«Κατά τον δαίμονα εαυτού»
«Χωρίς αμφιβολία υπάρχει για τον καθέναν από μας κι από μια ξεχωριστή, αναντικατάστατη αίσθηση που αν δεν τη βρει να την απομονώσει εγκαίρως και να συζήσει αργότερα μαζί της, έτσι που να τη γεμίσει πράξεις ορατές, πάει χαμένος»*
*Οδυσσέας Ελύτης,
«Ο μικρός ναυτίλος –
ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ ΙΧ»
Δεν έβρισκα καταλληλότερο τρόπο να ξεκινήσω να γράφω για τον John Craxton, από αυτά τα λόγια του Ελύτη. Αυτή η «αίσθηση» υπήρξε για τον Craxton η Ελλάδα και ειδικά η Κρήτη. Πατρίδα εκπληρωμένων επιθυμιών, τόπος αναζητήσεων, και απτό όνειρο.
Στις 8 Οκτώβρη 2022 , εκατό χρόνια μετά την γέννηση του John Craxton, εγκαινιάστηκε στην Δ.Π.Χ. η έκθεση η οποία σε συν διοργάνωση με το Μουσείο Μπενάκη, τιμά τη ζωή και την πορεία του καλλιτέχνη. Προσωπικά αντικείμενα από το σπίτι-ατελιέ του, μια μηχανή όμοια με εκείνη που οδηγούσε για να εξερευνά την αγαπημένη του Κρήτη, καθώς και έργα του που ανήκουν σε φίλους του Χανιώτες, εμπλουτίζουν το ήδη πληρέστατο περιεχόμενο της έκθεσης που έφτασε από την Αθήνα , υπογραμμίζοντας την ιδιαίτερη σχέση του Craxton, με τα Χανιά και την Κρήτη.
Ο John Craxton, γόνος εύπορης αλλά κυρίως πνευματικά ανήσυχης και καλλιεργημένης οικογένειας, γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1922, και έζησε τα εφηβικά και νεανικά του χρόνια σε μια εποχή, της οποίας οι ιστορικές συγκυρίες θα τον σημάδευαν καθοριστικά. Ατίθασος, χωρίς καμία διάθεση να ακολουθεί κανόνες οποιουδήποτε είδους –χαρακτηριστικά, ακόμα και κατά τη διάρκεια του Ψεύτικου Πολέμου το 1939 στο Λονδίνο, αμελεί την κρατική οδηγία και κυκλοφορεί χωρίς αντιασφυξιογόνο μάσκα, αλλά πάντα με τα ζωγραφικά του σύνεργα- λαχταρά μονάχα την ελευθερία.
Tα πρώτα του βήματα, συνδέονται άρρηκτα με το καλλιτεχνικό ρεύμα του Νεορομαντισμού. Πρόκειται για ένα ρεύμα, με ορισμό αρκετά νεφελώδη, όμως, όλοι οι «εκπρόσωποι» του μοιράζονται κάποια κοινά στοιχεία, όπως μεταξύ άλλων, την έντονη ανάγκη ταύτισης με τη φύση, στην οποία καθρεφτίζονται τα συναισθήματά τους. Η προσέγγισή τους λοιπόν, δεν στόχευε στον ρεαλισμό, αλλά στην έκφραση ενός βαθιά πνευματικού τρόπου θεώρησης του κόσμου, μέσα σε μια εποχή που όλα άλλαζαν. Όπως έκαναν πρώτοι οι εξπρεσιονιστές, με τη σειρά τους οι νεορομαντικοί καλλιτέχνες προσπάθησαν να αποτυπώσουν πάνω στο τοπίο την ψυχή τους, και το πέτυχαν «κοιτάζοντας» και απέναντι από την Μάγχη. Επηρεάζονται από καλλιτέχνες όπως ο Turner, ο Blake και ο Palmer αλλά ταυτόχρονα από τον Picasso , τον Ernst και τον Dix, ενώ, άλλα καλλιτεχνικά ρεύματα όπως ο σουρεαλισμός και ο ντανταϊσμός, φαίνεται να μην τους επηρεάζουν και σχεδόν να μην τους αφορούν, ακόμα και αν κυριαρχούσαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Ειδικότερα για τον Craxton όμως, ο Picasso φαίνεται να είναι ο καλλιτέχνης-καταλύτης για την εξέλιξή του. Καταφέρνει να μεταφράσει την «αυστηρότητα» και τραχύτητα του κυβισμού, σε ένα ηπιότερο, ευαίσθητο και πιο προσωπικό ιδίωμα, πραγματοποιώντας αυτό που άλλοι ακόλουθοι των μεγάλων κυβιστών δασκάλων δεν μπόρεσαν.
Αυτή η σύντομη αναφορά στις επιρροές του John Craxton, είναι απαραίτητη, προκειμένου να κατανοήσουμε την τόσο ιδιαίτερη πορεία του, αλλά και την εξέλιξη της τέχνης του.
Έτσι, φτάνουμε στο 1946, όταν μετά από πρόσκληση του Χατζηκυριάκου-Γκίκα, ο νεαρός τότε καλλιτέχνης επισκέπτεται για πρώτη φορά την Ελλάδα, τόπο που έχει λάβει σχεδόν μυθικό χαρακτήρα στο μυαλό του, ειδικότερα μετά τις διηγήσεις φίλων του κατά την διάρκεια ταξιδιών τους στην Ουαλία. O Craxton, γοητεύεται από το μεσογειακό φως και την βυζαντινή τέχνη και έτσι αλλάζει αναπόφευκτα την θεματολογία και το «ύφος» των έργων του. Οι προβληματισμένες, μοναχικές φιγούρες, οι αφιλόξενες και απειλητικά έρημες πεδιάδες, δίνουν τη θέση τους σε ανθρώπους που απολαμβάνουν την ζωή, σε ειδυλλιακά καλοκαιρινά τοπία, σε πορτραίτα φίλων, ακόμη και σε γάτες – τις οποίες αγαπούσε ιδιαίτερα- και κατσίκες. Η αλλαγή όμως αυτή, δεν συνεπάγεται με απουσία νοημάτων ή επιφανειακή θεώρηση του κόσμου και των πραγμάτων. Ο καλλιτέχνης γεύεται την χαρά της ζωής, αλλά δεν παύει να την ερευνά, να την εξετάζει με χαρτί και χρώμα, προσπαθώντας να την ερμηνεύσει. Πατώντας σε στιβαρά θεμέλια, μπορεί και ακροβατεί, επιβάλλοντας τελικά τον εαυτό του.
Στην τόσο καλά δομημένη έκθεση, από τον επιμελητή και βιογράφο του John Craxton, Ian Collins, αυτή η αλλαγή γίνεται αντιληπτή και εμφανής μέσω του μόνου αξιόπιστου μάρτυρα, τα έργα του καλλιτέχνη. Από το ισόγειο έως και τον δεύτερο όροφο της Πινακοθήκης, αναπτύσσεται η εξιστόρηση της πορείας ενός ανθρώπου που ανακαλύπτει και συνταιριάζει το «απολλώνιο» με το «διονυσιακό» στοιχείο, αναδεικνύοντας έτσι, τον αιώνιο δυισμό της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η τέχνη και ειδικότερα η ζωγραφική, μιλά καθαρότερα σε εκείνους που μπορούν να ακούν τον ψύθιρό της. Η πόλη μας, έχει την τύχη να φιλοξενεί έργα ενός μεγάλου καλλιτέχνη, ενός εκφραστή της σύγχρονης ιστορίας, ο οποίος ξεκινά και λαμβάνει μετά θάνατον την αναγνώριση που του άξιζε. Ενός καλλιτέχνη που έζησε και δημιούργησε με τον δικό του τρόπο και κατόρθωσε τελικά το δυσκολότερο όλων, να επιτρέψει στον εαυτό του να γίνει ευτυχισμένος
*Η Δήμητρα-Γεωργία Γεωργουδάκη
είναι ιστορικός τέχνης (BA Εθνικό και Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών και ΜΑ Sapienza Università di Roma)