γεωργίας. Είναι παρήγορο το γεγονός ότι το αρμόδιο Υπουργείο έχει συμπεριλάβει τη Φραγκοσυκιά στη λίστα των συνιστώμενων εναλλακτικών καλλιεργειών.
Γνωριμία με το φυτό
Το επιστημονικό της όνομα είναι Οπουντία η ινδική συκή (Opuntia ficus-indica). Είναι γνωστή και ως Οπουντία η κοινή (Opuntia vulgaris). Στην επιστημονική βιβλιογραφία αναφέρεται και με τα συνώνυμα Cactus decumanus , Cactus ficus-indica , Opuntia amyclaea , Opuntia cordobensis , Opuntia decumana, Opuntia gymnocarpa ,Opuntia hispanica , Opuntia maxima , Opuntia megacantha και Opuntia paraguayen. Ανήκει στο γένος Οπουντία (Opuntia) και στην οικογένεια των κακτωδών (Cactaceae). Το γένος Οπουντία περιλαμβάνει περί τα 150 και η οικογένεια των κακτωδών περί τα 300 είδη. Θεωρείται ιθαγενές του Μεξικού φυτό. Στη χώρα αυτή είναι γνωστό με το όνομα Νοπάλ (nopal) και οι καρποί του τούνας (tunas).Παρουσιάζει ιδιαίτερα μεγάλο οικονομικό ενδιαφέρον σε βαθμό που συγκρίνεται με τις καλλιέργειες του Αραβόσιτου και της Αγαύης (Agave tequilana). Έτσι εξηγείται η καθιέρωση του φυτού αυτού στο εθνικό έμβλημα του Μεξικού. Μάλιστα κατά τη μεξικάνικη παράδοση ο θυρεός αυτός είναι εμπνευσμένος από ένα θρύλο των Αζτέκων, σχετικά με την ίδρυση της Τενοτστιτλάν (Tenochtitlan). Οι Μέσικα (Mesika) των Αζτέκων, μια νομαδική φυλή, γύριζαν σε όλο το Μεξικό, προς αναζήτηση ενός θεϊκού σημαδιού, που θα τους έδειχνε το ακριβές σημείο, όπου επρόκειτο να χτίσουν την πρωτεύουσά τους. Ο Θεός του πολέμου και του ήλιου Ουιτζιλοπότστλι (Huitzilopochtli), τους πρόσταξε να βρουν έναν αετό που καταβρόχθιζε ένα φίδι, σκαρφαλωμένος στην κορυφή ενός κάκτου που φύτρωνε σ’ ένα βράχο βυθισμένο σε μια λίμνη. Μετά από 200 χρόνια περιπλάνησης, βρήκαν το υποσχόμενο σημάδι, σε ένα μικρό νησί στην βαλτώδη λίμνη Τεξκόκο (Texcoco). Εκεί ίδρυσαν τη νέα πρωτεύουσά τους Τενοτστιτλάν. Η Φραγκοσυκιά γεμάτη από καρπούς είναι και το σύμβολο του νησιού Τενοτστιτλάν. Αξιοπρόσεκτο είναι και το γεγονός πως ο Θεόφραστος αναφέρει ένα δέντρο παραπλήσιο με την ινδική συκιά, που βγάζει ρίζες από τα φύλλα του και βρίσκεται κοντά στην Οπούντια (Όπους=πόλη των σύκων) ( σημερινή Αταλάντη).
Στην Ευρώπη ήλθε αρχικά στην Ισπανία από Ισπανούς θαλασσοπόρους γύρω στο 1521-1523. Η πρώτη εισαγωγή το 1521 από τον ισπανό εξερευνητή Φερνάντο Κορτέζ (Fernando Cortes), τον καταστροφέα του πολιτισμού των Αζτέκων, ήταν το είδος Οπουντία η κοκκοφόρος (Opuntia coccinellifera). Ο κάκτος αυτός είναι ανάκανθο (χωρίς αγκάθια) είδος και καλλιεργείται για την παραγωγή και πολλαπλασιασμό του εντόμου του Dactylopius coccus, από το οποίο παράγεται η χρωστική ουσία κοχενίλλη. Μάλιστα οι ισπανοί είχαν και το μονοπώλιο της βαφικής αυτής ουσίας για 3 αιώνες. Σήμερα η χρήση της περιορίζεται στα ποτά, στα γλυκίσματα, στα ζαχαρωτά και στη βαφή των αυγών. Πολύ διαδεδομένη είναι και η μορφή Opuntia ficus indica f. inermis, η οποία καθότι είναι ανάκανθη καλλιεργείται και για κτηνοτροφή.
Η Φραγκοσυκιά μπορεί να ευδοκιμήσει στα ξερότερα και αγονότερα εδάφη και σε ψυχρά και θερμά κλίματα. Οι νεαροί βλαστοί είναι ευαίσθητοι σε θερμοκρασίες -1ο C, ενώ τα ενήλικα φυτά αντέχουν σε θερμοκρασίες μέχρι και -12ο C. Αναπτύσσεται τόσο στα βαριά αργιλώδη, όσο και στα ελαφρά αμμώδη εδάφη με οξύτητα 6- 7.7. Τη βρίσκει κανείς σε χαμηλό υψομετρικό ύψος και στα 800 μέτρα. Είναι πολύ λιτοδίαιτο φυτό σε νερό και θρεπτικά συστατικά. Η μεγάλη αυτή εδαφοκλιματική προσαρμοστικότητα του φυτού βοήθησε στην εξάπλωσή του σε πολλές χώρες της Ευρώπης , της Αφρικής και της Ασίας. Σήμερα καλλιεργείται ή αυτοφύεται σε όλες τις παραμεσόγειες χώρες. Το εξημερωμένο μάλιστα είδος διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον τομέα των γεωργικών οικονομιών σε όλες τις άνυδρες και ημιάνυδρες περιοχές του κόσμου. Τα χαρακτηριστικά αυτά της Φραγκοσυκιάς σε συνδυασμό με την απουσία εχθρών και ασθενειών την καθιστούν καλλιέργεια χαμηλών εισροών και κατάλληλη για την οικολογική γεωργία. Παρουσιάζει δε και ιδιαίτερο οικονομικό ενδιαφέρον γιατί οι καρποί διατίθενται στην αγορά στην τιμή των 2-5 ευρώ το κιλό και τα άρθρα ή κλαδόδια ανάλογα με το μέγεθος 0.7- 7.0 ευρώ. Υπολογίζεται πως το τελικό γεωργικό κέρδος μόνο από τα φραγκόσυκα μπορεί να φτάσει στα 1700 € στο στρέμμα. Στην Ελλάδα παρόλο που έχει συμπεριληφθεί, όπως αναφέρθηκε στα προγράμματα ειδών χρειάζεται πολύς δρόμος ακόμα για να αναπτυχθεί η καλλιέργεια της Φραγκοσυκιάς.
Το φυτό και οι καρποί του αναφέρονται σε όλα τα βοτανικά λεξικά. Στη χώρα μας είναι γνωστό ως Φραγκοσυκιά και μάλιστα στην Κρήτη ως Παπουτσοσυκιά και στην Ήπειρο ως Παυλοσυκιά. Στην Κύπρο ονομάζεται επίσης Παπουτσοσυκιά ,ονομασία την οποία οφείλει στη μορφή των βλαστικών άρθρων του φυτού των κλαδοδίων, που τα λένε «παπούτσες». Άλλα λιγότερο συνηθισμένα ονόματα είναι τα Αραποσυκιά, Φαραοσυκιά και Μπαρμπαροσυκιά. Ο καρπός είναι γνωστός και με τα ονόματα ινδικό σύκο οπουντίας, σύκο βαρβαρίας, κάκτος αχλάδι, ασπόνδυλος κάκτος και αγκαθωτό αχλάδι. Στη Γαλλία τη λένε figuier de barbarie, στην Αγγλία indian fig cactus, στην Ιταλία Fico d’ india ή Fico di barbaria ή Fico moresco, στην Αιθιοπία beles, στην Αλβανία fik deti, στο Ισραήλ sabra, στη Μάλτα bajtra ,στην Τουρκία dikenli incir, στην Τυνησία El Hindi και στη Σικελία ficudinnia. Στην αραβική γλώσσα ονομάζεται ṣubbār (ÕÈÇÑ). Στην Παλαιστίνη η Φραγκοσυκιά αντιπροσωπεύει τον αγώνα του λαού της για την ελευθερία. Στο Ισραήλ με τη λέξη sabra που ονοματίζουν την Φραγκοσυκιά υπαινίσσονται τους τραχείς εξωτερικά sabras, που αν τους γνωρίσει κανείς από κοντά θα δει πόσο γλυκείς και ευαίσθητοι είναι. Η Φραγκοσυκιά συμβολίζει τέλεια τη Σικελία , καθώς είναι μια πραγματική έκφραση του τι σημαίνει να ζει κανείς σε αυτό το νησί, που προσαρμόζεται σε πολλές διαφορετικές συνθήκες, ξεπερνώντας τις ακανθώδεις παγίδες και τελικά απολαμβάνοντας απροσδόκητη γλυκύτητα. Στην Μάλτα την περίοδο 1975 -1988 η Φραγκοσυκιά απεικονίζονταν στο εθνόσημό της.
Η Φραγκοσυκιά είναι κάκτος πολύκλαδος με αρθρωτούς βλαστούς με μορφή επίπεδου ελλειπτικού δίσκου, τα γνωστά κλαδόδια ή άρθρα ή παπούτσες που ανά διαστήματα φέρουν στην επιφάνεια μοναχικά ή σε δέσμες τα ακίδια (αγκάθια). Τα άρθρα αυτά επέχουν θέση φύλλων και περιέχουν χλωροφύλλη. Το μήκος των κλαδοδίων φτάνει στα 30-40 , το πλάτος στα 15-25 και το πάχος στα 1.5-3 cm (εκατοστά) . Τα κλαδόδια στη βάση του φυτού ξυλοποιούνται και παίρνουν τη μορφή κυλίνδρου δημιουργώντας ένα αληθινό κορμό. Είναι φυτό άφυλλο, αφού τα φύλλα του είναι εφήμερα εξογκώματα και για εξοικονόμηση νερού μετατρέπονται σε ακίδια. Μπορεί να μετρήσει κανείς μέχρι και 150 ακίδια σε ένα άρθρο. Το μήκος τους φτάνει στα 1-2 εκατοστά. Ακίδια υπάρχουν και στους καρπούς. Η φυλλόσφαιρα της Φραγκοσυκιάς είναι γεμάτη από «ιπτάμενα» ακίδια γιατί αποσπώνται εύκολα με την παραμικρή πνοή του ανέμου.
Το φυτό φτάνει σε ύψος στα 3-5 μέτρα. Η ρίζα είναι επιφανειακή και μπορεί να επεκταθεί σε μεγάλη απόσταση. Τα άνθη εμφανίζονται στις αρχές Μαΐου ή και αργότερα ανάλογα με την περιοχή περιμετρικά στην άκρη και μερικές φορές στην επιφάνεια των κλαδοδίων. Φέρουν μονόχωρη ωοθήκη, πολλούς στήμονες και γονιμοποιούνται με έντομα. Σε κάθε άρθρο μετράει κανείς και μέχρι 30 άνθη. Υπάρχουν ποικιλίες με κίτρινα (Sulfarina), κόκκινα (Sanguigna) και λευκά (Muscaredda άνθη). Το κόκκινο χρώμα του χυμού των καρπών οφείλεται στις βεταλαΐνες, βετανίνη και ιντικαξανθίνη. Οι καρποί ωριμάζουν από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβρη. Το χρώμα της σάρκας των ώριμων καρπών ποικίλει από πρασινοκίτρινο , πορτοκαλέρυθρο μέχρι πορφυρό. Κάθε καρπός ζυγίζει 150-400 γραμμ. και εμπεριέχει πολλούς σπόρους. Σε ένα καρπό 160 γραμμ. μπορεί να βρει κανείς γύρω στους 300 σπόρους. Οποιοδήποτε τμήμα της Φραγκοσυκιάς μπορεί να βγάλει ρίζες.
Για την εγκατάσταση συστηματικών καλλιεργειών Φραγκοσυκιάς η φύτευση γίνεται το Νοέμβρη μέχρι το Μάρτη σε αποστάσεις 4 στη γραμμή και 5 μεταξύ των γραμμών μέτρων. Κατά κανόνα ο αριθμός των φυτών κυμαίνεται γύρω στα 50 το στρέμμα . Στις περιπτώσεις που προορίζεται για ενσωμάτωση στο έδαφος τα φυτά φυτεύονται πολύ πυκνά. Η Φραγκοσυκιά καρποφορεί μετά το τρίτο και μπαίνει στην πλήρη παραγωγή μετά το έβδομο έτος .Η απόδοση σε πλήρη παραγωγή για συστηματική και αρδευόμενη καλλιέργεια μπορεί να φτάσει στα 100 – 150 κιλά ανά φυτό. Το κλάδεμα γίνεται στις αρχές της άνοιξης. Με το κλάδεμα αυτό αφαιρούνται τα κακοαναπτυγμένα άρθρα και αραιώνεται η κόμη του φυτού. Ένα δεύτερο κλάδεμα λαμβάνει χώρα στο τέλος του καλοκαιριού και πριν την δεύτερη άνθηση. Κατά κανόνα το κλάδεμα αυτό συνδυάζεται συχνά με την πρώτη συγκομιδή του καρπού. Συνήθως συνιστάται η τεχνική του κλαδέματος scozzolatura γιατί προσφέρει καλύτερη και πιο ποιοτική καρποφορία. Κατά την τεχνική αυτή την άνοιξη αφαιρούνται όλα τα άνθη μετακυλώντας έτσι την ανθοφορία πιο όψιμα στις αρχές του καλοκαιριού. Οι καρποί που θα ωριμάσουν το Σεπτέμβρη με Οκτώβρη είναι μεγαλύτεροι νοστιμότεροι και χωρίς κουκούτσια. Η επόμενη συγκομιδή των καρπών γίνεται μέσα στο χειμώνα το Γενάρη με Φλεβάρη.
Αξίζει να αναφερθεί κανείς στις κυριότερες ανάκανθες ποικιλίες της Φραγκοσυκιάς που καλλιεργούνται στις παραμεσογειακές χώρες:
1.Πολύ πρώιμες: Mexican: Είναι ποικιλία με μεγάλους πράσινους καρπούς και λευκή σάρκα. Οι καρποί, όταν ωριμάζουν, σχίζονται.
2.Πρώιμες: Corfu: Έχει μεγάλους καρπούς ανοικτού πράσινου χρώματος με λευκή σάρκα. Δεν είναι πολύ παραγωγική ποικιλία. Guayacuil: Έχει καρπούς μετρίου μεγέθους ανοικτού πράσινου χρώματος με λευκή σάρκα. Δεν είναι παραγωγική ποικιλία. Fusicaulis: Οι καρποί της είναι πολύ μεγάλοι, κιτρινοπράσινοι με λευκή σάρκα. Είναι αρκετά παραγωγική ποικιλία. Morado: Έχει αρκετά μεγάλους καρπούς με ανοικτό πράσινο χρώμα και λευκή σάρκα. Είναι αρκετά παραγωγική ποικιλία.
3.Μεσοπρώιμες:Algerian: ΟΙ καρποί τους είναι μετρίου μεγέθους και ολοκληρωτικά κόκκινοι. Είναι πολύ παραγωγική ποικιλία. Gymnocarpa: Έχει μεγάλους καρπούς και τελείως κίτρινους. Είναι πολύ παραγωγική ποικιλία.
4.Μεσο-όψιμες:Fusicaulis van Heerden: Οι καρποί της είναι μεγάλοι, πρασινοκίτρινοι με κίτρινη σάρκα και έχουν την τάση να σχίζονται. Roly-Poly: Έχει μικρούς κοκκινωπούς καρπούς. Είναι παραγωγική ποικιλία. Muscatel: Χαρακτηρίζεται από μεγάλους καρπούς λαμπρού πράσινου χρώματος με λευκή σάρκα. Signal: Παράγει αρκετά μεγάλους καρπούς, οι οποίοι είναι ολοκληρωτικά κόκκινοι. Δεν είναι πολύ παραγωγική ποικιλία.
5.Οψιμες: Albitel: Οι καρποί της είναι μεγάλοι και τελείως κόκκινοι. Skinners: Έχει μεγάλους καρπούς τελείως πράσινους. Είναι αρκετά παραγωγική ποικιλία.
6. Πολύ όψιμες: Blue Motto: Χαρακτηρίζεται από μεγάλους πράσινους καρπούς, με πορτοκαλί σάρκα. Είναι παραγωγική ποικιλία. Malta: Παράγει καρπούς μετρίου μεγέθους και τελείως κίτρινους. Είναι παραγωγική ποικιλία.
Χρησιμότητα της Φραγκοσυκιάς
Με μια απλή ματιά δεν μπορεί κανείς να αντιληφθεί την πολλαπλή χρησιμότητα του κάκτου αυτού. Στο νησί Λαθαρότε (Lanzarote) των Καναρίων η πυκνή φύτευση της Φραγκοσυκιάς και η ενσωμάτωσή της στο έδαφος εξασφαλίζει το απαραίτητο νερό για άλλες ετήσιες καλλιέργειες. Για τους περιπλανώμενους στην έρημο οι καρποί της είναι άριστο ξεδιψαστικό, αφού περιέχουν κοντά στο 87.5% νερό. Σε πολλά μέρη του κόσμου το φυτό χρησιμοποιείται ως αντιπυρική ζώνη για τον έλεγχο των δασικών πυρκαγιών γιατί δεν καίγεται εύκολα. Συχνή είναι η χρήση της Φραγκοσυκιάς και για την κατασκευή φυσικών φραχτών οριοθέτησης κτημάτων, παρεμπόδισης εισόδου και περιορισμού της περιπλάνησης των βοειδών. Λέγεται πως το όνομα Φραγκοσυκιά το οφείλει στο γεγονός ότι οι Φράγκοι τη χρησιμοποιούσαν ως φράκτη παρεμπόδισης της εισόδου τω επιτιθέμενων στα φρούρια. Στην Κύπρο για να αποφύγουν τις ζημιές από τους τούρκους βοσκούς στις διάφορες καλλιέργειες έκαναν φράχτη από Παπουτσοσυκιές. Το φθινόπωρο του 1961, η Κούβα έβαλε τα στρατεύματά της να φυτέψουν ένα φράγμα μήκος 13 χιλιομέτρων με κάκτους Οπουντίας, κατά μήκος του βορειοανατολικού τμήματος του φράχτη των 28 χιλιομέτρων που περιβάλλει τη Ναυτική Βάση Γκουαντάναμο, προκειμένου να σταματήσει τη διαφυγή των Κουβανών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο φράχτης αυτός είναι ιστορικά γνωστός ως «Παραπέτασμα του κάκτου» (Cactus Curtain), αναλογικά με το «Σιδηρούν Παραπέτασμα» (Iron Curtain) της Ευρώπης και το «Παραπέτασμα του μπαμπού» (Bamboo Curtain) στην Ανατολική Ασία. Το γλίσχραμα από τα Φραγκόσυκα διαπιστώθηκε πως είναι ένας καλός φυσικός και μη τοξικός διασπορέας πετρελαιοκηλίδων. Συχνή είναι και η χρήση της φραγκοσυκιάς στην κατασκευή πλίνθων.
Πολλά είδη φραγκοσυκιάς χρησιμοποιούνται ως καλλωπιστικά κήπου για τα ελκυστικά χρώματα των λουλουδιών και των άρθρων με καρπούς.
Τα κλαδόδια, ύστερα από καψάλισμα σε φωτιά για να απομακρυνθούν τα ακίδια, αποτελούν ευεργετική και πολλές σωστική κτηνοτροφή για τις αυχμηρές χώρες, στις οποίες το καλοκαίρι δεν υπάρχει χλωρή ζωοτροφή. Πρόσφατα, οι μεγάλες μονάδες βοοειδών στις ΝΔ Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν αρχίσει να καλλιεργούν τη Φραγκοσυκιά ως μια νέα πηγή τροφής των ζώων τους. Χρησιμοποιούνται επίσης ως κτηνοτροφή και οι καρποί. Τα άρθρα περιέχουν σε χαμηλή ποσότητα ξηρής ουσίας και ακατέργαστη πρωτεΐνη. Είναι όμως πολύτιμα στις ξηρές περιόδους. Επιπλέον η μεγάλη περιεκτικότητα σε νερό εξαλείφει ουσιαστικά το πότισμα των βοοειδών και μειώνει αισθητά τη δαπάνη της εργασίας αυτής. Από ένα στρέμμα μπορεί να πάρει κανείς 30 τόνους κλαδόδια.
Συνεχίζεται