Το πρόβληµα µε τις Ηνωµένες Πολιτείες είναι ότι κάθε χρόνο από το 2000 και µετά, η κυβέρνηση ξοδεύει περισσότερα από όσα εισπράττει.
Για το οικονοµικό έτος 2024, η κυβέρνηση εισέπραξε 4,92 τρισεκατοµµύρια δολάρια σε έσοδα και είχε 6,75 τρισεκατοµµύρια δολάρια σε δαπάνες. ∆ηλαδή δαπάνησε 37% περισσότερα χρήµατα από ότι εισέπραξε.
Έσοδα: Στην πλευρά των εσόδων, τα έσοδα προέρχονται από: 49% από φόρους εισοδήµατος φυσικών προσώπων, 35% από φόρους κοινωνικής ασφάλισης, 11% από εταιρικούς φόρους, 5% από µικρότερα ποσοστά που προέρχονται από δασµούς, ειδικούς φόρους κατανάλωσης, φόρους κληρονοµιάς και δώρα, καθώς και άλλες πηγές.
∆απάνες : Στην πλευρά των δαπανών, η κατανοµή είναι η εξής: 22% για την κοινωνική ασφάλιση, 14% για την υγεία, 13% για την εξυπηρέτηση τόκων του χρέους, 29% για το Medicare, 13% για την άµυνα, 8% για την ασφάλεια εισοδήµατος, 1% µικρότερα ποσά για παροχές σε βετεράνους, εκπαίδευση, περιφερειακή ανάπτυξη και άλλες δαπάνες.
Το ∆ηµοσιονοµικό Πρόβληµα του Ελλείµµατος: Το σηµαντικό στοιχείο εδώ είναι ότι επειδή η κυβέρνηση των Ηνωµένων Πολιτειών ξοδεύει συστηµατικά περισσότερα από όσα κερδίζει κάθε χρόνο, δηµιουργείται ένα έλλειµµα. Αυτό το έλλειµµα καλύπτεται µε δανεισµό από την κυβέρνηση που πουλάει οµόλογα.
Η συσσώρευση ελλειµµάτων έχει οδηγήσει το δηµόσιο χρέος των Ηνωµένων Πολιτειών σε πρωτοφανή επίπεδα. Από $23,2 τρις το 2020 έχει φθάσει στο $36,1 τρις που αντιστοιχεί στο 1.3 του παγκόσµιου ΑΕΠ. Η τεράστια αυτή αύξηση του χρέους τα τελευταία χρόνια κατά 55%, παρόλο, δεν δηµιούργησε ανάπτυξη και οδήγησε σε χαοτικά οικονοµικά προβλήµατα. Το χρέος, είναι πολύ µικρό όταν συγκριθεί µε την αξία των περιουσιακών στοιχείων που οι ΗΠΑ κατέχουν. Ωστόσο, το χρέος απαιτεί την πληρωµή µονίµως ετήσιων τόκων.
Το Πρόβληµα µε τους Τόκους: Το πρόβληµα όµως είναι ότι τα δάνεια µέσω οµολόγων απαιτούν από την κυβέρνηση να πληρώνει τόκους. Όσο αυξάνεται το συνολικό χρέος, τόσο αυξάνονται οι τόκοι, γεγονός που επιδεινώνει περαιτέρω το έλλειµµα. Επιπλέον, το πρόβληµα επιδεινώνεται από το γεγονός ότι αυτή τη στιγµή τα επιτόκια βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα και λόγω των κινδύνων, οι έχοντες χρήµατα απαιτούν µεγαλύτερες αποδόσεις στα οµόλογα για να τα αγοράσουν. ∆εδοµένου ότι οι ανεπτυγµένες οικονοµίες ανταγωνίζονται για χρηµατοδότηση από παγκόσµιους επενδυτές, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι υψηλότερες αποδόσεις στις ΗΠΑ οδήγησαν σε αυξήσεις του κόστους δανεισµού στις περισσότερες άλλες χώρες ακόµα και στα ελληνικά δεκαετή οµόλογα.
Όταν έρχεται η ώρα να αποπληρώσει τα χρέη της, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δανείζεται νέα χρήµατα για να καλύψει τα παλαιότερα χρέη. Το πρόβληµα µε αυτή τη διαδικασία είναι ότι πολλά από τα δάνεια έχουν ληφθεί, µε επιτόκιο µε περίπου 1%, και τώρα χρειάζεται να τα αναχρηµατοδοτήσουν µε επιτόκιο κοντά στο 5%, οπότε το κόστος των τόκων τετραπλασιάζεται. Έτσι το κόστος εξυπηρέτησης των τόκων αυξάνεται συνεχώς για το ίδιο ποσό χρέους (ακόµα και εάν δεν αυξηθεί το χρέος) λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και θα ανέβει πολύ περισσότερο από το σηµερινό 13% των εξόδων του κράτους.
Το υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους καταναλώνει τα φορολογικά έσοδα, µειώνοντας τον δηµοσιονοµικό χώρο της κυβέρνησης και πιθανώς αυξάνοντας την ανάγκη για περικοπές δαπανών, αυξήσεις φόρων ή/και επιπλέον δανεισµό πληθωριστικές πιέσεις και επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Αυτός ο φαύλος κύκλος δηµιουργεί τεράστιο πρόβληµα για τη δηµοσιονοµική υγεία των Ηνωµένων Πολιτειών και αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η διαχείριση του ελλείµµατος είναι τόσο κρίσιµη.
Οι αποδόσεις των οµολόγων των ΗΠΑ δεν θα µειωθούν σηµαντικά στο άµεσο µέλλον µε φυσικό τρόπο. Αντιθέτως, θα µπορούσαν ακόµη και να αυξηθούν περαιτέρω. Το αποτέλεσµα της αύξησης της τιµής των οµολόγων θα είναι υψηλότερο κόστος δανεισµού για τις, επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά (συµπεριλαµβανοµένων των στεγαστικών δανείων) και την κυβέρνηση – µια εξέλιξη που θα υπονοµεύσει την ανάπτυξη του ΑΕΠ.
Για να µειώσει «µε φυσικό» τρόπο τα επιτόκια θα πρέπει να µειωθεί ο πληθωρισµός. Για να µειωθεί ο πληθωρισµός πρέπει να αυξηθεί η προσφερόµενη ποσότητα ενέργειας ώστε οι χαµηλές τιµές ενέργειας να µειώσουν το κόστος παραγωγής των προϊόντων. ∆ιαφορετικά θα πρέπει να «διατάξει» την µείωση των επιτοκίων η οποία θα γίνει µε µη «φυσικό» τρόπο.
Ο Τραµπ για να αντιµετωπιστεί το πρόβληµα, πρέπει να αναζητήσει λύσεις όπως η αύξηση των εσόδων µέσω φορολογικών µεταρρυθµίσεων, η µείωση των δαπανών ή ένας συνδυασµός των δύο. Ο στόχος είναι να επιτευχθεί µέσα από ένα «µνηµόνιο» δηµοσιονοµική ισορροπία που θα διασφαλίσει τη µακροπρόθεσµη βιωσιµότητα της οικονοµίας. Φαίνεται ότι θα ακολουθήσει ένα συνδυασµό και των δύο πολιτικών αλλά περισσότερο θα εστιάσει σε µια τρίτη πολιτική να αυξήσει το ΑΕΠ των ΗΠΑ ώστε το κράτος να εισπράττει από τους φόρους που θα προέλθουν από το νέο ΑΕΠ.
Για την µείωση των δαπανών. Την έχει αναθέσει στον Έλον Μασκ όπου θα προσπαθήσει µε ένα µνηµόνιο µείωσης δαπανών και µε την εισαγωγή νεών τεχνολογιών στο δηµόσιο να εξορθολογήσει και να αυξήσει την παραγωγικότητα του και παράλληλα να µειώσει το κόστος λειτουργείας του δηµοσίου. Οι ΗΠΑ θα ζητήσουν από όλα τα έθνη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αµυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ για να καλύψουν το κόστος αποτροπής περαιτέρω εισβολών από χώρες που έχουν φιλοδοξίες αναβίωσης των χαµένων αυτοκρατοριών τους ή από ηγέτες που επιθυµούν να τους γράψει η ιστορία για τις πολεµικές τους κατακτήσεις. Οπότε θα εξοικονοµήσει δαπάνες από την µείωση των αµυντικών δαπανών. Αυτό σηµαίνει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ετοιµαστεί να αυξήσει τις αµυντικές δαπάνες πράγµα που είναι αναγκασµένη να κάνει κάτω από την απειλή της ρωσικής και τουρκικής επιθετικότητας.
Για την αύξηση των εσόδων. Ουσιαστικά δεν προβλέπεται αύξηση των εσόδων από τις υπάρχουσες επενδύσεις. Η επικέντρωση θα γίνει στην ανάπτυξη της οικονοµίας για νέα έσοδα από τις νέες επενδύσεις και στα έσοδα θα προέλθουν από τους δασµούς.
Οι Ηνωµένες Πολιτείες έχουν µια πολύ ανοδική οικονοµία, τις οποίας η άνοδος οφείλεται στην αύξηση του δανεισµού κατά 12 τρις την τελευταία πενταετία. Για αυτό η η ανάπτυξή τους ξεπερνά τις άλλες µεγάλες αγορές της Ευρώπης και της Κίνας κλπ. Οι ΗΠΑ είναι σε πλεονεκτική θέση καθώς ελέγχουν περισσότερο το µέλλον τους και δεν είναι τόσο ευάλωτες, όπως η Ευρώπη, σε ενεργειακά ζητήµατα ή, όπως οι αναδυόµενες αγορές, σε νοµισµατικές διακυµάνσεις.
Ένας από τους στόχους είναι επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες που θα αυξήσουν την παραγωγικότητα της οικονοµίας ώστε να δηµιουργηθεί το νέο ΑΕΠ από όπου θα αντλήσει έσοδα το κράτος. Επειδή το κράτος είναι υπερχρεωµένο και δεν µπορεί να δανειστεί τα απαραίτητα κεφάλαια µε τόσα ακριβά επιτόκια, θα τα επενδύσουν οι µεγάλοι επιχειρηµατίες των ΗΠΑ και ξένοι επενδυτές που οι ΗΠΑ προσκαλούν, να φέρουν άµεσες ξένες επενδύσεις µε αντάλλαγµα την χαµηλή φορολογία και την µείωση της γραφειοκρατίας, επιταχύνοντας τις αδειοδοτήσεις εγκατάστασης επιχειρήσεων. Η αισιοδοξία των µικρών επιχειρήσεων εκτοξεύτηκε κατά 41 µονάδες τον τελευταίο µήνα. Αυτό είναι το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ.
Η Oracle, η SoftBank και η OpenAI ανακοίνωσαν επένδυση 500 δισεκατοµµυρίων δολαρίων στις υποδοµές τεχνητής νοηµοσύνης. Άλλες εταιρείες έχουν επίσης ανακοινώσει επενδύσεις πολλών δισεκατοµµυρίων. Η Σαουδική Αραβία θα επενδύσει τουλάχιστον 600 δισεκατοµµύρια δολάρια στην Αµερική.
Όλοι επενδύουν στους τοµείς ανάπτυξης του µέλλοντος, στην τεχνητή νοηµοσύνη (ΤΝ), τις βιοεπιστήµες, την άµυνα την υγεία, κβαντική υπολογιστική κλπ.. Η πλειοψηφία αυτών των επενδύσεων πραγµατοποιείται στις ΗΠΑ, επειδή ηγούνται από µια χούφτα µεγάλων αµερικανικών εταιρειών. Θα προσφέρει πολύ γρήγορες εγκρίσεις, στα σχέδια για την τεχνητή νοηµοσύνη (ΤΝ) για να µπορεί να είναι πολύ ανταγωνιστική µε την Κίνα και άλλες χώρες. Αυτή η προοπτική ανεβάζει τις χρηµατιστηριακές αποδόσεις. Ο στόχος είναι οι ΗΠΑ να είναι το καλύτερο µέρος στη Γη για ναγίνονται επενδύσεις και να δηµιουργηθούν θέσεις εργασίας.
Ένας άλλος στόχος είναι να κάνει τις ΗΠΑ παγκόσµιο κέντρο για κάθε είδους ψηφιακή αγορά, όπως κατά τα πρότυπα των χρηµατιστηριακών αγορών και των αγορών των εµπορευµάτων. Θα εισάγει νέες τεχνολογίες για να επενδύει η γενιά των «TikTok ή των reels’ που δεν θέλει να σηκωθεί από τον καναπέ της για να πάει σε µια τοπική τράπεζα και να αγοράσει ένα επενδυτικό προϊόν, ή µια ράβδο ή ένα νόµισµα χρυσού και θέλουν µια άµεση, εύκολη και ψηφιακή λύση. Όπως εύκολα σήµερα αγοράζονται τα κρυπτονοµίσµατα θα αγοράζονται και τα ψηφιακά δολάρια, ο ψηφιακός χρυσός και πολλά άλλα ψηφιακά προϊόντα που έρχονται.
Για να αποδώσουν τα παραπάνω χρειάζονται πολλών ειδών αλλαγές σε σηµαντικούς τοµείς και πόρους που θα πρέπει να εξασφαλίσουν οι ΗΠΑ ότι διαθέτουν. Οι παρακάτω τοµείς θα έχουν σηµαντικό αντίκτυπο στα κέρδη, στην οικονοµία και στη συµπεριφορά της αγοράς:
Η Ενέργεια.
Οι ΗΠΑ έχουν τα πολύ µεγάλα αποθέµατα πετρελαίου και φυσικού αερίου, και µπορούν να τα εξορύξουν µε αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους έναντι άλλων χωρών που ρυπαίνουν µε τις χαλαρές µεθόδους εξόρυξης. Αυτό όταν το καταφέρει, όχι µόνο θα µειώσει το κόστος σχεδόν όλων των αγαθών και υπηρεσιών, αλλά θα καταστήσει τις Ηνωµένες Πολιτείες µια υπερδύναµη στη βιοµηχανία. Οι επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες και στις νέες επιχειρήσεις θα χρειαστούν πολύ περισσότερη ενέργεια, περίπου 30% την επόµενη 10ετία και ίσως και πάνω από το 80% την επόµενη 20ετία της σηµερινής κατανάλωσης. Για αυτό θα διασφαλίσουν ότι τα εργοστάσια θα έχουν τις δικές τους ηλεκτροπαραγωγικές εγκαταστάσεις δίπλα στις κύριες µονάδες παραγωγής τους, οι οποίες θα λάβουν την έγκριση µέσω κατάστασης έκτακτης ανάγκης. ∆εν θα χρειάζεται οι νέες επιχειρήσεις να συνδεθούν στο δίκτυο ενέργειας, τα οποία είναι παλιά και µπορεί να έχουν προβλήµατα αστάθειας και συχνών διακοπών. Οι ΗΠΑ τους υπόσχονται ότι µπορεί να έχουν ακόµα και καθαρό άνθρακα ως εφεδρική πηγή ενέργειας –για προσωρινή χρήση καθώς τίποτα δεν µπορεί να τον καταστρέψει, ούτε ο καιρός, ούτε µια βόµβα, άρα παραµένει σηµαντικός ως εφεδρική πηγή ενέργειας για λόγους ασφαλείας.
Οι ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι εάν οι τιµές της ενέργειας µειωνόταν, η Ρωσία δεν θα µπορούσε να χρηµατοδοτήσει την εισβολή στην Ουκρανία και θα µπορούσε να σταµατήσει ο πόλεµος. Με τη µείωση των τιµών της ενέργειας, θα µπορούν να µειωθούν οι τιµές σε πολλά αγαθά και να καταπολεµηθεί ο πληθωρισµός. Οπότε θα µπορούν να µειωθούν τα επιτόκια ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη. Περαιτέρω αυτό θα βοηθήσει να µειωθούν τα επιτόκια και στις άλλες χώρες και κυρίως σε αυτές που θα κάνουν εγκαίρως τις απαραίτητες µεταρρυθµίσεις.
Εργατικά χέρια.
Κρίσιµη είναι η πολιτική µετανάστευσης, καθώς επηρεάζει την αγορά εργασίας. Σε ποιο βαθµό θα γίνει επαναπατρισµός παράνοµων µεταναστών και πώς αυτό θα επηρεάσει την αγορά εργασίας έχει µεγάλη σηµασία καθώς οι παραπάνω επενδύσεις θα χρειαστούν αµέτρητα εργατικά χέρια. Επίσης χρειάζονται πολιτικές προσέλκυσης ταλέντων από όλο τον κόσµο.
Σίγουρα τα ανθρωποειδή ροµπότ µε τεχνητή νοηµοσύνη και οι πράκτορες τεχνητής νοηµοσύνης, που είναι έτοιµα να κυκλοφορήσουν θα καλύψουν ένα µικρό µέρος σε δουλειές ρουτίνας. Αυτό ίσως δεν ικανοποιήσει ένα µέρος των ψηφοφόρων του Τραµπ, κυρίως τα χαµηλά εισοδηµατικά στρώµατα, που έχουν ξοδέψει τις αποταµιεύσεις που αποκόµισαν κατά την πανδηµία, έχουν υπερφορτώσει τις πιστωτικές κάρτες και βρίσκονται σε κατάσταση οικονοµικής ανασφάλειας.
Το διεθνές εµπόριο.
Είναι ακόµα νωρίς για συµπεράσµατα γιατί είµαστε ακόµα στην αρχή. Πρέπει να δούµε τι θα γίνει µε τους δασµούς στην Κίνα και στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ έχουν τεράστια εµπορικά ελλείµµατα κυρίως µε την Κίνα, που συνολικά έφτασαν σε έλλειµµα 1,1 τρισεκατοµµυρίων δολαρίων. Το έλλειµµα είναι τεράστιο, και µε πολλές άλλες ασιατικές χώρες και µε την Ευρώπη όπου το εµπορικό έλλειµα αγαθών και υπηρεσιών είναι περίπου $50 δις. Έχει µεγάλη σηµασία τι θα σχεδιαστεί για την αντιµετώπιση σε ό,τι αφορά τους µη οικονοµικούς ή µη χρηµατικούς δασµούς (γραφειοκρατικούς), που καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την εισαγωγή των προϊόντων των ΗΠΑ στην Ευρώπη.
Τεράστιο είναι και το εµπορικό έλλειµµα µε τον Καναδά. Στην παγκόσµια οικονοµία οι ΗΠΑ πρωτοστατούν, αλλά η Κίνα, και η Ευρώπη παραµένουν πίσω και κυρίως η Ευρώπη στις νέες τεχνολογίες. Σε αυτές τις τρεις µεγάλες οικονοµίες υπάρχει τεράστια απόκλιση µεταξύ τους. Οι ΗΠΑ ξεπερνούν τις άλλες δύο. Το ∆ΝΤ αναθεώρησε την πρόβλεψή του για την παγκόσµια οικονοµία το 2025, αυξάνοντας την ανάπτυξη των ΗΠΑ κατά µισή ποσοστιαία µονάδα, κάτι που είναι τεράστιο για µια µεγάλη οικονοµία, ενώ ταυτόχρονα µείωσε τις προβλέψεις για τη Γερµανία και τη Γαλλία. Εάν οι άλλες οικονοµίες δεν µεταρρυθµιστούν τάχιστα, ώστε να περάσουν σε σηµαντική ανάπτυξη προς τις νέες τεχνολογίες και την ενίσχυση της επιχειρηµατικότητας, θα δεχθούν σηµαντική µεταβλητότητα και πιέσεις υποτίµησης των νοµισµάτων τους.
Η απορρύθµιση για την µείωση
της γραφειοκρατίας και ώθηση
της οικονοµίας.
Οι ΗΠΑ έχουν ξεκινήσει τη µεγαλύτερη εκστρατεία απορρύθµισης στην ιστορία τους. Επιθυµούν να εξαλείψουν το επιπλέον ρυθµιστικού κόστους των $50.000 που ισχυρίζονται ότι επέβαλε η κυβέρνηση Μπάιντεν σε κάθε αµερικανικό νοικοκυριό τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Υπόσχονται να καταργούν 10 παλιούς κανονισµούς για κάθε νέο κανονισµό, κάτι που σύντοµα θα εξοικονοµήσει πολλές χιλιάδες δολάρια στις αµερικανικές οικογένειες. Πρόκειται να περάσουν τη µεγαλύτερη φορολογική περικοπή στην αµερικανική ιστορία, συµπεριλαµβανοµένων τεράστιων φορολογικών περικοπών για εργαζόµενους και οικογένειες και µεγάλων φορολογικών ελαφρύνσεων για τους εγχώριους παραγωγούς και κατασκευαστές. Τον συντελεστή φορολογίας από 21% που είναι σήµερα, θα µειωθεί ακόµα περισσότερο, στο 15%, µε µια βασική προϋπόθεση – εάν κατασκευάζετε το προϊόν στις Ηνωµένες Πολιτείες. ∆ηµιουργούν έναν από τους χαµηλότερους φορολογικούς συντελεστές στον κόσµο. Το 21% είναι ήδη χαµηλό παγκοσµίως, αλλά το 15% είναι σχεδόν το χαµηλότερο που µπορεί να υπάρξει. Αυτές οι πολιτικές όµως δεν συνάδουν µε την µείωση του δηµοσιονοµικού ελλείµατος εκτός εάν η µείωση των φόρων φέρει τόσα πολλά έσοδα από φόρους στο νέο ΑΕΠ που υπερκαλύπτουν την απώλεια εσόδων από την µείωση των φόρων.
Σπάνιες γαίες
και κρίσιµα υλικά
Η τεχνητή νοηµοσύνη, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ανανεώσιµες πηγές ενέργειας δεν µπορεί να αναπτυχθούν χωρίς οι ΗΠΑ να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα αποθέµατα τα οποία ελέγχει η Κίνα κατά 85%. Οπότε θα αναπτυχθούν συµµαχίες µε τέτοιες χώρες διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους σπάνιων γαιών για τις νέες τεχνολογίες και την πράσινη ανάπτυξη. Θα διευκολύνει τις εξορύξεις και θα άρει τις απαγορεύσεις χρηµατοδοτήσεων για νέες εξορύξεις, αλλιώς δεν µπορούν εξορυχθούν τα κρίσιµα υλικά που χρειάζονται για την πράσινη ανάπτυξη και τις νέες τεχνολογίες. Πολλές κρίσιµα υλικά έχει η Γροιλανδία και ο Καναδάς. Ο Καναδάς όµως τα τελευταία 20 χρόνια συνεχώς απαγορεύει τις εξορύξεις και από τα κεφάλαιά που έχει συγκεντρώσει, ποσό πάνω από 45 τρις επενδύεται σε συνταξιοδοτικά ταµεία άλλων χωρών και άλλες επενδύσεις µακρά από τις εξορύξεις.
Πολλές από αυτές τις πολιτικές για να επιτευχθούν οι στόχοι, δεν συνάδουν µε τις συµµαχικές αντιλήψεις. Οι Κινέζοι βλέπουν τον Ντόναλντ Τραµπ περισσότερο ως απειλή για τη συνοχή των συµµαχιών παρά για την ίδια την Κίνα και ότι είναι ο ιδανικός υποψήφιος για να διαλύσει και τη συνοχή στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
Εάν όµως όλα αυτά υλοποιηθούν µε επιτυχία κρατώντας την εσωτερική συνοχή και διαχέοντας δίκαια των πλούτο στους κατοίκους, βελτιώνοντας τις σχέσεις µε τους συµµάχους, οι ΗΠΑ θα αλλάξουν ριζικά και θα αποτελέσουν παράδειγµα αλλαγών και για άλλες χώρες. Το βασικό ζήτηµα είναι ότι η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει στις µεταρρυθµίσεις που απαιτούνται για να επιτύχει ταχύτερη ανάπτυξη και να µειώσει την πίεση που δέχεται από την ενίσχυση του δολάριου. Αν και δεν υπάρχει «µαγική λύση» που θα µεταµορφώσει την οικονοµική προοπτική της Ευρώπης, ένα ευρύ φάσµα µέτρων – που εκτείνεται πέρα από τη στέγαση και τον πολεοδοµικό σχεδιασµό και περιλαµβάνει την αντιµετώπιση υποδοµών, την έρευνα και ανάπτυξη, την καινοτοµία, τη συσσώρευση δεξιοτήτων και την επανεκπαίδευση του εργατικού δυναµικού – µπορεί να κάνει τη διαφορά.
*O Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονοµολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψης