Η Αντωνία Κάτσαρη, κοινωνική λειτουργός και συντονίστρια της αποστολής των «Γιατρών του Κόσμου» στη Ραφήνα και τη Νέα Μάκρη, περιγράφει το «αποτύπωμα» που έχει αφήσει η καταστροφική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου σε εκείνους που την έζησαν. Βρίσκεται στην περιοχη μαζί με άλλους εθελοντές και από την πρώτη στιγμή πηγαίνουν πόρτα-πόρτα προσφέροντας στους ανθρώπους που βίωσαν την πιο τραυματική εμπειρία μέσα από τις φλόγες, ιατροφαρμακευτική και ψυχολογική υποστήριξη.
Μας περιγράφει η κα Κάτσαρη…
«Έχουμε μιλήσει με ανθρώπους που εγκλωβίστηκαν στη φωτιά, που αναγκάστηκαν να αφήσουν τα αυτοκίνητά τους για να τρέξουν να σωθούν αλλάζοντας συνεχώς κατεύθυνση, γιατί οι φλόγες τους κυνηγούσαν, ανθρώπους που είδαν με τα μάτια τους εκείνους που δεν κατάφεραν να σωθούν. Οι ιστορίες που ακούμε καθημερινά είναι σοκαριστικές», μας αναφέρει.
Από το πρωί μέχρι το βράδυ δύο κινητές μονάδες των «Γιατρών του Κόσμου» βρίσκονται μπροστά από το Δημαρχείο της Ραφήνας, αντιμετωπίζοντας τα περιστατικά που εξακολουθούν να φθάνουν για ιατρική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη είτε πρόκειται για τραύματα ή για αναπνευστικά ή για ψυχολογικά προβλήματα. Πάνω από 500 άτομα κάθε ηλικίας έχουν δεχτεί τη φροντίδα των ομάδων όλες αυτές τις ημέρες.
«Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ είναι πολύ φορτισμένοι και αποδιοργανωμένοι. Οσο περνάει ο καιρός συνειδητοποιούν τι έχει συμβεί», λέει η Αλεξάνδρα Μιχαηλίδου, παιδίατρος και μέλος της οργάνωσης, εξηγώντας ότι καθημερινά εκείνη και η ομάδα της δίνουν όλο τους τον εαυτό για να απαλύνουν όσο μπορούν τον πόνο των πληγέντων. «Κουβεντιάζουμε μαζί τους και προσπαθούμε με πολύ ήρεμο τρόπο να τους χαλαρώσουμε. Είμαστε καλά εκπαιδευμένοι για να τους μεταφέρουμε την αισιοδοξία μας. Εφόσον πάντως κρίνουμε ότι είναι απαραίτητο τους παραπέμπουμε σε ψυχολόγους», τονίζει η ίδια.
Από την κινητή μονάδα των «Γιατρών του Κόσμου» έχουν περάσει και παιδιά ωστόσο, ευτυχώς, τα περισσότερα τώρα πια έχουν απομακρυνθεί από την περιοχή μακριά από τη μυρωδιά και τις έντονες αναμνήσεις. «Είδα παιδιά με φοβίες, τρομαγμένα, που έχουν “κλειστεί” στον εαυτό τους. Νιώθουν ανασφάλεια και νομίζω θα περάσει αρκετός καιρός για να επουλωθούν οι πληγές τους», μας λέει η Αλεξάνδρα Μιχαηλίδου. «Είδαμε πολλά παιδιά που είναι τρομοκρατημένα, αλλά δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια. Η θλίψη βρίσκεται στα μάτια τους. Σαν σιωπηλοί θεατές, ανήμποροι να αντιδράσουν», συμπληρώνει η κοινωνική λειτουργός Αντωνία Κάτσαρη.
Για τους επόμενους τρεις τουλάχιστον μήνες, οι κινητές μονάδες των «Γιατρών του Κόσμου» θα παραμείνουν για όσο καιρό χρειαστεί και για όσους χρειαστούν μπροστά από το Δημαρχείο της Ραφήνας
Η παιδίατρος Αλεξάνδρα Μιχαηλίδου δίνει και βασικές συμβουλές για τους ανθρώπους που επέλεξαν να μείνουν στα σπίτια τους και που ακόμη η στάχτη και οι τοξικές ουσίες δημιουργούν προβλήματα. «Θα πρέπει να βρέχουν τις αυλές τους, ώστε να μην εισπνέουν τις τοξικές ουσίες, να κλείνουν τα παράθυρα και να βάζουν σε λειτουργία τα κλιματιστικά τους. Καλό θα είναι, επίσης, να πίνουν αρκετό νερό καθώς και γάλα», επισημαίνει.
Καμένη γη… χαμένες ζωες… υπαρχει ελπίδα….??
Σκέψεις… από μιαν εθελόντρια
Κυριακή πρωί. Μαχμουρλίδικο ξύπνημα και χάζεμα στο διαδίκτυο.
Το μάτι μου πέφτει σε μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, του προέδρου μας των Γιατρών του Κόσμου του Νικήτα του Κανάκη. Μιλάει με αφορμή τα Καμένα. Για τα Καμένα και για τις σχέσεις του κόσμου με την οργάνωσή μας (αυτών που δέχονται τη βοήθειά μας αλλά και των εθελοντών καθώς και αυτών που μέσω ημών, προσφέρουν, τις πιο πολλές φορές από το υστέρημά τους. Μιλά για την παρουσία μας εκεί, στον τόπο αυτό του μαρτυρίου καθώς και τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούμε να συμπαρασταθούμε και να βοηθήσουμε τους πληγέντες. Να τους βοηθήσουμε να σταθούν τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Μιλά για την εμπιστοσύνη που έχουμε καταφέρει να εμπνεύσουμε στους συνανθρώπους μας με το να είμαστε αυτοί που είμαστε:
«Στους Γιατρούς του Κόσμου, λέει, από την πρώτη στιγμή της καταστροφής κάνουμε αυτό που ξέρουμε καλά. Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και κυρίως ψυχολογική υποστήριξη πόρτα-πόρτα σε όσους απέμειναν πίσω. Με τον τρόπο και την ανθρωπιά μιας Οργάνωσης που περηφανεύεται πως είναι κομμάτι της Ελληνικής Κοινωνίας 28 χρόνια τώρα. Με την εμπειρία μιας Ιατρικής του Δρόμου που πρώτα από όλα είναι παρηγορητική. Που δεν κρίνει, δεν επιλέγει, δεν ηθικολογεί. Που δεν ζητάει ανταλλάγματα. Μιας Ιατρικής που συμπονά και φροντίζει».
Η επόμενη δημοσίευση είναι από μια άγνωστη, που επισκέφτηκε το Μάτι. Μας εφιστά την προσοχή: το θέμα δεν έχει πια ζουμί, μας λέει. Οι τηλεοράσεις και τα ΜΜΕ αποσύρονται από εκεί σιγά-σιγά. Άλλες ειδήσεις παίρνουν πια κεφάλι. Τα Καμένα υποχωρούν αργά αλλά σταθερά στις πίσω θέσεις των δημοσιογραφικών νέων.
Οι πυρόπληκτοι όμως παραμένουν στα σπίτια τους. Περιμένουν. Τι;
Να ξαναρχίσει η ζωή τους από εκεί που σταμάτησε; Μια και οι περισσότεροι δεν έχουν ακόμα συνειδητοποιήσει τι ακριβώς τους έχει συμβεί;
Την πολιτεία να τους σταθεί και να τους συμπαρασταθεί σαν αρωγός μητέρα, πέραν των γραφειοκρατικών απασχολήσεων;
Μας παρακαλεί να μην ξεχάσουμε. Μας προτρέπει να απαιτήσουμε η βοήθεια που δίδεται για τους πυρόπληκτους να πηγαίνει στα σωστά χέρια. Και να μην ξεχνάμε ότι θα μπορούσε πολύ εύκολα να βρισκόταν ο καθένας από εμάς στη θέση των ανθρώπων αυτών. Που όλοι, πέντε λεπτά πριν την καταστροφή, ανύποπτοι και ανέμελοι σχεδίαζαν το παρακάτω της ζωής τους. Άλλοι δούλευαν, άλλοι ήταν στη θάλασσα. Ασχολιόντουσαν με τα δεκάδες πράγματα της καθημερινότητας, όπως κάνουμε συνήθως όλοι. Μέσα σε μια στιγμή όμως όλα άλλαξαν. Βεβαιότητες του τύπου έχω σπίτι, έχω αυτοκίνητο, έχω οικογένεια ανατράπηκαν. Και καλά τα υλικά αγαθά. Αυτά έστω και δύσκολα μπορείς να τα ξαναφτιάξεις κάποτε. Οι ανθρώπινες απώλειες όμως;
Διαβάζω τα παραπάνω καθώς και άλλα πολλά και προσπαθώ να καταλάβω. Να καταλάβω τι ζήσανε αυτοί οι άνθρωποι, τι συνεχίζουν να βιώνουν. Οι εθελοντές που εξακολουθούν να είναι παρόντες και να δρουν στην περιοχή, μοιάζουν όλοι να συμφωνούν στο σημείο αυτό.
– «Το μέρος θυμίζει εμπόλεμη ζώνη και έχει γίνει ένα απέραντο νεκροταφείο. Βλέπουμε ένα δέντρο πια και φοβόμαστε».
– «Οι εναπομείναντες μοιάζουν σαν να μην έχουν καταλάβει τι ακριβώς έχει συμβεί. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ακόμα την κατάσταση. Οι περισσότεροι κάτοικοι δεν επιθυμούν καν ιατρική προσέγγιση γιατί θεωρούν ότι δεν την αξίζουν από τη στιγμή που χάθηκαν βίαια ανθρώπινες ζωές. Μιλάμε για πολίτες που παρέμεναν στα μισοκατεστραμμένα σπίτια τους, είτε επειδή δεν είχαν πού να πάνε είτε γιατί είχαν αγνοούμενους ή νεκρούς συγγενείς και προσπαθούσαν να φυλάξουν ό,τι απέμεινε. Άνθρωποι με παθήσεις σταμάτησαν να παίρνουν τα φάρμακά τους. Θυμάμαι τον κύριο Θανάση 82 ετών. Θεωρούσε ντροπή να ψάξει για τα χάπια του».
Ωστόσο οι πυρόπληκτοι εξακολουθούν να είναι εκεί. Μέσα σε ένα σιωπηλό στοιχειωμένο περιβάλλον, αφού έχουν καεί τα πάντα. Μαζί τα ζώα και τα πουλιά. Δέντρα δεν υπάρχουν πια για να θροΐζει ο άνεμος στα φυλλώματά τους. Και ζουν μέσα στη μυρωδιά των καμένων που ακόμα αιωρείται και αναπνέουν τις αναθυμιάσεις της καταστροφής. Μετρήσεις δεν έχουν γίνει, αλλά αν γίνονταν, λένε οι αρμόδιοι, θα ανιχνεύονταν στοιχεία όπως του αμιάντου ή του μολύβδου από τις καμένες μηχανές των αυτοκινήτων.
Με κινητοποιήσανε αυτές οι αναρτήσεις. Θυμήθηκα κι όλες τις άλλες που έχω διαβάσει αυτές τις τρεις βδομάδες από τότε που έγινε το κακό. Τις πονεμένες, τις θλιμμένες, τις θυμωμένες, τις εξοργισμένες. Αυτές που περιγράφουν ιστορίες πόνου και συμφοράς. Άλλες που αναφέρονται σε ιστορίες αξιοπρέπειας, μεγαλοσύνης και ανθρωπιάς.
Συνειδητοποιώ πως είμαστε ακόμα στην πολύ αρχή της προσπάθειας αποκατάστασης. Το τέλος δεν είναι καν ορατό. Μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνονται.
Διαβάζουμε πάλι διά στόματος εθελοντών:
– «Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ, για να βοηθηθούν, είναι πολύ φορτισμένοι και αποδιοργανωμένοι. Όσο περνάει ο καιρός συνειδητοποιούν τι έχει συμβεί».
– «Οι άνθρωποι αυτοί δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι είναι ζωντανοί. Επειδή τέτοιες καταστάσεις αναβιώνουν το σοκ έπειτα από ένα διάστημα, ο στόχος θα πρέπει να είναι η συνεχής υποστήριξή τους για να τονωθεί το αίσθημα της ασφάλειας. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να διαχειριστούν την καταστροφή».
Μα πιο πολύ με άγγιξε το μήνυμα μιας φίλης που την έζησε τη συμφορά από μέσα, καθώς όλη της η οικογένεια γονείς αδέλφια σύζυγος και παιδιά βρίσκονταν στο Μάτι στο εδώ και 50 χρόνια πατρικό σπίτι. Έχει την τύχη να είναι όλοι οι δικοί της σώοι. Γράφει:
«Επίσημα είμαστε όλοι καλά. Ανεπίσημα το πένθος είναι αβάσταχτο. Η ανακούφιση για το εγώ δεν παρηγορεί το εμείς. Η τραγικότητα και η φρικτή βιαιότητα της εμπειρίας αυτής δεν απαλύνεται από το γεγονός της τύχης που στάθηκε πλάι μας, όταν στο άλλο πλάι πνίγονταν και καίγονταν γείτονες και συνάνθρωποι. Είμαι απαρηγόρητη και νιώθω πολύ δυστυχισμένη».
Αισθάνομαι ότι όλοι μας, όλοι εμείς που είμαστε μακριά από τον τόπο της συμφοράς, έχουμε επωμιστεί με ένα μεγάλο χρέος. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον εαυτό μας, στους υπευθύνους και στην πολιτεία να μη θυμάται το τι συνέβη. Πρέπει να παραμείνουμε παρόντες. Σήμερα, αύριο, μεθαύριο. Όσο χρειαστεί για να αποκατασταθεί κι ο τελευταίος από τους πληγέντες. Όσο είναι παρούσες οι κάμερες και τα κανάλια άλλα και όταν αποχωρήσουν.
Πρέπει, για μια φορά έστω, να μην ξεχάσουμε.
Μπεμπλιδάκη Αγγελική
Το ιατρείο των Γιατρών του Κόσμου θα είναι κλειστό από 6 έως 26 Αυγούστου.