Με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1832), η Βαυαρία, η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, αναγνώριζαν την «ανεξαρτησία» της Ελλάδας και παραχωρούσαν την διακυβέρνησή του νέου κράτους στον εκπρόσωπο της Βαυαρικής δυναστείας των Wittelsbach.
Στις 25/1-6/2/1833 ο δεκαεπτάχρονος Όθων αποβιβάζεται στο Ναύπλιο. Μαζί του και η στρατιά των τρωκτικών που καταξόδεψαν τα 60 εκατομμύρια φράγκα του δανείου με τον οποίο τον είχαν προικοδοτήσει οι μεγάλες δυνάμεις. Λίγους μήνες αργότερα, στις 25 Αυγούστου του 1833, ο Όθων φτάνει στην Αθήνα. Οι δημογέροντες που τον υποδέχθηκαν του χάρισαν το σύμβολο της Σοφίας μια μεγάλη ζωντανή γλαύκα, μα ο Όθων διέταξε να θανατωθεί το πουλί, να ταριχευθεί και κατόπιν να αποσταλεί στο Μουσείο του Μονάχου!
«Ήταν ένα παλάτι χαλασμένο και το γκρεμίσαμε και το φκειάσαμεν να καθίσουμε όλοι μέσα», έγραφε στον Κωλέτη ο Μακρυγιάννης. «Βάλαμε στις πόρτες εγγλέζικες κλειδωνιές και σου δώσαμε τα κλειδιά εσένα για να βάνεις εκείνους όπου κοπιάσανε κι έφκειασαν το σπίτι αυτό όπου βαστάς τα κλειδιά του λόγου σου για να μην μπαίνει όποιος θέλει. Για αυτό σου δώσαμε εσένα τα κλειδιά. Του λόγου σου ανοιγοκλείνοντας για το νιτερέσο μόνον το δικό σου κι όχι του σπιτιού, χάλασες αυτές τις παλιοκλειδωνιές κι έβαλες στο σπίτι κλειδωνιές τεφαρίκια ευρωπαϊκά και τις παλιοκλειδωνιές τις πέταξες. Θα έρθει καιρός να ψάξεις εσύ και οι συντρόφοι σου για αυτές τις κλειδωνιές τις σάπιες και να μην ευρήτε καμμία. Εσείς τότε θα βαράτε το κεφάλι σας».
Το παλάτι πάνω στην Ακρόπολη
Δεν πρόκειται για υπερβολή! Η πρόθεση του Όθωνα ήταν να χτιστεί το παλάτι του πάνω στην Ακρόπολη, πρόθεση που δεν πραγματοποιήθηκε ύστερα από την παρέμβαση του πατέρα του.
«Με βαθύ αίσθημα θέτω σήμερα εις τας Αθήνας το θεμέλιον της πρώτης οικίας μου, την οποία οικοδομώ εις την Ελλάδα. Η οικοδομή αυτή θέλει παρέχει εις εμέ τη θέα των μεγάλων και αξιοθαύμαστων μνημείων των αρχαίων αιώνων και εκάστη ημέρα διαμονής μου εις αυτήν θέλει ανακαλεί εις την μνήμη μου τους μεγάλους κείνους άνδρες, τους οποίους θέλω έχει ως παράδειγμα προς παν υψηλόν και ευγενές», έλεγε ο Βαυαρός βασιλιάς στην τελετή θεμελίωσης των ανακτόρων το 1834.
«Κάτω η ξενοκρατία»
Το σύνθημα αυτό δονούσε την ατμόσφαιρα την περίοδο που οι Βαυαροί έστηναν συνωμοσίες για να καταδικάσουν με στημένες κατηγορίες σε θάνατο τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα. Το κράτος, που οργάνωσαν οι ξένοι επικυρίαρχοι, επιβίωνε με δανεικά και τελούσε διαρκώς υπό την απειλή χρεωκοπίας. Ο λαϊκός κόσμος βρισκόταν υπό ανηλεή φορολογικό διωγμό και οι άνθρωποι, που είχαν πρωτοστατήσει στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, απολύθηκαν από τον εθνικό στρατό και ζητιάνευαν στους δρόμου
Ο Όθων είχε την υποστήριξη των αποικιοκρατικών δυνάμεων της εποχής για να επιβληθεί σε μία εξουθενωμένη οικονομικά χώρα και η Βαυαρία, η οποία ανέλαβε να προμηθεύσει με… τα φώτα της το νεοσύστατο κράτος, συγκρότησε το υπόδειγμα του κρατικού μηχανισμού, που διατήρησε ανέπαφα τα βασικά του, δομικά, στοιχεία στο διάβα του χρόνου.
Το ένα τρίτο του εθνικού εισοδήματος πήγαινε για την εξυπηρέτηση των αναγκών του γερμανικού και του «έμπιστου» ελληνικού προσωπικού του στρατεύματος. Γύρω από το παλάτι οργίαζε η κατασπατάληση του εθνικού πλούτου και η διαφθορά. Η γη, μεγάλο μέρος της οποίας στα χρόνια της επανάστασης ήταν κοινόχρηστη και την δούλευαν οι κάτοικοι της υπαίθρου, τώρα μετατράπηκε σε «Εθνικές Γαίες» και μπήκαν ενέχυρο για τα «εθνικά δάνεια», που ξεκοκάλιζε η Βαυαροκρατία με το πολιτικό της προσωπικό.
Οι οπλαρχηγοί της επανάστασης περιφρονήθηκαν, ενώ κάποιους προσπάθησαν συστηματικά να τους εξαγοράσουν, για να εξαργυρώσουν τα διαπιστευτήριά τους στο πολιτικό παιχνίδι, παραχωρώντας τους κρατικά οικόπεδα. Σκάνδαλα και καταχρήσεις κυριαρχούσαν στην επικαιρότητα, ενώ η συμπεριφορά του Βαυαρικού κρατικού μηχανισμού απέναντι στους κατοίκους των περιοχών που δεν είχαν ακόμα κερδίσει την ελευθερία τους ήταν τουλάχιστον προκλητική. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Γ. Λαμπρινός στο βιβλίο του «Μορφές του Εικοσιένα»: «Οι Σαμιώτες βιάστηκαν να στείλουν ανθρώπους (όταν έφτασε ο Όθωνας στην Ελλάδα) για να ζητήσουν συμβουλές και βοήθεια. Πήραν όμως την απάντηση από την επίσημη κυβέρνηση, τους πρότειναν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα και να μείνουν εκεί ως Τούρκοι υπήκοοι!».
Αυτή η κατάσταση ήταν η αιτία για την πυροδότηση συγκρούσεων και συστηματικών εξεγέρσεων σε πολλές περιοχές, με πιο σημαντικές τις εξεγέρσεις στην Μεσσηνία και στην Αιτωλοακαρνανία, αλλά και την επανεμφάνιση της ληστείας με μεγαλύτερη ένταση απ’ ότι στο παρελθόν.
Τα λόγια του Φον Μάουρερ, διορισμένου στην Ελλάδα από τον μπαμπά του Όθωνα ως αντιβασιλέα Δικαιοσύνης, Παιδείας και Εκκλησιαστικών, για τον χαιρετισμό των Ελλήνων απέναντι στον «Ελέου Θεού Βασιλέα» είναι χαρακτηριστικά: «Ενεφανίσθη η Διοικητική Επιτροπή (που υποδέχθηκε τον Όθωνα) με επικεφαλής τον Γ. Κουντουριώτη, για να παρουσιασθεί εις τον βασιλέα. Τινά των μελών της επιτροπής ταύτης, μεταξύ δ’ αυτών και ο Α. Ζαΐμης, ήθελαν να μην αφαιρούν, ενώπιον του βασιλέως το ελληνικό κάλυμμα της κεφαλής. Επικαλούντο μάλιστα και την συνήθεια ότι ουδ’ ενώπιον του Σουλτάνου το αφήρουν. Έγινε λοιπόν για το ζήτημα της αφαιρεσέως ή μη του ελληνικού φεσιού κανονική σύσκεψη και τέλος ετέθη εις τους Έλληνας προύχοντας το δίλημμα ή να παρουσιασθούν εις τον βασιλέα κατά τον τουρκικόν τρόπον, δηλ. να πέσουν στα γόνατα ενώπιον του βασιλέως, ν’ ασπασθούν τους πόδας αυτού και να φορούν εν τοιαύτη περιπτώσει τα φέσια των ή αντιθέτως να παρουσιαστούν κατά τον ευρωπαϊκόν τρόπον με αποκεκαλυμένην την κεφαλήν. Φυσικά επροτιμήθη ο ευρωπαϊκός τρόπος και ούτω το ζήτημα ελύθη άπαξ δια παντός».
Βιβλιογραφία:
Ανδρεάδης, Α., (1986). Ιστορία των εθνικών δανείων. Μέρος Α΄. Τα δάνεια της ανεξαρτησίας 1824-1825. Το δημόσιο χρέος επί της Βαυαρικής δυναστείας. Αθήνα: Καραβία, Δ. Ν. – Αναστατικές εκδόσεις
Βαλέτας, Γ., (1946). Το προδομένο εικοσιένα. Αθήνα: Εκδόσεις Κορυδαλλού
Βουρνάς, Τ., (1983). Το ελληνικό 1848. Αγώνες για κοινωνικό και πολιτικό μετασχηματισμό. Αθήνα: Εκδόσεις Συλλογή – Αφοί Τολίδη
Λαμπρινός, Γ., (2002). Μορφές του Εικοσιένα. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη
Μακρυγιάννης, Ι., (2011). Στρατηγού Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα. Αθήνα: Εκδόσεις Εστία
Μάουρερ, Γ., (2007). Ο ελληνικός λαός. Αθήνα: Εκδόσεις Συλλογή
Τερτσέτης, Γ., (1995). Απομνημονεύματα Κολοκοτρώνη. Αθήνα: Εκδόσεις Συλλογή