Είναι και αυτός ένας χώρος ταλαιπωρημένος, τόσο από την κρίση, όσο και από την ανύπαρκτη εθνική πολιτική. Επιβιώνει αξιοπρεπώς χάριν ενός συνδυασμού ρομαντισμού και εμπορικού αυτοματισμού. Αλλά, ευτυχώς, όσο κι αν έχει πληγεί, η κινητικότητα στον χώρο του βιβλίου θα προσομοιάζει πάντα στη συμπαντική πλανητική διάταξη. Η ανάγκη και η αιτία θα είναι οι δύο δυνάμεις που θα συντηρούν τη συνοχή της. Το βιβλίο θα είναι συνδυασμένο με την πληροφορία, τη γνώση, τα ταξίδια του νου, την επένδυση του χρόνου, τον γαλήνιο ύπνο… Το βιβλίο. Με τις σελίδες του, τα εξώφυλλά του, τη μυρωδιά της μελάνης του.
Είναι βαθιά η ιστορία του βιβλίου για να κλείσει με μια κρίση. Για την ακρίβεια, σήμερα, 23 Φεβρουαρίου, μετράει 570 χρόνια ζωής! Τέτοια μέρα, το 1450, ήταν που τυπώθηκε σε 180 αντίτυπα το πρώτο βιβλίο της Δύσης: η Βίβλος του Γουτεμβέργιου στη Λατινική. Κάποιοι τοποθετούν την εκτύπωσή της το 1454 και κάποιοι άλλοι το 1455, αλλά αυτό είναι μάλλον λεπτομέρεια. Σημασία έχει ότι από τη γέννηση και μαζική αναπαραγωγή του πρώτου βιβλίου, της Αγίας Γραφής των 42 γραμμών (επειδή τόσες ήταν οι αράδες του κειμένου σε κάθε σελίδα), πέρασαν 5,5 αιώνες. Εκείνο ήταν ένα βιβλίο που ικανοποίησε την εφευρετικότητα και την εξαιρετικά υψηλή αισθητική του Γερμανού σιδηρουργού και σηματοδότησε την περίφημη επανάσταση που έφερε το όνομά του. Τα αντίτυπά της Βίβλου του Γουτεμβέργιου πουλήθηκαν έναντι αστρονομικών ποσών σε συλλέκτες και κάποια από αυτά φιλοξενούνται σε προθήκες δημόσιων βιβλιοθηκών ανά τον κόσμο. Η διεθνής βιβλιογραφία λέει ότι το βιβλίο τυπώθηκε σε μέγεθος χαρτιού που ονομαζόταν «βασιλικό», κυρίως λόγω των king size διαστάσεών του. Ένα πλήρες φύλλο βασιλικού χαρτιού είχε διαστάσεις 42 x 60 εκ. και διπλωνόταν στα τέσσερα. Ένα πλήρες αντίγραφο της Βίβλου του Γουτεμβέργιου έχει 1.286 σελίδες (συνήθως δεμένες σε δύο τόμους). Ως εκ τούτου, με τέσσερις σελίδες ανά τυπογραφικό φύλλο (διπλωμένες, τυπωμένες, δεμένες και χαρτοκομμένες κατάλληλα) χρειάστηκαν 322 τυπογραφικά φύλλα χαρτιού ανά αντίτυπο. Αυτό το χαρτί που χρησιμοποίησε ο Γουτεμβέργιος ήταν εξαιρετικής ποιότητας, χειροποίητο και εισήχθη από την Ιταλία. Κάθε φύλλο έφερε υδατογράφημα και εντυπωσιακές έγχρωμες βινιέτες στην έναρξη του κειμένου. Η γραμματοσειρά, που χρησιμοποιήθηκε ήταν τα τότε Gothic και μετέπειτα Schwabacher.
Αλλά οι αιώνες πέρασαν και το βιβλίο από… θήραμα πλουσίων συλλεκτών, μετατράπηκε σε σύντροφο, δάσκαλο, συμβουλάτορα, συνοδοιπόρο, σχεδόν εραστή των εγγράμματων λαών του κόσμου, καταλαμβάνοντας σήμερα τη θέση που του αξίζει. Του πιο πολύτιμου, του πιο αναγκαίου φίλου. Ανά τον κόσμο ουκ έστιν αριθμός εκδοτικών οίκων. Μόνο στην Ελλάδα υπολογίζονται χονδρικά σε 500. «Ο δικός μας φορέας αριθμεί 350 μέλη. Υπάρχουν και πολύ μικροί οίκοι, που δεν είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο μας» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εκδοτών Βιβλίου (ΣΕΒ), Γρηγόρης Πλαστάρας.
Όπως επισημαίνει ο ίδιος, στη χώρα μας είχαμε πάντα πολλούς εκδοτικούς οίκους και αυτό ουδείς γνωρίζει αν μπορεί να αποδοθεί σε έναν λαό που διαβάζει ή σε ένα τόπο πλούσιο σε παραγωγή… γραφιάδων. Μάλλον και στα δύο. Το παράξενο είναι ότι στην εκδοτική αγορά η κρίση λειτούργησε ανάποδα. Παρότι οι πωλήσεις έπεσαν, οι νέοι οίκοι που άνοιξαν ήταν περισσότεροι από εκείνους που έκλεισαν… «Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορώ να το ερμηνεύσω… θα έλεγα ότι το βιβλίο είναι πάθος και κάθε πάθος υπηρετείται έστω και με θυσίες. Πάντως, πρέπει να χαρακτηριστεί επίτευγμα, αν σκεφτεί κανείς τα προβλήματα στον χώρο του βιβλίου. Από τη μία, εφημερίδες που μοιράζουν, αντί πινακίου, σπουδαίες ή και λιγότερο σπουδές συγγραφικές δουλειές (η ποιότητα των εκδόσεων που διανέμονται είναι εξαιρετικά χαμηλή και το προσφερόμενο έργο έχει ημερομηνία λήξης. Στην αρχή του φαινομένου, οι επιχειρήσεις ΜΜΕ ζητούσαν τα δικαιώματα από τους εκδοτικούς οίκους και αν μη τι άλλο το εκδοτικό αποτέλεσμα ήταν προσεγμένο. Αργότερα, οι οίκοι βγήκαν από τη μέση, το πράσινο φως έδιναν μόνον οι συγγραφείς, οι οποίοι όμως κατά κανόνα ενδιαφέρονταν περισσότερο για την προώθηση του έργου τους, παρά για την ποιοτική… περιβολή του) και από την άλλη, η ανυπαρξία ενός εθνικού φορέα που να ασκεί πολιτική για το βιβλίο. Ακόμη και η κατάργηση του ΕΚΕΒΙ (Ελληνικό Κέντρο Βιβλίου), με όλα του τα προβλήματα, ήταν πλήγμα για τον χώρο μας. Μείναμε με το Ίδρυμα Πολιτισμού, από όπου παίρνουμε κάποια βοήθεια, τουλάχιστον στις εκθέσεις μας» σημειώνει ο κ. Πλαστάρας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΒ, το έτος 2019 ρίχτηκαν στην αγορά 8.431 τίτλοι. Εξ αυτών, 878 ήταν μυθιστορήματα, 576 ποίηση, 536 παιδικά, 358 ιστορικά, 265 αστυνομική λογοτεχνία, 171 φιλοσοφία, 169 διηγήματα, 162 νομικά, 142 θέατρο, 141 ιστορικό μυθιστόρημα, 121 κοινωνική επιστήμη, 96 εκπαίδευση, 94 ψυχολογία, 86 αυτοβοήθεια, 79 πολιτική, 61 οικονομία και 51 θεολογία. Τα λοιπά μοιράστηκαν σε τέχνες και ξένη γλώσσα.
Προ κρίσης, π.χ. το 2007, οι τίτλοι που κυκλοφόρησαν ήταν 11.350 και το 2009, όταν η κρίση άγγιξε και την αγορά του βιβλίου, έπεσαν στους 11.000. Πρώτα είδη στις προτιμήσεις του κοινού ήταν πάντα η λογοτεχνία και η ιστορία. Ελληνική ή ξένη.
«Ευτυχώς, έχουμε ικανοποιητική εγχώρια παραγωγή. Η κυκλοφορία ενός βιβλίου ξένου συγγραφέα, σημαίνει για τον εκδότη κόστος στην αγορά των πνευματικών δικαιωμάτων, στη μετάφραση κ.λπ. Αντιλαμβάνεστε ότι για να προχωρήσει πια ένα τέτοιο εγχείρημα, θα πρέπει το προϊόν να είναι εγγυημένο ότι θα επιστρέψει τα χρήματα που θα επενδυθούν και οι εκδότες είναι πια πολύ επιλεκτικοί» λέει ο κ. Πλαστάρας.
«Αν η κρίση έφερε σκεπτικισμό και στους εκδότες και στο αγοραστικό κοινό, μια εθνική πολιτική για το βιβλίο πώς θα μπορούσε να βοηθήσει την κατάσταση;» είναι μια αυτονόητη ερώτηση στον πρόεδρο των εκδοτών…
«Θέματα εθνικής πολιτικής είναι η προώθηση της φιλαναγνωσίας, του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό, η επιβολή ενιαίας τιμής, που έχει πλήξει ιδιαίτερα τον κλάδο. Βέβαια, γι αυτό το τελευταίο κάνουμε κι εμείς ελέγχους και επιβάλλουμε ποινές. Όμως, οι εφημερίδες που προκάλεσαν τόσο κακό, πώς θα συνετιστούν; Στηριζόμαστε στις μεγάλες εκθέσεις μας, ειδικά στη διεθνή. Ωστόσο, το ενοίκιο για το Ζάππειο είναι 50.000 ευρώ. Αυτό το ποσό βαρύνει τους εκδότες που συμμετέχουν. Ζορίζονται από τη μία να το καλύψουν κι από την άλλη, αν δεν το καλύψουν, πώς θα προωθήσουν το προϊόν τους;» απαντά ο κ. Πλαστάρας.
Ένα από τα πλήγματα της κρίσης στον χώρο του βιβλίου, ήταν και ο περιορισμός της εξαγωγής εγχώριου προϊόντος. Σε ευνοϊκή θέση βρίσκονται οι συγγραφείς, που πρόλαβαν στο παρελθόν και «συστήθηκαν» στο αλλοδαπό κοινό τους. Έτσι, η κυκλοφορία της επόμενης παραγωγής τους στο εξωτερικό, είναι πια διαδικασία σχεδόν αυτοματοποιημένη. Ωστόσο, τα νέα διαμάντια των ελληνικών γραφίδων, που θα μπορούσαν επίσης να μεταφραστούν και να κατακτήσουν τις ξένες αγορές, εγκλωβίζονται εντός των χωρικών ορίων, καθώς οι εκδότες -κυρίως οι μικροί- δεν συμμετέχουν πια εύκολα σε διεθνείς εκθέσεις βιβλίων του εξωτερικού. «Στις εκθέσεις αυτές υπάρχουν ειδικά τμήματα που αλιεύουν αξιόλογα βιβλία, αγοράζουν τα δικαιώματα, τα μεταφράζουν και τα ρίχνουν στις αγορές του εξωτερικού. Αν όμως δεν είσαι εκεί για να έρθεις σε επαφή με αυτά τα τμήματα, πώς θα προωθήσεις μια καλή δουλειά στο εξωτερικό;» αναρωτιέται ο πρόεδρος των εκδοτών.