Η κάθε πορεία που αρχίζει έχει έναν προορισµό. Η Άρκτος έγερνε στη ∆ύση της όταν η νύχτα µε την ηρεµία και τη γαλήνη της είχε κάνει τη µισή της πορεία για να συναντήσει στο τέλος της διαδροµής της µια καινούργια µέρα, που µαζί θα συντρέχουν στην ενέργεια και στη λειτουργία του αισθητού κόσµου. Εκείνος που αγωνίζεται στη ζωή που βαδίζει σταθερά την πορεία που έχει ταχθεί, εκείνος που έχει πνευµατικά στηρίγµατα, µε τις αισθήσεις της ψυχής του συναντά το φως που είναι η αποστολή και ο προορισµός του, που κερδίζει τότε το έπαθλο της δόξας.
Η πορεία της Γης όπως και του Έσπερου και των άλλων αστέρων πλανητών γύρω από τον Ήλιο είναι κανονισµένη και γίνεται σε ακριβή χρόνο, η δύναµη και η ακµή των διαφόρων φυσικών φαινοµένων, οι παλµοί και οι δονήσεις που γίνονται στον ατελείωτο και αχανή χώρο του Ουρανού και στο ακατάλυτο στην αιωνιότητα Σύµπαν έχουν προορισµό να φροντίζουν και να υποστηρίζουν την κάθε ζωή στη µάνα Γη. Τα µυριάδες είδη των φυτικών και ζωικών οργανισµών που έχουν στενούς δεσµούς µεταξύ τους που επιβιώνουν στην επιφάνεια και µέσα στη Γη και στη θάλασσα, στα νερά και σε τόπους ξηρούς και άγονους, σε λόγγους και σε βουνά µε δυσµενείς και αντίξοες συνθήκες κάνουν την πορεία τους και δεν φοβούνται τη φθορά και την απώλεια, γιατί υπάρχει επιτήρηση και µέριµνα και φτάνουν στον προορισµό τους που δεν θα χαθεί το είδος τους, αφού η ζωή είναι γραµµένη και πρέπει ακόµη να συνεχίζεται.
Κάποιες φορές που ο προορισµός δεν ήταν ο προσδοκώµενος που ήταν αναπάντεχος, που ήταν πέραν από τις δικές τους επιθυµίες και δυνατότητες, οι αρχαίοι Έλληνες από τον φόβο και την αδυναµία που ένιωθαν στις εκδηλώσεις µε τους απρόβλεπτους και αστάθµητους παράγοντες, που τα φαινόµενα αυτά ξεπερνούσαν τα όρια της ανθρώπινης εµπειρικής γνώσης, που σύµφωνα µε τις δοξασίες τους και τις αρχές τους πίστευαν ότι πίσω από αυτά κρυβόταν κάτι το άγνωστο και αυτό το προσωποποίησαν και το ονόµασαν Μοίρα που ήταν Τριαδική µε τρεις υπάρξεις και υποστάσεις την Κλωθώ, τη Λάχεση και την Άτροπο. Η Μοίρα λέει είχε τόση δύναµη που καθόριζε την πορεία και τον προορισµό της κάθε ζωής και του ανθρώπου και δεν µπορούσε κανείς να την εµποδίσει για να πραγµατοποιήσει όσα αυτή είχε καθορίσει για να συµβούν, που κανείς άλλος δεν τα γνώριζε.
Ο φιλόσοφος Σωκράτης, µιλούσε για το «δαιµόνιο» που βρισκόταν µέσα του και του εξουσίαζε τον προορισµό του, που αυτό του έκανε τη διάκριση του καλού και του κακού, αφού µόνο η γνώση δεν ήταν αρκετή γι’ αυτό. Φαίνεται ότι διαισθανόταν την ύπαρξη του Θείου και ότι ξεχώριζε µία µόνο θεότητα που έβλεπε και αποφάσιζε τα πάντα, όπως και οι άλλοι σοφοί και φιλόσοφοι, ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο Πλάτων και άλλοι που πίστευαν, πως υπήρχε µία δύναµη και ένας σχεδιασµός που καθόριζε την πορεία και τον προορισµό για την κάθε ύπαρξη. Ο φιλόσοφος
Αριστοτέλης πίστευε, στη δύναµη της Αρετής που κερδίζεται µε κόπους και ότι οι Θεοί τα αγαθά τα έδιναν σε όσους εκοπίαζαν, που της είχε κάνει ύµνο: «Αρετά πολύµοχθε γένει βροτείων….»· µε εξήγηση «Αρετή που µε πολλούς κόπους σε κερδίζουν οι άνθρωποι».
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στην αξία της σωµατικής και ψυχικής υπεροχής που συνοδεύεται πάντα µε τη σηµασία της ηθικής για να γίνεται ο άνθρωπος καλύτερος. Η Αρετή ήξεραν ότι αποκτιέται µε πολύ κόπο και προσπάθεια, όπως και η γνώση και η έννοια του Θεού, είτε πρόκειται για τον τρόπο που την είχε συλλάβει η αρχαία Ελληνική σκέψη, είτε πρόκειται όπως την αποκαλύπτει η χριστιανική πίστη µε τη σηµασία του Τριαδικού Θεού µε τις τρεις υποστάσεις, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύµα.
Το σηµερινό ελληνικό πνεύµα για την πεποίθηση στον Θεό, συνταυτίζεται και συµπίπτει µε το πνεύµα των αρχαίων Ελλήνων που χιλιάδες χρόνια πριν, είχαν προσωποποιήσει τη Μοίρα µε τις τρεις υπάρξεις που υποδείκνυε και απεικόνιζε τον τριαδικό µας σήµερα Θεό. Η πορεία προς την Αρετή, που πίστευε ο Αριστοτέλης οµορφαίνει πάντα και δυναµώνει τη γνώση του Θεού και µας οδηγεί σ’ αυτόν που είναι και ο τελικός προορισµός µας για την αιώνια ζωή. Οι Έλληνες από τότε είχαν ενόραση, είχαν σαφή και άµεση γνώση της αλήθειας, είχαν διαίσθηση και έβλεπαν ιδεατά τον αόρατο κόσµο µε τους υψηλούς προορισµούς, ήθελαν να λάµπει στα πρόσωπά τους ο Θεός και πίστευαν στην αλήθεια που την αναζητούσαν και ακολουθούσαν την πορεία προς την Αρετή και έβλεπαν τον Θεό στα µάτια και στις πράξεις τους και ήταν γεµάτοι οι άνθρωποι από αρετές και από Θεό και δεν είχαν κολλήσει στα γήινα, που η εποχή εκείνη δεν ήταν ξερή και άνυδρη και βάδιζαν µε σοφία την πορεία της ζωής τους.
Οι Έλληνες που δίδαξαν την ανθρωπότητα που κουβαλούσαν µαζί τους τις αρετές τους µόνο, που ήθελαν να δίνουν και έδιναν φως από τη φλόγα τους, που το θεωρούσαν χρέος τους και πίστευαν πως αυτός ήταν ο προορισµός τους. Ένας από τους σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ο Βίας ο Πριηνεύς όταν οι Πέρσες είχαν καταλάβει την πόλη του την Πριήνη, ενώ όλοι έφευγαν πανικόβλητοι και έπαιρναν µαζί τους ό,τι θεωρούσαν πολύτιµο, αυτός περπατούσε ήρεµα και δεν κρατούσε τίποτα. Στην ερώτηση γιατί δεν ήθελε να σώσει κάτι όπως έκαναν οι άλλοι, απάντησε: «Πάντα τὰ εµά µετ’ εµοῦ φέρω» που σηµαίνει, όλα τα δικά µου τα έχω µαζί µου. Τις αρετές του, τις γνώσεις του, τις ικανότητές του, τη δικαιοσύνη του που αυτά ήταν τα δικά του, τα είχε µαζί του αυτά τα αποκτήµατα. Ο πλούτος της πνευµατικής ζωής και η ελπίδα δεν φοβούνται τη φθορά που µπορεί να έλθει. Με αυτές τις σκέψεις βάδιζε και αυτή ήταν η πορεία της ζωής του. Ο σοφός Έλληνας Πρινεύς, ο άνθρωπος του πνεύµατος άλλης εποχής που µας παραδειγµατίζει και µας διδάσκει µε τη συµπεριφορά του για τον ουσιαστικό µοναδικό προορισµό που και σήµερα αναζητά τέτοια πρόσωπα µε τέτοιες σκέψεις για να συνεχίσουν να δίνουν φως από τη φλόγα τους και να έχουν µαζί τους πάντα τα δικά τους που δεν χάνονται ποτέ για να κερδίζουν το στέφανο της Αρετής και φτάνουν στον προορισµό εκείνο που φυλάσσεται ο ορθός λόγος.
Η αντιπάθεια των αρχαίων Ελλήνων στην κακία εκφράζεται και εξωτερικεύεται στην πλούσια µυθολογία τους. Ο Ατρέας, ο βασιλιάς των Μυκηνών, παρέθεσε γεύµα στον αδελφό του Θυέστη από τις σάρκες των γιων του και έδειξε τα µέλη των σωµάτων των παιδιών του στον πατέρα τους που ήθελε να τον εκδικηθεί για τις άνοµες σχέσεις που είχε κάποτε µε την Αερόπη, τη σύζυγό του. Ο Ατρέας ακολούθησε τον δρόµο της κακίας και της εκδίκησης, γιατί προσωρινά αυτός ο προορισµός τον ικανοποιούσε και έτσι θα ήταν κερδισµένος. Μα η πράξη του αυτή προκάλεσε τόση φρίκη που και ο Ήλιος ανέτειλε από τη ∆ύση και βασίλεψε στην Ανατολή. Η πορεία προς την κακία λυπούσε τόσο τους αρχαίους Έλληνες που τους φαινόταν ότι και ο φυσικός κόσµος ακόµη δεν λειτουργούσε κανονικά και αισθανόταν αποτροπιασµό και αποστροφή σε αυτούς που είχαν ως πνευµατικό προορισµό να προβαίνουν σε πράξεις χωρίς Αρετή και χωρίς την ευγένεια της υπάρξεώς τους. Η Αρετή και η Κακία, µε τη διαφορετική τους πορεία η κάθε µία, δεν έχουν και τον ίδιο προορισµό.
Οι Έλληνες που και σήµερα συνεχίζουν την πορεία τους µέσα στο χρόνο, εκείνη που ακολουθήσαν τόσες άλλες γενιές µε την ορµή και τη θέρµη τους για τον ένα και µοναδικό προορισµό, χιλιάδες χρόνια πριν, προορισµό δοξασµένο µε πνεύµα που πνέει, από τα πνευµατικά τους εφόδια και τον Θεό τους που αυτά είναι πηγή δύναµης, είναι η δόξα τους, που βαστούν ζωντανή τη χαρά τους και άσβηστο το φως του κόσµου. Ας είναι η πορεία της Ελλάδος και όλων των εθνών φωτόλουστη και ο προορισµός ιερός. Η παρακαταθήκη που θα φυλάττουν από την πολύτιµη κληρονοµιά των προγόνων τους, που θα θωρακίζει τις βασικές πνευµατικές και αιώνιες αξίες για να είναι γλυκιές και να µπορούν να ανθοβολούν οι ελπίδες και σήµερα στην ανθρωπότητα.
*Ο ∆ηµήτριος Παυλάκης είναι π. ανώτερος υπάλληλος και συνδικαλιστής